Υπακούοντας σε κάποια ανεξήγητη παρόρμηση, ένα ερωτευμένο ζευγάρι αγοράζει έναν μανιάτικο πύργο τον οποίο δεν έχει δει ποτέ από κοντά κι επιλέγει να αγνοήσει τις τοπικές φήμες περί φαντασμάτων.

Ads

Επί τεσσερισήμισι δεκαετίες ο πύργος υπήρξε κατοικία και καταφύγιο του εκκεντρικού Ζουμπουλάκου, που στη σημαντικότερη στιγμή της καριέρας του ως χωροφύλακας είχε κατορθώσει να συλλάβει τον καταζητούμενο Π.Ν.  Μετά τον θάνατο του ιδιοκτήτη του, το σπίτι αφέθηκε στο έλεος του κισσού, ο οποίος είχε θεριέψει με τη φροντίδα της συζύγου του Ζουμπουλάκου και πια καλύπτει εξ ολοκλήρου τους πέτρινους τοίχους. Φτάνοντας στο πράσινο κτίσμα, ο Μανώλης και η Μυρσίνη ανακαλύπτουν πως δεν είναι ακριβώς ακατοίκητο, αφού η αινιγματική φιγούρα ενός ηλικιωμένου τους υποδέχεται στην πόρτα και επιμένει να τους αφηγηθεί την ιστορία του.

Στο τρίτο μυθιστόρημα του, ο πεζογράφος, ποιητής και βιβλιοπώλης Γιώργης Ξηρογιάννης αντλεί έμπνευση από την τραγική μορφή του Νίκου Πλουμπίδη χωρίς όμως να δώσει στον κομουνιστή επαναστάτη τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Αντίθετα, οι τελευταίες στιγμές του Π. Ν.- όπως τις έπλασε ο συγγραφέας με τη φαντασία του και με βάση τα γράμματα του Πλουμπίδη από την φυλακή- φτάνουν σε μας αποσπασματικά, μέσα από τα τελευταία χειρόγραφα του και τις εξιστορήσεις του Ζουμπουλάκου. Στο προσκήνιο της ιστορίας βρίσκεται ο απρόσμενος έρωτας του Μανώλη και της Μυρσίνης, από την πρώτη συνάντηση τους στο βιβλιοπωλείο ενός κοινού φίλου έως την διστακτική παραδοχή τους πως λαχταρούν κάτι περισσότερο από τη σαρκική επαφή. Έτσι, το «Κισσόσπιτο» δεν είναι ένα «πολιτικό» μυθιστόρημα, αλλά μια ιστορία πάθους και αυτο-αμφισβήτησης, που μας καλεί να αναλογιστούμε αν, κάνοντας τον απολογισμό της ζωής μας, θα είναι σημαντικότερο να μπορούμε να λογοδοτήσουμε στους γύρω μας ή στον αυστηρότερο κριτή από όλους, τον εαυτό μας.

Ο Ζουμπουλάκος δεν αρνείται ότι η πολύκροτη σύλληψη του Π.Ν. ήταν, στην πραγματικότητα, εθελούσια παράδοση. Η μορφή του αιρετικού επαναστάτη έμελλε να στοιχειώσει τον νεαρό χωροφύλακα όπως θα στοίχειωνε μερικές δεκαετίες αργότερα ο ίδιος το σπίτι, όπου έζησε ως το τέλος της ζωής του διατηρώντας ελάχιστες επαφές με τον έξω κόσμο. Όμως ο Μανώλης και η Μυρσίνη δεν γνωρίζουν τίποτα από όλα αυτά όταν φτάνουν στη Μάνη μόλις τρεις μήνες μετά την γνωριμία τους κι ενώ ακόμα προσπαθούν να αποφασίσουν αν θα δοθούν εξ ολοκλήρου στο πάθος τους ή θα παραμείνουν συγκρατημένοι, έχοντας πια εμπεδώσει τα διδάγματα προηγούμενων, τραυματικών εμπειριών. Η «αναμέτρηση» τους με τον πύργο, και τον κισσό-ξενιστή του, θα έχει ως αποτέλεσμα την ανατροπή όλων των βεβαιοτήτων τους και θα τους οδηγήσει στην ψυχική και σωματική κατάρρευση, η οποία μπορεί και να σηματοδοτεί ένα καινούριο ξεκίνημα.

Ads

Γεννημένος στην Καλαμάτα, ο Γιώργης Ξηρογιάννης σπούδασε εμποροπλοίαρχος και πέρασε ένα εξάμηνο εν πλω, πριν τελικά τον κερδίσει ο κόσμος του βιβλίου. Έκτοτε, έχει εκδώσει πέντε ποιητικές συλλογές και τρία μυθιστορήματα ενώ το βιβλιοπωλείο του, η «Αργία», λειτουργεί από το 1992 στην Καλλιθέα. Το βιβλίο του «Την ώρα που βραδιάζει», επιλέχθηκε από την ΠΟΕΒ για τη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου του Λονδίνου.

Το «Κισσόσπιτο» κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Βακχικόν.