Όταν η ευτελής επιχειρηματολογία που χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα ελλείμματα ενεργειών στη Δημόσια Υγεία, έρχονται σε σύγκρουση με την κοινή  λογική, προσβάλλοντάς την!

Ads

ΠΡΩΤΟΝ: Η ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΔΕΝ ΓΕΝΝΑ ΤΗΝ ΑΣΘΕΝΕΙΑ, επομένως είναι καιρός πλέον να σταματήσει αυτό το “παιχνίδι μυαλού” με το πρόσφατο ευφυολόγημα, ότι δήθεν έχουμε πολλά κρούσματα επειδή γίνονται  πλέον πολλά test.

Επιπλέον για όποιον υποστηρiζει αυτόν τον παραλογισμό, σημειώνουμε ότι αντίθετα, η τοποθέτηση αυτή αποτελεί στυγνή ομολογία, ότι αφενός μεν δεν γίνονταν επαρκή test, αφετέρου συνάγεται ότι και πριν (που δεν κάναμε αρκετά test) είχαμε πολυάριθμα κρούσματα παραταύτα ανακοινώνονταν μόνο ελάχιστα, παρασύροντας τον γενικό πληθυσμό μέσα από μια επίπλαστη εικόνα της “καθαρής χώρας” με ότι αυτό συνεπάγεται σε επίπεδο ευθυνών για βλάβη υγείας η και απώλεια ζωής πολιτών και ξένων επισκεπτών.

ΔΕΥΤΕΡΟΝ: Αν αφαιρέσει κανείς τα test που διενεργούνται στις πύλες εισόδου, αντιλαμβάνεται αμέσως, ότι τα test στην κοινότητα είναι εξαιρετικά ανεπαρκή. Είναι επίσης  δεδομένο, ότι ο αριθμός που ανακοινώνεται δεν αντιστοιχεί σε αντίστοιχο αριθμό ατόμων. Σε κάθε άτομο συχνά αντιστοιχούν περισσότερα από ένα test, που γίνονται επιβεβαιωτικά και για λόγους παρακολούθησης της πορείας τους.

Ads

Άλλωστε είναι γνωστό από τις ίδιες τις ανακοινώσεις του ΕΟΔΥ, ότι τα test γίνονται είτε στις πύλες εισόδου είτε στην κοινότητα και στην δεύτερη περίπτωση (στην κοινότητα) σχεδόν αποκλειστικά προς ιχνηλάτηση ΗΔΗ γνωστών μεμονωμένων κρουσμάτων και όχι στο πλαίσιο συστηματικού μαζικών και στοχευμένων ελέγχων.

Στη χθεσινή – την 1η Σεπτέμβρίου – καθιερωμένη ενημέρωση των συντακτών, ο κος Τσιόδρας  εκτός από τις τυποποιημένες ανακοινώσεις περί κρουσμάτων, προέλευσή τους, θανάτων κλπ, έκανε επιπλέον αναφορά σε δυο διαφορετικά ασύνδετα μεταξύ τους στοιχεία. Αναφέρθηκε αποσπασματικά  στον συνολικό αριθμό των διενεργηθέντων test από την 1η Ιανουαρίου μέχρι σήμερα και στον συνολικό αριθμό των κρουσμάτων που διαπιστώθηκαν μόνο μέσα στον Αύγουστο. Προφανώς η μια αναφορά με την άλλη δεν έχει καμμία σχέση, δεδομένου ότι δεν αφορά το ίδιο χρονικό διάστημα. Ωστόσο εύκολα μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι η αναφορά στο συνολικό αριθμό των test, λόγω μεγέθους, έγινε μάλλον για λόγους εντυπωσιασμού.

Από την άλλη παρατηρήσαμε ότι για δεύτερη συνεχή φορά, ο κος Χαρδαλιάς απέφυγε να δώσει στοιχεία – όπως συνηθιζε παλαιότερα – σχετικά με τον αριθμό των test, που πραγματοποιήθηκαν στις πύλες εισόδου.

Την τελευταία φορά που έκανε αναφορά σχετικά με τους ελέγχους στις πύλες εισόδου και τα αποτελέσματά τους, ήταν στις 25 Αυγούστου.

Συνεπώς δεν έχουμε στη διάθεσή μας πιο επικαιροποιημένα στοιχεία, εκτός από αυτά που έδωσε ο ίδιος μέχρι εκείνη την ημερομηνία.

Είναι επίσης βέβαιο ότι τα στοιχεία που μπορεί να συγκεντρώσει κανείς από τις καθημερινές τυποποιημένες αναφορές του ΕΟΔΥ, σε καμία περίπτωση δεν προσφέρονται για ολοκληρωμένες αναλύσεις, αλλά ακόμη και για την πλέον στοιχειώδη επιδημιολογική επιτήρηση.

Το ζήτημα αυτό έχει επανειλημμένα αναδειχθεί μέσα από εξαντλητική αρθρογραφία στο tvxs, χωρίς φυσικά να υπάρξει κάποια ευαισθησία από την πλευρά του ΕΟΔΥ, αλλά και άλλων αρμόδιων για τη διαχείριση της πανδημίας.

Φυσικά δεν πρόκειται για έλλειμμα στοιχείων που αφορά απλώς την ενημέρωση του κοινού ή που ενδεχομένως να καθιστά αδύνατες τις εκ των υστέρων επιδημιολογικές μελέτες σε βάθος χρόνου. Αντίθετα το έλλειμμα αυτό συνιστά ένα καθοριστικό ζήτημα, που αφορά την πληρότητα και την εγκυρότητα των απαραίτητων στοιχείων, προκειμένου να γίνει η σωστή εκτίμηση κινδύνου και κατ’ επέκταση να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα, προκειμένου να αντιμετωπισθεί μια πρωτόγνωρη υγειονομική και κοινωνική κρίση που αντιμετωπίζει η χώρα μας, μέσα σε ένα δυστοπικό περιβάλλον σε παγκόσμια κλίμακα.

Ωστόσο με όσα στοιχεία μπορεί να συγκεντρώσει και να αναλύσει κανείς από το πενιχρό «αρχείο δεδομένων» του ΕΟΔΥ, δεν παύουν ακόμη και από την πλέον απλοϊκή προσέγγιση, να προκύπτουν εκπλήξεις, και πλήθος ερωτηματικών.

Κατά καιρούς έχουμε διατυπώσει ορισμένα, που εξακολουθούν να παραμένουν αναπάντητα, αν και διάφορες κινήσεις και ενέργειες, δείχνουν ότι έχουν ληφθεί υπόψη και ότι επιχειρείται κάποιου είδους προσαρμογή σε σχέση με αυτά, που μάλλον ανεπιτυχής θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί, αν όχι μάταια! Σε κάθε περίπτωση, όμως, καθίσταται ευκόλως  αντιληπτή.

Είναι ενδιαφέρον λοιπόν να δει κανείς τι προκύπτει από παράθεση των στοιχείων του ίδιου του ΕΟΔΥ και ποιες ερμηνείες θα μπορούσαν να δοθούν, όσον αφορά τη σχέση των test, με τα κρούσματα, τα θετικά δείγματα και τη κατανομή τους, σε αυτά που αφορούν τις πύλες εισόδου και αυτά που διενεργούνται στην κοινότητα.

Σύμφωνα λοιπόν με τον κο Χαρδαλιά:

«….από την 1η Ιουλίου μέχρι τις 23 Αυγούστου διεξήχθησαν συνολικά στα σημεία εισόδου της χώρας 360.206 έλεγχοι σε σύνολο 2.931.614 εισερχομένων στην χώρα και τα επιβεβαιωμένα κρούσματα, από την 1η Ιουλίου επαναλαμβάνω, είναι 723.

Άρα 360.206 = 723 κρούσματα.

Το πρώτο ερώτημα είναι: πρόκειται όντως για κρούσματα και όχι για θετικά δείγματα και αν – όπως φαίνεται ναι – πόσα ήταν τα θετικά δείγματα από τα 360.206 test, για να μπορέσουν να αποτελέσουν αντικείμενο σύγκρισης με τα αντίστοιχα στοιχεία του ΕΟΔΥ;

Ας πάμε τώρα στα στοιχεία που που παρέχει ο ΕΟΔΥ:

Μέχρι την 1η Ιουλίου είχαν πραγματοποιηθεί 315.932 test και είχαν βρεθεί 3.432 κρούσματα.

Μέχρι την 23η Αυγούστου αντίστοιχα 848.380 test και είχαν βρεθεί 8.664 κρούσματα.

Δηλαδή από την 1η Ιουλίου μέχρι στις 23 Αυγούστου είχαν γίνει 532.448 test και είχαν βρεθεί 5.232 κρούσματα.

Δηλαδή 216. 516 test περισσότερα από όσα είχαν γίνει από την αρχή της πανδημίας μέχρι την 1η Ιουλίου που αρχίζει τον υπολογισμό του ο κος Χαρδαλιάς.

Από πρώτη άποψη θα έλεγε κάποιος αδαής, ότι επιβεβαιώνονται οι δηλώσεις των αρμοδίων ότι γίνονταν περίπου 10.000  test ημερησίως, αν διαιρέσει απλώς τον αριθμό των test 532.448 δια των 54 ημερών, πράγμα που είναι απόλυτα λάθος, δεδομένου ότι ποτέ δεν γίνονται – όπως έχουμε δείξει κατ’ επανάληψη με τα διαγράμματα – ο ίδιος αριθμός των test κάθε ημέρα.

Ωστόσο ας μείνουμε κατ’ αρχήν στην υπόθεση του αυξημένου αριθμού των test.

Δυστυχώς όμως από τον αριθμό των 532.448  test, είμαστε υποχρεωμένοι, θέλοντας και μη να αφαιρέσουμε τα 360.206  test, γιατί όπως μας δήλωσε ο κος Χαρδαλιάς, αυτά έγιναν στις πύλες εισόδου και μας υπέδειξαν 723 κρούσματα. Αυτό το τελευταίο μάλιστα μας το τόνισε ιδιαίτερα.

Πρέπει να τα αφαιρέσουμε γιατί είναι τα μόνα για τα οποία γνωρίζουμε τον τόπο διενέργειας τους  και πόσα κρούσματα απεκάλυψαν!

Επομένως  η διαφορά που προκύπτει δηλαδή τα 172.242 test, είναι αυτά που έγιναν στην κοινότητα και τα οποία – κανείς δεν το ανακοίνωσε, αλλά τι να κάνουμε αυτή είναι η αλήθεια – μας αποκάλυψαν 4.509 κρούσματα.

Με άλλα λόγια το σύνολο σχεδόν των κρουσμάτων, διαπιστώθηκε  από τα ελάχιστα  172.242  test, που έγιναν στην κοινότητα.

Δηλαδή λιγότερα από τα μισά test (172.242), από όσα είχαν γίνει μέχρι την 1η Ιουλίου (315.982) αποκάλυψαν μεγαλύτερο αριθμό κρουσμάτων, δηλαδή 4.509 κρούσματα (4.509 έναντι 3.432).

Πως γίνεται όμως να συμβαίνει αυτό και σύσσωμη η επιστημονική και πανεπιστημιακή κοινότητα να διατείνεται ότι ο αυξημένος αριθμός κρουσμάτων οφείλεται στο γεγονός ότι κάνουμε περισσότερα test και μάλιστα πολύ περισσότερα.

Αυτή τη φορά θα αποφύγουμε για ευνόητους λόγους να παραθέσουμε την πλειάδα των οπτικοακουστικών ντοκουμέντων, που δείχνουν το σύνολο των «ειδικών» που παρήλασαν από τα τηλεοπτικά ΜΜΕ και κατέθεσαν την ίδια πανομοιότυπη άποψη.

Είναι κρίμα για την πολιτεία να επιστρατεύει όλο το επιστημονικό της δυναμικό, προκειμένου να δικαιολογήσει ένα πασιφανές και ταυτόχρονα επικίνδυνο έλλειμμα Δημόσιας Υγείας. Είναι εξίσου ντροπή για όσους δέχονται να παίξουν αυτόν τον ρόλο.

Ωστόσο ας διατυπώσουμε τα ερωτήματα:

Από πού προκύπτει ότι έγιναν περισσότερα test στην κοινότητα;

Από  πού προκύπτει ότι τα κρούσματα αποτελούν αντικείμενο μαζικών και στοχευμένων ελέγχων;

Γιατί υπολογίζονται συλλήβδην τα 360.206 test του κου Χαρδαλιά που αποκάλυψαν μόνο 723 κρούσματα, με τα 172.242 test του ΕΟΔΥ που αποκάλυψαν 4.509 κρούσματα;

Ακόμη και χωρίς τις απαντήσεις που οφείλουν να δώσουν οι αρμόδιοι, ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται αμέσως, πόσο δίκαιο είχαμε, όταν επαναλαμβάναμε συνεχώς ότι σε καμμία περίπτωση δεν πρέπει να γίνεται συλλήβδην υπολογισμός, δεδομένου ότι υπάρχει διαφορετική δυναμική στις δυο αυτές κατηγορίες.

Το ζήτημα όμως δεν σταματάει εδώ. Ας δούμε λοιπόν και μια επιπλέον προσέγγιση.

Σε αντίθεση με τον κο Χαρδαλιά, που δεν αναφέρει αριθμό θετικών δειγμάτων, ο ΕΟΔΥ κάνει αναφορά στη συγκεκριμένη παράμετρο.

Έτσι την 1η Ιουλίου τα 315. 932  test, που είχαν διενεργηθεί, εκτός από τα 3.432 κρούσματα που είχαν αναδείξει, είχαν σαν αποτέλεσμα να καταγραφούν 5.552 θετικά δείγματα.

Δηλαδή μια διαφορά 2.120, ανάμεσα στα θετικά δείγματα και στα κρούσματα, που δείχνει σαφώς ότι ο αριθμός των  test, δεν αντιστοιχούσε – όπως άλλωστε ήταν αναμενόμενο – στο συγκεκριμένο αριθμό ατόμων.

Με άλλα λόγια,  όταν λέμε ότι έγιναν 315.932  test, δεν σημαίνει ότι εξετάστηκαν 315. 932 άτομα.

Την 23η Αυγούστου τα συλλήβδην καταμετρημένα 848.380 test, που έγιναν (όλα μαζί στις πύλες εισόδου και στην κοινότητα) και που ανέδειξαν – όπως είδαμε – συνολικά 8.664 κρούσματα, είχαν σαν αποτέλεσμα να καταγραφούν 9.366 θετικά δείγματα.

Θα έλεγε λοιπόν κάποιος, αβίαστα ότι στη περίπτωση αυτή, αφού η διαφορά του αριθμού των θετικών δειγμάτων, σε σχέση με τα κρούσματα είναι μικρή, μόλις 702, πλησιάζουμε περισσότερο στην πιθανότητα, του να αντιστοιχεί ένα test, ανά άτομο.

Προφανώς και όχι, διότι οι αριθμοί αυτοί αφορούν το σύνολο των δειγμάτων αθροιστικά από την αρχή της πανδημίας.

Επομένως για να δει κανείς τι συνέβη από την 1η Ιουλίου μέχρι την 23η Αυγούστου πρέπει να υπολογίσει με βάση τη διαφορά που προκύπτει ως εξής:

848.380 test = 8.664 κρούσματα και 9.366 θετικά δείγματα

315.932 test  = 3.432 κρούσματα και 5.552 θετικά δείγματα
μας κάνουν

532.448 test = 5.232 κρούσματα και 3.814 θετικά δείγματα

Τα πράγματα τώρα δυσκολεύουν περισσότερο, γιατί αυτή τη φορά, αντίθετα με τη προηγούμενη, έχουμε μικρότερο αριθμό θετικών δειγμάτων από αριθμό κρουσμάτων.

Τι συμβαίνει λοιπόν;

Ποιο θα μπορούσε να είναι λοιπόν το ερώτημα στη περίπτωση αυτή;

Νομίζω ένα και μοναδικό:

ΜΗΠΩΣ ΔΕΝ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΚΑΝ ΝΑ ΡΩΤΗΣΟΥΜΕ;

Τα συμπεράσματα αυτά προκύπτουν αν υπολογίσει κανείς τους αντίστοιχους αριθμούς μελετώντας τα ημερήσια δελτία του ΕΟΔΥ, αποδεχόμενος το γεγονός ότι τα στοιχεία που αναφέρονται δεν χρειάζονται επαλήθευση ή κάποια διασταύρωση.

Ωστόσο αν πάρουμε υπόψη μας «στα σοβαρά» τη φράση, έτσι όπως διατυπώνεται στις ημερήσιες αναφορές του ΕΟΔΥ: «Τα νέα εργαστηριακά επιβεβαιωμένα κρούσματα της νόσου είναι…»
και το συγκρίνουμε με τον αναγραφόμενο συνολικό αριθμό κρουσμάτων που αναφέρεται στην ίδια ακριβώς παράγραφο, τότε θα διαπιστώσουμε ότι:

Αν προσθέτουμε κάθε ημέρα τον αριθμό των «νέων επιβεβαιωμένων κρουσμάτων» σε εκείνα της  προηγούμενης ημέρας και τα συγκρίνουμε με τον συνολικό αριθμό κρουσμάτων που αναγράφεται στην ΙΔΙΑ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟ, τότε από την 1η Ιουλίου μέχρι την 31η ιουλίου θα βρούμε μια απόκλιση που αντιστοιχεί στον αριθμό 28 ατόμων.

Δηλαδή στις 31 Ιουλίου τα συνολικά κρούσματα αναφέρονται ως 4.477.

Ενώ αν είχαμε προσθέσει κάθε ημέρα τα «νέα επιβεβαιωμένα κρούσματα» θα έπρεπε να είναι 4.505.

Επιπλέον  από τη 1η Αυγούστου έως στι 23 Αυγούστου, η απόκλιση είναι 130 άτομα.

Δηλαδή στις 23 Αυγούστου τα συνολικά κρούσματα δηλώνονται ως 8.664.

Ενώ αν είχαμε προσθέσει  κάθε ημέρα τα «νέα επιβεβαιωμένα κρούσματα» θα έπρεπε να είναι 8794.

Επομένως η διαφορά που προκύπτει για το εξεταζόμενο διάστημα από την 1η Ιουλίου μέχρι την 23η Αυγούστου είναι 158 άτομα.

Ενδεικτικά παραθέτουμε μια εικόνα που δείχνει τη διαφορά που προκύπτει μεταξύ 17ης και 18ης Αυγούστου:

image

Τι συμβαίνει λοιπόν;

Ποιο θα μπορούσε να είναι λοιπόν το ερώτημα στη περίπτωση αυτή;

Νομίζω ένα και μοναδικό:

ΜΗΠΩΣ ΔΕΝ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΚΑΝ ΝΑ ΡΩΤΗΣΟΥΜΕ;

Είναι φανερό ότι επιχειρήσαμε μια αρκετά απλοϊκή προσέγγιση, προκειμένου να μην κουράσουμε τους αναγνώστες με εξειδικευμένες αναλύσεις και να καταστήσουμε την άποψή μας κατανοητή, κατά το δυνατόν περισσότερο.

Η ανάλυση θα μπορούσε να περιέχει περισσότερη τεκμηρίωση με σωρεία διαγραμμάτων και άλλων στοιχείων. Ωστόσο αυτό δεν κρίθηκε απαραίτητο.

Τέλος επισημαίνουμε για άλλη μια φορά το τεράστιο έλλειμμα στη Δημόσια Υγεία, με κύρια ευθύνη του ΕΟΔΥ, αλλά και των άλλων διαχειριστών της σημερινής υγειονομικής κρίσης που δεν διστάζει κάθε στιγμή να κάνει πράξη τις απειλές της.

Δυστυχώς  όμως, όπως δείχνουν τα πεπραγμένα, αντί να συλλογιστούν τις ευθύνες τους οι αρμόδιοι και να προσπαθήσουν έστω και την ύστατη ώρα να καλύψουν τα τεράστια κενά και ελλείμματα που έχει δημιουργήσει η μέχρι σήμερα πολιτική τους , καταφεύγουν σε επικοινωνιακά τεχνάσματα και στατιστικά  τερτίπια, προκειμένου να δικαιολογήσουν τη συνέχιση της τακτικής τους, που μας φέρνει όλο και περισσότερο ανυπεράσπιστους, απέναντι σε έναν πραγματικό κίνδυνο.