Η απελευθέρωση μετά την Επανάσταση του `21 φέρνει στην Ελλάδα τη Δυναστεία του Όθωνα. Η ανακήρυξη της Αθήνας ως πρωτεύουσας του νεοελληνικού κράτους συνεπάγονταν τότε με αναγκαία έργα που έπρεπε να γίνουν για την εγκατάσταση της Αυλής αλλά και της Διοίκησης στην πόλη. Ο Όθωνας αναζητεί τους καλύτερους τεχνίτες προκειμένου να ανοικοδομηθούν τα Ανάκτορα. Εκείνο το καιρό οι κυκλαδίτες είχαν τη φήμη ότι αποτελούσαν ξακουστούς μάστορες. Κυρίως οι κάτοικοι της Ανάφης επειδή έκτιζαν τα σπίτια τους με πέτρα πάνω στα βράχια.

Ads

Με αυτήν την αφορμή καταφθάνουν στη μικρή πρωτεύουσα ο κτίστης Μ. Σιγάλας και ο ξυλουργός Γ. Δαμίγος. Όταν τελείωσαν τα πρώτα τους έργα λέγεται ότι επιθυμούσαν να επιστρέψουν στην γενέτειρα τους την Ανάφη. Ο Όθωνας αντιλαμβανόμενος την αναγκαιότητάς τους, πρότεινε να φέρουν και την οικογένειά τους να ζήσει στην Αθήνα. Το θέλγητρο ήταν οι «εργολαβίες» σε πολλά έργα μέσα στην πόλη.

Όταν έφθασε η αδελφή του ενός τεχνίτη λέγεται πως ο αδελφός της την ρώτησε που θα ήθελε να δημιουργήσει το νέο σπίτι τους. Εκείνη με ένα βλέμμα είδε τα βόρεια βράχια της Ακρόπολης. Της θύμισε την Ανάφη και ζήτησε να το φτιάξουν εκεί.

Η περιοχή κάτω από την Ακρόπολη ονομάζονται επί Τουρκοκρατίας Μαύρες Πέτρες. Στα αρχαία χρόνια δεν επιτρέπονταν η κατοίκηση εκεί εξαιτίας ενός χρησμού του Μαντείου των Δελφών. Κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο εγκαταστάθηκαν εκεί αθηναίοι για να προστατευτούν. Αν και προεπαναστατικά κατοικούνταν από δούλους από την Αίγυπτο, μετά την απελευθέρωση απαγορεύθηκε και πάλι η ανοικοδόμηση λόγω αρχαιολογικών ανασκαφών.

Ads

Το 1860 οι δυο αναφιώτες πρωτομάστορες κτίζουν δυο μικρά σπιτάκια πίσω από τον Άγιο Νικόλαο του Ραγκαβά. Οι δυο τεχνίτες ήταν οι απαραίτητοι για μια οικοδομή. Ο ένας βοήθησε να κτιστεί το σπίτι του άλλου στον ίδιο χώρο δίπλα – δίπλα. Τα σπίτια τους μικρά χωρίς πολυτέλειες θύμιζαν τον κυκλαδίτικο αέρα της πατρίδας τους. Μαζί με τις οικογένειές τους έφτασαν σιγά – σιγά στη περιοχή και άλλοι Κυκλαδίτες μάστορες. Κάποιος από αυτούς είχε συγκεντρώσει υλικά με το πρόσχημα να φτιάξει μια εκκλησία. Τελικά έστησε ένα μικρό σπιτάκι. Όπως ήταν φυσικό σε μικρό χρονικό διάστημα ο ένας Αναφιώτης έφερνε τον άλλο, και έτσι δημιουργήθηκε ένας μικρός οικισμός. Παρότι φυσικά η όλη δημιουργία της συνοικίας ήταν αυθαίρετη, η εξουσία έκανε τα στραβά μάτια γιατί είχε ανάγκη τους καλούς νησιώτες τεχνίτες.

Όπως ήτα φυσικό οι δυο γενάρχες του οικισμού πρότειναν ονομασία για τον νέο τους τόπο: Αναφιώτικα. Με αυτό τον τρόπο η πατρίδα τους έρχονταν πιο κοντά όχι μόνο κατ’ όνομα. Αλλά και με τα άσπρα σπίτια με τις αυλές, τα στενά σοκάκια και το νησιώτικη εικόνα του οικισμού κάτω από το βράχο της Ακρόπολης.

Οι Αναφιώτες συντηρούν τότε και δυο μερικώς ερειπωμένες εκκλησίας της περιοχής. Χάρη σε αυτούς ο Άγιος Γεώργιος του Βράχου και ο Άγιος Συμεών, αναστηλώθηκαν, διασκευάστηκαν και απέκτησαν νεόκτιστα καμπαναριά. Έκτοτε οι δυο εκκλησίες «χώρισαν» του κατοίκους των Αναφιώτικων σε δυο ενορίες.

Μέχρι το 1922 τα Αναφιώτικα είχαν αμιγή οίκηση και χαρακτήρα. Με την έλευση μικρασιατών προσφύγων ήταν λογικό να αλλάξει ριζικά η σύνθεση του πληθυσμού. Οικοδομικά βέβαια η συνοικία κατάφερε να διατηρήσει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της.

Οι αρχαιολογικές ανασκαφές που επιβάλλονταν να γίνουν το 1950 επιφέρουν κατεδάφιση ενός μεγάλου μέρους των Αναφιώτικων. Από το 1970 πραγματοποιούνται εκτεταμένες απαλλοτριώσεις από το Υπουργείο Πολιτισμού. Μαζί με τα ανασκαφικά έργα, επιβάλλονται διευθετήσεις κάποιων οδών που δεν υπήρχαν και έργα κοινής ωφέλειας (αποχέτευσης).

Σημαντικό ωστόσο στοιχείο αποτελεί η κήρυξη των Αναφιώτικων ως διατηρητέου ιστορικού οικισμού κάτι που σώζει πολλά κτίσματα. Με άλλα που δεν μπορούσαν να συντηρηθούν ή δεν είχαν κληρονόμους να περνούν στην δικαιοδοσία τουΥπουργείου Πολιτισμού. Με την έλλειψη πόρων και βούλησης να οδηγήσει πολλά από αυτά σήμερα να είναι ετοιμόρροπα, με καλοσυντηρημένα μόλις 45.

Αξιοσημείωτο είναι πάντως ότι οι οφιοειδείς οδοί της περιοχής που οριοθετείται μεταξύ της οδού Στράτωνος και του βράχου της Ακρόπολης, εξακολουθούν να παραμένουν ανώνυμοι. Ο Κ. Μπίρης έγραφε πριν πολλά χρόνια ότι τα Αναφιώτικα αποτελούν αρχιτεκτονικό δείγμα «απλού δομικού αισθήματος και ευφυούς εξοικονομήσεως αναγκών». Με τις επίπεδες στέγες τους, ενωμένα το ένα με το άλλο σε συνδυασμό με τη ρυμοτομία των στενών ανηφορικών στενών και τα λαξευμένα σκαλιά (βοηθούντος και του εδάφους), συνθέτουν μιαν απροσδόκητη «νησιώτικη» εικόνα στο άκρο της νεοκλασικής Πλάκας. Ένα κρυμμένο κομμάτι της Πρωτεύουσας που παραμένει λατρεμένο για τους επισκέπτες της και τους τουριστικούς οδηγούς.

ΑΣΤΥρίες