Ήταν λίγο μετά την νίκη της Επανάστασης, και, για δέκα μέρες κανείς δεν γνώριζε πού είχε εξαφανιστεί η πιο φλογερή και ασυμβίβαστη υπουργός της επαναστατικής κυβέρνησης. Το πιο λογικό ήταν –θεωρούσαν όλοι- να είχε πέσει θύμα απαγωγής από αντιεπαναστατικές ομάδες. Τελικά, βέβαια, θα αποκαλυπτόταν, όταν η υπουργός θα επέστρεφε, ότι απλώς το είχε σκάσει με τον εραστή της. Η γυναίκα αυτή δεν ήταν άλλη από την ιδρύτρια του γυναικείου κινήματος Zhenotdel (Τμήμα Γυναικών) και υπέρμαχο της ελευθερίας στον έρωτα, την Αλεξάνδρα Κολοντάι.

Ads

Οι ιδέες της περί κατάργησης του θεσμού του γάμου και της οικογένειας με τη γνωστή τους μορφή και για τον ελεύθερο έρωτα «σκάνε» ακόμα και σήμερα σαν βόμβες στο ταμπλό του συντηρητισμού του 21ου αιώνα. Η φημολογία που, εκ των υστέρων διαδόθηκε, και ήθελε τον Λένιν να διαφωνεί μαζί της και να την αναγκάζει, εν είδει τιμωρίας, να παντρευτεί εκείνον με τον οποίον είχε εξαφανιστεί –με αποτέλεσμα να χωρίσει μετά από λίγο καιρό- δεν επιβεβαιώνεται. Αργότερα, όμως, ο Στάλιν θα ισοπέδωνε κάθε επαναστατική ιδέα περί έρωτα άνευ κρατικού «χαλκά», καταργώντας το Zhenotdel, αποκαθιστώντας τον θεσμό της «αγίας πυρηνικής οικογένειας» και ποινικοποιώντας εκ νέου την ομοφυλοφιλία.

Είναι τυχαίο, όμως, ότι σε κάθε μεγάλη επαναστατική στιγμή επανέρχεται στο προσκήνιο το ζήτημα της ελευθερίας στον έρωτα;

Ο Ένγκελς το διαπίστωσε και του είχε φανεί περίεργο.

image

Ads

Την απάντηση την είχε, όμως, μάλλον ο Καστοριάδης: η επανάσταση –υποστήριζε- δεν σημαίνει χείμαρρους αίματος και κατάληψη των Χειμερινών Ανακτόρων, αλλά τον ριζικό μετασχηματισμό των θεσμών της κοινωνίας.

Και κάπου εκεί η επανάσταση συγκλίνει με τον έρωτα. Γιατί, «για να προσεγγίσουμε πραγματικά το επίπεδο της επανάστασης ή της αγάπης, μετά το μοιραίο συμβάν, υπάρχει κάτι που ο Αλέν Μπαντιού αποκαλεί Αφοσίωση (“Fidelity”). Η πραγματική δοκιμασία για μια επανάσταση είναι η επόμενη ημέρα, και όχι η ημέρα κατά την οποία συμβαίνει η κατάληψη. Η πραγματική δοκιμασία για ένα one-night stand είναι πάντα η επόμενη μέρα, ή ακόμα και η ίδια η στιγμή μετά τον οργασμό. Η πραγματική αξία της αγάπης είναι να αντέχει, επισήμαινε ο φιλόσοφος Σρέκο Χόρβατ, σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Roar».

Κι αυτά, αφού εξηγούσε ότι: «… [Η] αγάπη και η επανάσταση έχουν κάτι κοινό. Το πρώτο πράγμα που συμβαίνει σε επαναστάσεις είναι πολύ παρόμοιο με αυτό που συμβαίνει όταν ερωτεύεσαι. Πιάνεις τον εαυτό σου να βρίσκεται σε μια δημόσια πλατεία και βιώνεις μια έντονη στιγμή που είναι πολύ συγκεκριμένη, διότι αυτό συμβαίνει μόνο σε εκείνη ακριβώς τη συγκεκριμένη στιγμή, ίσως και μόνο μια φορά στη ζωή σου. Αλλά κατά κάποιο τρόπο, αυτή η πολύ ξεχωριστή στιγμή είναι ήδη καθολική. Και το ίδιο συμβαίνει και στον έρωτα: μπορείς, φυσικά, να ερωτευτείς ένα πρόσωπο που είναι πολύ συγκεκριμένο, ιδιαίτερο και μοναδικό, αλλά την ίδια στιγμή αυτή είναι και ακριβώς η στιγμή που εισέρχεσαι στην καθολικότητα». Ο Χόρβατ αποδομεί έτσι κάθε αντίληψη ότι έρωτας και επανάσταση είναι ασύμβατα και η αφοσίωση στο ένα αποτρέπει την αφοσίωση στο άλλο.

Η λίμπιντο -ενοχοποιημένη από την αστική κοινωνική θεώρηση, την κομματική γραφειοκρατία, ακόμα και ψευδεπίγραφα επαναστατικά «Politburo»- συνδέεται άμεσα με την επαναστατική διαδικασία, ως πηγή έμπνευσης και ανατροπής.

image

Γι’ αυτό λοιπόν και η εκάστοτε εξουσία επιχειρεί χείρα βαριά, καθυπόταξης, και άρα χείρα θανάσιμη επί του έρωτα• επιχειρεί να τον στριμώξει, να τον συρρικνώσει και τελικά να τον εξαερώσει μέσα από αυστηρά ελεγχόμενα από το κράτος σχήματα, σχήματα που «πρέπει» πάση θυσία να «διατηρούνται ευλαβικά», ακόμα και αν αυτός ο έρωτας έχει εξατμιστεί, ακόμα κι αν αγάπη πια δεν υπάρχει, ακόμα και αν το μοναδικό και αιώνιο ξόρκι, αυτό του θανάτου, πραγματώνεται σε πρόσωπο ή πρόσωπα πέραν των «εγκεκριμένων από το κράτος».

Και ακόμα, όπως αποκαλύπτει ο Φουκώ, στην «Ιστορία της Σεξουαλικότητας», η κυρίαρχη ιδεολογία υποτάσσει «με την ελεύθερη θέληση τους» τους πολίτες σε αυτή. Όχι, λέει ο Φουκώ, η αστική εξουσία ούτε καταστέλλει το σεξ ούτε επιβάλλει τη σιωπή γύρω από αυτό. Όμως, στα πλαίσια της αστικής εξουσίας εγκαθιδρύεται ένα πλήθος Λόγων γύρω και σχετικά με το σεξ, λαμβάνει χώρα μια «έκρηξη Λόγων». Μέσα απ” αυτούς τους ιδεολογικούς λόγους, και μέσα από ένα ολόκληρο πλέγμα μηχανισμών που αγκαλιάζουν, ταξινομούν και «διαμορφώνουν» ιδεολογικά ακόμα και τις λεγόμενες «διαστροφές», οργανώνεται η αστική ιδεολογική κυριαρχία πάνω στις σεξουαλικές σχέσεις. Το ζητούμενο για την εξουσία είναι ο έλεγχος και η ρύθμιση των σχέσεων, πράγμα που προϋποθέτει κυρίως μια ιδεολογική υπαγωγή και λιγότερο (και συμπληρωματικά) ένα σύστημα απαγορεύσεων.

Ο έρωτας, λοιπόν, Άναρχος, Αναρχικός και Ασυμβίβαστος, αναδεικνύεται σε αντι-εξουσιαστή. Και η εξουσία τιμωρεί όσους βγάζουν επιδεικτικά τη γλώσσα στην Αρχή της, επιχειρώντας να τους συνθλίψει στα γρανάζια μιας σεταρισμένης κοινωνικής μηχανής (στην εκπαίδευση, στην ασθένεια, στον θάνατο).

Όταν γενικά, ακόμα και στη Δύση, δεν είναι ισότιμα αποδεκτό ένα ετερόφυλο ζευγάρι που χαίρεται ελεύθερο τον έρωτα, αντιλαμβάνεται κανείς τι συμβαίνει με τα ομόφυλα ζευγάρια.

image

Κι έτσι, στην Ελλάδα του σήμερα, έγινε μεγάλη φασαρία για το αν θα μπορέσει να υπαχθούν ακόμα και σε αυτή την νόρμα του κράτους, το σύμφωνο συμβίωσης, τα ομόφυλα ζευγάρια, με τη βουλευτή της ΝΔ Σοφία Βούλτεψη να δηλώνει ότι «όταν φιλιούνται άντρας και γυναίκα στα θεωρεία της Βουλής, συλλαμβάνονται», (πόσο μάλλον οι ομοφυλόφιλοι που τόλμησαν να το κάνουν αυτό!), το ΚΚΕ να καταψηφίζει το σύμφωνο με το αιτιολογικό ότι θίγεται ο θεσμός της «αγίας οικογένειας»  («η πυρηνική ετερόφυλη οικογένεια, αποτελεί σταθερό θεσμό αναπαραγωγής και ανατροφής των παιδιών») και την ίδια την (κατ’ όνομα αριστερή) κυβέρνηση, που κατέθεσε το σχετικό νομοσχέδιο για ψήφιση, να αφαιρεί την τελευταία στιγμή το κομμάτι που αφορούσε στα φορολογικά δικαιώματα.

Η ελληνική κοινωνία, βέβαια, όχι μόνο απέχει πολύ από το να ζει μια «επαναστατική στιγμή», ώστε να τεθεί εκ νέου επί τάπητος το ζήτημα της Ελευθερίας στον Έρωτα, αλλά φαίνεται επιπλέον να συντηρητικοποιείται.

Δεν είναι μόνο, λοιπόν, η αστική δεξιά με τις γνωστές απόψεις, είναι και οι κομματικοί φορείς της Αριστεράς, που ενίοτε επιδεικνύουν αφόρητο συμπλεγματισμό απέναντι στο ζήτημα της ελευθερίας στον έρωτα. Γιατί τελικά, καμία κατεστημένη δομή, κανένας κομματικός ή συνδικαλιστικός φορέας δεν επιθυμεί την ανατροπή. Και κανένα κόμμα δεν βρίσκεται εκτός κοινωνίας: ο υπάρχων συντηρητισμός τούς διαπερνά –σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό- οριζόντια.

Πάντως, οι μορφές που έμειναν ανεξίτηλα χαραγμένες, όχι μόνο στην επίσημη ιστορία, αλλά κυρίως στη συλλογική μνήμη, ως γνήσιοι επαναστάτες διακήρυτταν την αγάπη. Είναι γνωστή η περίφημη ρήση του Τσε Γκουεβάρα, ότι ο πραγματικός επαναστάτης καθοδηγείται από «μοναδικά συναισθήματα αγάπης», ενώ, από όσα έχουν γίνει γνωστά, ο έρωτας διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στη ζωή του.

Γιατί, τελικά, ποιος άλλος μπορεί να είναι ο στόχος της επανάστασης παρεκτός η ευτυχία; Και πώς μπορεί να υπάρξει ευτυχία χωρίς τον έρωτα, το μοναδικό εκείνο συναίσθημα που μας κάνει, έστω για μια στιγμή, αθάνατους;

Και σε ποιες ακριβώς «πλάκες» βρέθηκε χαραγμένη η εντολή ότι ο επαναστάτης πρέπει να είναι η αγέλαστος πέτρα; Για ποιον άλλο λόγο να θυσιάσει τη ζωή του στην επανάσταση παρεκτός για να κερδίσει αυτήν ακριβώς τη ζωή του;

Εκεί έρχονται να βάλουν τα πράγματα στη θέση τους και ο Αντόνιο Νέγκρι με τον Μάικλ Χαρντ, συγγράφοντας στο σύγχρονο επαναστατικό τους μανιφέστο κεφάλαια όπως «Θεσμοθετώντας την Ευτυχία» και «Της Αγάπης Δαιμονισμένοι»!

image

Εκεί έρχεται και ο «δικός μας» Χρόνης Μίσσιος να τα ψάλλει στην Αριστερά: «…τι σκατά τον επαναστάτη μου παριστάνετε, όταν για διάφορα πράγματα θυσιάσατε το πιο όμορφο στοιχείο της ζωής και της ανθρώπινης επικοινωνίας, τον έρωτα; Ξέρετε, ρε μαλάκες, ότι ο άνθρωπος από τα δεκατρία του ως τα βαθιά γεράματα μπορεί να κάνει έρωτα κάθε μέρα; Και γιατί άλλο, αλήθεια, θα την κάνετε την επανάσταση, ρε, αν όχι για να ξαναδώσετε στη ζωή τα δικαιώματά της, να την κάνετε χαρά, παιχνίδι, φαντασία, έρωτα; Πώς τη βλέπετε, δηλαδή, τη μελλοντική ευτυχία του ανθρώπου, με περισσότερα αγαθά;»

Και από κοντά, Αμερικανοί αναρχικοί διακηρύττουν στο περιοδικό «Adbusters»: «Ο έρωτας συνιστά απειλή για τα πολιτικό μας σύστημα… συνιστά απειλή για την ίδια την κοινωνία. Την παθιασμένη αγάπη την αγνοεί και τη φοβάται η κυρίαρχη τάξη, γιατί συνιστά μεγαλύτερο κίνδυνο για τη σταθερότητα και την υποκρισία από όσο επιθυμούν (…) Η αληθινή αγάπη είναι ανεύθυνη, ασυγκράτητη, επαναστατική, περιφρονητική της δειλίας, επικίνδυνη για τον ερωτευμένο και όλους γύρω του, γιατί δεν υπηρετεί ούτε θεό ούτε αφέντη».

Εις υγείαν!

Πηγή: Το Περιοδικό