Η απάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη σε μια διασωθείσα από το δυστύχημα στα Τέμπη, δεν ήταν -έστω και μια προσχηματική- «συγγνώμη», αλλά η παρότρυνση να «βάλει πλάτη».

Ads

Να βάλει «και αυτή» πλάτη για να αλλάξει η χώρα, όπως ανέφερε στη συνέντευξη στον Σταύρο Θεοδωράκη. Η αλήθεια είναι πως ούτως ή άλλως η επικοινωνιακή στρατηγική της κυβέρνησης μετά το δυστύχημα, αλλάζει μέρα με τη μέρα.

Ωστόσο, το «αίτημα» του πρωθυπουργού σε μια κοπέλα – θύμα που δεν ευθύνεται ούτε στο ελάχιστο για το βαθύ κράτος, τις ελλείψεις προσωπικού στον ΟΣΕ και τις ανολοκλήρωτες συμβάσεις, τα κενά ασφαλείας και την ανύπαρκτη τηλεδιοίκηση, πέρα από το γεγονός ότι βάζει στο «παιχνίδι» ξανά την ατομική ευθύνη, όπως με τον σταθμάρχη, αντικατοπτρίζει και κάτι ακόμη.

Φανερώνει μια ακόμη επικοινωνιακή τακτική, η οποία δεν συναντάται μόνο στην Ελλάδα, και η οποία σχετίζεται με την έννοια της «ανθεκτικότητας», ή της «προσαρμογής». Η κοπέλα που επέζησε από το δυστύχημα, δεν πρέπει να φύγει από τη χώρα, κατά τον Μητσοτάκη, αλλά να μείνει και να βοηθήσει επιμένοντας. Να προσαρμοστεί.

Ads

Πρόκειται για μια ρητορική, η οποία φαίνεται πως έχει σαν στόχο την κατασκευή και την εμπέδωση μιας αρνητικής πρόσληψης της καθημερινότητας. Την βλέπουμε άλλωστε και σε παγκόσμιο επίπεδο, την ώρα που η μία κρίση διαδέχεται την άλλη.

Πριν λίγους μήνες, εν μέσω της ενεργειακής κρίσης, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε καλούσε τους Γερμανούς να βάλουν ένα δεύτερο πουλόβερ, για να μην παγώσουν, και να έχουν μερικά κεριά ή φακό στο σπίτι, σε περίπτωση μπλακάουτ. Πριν λίγες εβδομάδες, ο Μακρόν, ζήτησε από τους Γάλλους «οικονομία στο νερό».

Ποιος ξεχνά άλλωστε την δήλωση του Στέλιου Πέτσα, τον Σεπτέμβριο του 2022, όταν αναφερόμενος στους πολίτες που άλλαξαν τους καυστήρες τους ώστε να καίνε φυσικό αέριο, αλλά ήρθαν αντιμέτωποι με υψηλές τιμές, δήλωσε πως «το βασικό ζητούμενο σε αυτές τις περιπτώσεις είναι να δείχνουμε προσαρμογή. Όποιος αρνείται να προσαρμοστεί, δυστυχώς πεθαίνει».

Στο ίδιο μήκος κύματος, πολλά ΜΜΕ δίνουν συμβουλές «εξοικονόμησης» και «επιβίωσης». Μας δείχνουν τρόπους να κρατάμε το σπίτι ζεστό χωρίς θέρμανση, μας συμβουλεύουν να κόψουμε το πρωϊνό, να μην «σπαταλάμε» γενικότερα, ενώ βιβλία αυτοβοήθειας μας καλούν να τα βρούμε με τον εαυτό μας, ανεξάρτητα από τις υλικές συνθήκες που έχουμε να αντιμετωπίσουμε.

Η ζωή, παρουσιάζεται σαν μια «δοκιμασία» την οποία πρέπει να αντιμετωπίσουμε, σαν να είμαστε αναγκασμένοι να ζούμε μέσα στην αρνητικότητα από τη φύση μας. Ακόμη, μοιάζει πολλές φορές σαν οι γενικότερες συνθήκες και δυσκολίες να επηρεάζουν συνολικά τον κόσμο, κάτι το οποίο είναι απόλυτα ψευδές. Η χρήση α’ πληθυντικού (περνάμε, αντιμετωπίζουμε, θα μειώσουμε, θα κόψουμε κλπ), είναι δηλαδή παραπλανητική. Αρκεί για παράδειγμα μια γρήγορη ματιά στα εισοδήματα των καθημερινών πολιτών και στα κέρδη των εταιρειών ενέργειας.

Η κρίση λοιπόν παρουσιάζεται και γίνεται τελικά πολλές φορές δομικό στοιχείο της καθημερινότητας, ενώ δεν είναι τυχαίο πως το συγκεκριμένο «μήνυμα» εκπορεύεται πάντα από πάνω προς τα κάτω. Ουσιαστικά, η έννοια της «προσαρμοστικότητας», η οποία μπορεί να έχει και θετική σημασία προφανώς, χρησιμοποιείται για να «κάμψει» τις όποιες αντιστάσεις στην επιδείνωση της καθημερινής ζωής. Αφού η ζωή είναι μια δοκιμασία, πρέπει να ρίξουμε το βάρος ώστε να ανταπεξέλθουμε, κι όχι στο να αλλάξουμε τις συνθήκες. Η μόνη δυνατή πραγματικότητα είναι η σημερινή.

Η κύρια ευθύνη δηλαδή είναι ατομική κι όχι συλλογική (θυμηθείτε πόσες φορές διαβάσαμε για ατομική ευθύνη τα τελευταία χρόνια), σε συνέχεια του νεοφιλελεύθερου δόγματος που εξυμνεί τις δυνατότητες του κάθε ατόμου ξεχωριστά και τον ανταγωνισμό μέσα στην κοινωνία, ενώ επιδιώκει τον κατακερματισμό των κοινοτικών δεσμών (όπως διαβάζουμε στο συλλογικό «Το λεξιλόγιο της ελλαδικής βαρβαρότητας»).

Και το πιο τραγικό είναι πως, στην προσπάθειά τους να επιβιώσουν, οι άνθρωποι είναι αναγκασμένοι να υποβαθμίσουν ακόμη περισσότερο τις ζωές τους: Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της ΓΣΕΕ, 8 στους 10 μείωσαν το ποσοστό θέρμανσης της κατοικίας τους, σχεδόν 9 στους 10 φορούν πλέον περισσότερα ρούχα (ο Σόιμπλε βγήκε αληθινός, απλά σε άλλη χώρα), 7 στους 10 κάνουν γρήγορο ντους, ενώ παραπάνω από τους μισούς αδυνατούν να πάνε για διακοπές έστω και για μια εβδομάδα.

Φυσικά, κανείς δεν μπορεί να τους κατηγορήσει. Ωστόσο, δεν μπορεί να ζει κανείς με κουπόνια, και να πεθαίνει με εισιτήρια, όπως έλεγε κι ένα σύνθημα σε τοίχο. Την ώρα που έννοιες σκοπίμως διαστρεβλώνονται και τα πάντα γίνονται επικοινωνία…