Ξηρασία & Πλημμύρες: αντιφατικά φαινόμενα με κοινές αιτίες

Ads

Τις τελευταίες εβδομάδες καταγράφηκαν νέα ρεκόρ αύξησης της θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας στον Δυτικό Καναδά (49,5 oC), στη Νότια Σιβηρία (48 oC), στη Νότια Αυστραλία (47,4 oC) και στο Νότιο Πόλο (18,3 oC). Επίσης τις τελευταίες ημέρες, εκδηλώθηκαν φονικές πλημμύρες στη Γερμανία, στο Βέλγιο, στην Ολλανδία και δυστυχώς και πάλι στην Ελλάδα (Θεσσαλία, περιοχές της Καρδίτσας 18.7.21). Από την άλλη, ένα φαινόμενο εξίσου καταστρεπτικό, αλλά εξελισσόμενο με βραδύτερους ρυθμούς -οι ακραίες ξηρασίες- απειλούν μεγάλες περιοχές του πλανήτη με δραματικές συνέπειες. Από το έτος 1990 μέχρι το 2010, στη Νότια Ευρώπη και ιδιαίτερα στις μεσογειακές χώρες, εκδηλώθηκαν σοβαρές ξηρασίες οι οποίες είχαν αυξημένη διάρκεια σε σχέση με το παρελθόν.

Για την Ελλάδα, χαρακτηριστική είναι η ξηρασία που απείλησε τη Χώρα το 1990, θέτοντας σε κίνδυνο λειψυδρίας τον πληθυσμό της Αθήνας και προκαλώντας τεράστιες καταστροφές στη γεωργική παραγωγή. 

Η αύξηση της συχνότητας των ακραίων αυτών καιρικών φαινομένων αποτελεί αδιαμφισβήτητη απόδειξη της έντασης της κλιματικής αλλαγής (ΚΑ) ή όπως αλλιώς συχνά αποκαλείται της κλιματικής κρίσης, ακόμη και για τους πλέον δύσπιστους και αδιάφορους πολίτες. Εκείνα  όμως που φαίνεται να μην είναι ιδιαίτερα γνωστά και κατανοητά στο ευρύ κοινό, είναι οι διάφορες αιτίες που προκαλούν την ΚΑ και το εύρος των μέτρων που πρέπει να ληφθούν για την αντιμετώπισή της. Διάφορες διαστάσεις, όπως για παράδειγμα η διαχείριση του εδάφους, απουσιάζουν από τη δημόσια συζήτηση και την ατζέντα άσκησης πολιτικής παρά τον κρίσιμο ρόλο τους.

Ads

Ξηρασία & Ερημοποίηση

Η ξηρασία αποτελεί μία φυσική απειλή που επηρεάζει μεγάλα τμήματα του παγκόσμιου πληθυσμού προκαλώντας τεράστιες οικονομικές ζημιές, ενώ επιτείνει πολύ σοβαρά και το πρόβλημα της διαχείρισης του νερού. Με βάση τις προβλέψεις που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο των εργασιών για της Συμφωνία του Παρισιού για το Περιβάλλον, τα 2/3 του παγκόσμιου πληθυσμού θα υποστούν σοβαρές επιπτώσεις λόγω της σταδιακής αύξησης των περιστατικών ξηρασίας, ακόμη και εάν εφαρμοστούν πλήρως οι όροι της Συμφωνίας.

Για τη Μεσογειακή λεκάνη ιδιαίτερα, οι προβλέψεις είναι ότι η συχνότητα εμφάνισης ξηρασιών θα είναι 5 με 10 φορές μεγαλύτερη. Μάλιστα, στο δυσμενέστερο σενάριο, ξηρασίες θα  εμφανίζονται κάθε 2 με 5 χρόνια. Για την Ελλάδα ειδικότερα (ανατολική ηπειρωτική χώρα και Βόρεια Κρήτη) προβλέπεται ότι η διάρκεια των περιόδων ξηρασίας, θα αυξηθεί κατά 20 ημέρες από το 2021-2050 και μέχρι 40 ημέρες στο διάστημα 2071-2100. Οι ξηρασίες επηρεάζουν πολλούς τομείς, όπως τη γεωργία, που είναι ο πιο άμεσα θιγόμενος τομέας, την υδροδότηση, τα επιφανειακά και υπόγεια νερά, την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας, τον τουρισμό και την αναψυχή, το περιβάλλον, τα δάση, την συχνότητα πυρκαγιών, τη βιοποικιλότητα, δηλαδή σχεδόν το σύνολο της οικονομίας. Η ξηρασία θα εντείνει επίσης την ερημοποίηση στην Ελλάδα, η οποία απειλείται ήδη σοβαρά από το φαινόμενο  αυτό.

Πλημμύρες

Το άλλο εξίσου καταστροφικό φαινόμενο με την ξηρασία, του οποίου τόσο η ένταση όσο και η συχνότητα αυξάνονται σημαντικά λόγω κλιματικής αλλαγής, είναι οι ακραίες πλημμύρες από τις οποίες δοκιμάζεται τα τελευταία έτη συστηματικά η Δυτική και Κεντρική Ευρώπη (π.χ. Γερμανία, Βέλγιο, Ολλανδία) και η Ελλάδα (Μάνδρα Αττικής/Νοέμβριος 2017, Χαλκιδική /Απρίλιος 2020, Εύβοια/Αύγουστος 2020, Καρδίτσα και Φάρσαλα/Σεπτέμβριος 2020, Κρήτη/Νοέμβριος 2020). Οι ακραίες πλημμύρες προκαλούν σημαντικές καταστροφές σχεδόν σε όλα τα οικοσυστήματα, περιορίζοντας δραματικά τις «υπηρεσίες» τους, μέσω των οποίων καθίσταται εφικτή η ύπαρξη της ίδιας της ζωής αλλά και η λειτουργία θεμελιωδών οικονομικών δραστηριοτήτων. Σημειώνεται ότι η μέση οικονομική αξία των υπηρεσιών των οικοσυστημάτων εκτιμάται σε 33 τρισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο.

Διαχείριση του εδάφους: μια άγνωστη αλλά κρίσιμη πτυχή

Και στα δύο αυτά ολέθρια φαινόμενα, καθοριστικό ρόλο διαδραματίζει ο παράγοντας έδαφος, ο οποίος συνδέεται άρρηκτα με αμφίδρομη σχέση με τη γενεσιουργό αιτία τους, δηλαδή την κλιματική αλλαγή. Το έδαφος επηρεάζει και επηρεάζεται από το κλίμα μέσω πολύπλοκων φυσικών, χημικών και βιολογικών σχέσεων. Επιδρά καθοριστικά στην περιεκτικότητα της ατμόσφαιρας σε αέρια του θερμοκηπίου (ΑτΘ-CO2, CH4, N2O) λειτουργώντας τόσο ως πηγή, όσο και ως αποθήκη αυτών. Στο έδαφος αποθηκεύονται πενταπλάσιες ποσότητες Αερίων του Θερμοκηπίου (ΑτΘ) από εκείνες που περιέχονται συνολικά στην ατμόσφαιρα (4.000 δισ. τόνοι έναντι 790). Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η αλλαγή χρήσης γης, μέσω της οποίας περιορίζονται οι λειτουργίες του εδάφους, απελευθερώνει 2 δισ. τόνους ΑτΘ κάθε χρόνο.

Η κακή διαχείριση του εδάφους συνεπάγεται μείωση της οργανικής ουσίας, στην οποία δεσμεύονται τα ΑτΘ. Ως αποτέλεσμα,  προκαλείται μεγάλη αύξηση των ΑτΘ και εντείνεται η  αύξηση της θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας. Επίσης, η κακή διαχείριση του εδάφους μέσω εφαρμογής ακατάλληλων καλλιεργητικών συστημάτων, απελευθερώνει σημαντικές ποσότητες ΑτΘ εντείνοντας το φαινόμενο της ΚΑ. Το έδαφος λοιπόν αποτελεί κρίσιμο παράγοντα στην εξέλιξη του κλίματος, με το οποίο βρίσκεται σε μια αμφίδρομη σχέση.

Τι γίνεται όμως με τη διαχείρισή του παράγοντα αυτού στη χώρα μας; Τυχαίνει ανάλογης αναγνώρισης η σημασία του και επομένως η προστασία και ορθή διαχείρισή του; Η εικόνα που διαμορφώνεται με μία προσεκτική ματιά στο νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο καθορίζει την τύχη της γης και του βασικού συστατικού της -του εδάφους- είναι άκρως απογοητευτική. Αν και το Σύνταγμα (άρθρο 24, παρ. 1) και η σχετική απόφαση του ΣτΕ (143/2017) ορίζουν ρητά ότι η γεωργική γη, όντας ουσιώδης παράγοντας της βιώσιμης ανάπτυξης, πρέπει να προστατεύεται, η Πολιτεία παραβλέπει διαχρονικά τις επιταγές αυτές του Συντάγματος, αδιαφορώντας προκλητικά για την εφαρμογή τους. Ο νόμος (2945/2001) ορίζει ότι η γεωργική γη -και ιδιαίτερα η «αγροτική γη υψηλής παραγωγικότητας»- πρέπει να οριοθετηθεί για να τύχει της ανάλογης προστασίας και διαχείρισης. Ωστόσο, όχι μόνο αυτό δεν έχει τηρηθεί αλλά μια σειρά νομοθετικών ρυθμίσεων που είναι κάθετα αντίθετες με τις προβλέψεις του Συντάγματος και του Ν. 2945/2001 δημιουργούν παρεκκλίσεις (Ν. 4178/2013) οι οποίες επιτρέπουν την αλλαγή χρήσης γης κατά το δοκούν σε τεράστιες εκτάσεις εκατέρωθεν όλου το οδικού δικτύου της Χώρας.

Τα άμεσα αποτελέσματα αυτής της πρακτικής είναι η συρρίκνωση της αγροτικής γης. Αντί δηλαδή η γη να αξιοποιείται για τον μετριασμό των επιπτώσεων της ΚΑ, η διαχείρισή της προκαλεί αντιθέτως την επιδείνωση του φαινομένου.  Χαρακτηριστική είναι δε η καθαρά καιροσκοπική πρακτική αλλαγής χρήσης της παραγωγικής γης για τη λειτουργία φωτοβολταϊκών μονάδων που έχει ως άμεσο αποτέλεσμα την  κατασπατάληση των μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων, της παραγωγικής γης και του εδάφους.

Τα τελευταία ακραία μετεωρολογικά φαινόμενα αποτελούν μια ευκαιρία  για ενημερωθεί επιτέλους με ολοκληρωμένο τρόπο η κοινωνία και να αφυπνιστεί, θέτοντας επιτακτικά στην ατζέντα την προστασία των φυσικών πόρων -της γης, του εδάφους και των υδάτων- τα οποία αποτελούν τα βασικά συστατικά για τη ζωή στον πλανήτη και τα οποία οφείλουν να προστατεύουν ως δικαιώματα για τη σημερινή και κυρίως για τις μελλοντικές γενεές.

* Του Χρίστου Τσαντήλα – Δρ. Γεωπόνου – Εδαφολόγου, πρ. Τακτικού Ερευνητή του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. και Διευθυντή του Ινστιτούτου Χαρτογράφησης και Ταξινόμησης Εδαφών (σήμερα Ινστιτούτο Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Φυτών του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ) – Το παρόν άρθρο αποτελεί μια σύνοψη των τριών μελετών του για το Παρατηρητήριο Βιώσιμης Ανάπτυξης του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ με θέμα τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στα οικοσυστήματα και τις λειτουργίες τους (ξηρασία, ερημοποίηση, πλημμύρες και έδαφος).