Ενοχλούμαι κάθε φορά που ένας πολιτικός –απ’ όπου κι αν προέρχεται- κρύβεται υποκριτικά πίσω από τις κουρτίνες του δικονομικού δικαίου προκειμένου να αποφύγει να τοποθετηθεί επί της ουσίας.  Είμαι αταλάντευτα υπέρ του επί της αρχής παράνομου της καταγραφής και δημοσιοποίησης ιδιωτικών συζητήσεων χωρίς τη συγκατάθεση των συνομιλητών. Ωστόσο δεν βλέπω γιατί αυτό μπορεί να αξιοποιείται από στελέχη της Αριστεράς της οποίας η εμπλοκή σε σκάνδαλα μέχρι ώρας ούτε έχει αποδειχθεί ούτε συγκρίνεται έστω και κατ’ ιδέαν με τον ορυμαγδό σκανδάλων που εκτοξεύονται από το ηφαίστειο της κυβέρνησης. Πως είναι δυνατόν η Αριστερά να εξυμνεί τους whistleblowers, να αξιοποιεί τις διαρροές WikiLeaks και την ίδια στιγμή, ενώ μία κηλίδα έχει κάνει την εμφάνισή της επί του πολιτικού σώματός της, να κάνει σαν να μην την βλέπει;

Ads

Παρακολουθώντας τη ρητορική περί «νέου βρώμικου ’89» από την πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αναρωτιέμαι όπως κάθε δημοκρατικός πολίτης, «τίς πταίει» πραγματικά. Κάθε «’89» απαιτεί ένα πολιτικό δίπολο χωρίς το οποίο το πολιτικό circus maximus της πολιτικής αλληλοσφαγής δεν μπορεί να στηθεί. Από τη μία, έχουμε την ΝΔ που με τον ένα ή άλλο τρόπο έφερε στο φως απαράδεκτες για μέλος κυβέρνησης συνομιλίες – απαράδεκτες όχι για υπουργό αριστερής αλλά οποιασδήποτε κυβέρνησης- ενώ η ίδια βουλιάζει σε ένα ατέρμονο ρεπερτόριο διαφθοράς, διαπλοκής, διασπάθισης δημόσιου χρήματος και αυτοεξευτελισμού. Από την άλλη, η αξιωματική αντιπολίτευση επικαλείται αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης, θυματοποίηση της Αριστεράς, δολοφονία χαρακτήρων και κραδαίνει σαν ρομφαία τον κίνδυνο του πολιτικού εκτροχιασμού σε περίπτωση που η κυβέρνηση αποφασίσει να διαβεί τον Ρουβίκωνα και να ανοίξει το κουτί της Πανδώρας.

Η υπόθεση των συνομιλιών Παππά με τον Ισραηλινό…Γιοσάκη, για να θυμηθούμε παραπλήσια σκηνικά από το πρόσφατο παρελθόν, αποκαλύπτει μία τεράστια αβελτηρία στο σύστημα πολιτικού σχεδιασμού του ΣΥΡΙΖΑ. Ο ηγετικός κύκλος δεν χάνει ευκαιρία να καταγγέλλει με κάθε εύλογη ευκαιρία την κυβέρνηση για την ξεφτίλα της διαδικτυακής επιμόρφωσης, για τον εκφυλισμό της ενημέρωσης μέσω των αδιαφανών χρηματοδοτήσεων σε φιλαράκια με ανύπαρκτα sites, για τις μίζες που φέρεται να αποδέχθηκε το σύστημα Σαμαρά κ.ά. Αποφάσισε δηλαδή o ΣΥΡΙΖΑ ότι η πολιτική του αντιπαράθεση θα πρέπει να περιστραφεί κυρίως  γύρω από τα σκάνδαλα του παλαιού πολιτικού συστήματος που επιδιώκει την παλινόρθωσή του.

Υπήρξε, όμως, έστω και ένας στο επιτελείο του Τσίπρα που να διείδε ότι όλη αυτή η σκανδαλολογία δεν θα μείνει αναπάντητη; Ότι οι αποκαλύψεις 3 σκανδάλων την εβδομάδα δεν συνιστά πολιτικό περίπατο;

Ads

Υπήρξε έστω και ένας από την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ που να προειδοποιήσει ότι αν η αξιωματική αντιπολίτευση βρεθεί με έστω και τον παραμικρό λεκέ, τότε η Δεξιά ενδεχομένως να περιμένει στη γωνία με κρυφό χαρτί στο μανίκι;

Η μόνη απάντηση στη προσπάθεια αποστράγγισης του ηθικού κεφαλαίου της Αριστεράς δεν είναι άλλη από την προληπτική και προκαταβολική αυτοκάθαρση μέσω μιας προσωρινής «πολιτικής διαθεσιμότητας» εδώ και τώρα, χωρίς «μα και μου», χωρίς αιρέσεις και αστερίσκους. Αν ο εμπλεκόμενος στην υπόθεση Μιωνή πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ αποδειχθεί πολιτικά άμεμπτος, ας επανέλθει πανηγυρικά. Και ας γιορταστεί η επάνοδός του ως νίκη της Αριστεράς και της Δημοκρατίας. Αυτή είναι πρακτικά και η μόνη κίνηση που θα αποστομώσει τα ΜΜΕ της διαπλοκής και θα ανοίξει τον δρόμο για τον αναπροσανατολισμό της πολιτικής συζήτησης σε όφελος της διαφάνειας.

Μόνο έτσι εκτίθεται ο αντίπαλος που πλέον βαρύνεται με τη βούλα της αμερικανικής δικαιοσύνης για την υπόθεση Novartis. Μόνο έτσι μπορεί να διαρρηχθεί η κραυγαλέα ταυτοφωνία των συστημικών ΜΜΕ.

Περαιτέρω, ας μην ξεχνάμε ότι τα εθνικά θέματα που αποδείχθηκαν το γερό χαρτί της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και που αυτή τη στιγμή τελούν εν κινδύνω, απαιτούν μία αξιωματική αντιπολίτευση συμπαγή, αδιαπέραστη από τον ρεβανσισμό της Δεξιάς που επέδειξε εξωφρενική αμέλεια στα ζητήματα εθνικής ασφάλειας (συνεχιζόμενη κατάληψη εθνικού εδάφους στον Έβρο, αιφνιδιασμός και αδράνεια προ του τουρκολιβυκού συμφώνου, βλαπτικές ψηφοθηρικές ακροβασίες στο Μακεδονικό κ.ά.). Σε περίπτωση ελληνοτουρκικής κρίσης, η σοβαρότητα που λείπει από την κυβέρνηση πρέπει να συμπληρωθεί από την εμπειρία, τη σοβαρότητα, το σταθεροποιητικό και διαυγές ήθος μιας αξιωματικής αντιπολίτευσης που ίσως να κληθεί να συμβάλει σε μια έκτακτη εθνική προσπάθεια απόκρουσης του τουρκικού ιμπεριαλισμού.

Τέλος, η Αριστερά, αυτή την περίοδο,  προσπαθεί να προσεγγίσει τον δημοκρατικό κόσμο με όρους σταθερής και μακροπρόθεσμης πολιτικής εκπροσώπησης. Πως είναι δυνατόν η Αριστερά, όταν κάποιος απλός δημόσιος υπάλληλος εμπλέκεται σε αδιαφανείς συνομιλίες, ζυμώσεις και πρακτικές να αξιώνει την διαθεσιμότητά του μέχρι αποδείξεως της αθωότητάς του και να μην επιβάλει το ίδιο και στα στελέχη της;

Ο πρώτος πολιτικός ηγέτης –και δη προοδευτικός-  που θα ανοίξει τις πιο βαριές πόρτες του οίκου του στο φως της δημοσιότητας είναι αυτός που θα κερδίσει τη σταθερή εμπιστοσύνη των πολιτών που πια δεν προλαβαίνουν να μετρούν σκάνδαλα, υπαρκτά ή κατασκευασμένα. Αν η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ επιμένει στο αξίωμα ότι η Αριστερά είναι άμωμη, τότε μετατρέπει την πολιτική της ρητορική σε θρησκευτικό δόγμα. Από όλους εμάς ζητείται να αρκεστούμε σε ένα πολιτικό «πίστευε και μη ερεύνα». Όμως το ελληνικό πολιτικό σύστημα έχει πολιτικές δυνάμεις πολύ πιο κατάλληλες για έναν τέτοιου είδους πολιτικό λόγο.

Και σε όσους και όσες νιώσουν το κομματικό ένστικτο αυτοσυντήρησης να ενεργοποιείται διαβάζοντας αυτές τις γραμμές, με πολύ σεβασμό θα υπογράμμιζα το εξής: πρώτοι εκείνοι και εκείνες, πρώτοι εμείς, οφείλουμε να απαιτούμε πλήρη διαφάνεια στα των αριστερών στελεχών. Η κριτική στα κακώς κείμενα του ΣΥΡΙΖΑ σε μια περίοδο που η ελπίδα πρέπει να ξαναγεννηθεί δεν σημαίνει ότι «τσιμπάμε», ότι αναπαράγουμε τα επιχειρήματα του αντιπάλου και ότι γινόμαστε άλλο ένα κανάλι διάχυσης της τοξικής προπαγάνδας της Δεξιάς. Προσωπικά, τουλάχιστον, νιώθω ως σημαντική προτεραιότητα  την εποικοδομητική κριτική στην μόνη πολιτική δύναμη που μπορεί, που οφείλει και που απ’ ό,τι δείχνει θέλει να μας (ξανα)βγάλει από το ηθικό, κοινωνικό και οικονομικό τέλμα που βιώνουμε. Αλλιώς οι «αυταπάτες» που επικαλέστηκε ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ στον απολογισμό των πεπραγμένων της πρώτης φάσης της διακυβέρνησής του, τα υπαρκτά λάθη και οι παραλείψεις της δεύτερης φάσης θα επαναληφθούν. Και το χειρότερο είναι ότι σε αυτή την περίπτωση δεν θα υπάρξει δεύτερη ευκαιρία γιατί αυτή δόθηκε το 2019 με το 32%.

Η σκανδαλολογία δεν ήταν ποτέ το άθλημα της Αριστεράς αλλά των πολιτικών δυνάμεων που επένδυαν στην διατήρηση του status quo της μεταπολιτευτικής κανονικότητας, του κραταιού δικομματισμού ΠΑΣΟΚ-ΝΔ που κατανάλωνε αφειδώς πολιτικό δηλητήριο καθώς πια είχε εξαρτηθεί υπαρξιακά από αυτό.

Στις καθημερινές συνομιλίες των πολιτών που στηρίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ ακούγεται και το εξής επιχείρημα: δεν μπορεί μία ‘’κηλίδα’’ να συγκρίνεται με την αποφορά των αμέτρητων πια σκανδάλων που βαρύνουν το κυβερνητικό προσωπικό. Ακόμα και αν κάποιος δεχτεί αυτό το επιχείρημα, η Αριστερά πρέπει να δώσει πρώτη το παράδειγμα, να κινήσει διαδικασίες ταχύτατα, να αναλάβει πρωτοβουλίες που αναδεικνύουν το ηθικό της πλεονέκτημα και να εγκαταλείψει την νομική προστασία που της παρέχει το πολιτικό και δικαιικό σύστημα. Ωστόσο στην διαφάνεια της πολιτικής διαφάνειας δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ζυγαριά. Είτε ένα είτε εκατό, τα σκάνδαλα, στοιχειοθετημένα ή εμφανιζόμενα ως τέτοια, οφείλουν να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, πρωτίστως από τα κόμματα. Αυτό είναι μια αρχή που ακολουθεί την Αριστερά από την γέννησή της και μέχρι τώρα αποτελούσε και την ασπίδα αυτοπροστασίας της.

Ο πολιτικός καθρέφτης όπου οι εκπρόσωποι του λαού πρέπει να κοιτάζονται κάθε πρωινό είναι άθραυστος γιατί έχει φτιαχτεί από πολιτική νομιμοποίηση. Και η νομιμοποίηση απαιτεί να είσαι όχι μόνο νόμιμος, αλλά κυρίως ηθικός. Το δολοφονικό για τη δημοκρατία κλισέ «όλοι τα ίδια είστε» που με τόσο πάθος πολέμησε η Αριστερά ώστε να τεκμηριώσει την ανάγκη μιας εναλλακτικής διακυβέρνησης αλλά και ενός υγιούς, φρέσκου αντιπολιτευτικού λόγου, είναι ο θεμέλιος λίθος του οικοδομήματος που έχτισε η Αριστερά κόντρα σε θύελλες. Αν η πέτρα αυτή αφαιρεθεί, ή ακόμα και αν μετακινηθεί έστω και λίγο, το παιχνίδι για την Αριστερά και τη δημοκρατία θα έχει πλέον διά παντός κριθεί.