Ο Βασίλης Φαϊτάς αποτελεί μια από τις πιο εναργείς ποινικές φωνές της Θεσσαλονίκης. Βαθιά στοχαστική η γραφή του με έναν πλούσιο λυρισμό μεταχειρίζεται τον ποιητικό λόγο αναδεύοντας εσώτερα υπαρξιακά θέματα με μία σπάνια εξωστρέφεια προσδίδοντας στην ποιητική του μία οικουμενική ακτινοβολία και συγχρόνως μία συμπαντική διάσταση κινούμενη μεταξύ χρόνου και φωτός, αθανασίας και φθοράς. Άλλωστε, ο ποιητής μεταχειρίζεται μια σειρά αντικειμένων του φυσικού περιβάλλοντος ως σύμβολα, διαμορφώνοντας μια πολυεπίπεδη ποιητική που γοητεύει και  συγκινεί.

Ads

Σε αυτό δρόμο που χάραξε μόνος μου, ανάμεσα στη «διαγώνιο» και τον υπερρεαλισμό της Θεσσαλονίκης από το 1966, κινείται και η τελευταία του ποιητική συλλογή, «το δάκρυ του Ηράκλειτου» (Μανδραγόρας, 2018). Με υπερρεαλιστικά στοιχεία σε έναν εσωτερικό μονόλογο ο Φαϊτάς συνεχίζει το στοχαστικό οδοιπορικό του στην ποίηση με επίκεντρο τον χρόνο και τις αλλαγές στη ζωή τα ματωμένα όνειρα (14) και τη φθορά (35).

Το ποτάμι (πρόλογος και επίλογος, η παρουσία, αίνιγμα, οι ναύτες του Οδυσσέα ) και η θάλασσα –που αντανακλούν τις φιλοσοφικές απόψεις του Ηράκλειτου– και το σύμπαν είναι τα κύρια μοτίβα. Το ποτάμι πάντα ρέει και ο χρόνος κυλά ασταμάτητος, ενώ το σύμπαν (διαθήκη, λαβύρινθος, το ρόπτρο, ρίζα, ανολοκλήρωτη οδύσσεια, η άλλη ιστορία ) συμβολίζει τον ίδιο το χρόνο ως ο γενάρχης των πάντων. Ας μην παραβλέπουμε πως ο Φαϊτάς ενσωμάτωσε το σύμπαν όσο λίγοι στην ποιητική του. «Προσπαθεί να αντιληφθεί το πέρασμα του χρόνου και τη διαστολή του στη φύση ακολουθώντας τα σε μία εσωτερική αναζήτηση. Αποζητά την αλήθεια για τον άνθρωπο μέσα σε ένα βίαιο σύμπαν με ένα αίσθημα απελπισίας και ελπίδας αντάμα. Μέσα σε ένα βίαιο σύμπαν αποζητά τη συνείδηση της αλήθειας  ως πεπρωμένο ή στοιχείο θνητότητας».

Σαν το ποτάμι έτσι και ο άνθρωπος γυρεύει τη μοίρα του (το ον, η παρουσία, απομακρυσμένη, πρόλογος και επίλογος, εκκρεμότητα). Ο ίδιος ο ποταμός, άλλωστε, συμβολίζει με τη σειρά του τον χρόνο που τρέχει, τις ώρες (ανολοκλήρωτη Οδύσσεια, ανερμήνευτοι), ταξιδεύοντας στο μέλλον, μα και στο παρελθόν και τη μνήμη ως αμφίδρομης κατεύθυνσης άξονας («παρελθόν»: η άλλη ιστορία, «μνήμη»: το τέλος της μέρας, «άξονα»: αίνιγμα). Ο ίδιος ο χρόνος, άλλωστε, αποτελεί και ένα ποιητικό υποκείμενο (το ρόπτρο, εκκρεμότητα) και συνυπάρχει με το άπειρο ή το χάος και το κενό («άπειρο»: επίγονοι της άγνοιας, τα στάχυα, «χάος»: το ον, «κενό»: λαβύρινθος).

Ads

Έτσι, ο ποταμός μετατρέπεται σε έναν διαρκώς κινούμενο άξονα ανάμεσα στο νοητό και το αδιανόητο (οι φίλοι, Ιθάκη, αφηγητές του κενού), το στιγμιαίο παρόν και το άλλοτε (αφηγητές του κενού, η ιδέα του λίκνου), ως μία χρονική ουτοπία αθανασίας και αυταπάτες (επίγονοι της άγνοιας, το ρόπτρο) για την ημερομηνία λήξης (οι άγνωστοι φίλοι).

Ο ποιητής αναζητά τη χαμένη νεότητα στο πέρασμα του χρόνου. Ο έρωτας (πρόλογος και επίλογος, επίγονοι της άγνοιας, το ρόπτρο, τα παράσιτα, κοιμήσου τώρα, Ιθάκη, ατέρμονο τέλος, η παραδοξότητα) και η καρδιά (το ον, αποπροσανατολισμός, οι άγνωστοι φίλοι, η ιστορία ενός κρυπτογράμματος) στην ποίησή του συμβολίζουν ακριβώς αυτή τη χαμένη νιότη. Μία νεότητα που πέρασε όπως ο έρωτας. Και είναι πολύ ενδιαφέρον ότι η νιότη ταυτίζεται με τον έρωτα και την αγάπη σε μία υποφώσκουσα αντιδιαστολή προς τον εσωτερικό μονόλογο και τον φόβο της ανυπαρξίας στον χρόνο των μεγαλύτερης ηλικίας. Οι δε λέξεις –διατηρώνοντας μία αυτοαναφορική επαφή προς την ποίηση- λειτουργούν ως σύμβολο της αθωότητας (ημερολόγιο της πλάνης, η ιδέα του λίκνου, αίνιγμα, οι ναύτες του Οδυσσέα, η παρουσία), ένα άλλο χαρακτηριστικό της νιότης.

Η εκφραστική του Φαϊτά γοητεύει με την πλούσια εικαστική αποτύπωση του αορίστου και των συμβόλων του χρόνου. Με ρίζες στον υπερρεαλισμό η έκφρασή του παρασέρνει σαν χείμαρρος τον ακροατή/αναγνώστη στις φιλοσοφικές αγωνίες του δημιουργού, θυμίζοντας ότι η ποίηση ασχολείται με το αριστοτελικό καθόλα. Πλούσιες μεταφορές θεμελιώνονται στον υπαρξιακό προβληματισμό, αισθητοποιώντας μέσα στην αφαιρετικότητά τους την αγωνία του ποιητή. Έτσι όμως ο μεταφορικός λόγος διατηρεί έναν λειτουργικό ρόλο ως ισορροπιστής στο συχνά μελαγχολικό περιεχόμενο, ενισχύοντας ταυτόχρονα την αισιόδοξη οπτική (ατέρμονο τέλος, τα στάχυα, Ιθάκη, ημερολόγιο της πλάνης, γνώση, το ον, αίνιγμα) ή συμβάλλοντας στη συναισθηματική κλιμάκωση στα αποθεματικά επιμύθιο (οι ναύτες του Οδυσσέα, αίνιγμα, η ιστορία ενός κρυπτογράμματος, η φυλή).

Εντυπωσιάζει η αβίαστη εισαγωγή του ανέμου (ανολοκλήρωτη Οδύσσεια, ημερολόγιο της πλάνης, προφητεία, η παρουσία, ανεπίδοτος έρωτας) ως φυσιολατρικό στοιχείο, όπως και σε όλες τις προηγούμενες συλλογές του, μαζί με τη θάλασσα (επίγονοι της άγνοιας, κοιμήσου τώρα, οι άγνωστοι φίλοι, Ιθάκη, ατέρμονο τέλος, η ιδέα του λίκνου, το τέλος της μέρας, ρίζα, η παραδοξότητα) και τη φωτιά (ανολοκλήρωτη Οδύσσεια, Ιθάκη)-άμεσα εκφρασμένη ή συνυποδηλωτικά-, ως σταθερά σύμβολα της ποιητικής του που σκορπούν ενέργεια και κίνηση στη στιχουργία του. Εικόνες με αντιθέσεις φωτεινότητας, γεμάτες κίνηση και ήχο και το μπλε (τ’ ουρανού και της θάλασσας) ή το κόκκινο (της φωτιάς) και το φωτισμένο μαύρο (του σύμπαντος) διανθίζουν το στοχαστικό του κάδρο.

«Ας μην παραβλέπουμε όμως πως το υγρό στοιχείο (με τη διαρκή ροή του) και ο άνεμος (που συνυποδηλωτικά πάντα πνέει) διατηρούν στον ποιητικό τους πυρήνα τη βασική ηρακλείτεια αρχή. Έτσι, ο ποιητής ανιχνεύει στιχουργικά τη νέα ευκαιρία να δρασκελίζει τον ποταμό της ζωής. Η αιωνιότητα διακρίνεται από μία συνεχή κίνηση κάνοντας τις ανθρώπινες στιγμές και το φως να φαντάζουν εφήμερα».

Ενδιαφέρον ιδιαίτερο στον λυρικό στοχασμό του έχουν τα ονοματικά σύνολα που στηρίζονται σε λέξεις οι οποίες δηλώνουν την αβεβαιότητα της ανθρώπινης ζωής. Η επιλογή σύνθετων λέξεων με αόριστη/αφηρημένη σημασία γεννημένων από το στερητικό μόριο (αβεβαιότητα/αβέβαιο, αθέατο, αμετάφραστο, ανέλπιστο, ανερμήνευτο, αόριστο, απουσία, άγραφο, απρόσιτο, ακατάπαυστο/ατέρμονο, ανέγγιχτοι) ή αρνητικά μόρια (ουτοπία), εξακοντίζει το συναίσθημα της αγωνίας του ανθρώπου για την ύπαρξή του και τον χρόνο που τον προσπερνά, όπως το φως και το υγρό στοιχείο. Και τοποθετημένες προσεκτικά σε ονοματικά σύνολα διαστέλλουν την αγωνία για το άγνωστο και το τέλος, ως τραγική διερώτηση του όντος που γνωρίζει το τέλος του και αναζητά την αθανασία.

Τούτες όμως οι λέξεις δίχως να προσωποποιούνται, αποκτούν μία φιλοσοφική υπόσταση, ως ποιητικά υποκείμενα που τίθενται στο στιχουργικό επίκεντρο της υπαρξιακής αγωνίας. Και την ίδια στιγμή με την άρνηση και την αντίθεσή τους μέσα στο συγκεκριμένο (χρόνος, ζωή, ύπαρξη) έρχονται σε άμεση επαφή με το αιώνιο που αισθητοποιούν το υγρό στοιχείο, το σύμπαν και το φως.

Στην ποίηση του Φαϊτά το μήνυμα αλληλεπιδρά με την έκφραση μέσα στη συνειρμική κίνηση του στίχου, κλιμακώνοντας τη συναισθηματική ένταση. Και η παντελής απουσία σημείων στίξης αισθητοποιεί τη ρευστότητα της ζωής του ανθρώπου και του ίδιου του χρόνου. Οι ελλείψεις και τα “μετέωρα” ονοματικά σύνολα με τα τολμηρά ποιητικά σχήματα (παρομοιώσεις, αντιθέσεις, σύνθετα με αχώριστα μόρια και μεταφορές) λειτουργούν ως νησίδες στο ποιητικό ταξίδι του Φαϊτά, ενισχύοντας το λυρικό αποτέλεσμα.

Και βέβαια συνειρμικά και πυκνή αναφορά στο υγρό στοιχείο και τον άνεμο αφήνουν μία συνειρμική/συναισθηματική σύνδεση προς το ανεκπλήρωτο ταξίδι και τη δραπέτευση, δημιουργώντας πολυεπίπεδα στιχουργήματα που ξεπερνούν την εικονοπλασία ως αυτοσκοπό και που διαστέλλουν το μήνυμα με τις αισθήσεις και τη συναισθηματική ερμηνεία των λέξεων. Μόνο που του το ταξίδι συνδέεται αλληγορικά με το πέρασμα του ανθρώπου στον χρόνο και το πραγματικό νόημα της Ιθάκης που αποζητά στο τέλος της ζωής.

1. Δήμος Χλωπτσιούδης, Αποκωδικοποιώντας την πολυεπίπεδη ποίηση του Βασίλη Φαϊτά, Περιοδικό “Ένεκεν”, τχ. 45, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2017.
2. Δήμος Χλωπτσιούδης, Αποκωδικοποιώντας την πολυεπίπεδη ποίηση του Βασίλη Φαϊτά, ό.π.