Το μυθιστόρημα αποτελεί μία εξέλιξη του αρχαίου έπους. Αν και το έπος αποτελούσε μία δημόσια πράξη, η λογοτεχνία με τον καιρό γίνεται όλο και πιο ιδιωτική απομακρυνόμενη από το κοινόν. Το νέο όμως μυθιστόρημα του Γιάννη Πετρόπουλου «εμφύλιος έρωτας» (Λιβάνης, 2018), ως ένα πολυσέλιδο έργο βγάζει το μυθιστόρημα από την ιδιωτικότητα και τον κλειστό χώρο και το επαναφέρει στη δημόσια σφαίρα με τον μεγάλο αριθμό πρωταγωνιστών, θυμίζοντας τον Bakhtin που περιγράφει το μυθιστόρημα ως έργο πολυφωνικό.

Ads

Για τον Αριστοτέλη η πλοκή αποτελεί το βασικότερο στοιχέιο της αφήγησης. Πάνω σε αυτήν χτίζονται οι χαρακτήρες, οι αφηγηματικοί τρόποι, τα πάντα. Η σχέση τους είναι διαλεκτική. Το κείμενο όμως του Πετρόπουλου δεν αποτελεί ένα έργο με ενιαία πλοκή και με συγκεκριμένους ήρωες σε όλο τον όγκο του. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μία συλλογή νουβέλων πάνω στους γραμμικούς άξονες του χώρου με επίκεντρο μία σήραγγα και ένα χωριό. Και έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον πώς ο Πετρόπουλος κρατά την περιέργεια σχετικά με τον μύθο της στοάς. Η αγωνία οικοδομείται ακριβώς πάνω σε αυτήν και με μικρά επεισόδια, που άλλοτε την αγγίζουν άμεσα και άλλοτε έμμεσα, προσπερνά το επίκεντρο και επανέρχεται. Η θαμιστική αυτή ανάπτυξη εντείνει την αγωνία και το ενδιαφέρον.

Η στοά διατηρεί τεχνικό/λειτουργικό ρόλο σύνδεσης όλων των επιμέρους επεισοδίων. Μα ο συγγραφέας δεν θέλει να μιλήσει για τη στοά την ίδια, αλλά για τον έρωτα, τις σχέσεις των ανθρώπων, των αδελφών, για την μετανάστευση, την προσφυγιά, τη σύγχρονη ζωή στο χωριό κ.ά. Με συνεκτικό δεσμό, λοιπόν, την οθωμανική στοά καταγράφει ανθρώπινες ιστορίες σε ένα ανώνυμο λεκανοπέδιο, που θα μπορούσε σχεδόν να είναι οπουδήποτε στη χώρα, στο διάβα των δεκαετιών. Παραδίδει ένα έργο που απαρτίζεται από ανεξάρτητες νουβέλες στον ίδιο αφηγηματικό χώρο. Δεν θα χαρακτηρίζαμε το έργο σπονδυλωτό (όρο που χρησιμοποιεί η μυθοπλαστική βιβλιοπώλισσα στον επίλογο), γιατί σε ένα έργο σπονδυλωτό δεν υπάρχουν κοινούς χαρακτήρες, σε αντίθεση με το μυθιστόρημα του Πετρόπουλου. Αυτό όμως του δίνει την ευκαιρία να πειραματιστεί με διαφορετικά λογοτεχνικά είδη (λογοτεχνία του φανταστικού, τη σύγχρονη αγροτική ηθογραφία, ιστορικό μυθιστόρημα, ροζ λογοτεχνία και αστυνομικό ή πολιτικό διήγημα).

Η αυτονομία τού προσφέρει τη δυνατότητα αξιοποίησης ενός πολλαπλού ύφους, το οποίο με τη σειρά του προσδίδει μια πολυφωνικότητα και μια πολυτροπικότητα, που τελικά εντείνει την αγωνία, την περιέργεια για τη στοά και βεβαίως την αναγνωστική απόλαυση. Κατά τον Αθανασόπουλο, το σκηνικό, ο χωροχρόνος, στον οποίο διαδραματίζεται ένα μυθοπλαστικό έργο δεν στεγάζει απλώς μία ιστορία, αλλά την ενδυναμώνει και την υπηρετεί με συνέπεια ως το τέλος της. Το σκηνικό σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με τον χώρο και τον χρόνο, τις δύο συντεταγμένες του υπαρκτού. Οι σχέσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα στο επιμέρους και στο γενικό σκηνικό, ανάμεσα στους χαρακτήρες και τον χώρο, αποκαλύπτουν ή και καθορίζουν τον τρόπο οργάνωσης της πλοκής του έργου, καθώς ο συγγραφέας αλλά και ο αναγνώστης δεν μπορούν να αντιληφθούν την μυθοπλαστική πραγματικότητα πάρα μόνο μέσα σε χώρο και χρόνο. Και έχει αξία να σημειώσουμε ότι στο έργο εντοπίζονται δύο αφηγηματικές φωνές, δύο αφηγητές, ας πούμε: ο γέροντας, ο οποίος αφηγείται τις ιστορίες στον συγγραφέα, και σε αυτός αυτόν που τα καταγράφει με τον δικό του τρόπο ενσωματώνοντας στοιχεία του ύφους του γέροντα.

Ads

Ο μύθος αναπτύσσεται πάνω στο χρονικό άνυσμα με κύρια βοήθεια των αναχρονιών. Εγκιβωτισμοί απομακρύνουν παροδικά την ανάγνωση από τη γραμμική αφήγηση δημιουργώντας παράλληλες υποπλοκές. Η ίδια αυτονομία των κεφαλαίων-νουβέλων το απαιτεί για να μπορέσει να εισέλθει ο αναγνώστης βαθύτερα στη ζωή και την παράδοση του χωριού. Εγκιβωτισμένες αφηγήσεις σε κάθε κεφάλαιο φωτίζουν την προϊστορία των χαρακτήρων. Και ενώ σε κάθε νουβέλα υπάρχουν κεντρικοί χαρακτήρες, ως δορυφόροι τους συχνά εμφανίζονται πρωταγωνιστές άλλων επεισοδίων, που πια λειτουργούν ως αδρανείς ή πληροφοριακοί χαρακτήρες. Μ’ αυτόν τον τρόπο ο Πετρόπουλος καταφέρνει να καταστήσει τον αναγνώστη παρατηρητή της ζωής του χωριού στο διάβα των ετών και να οικοδομήσει εξατομικευμένους χαρακτήρες.

Άλλοι ήρωες είναι τυποποιημένοι και εκφράζουν κοινωνικούς τύπους κι άλλοι είναι ξεχωριστοί, εξατομικευμένοι όπως είπαμε Είναι μάλιστα τέτοιο το εύρος των χαρακτήρων που παρουσιάζεται ώστε δίνεται η δυνατότητα σε μία κριτική ανάλυση να εξεταστούν τόσο υπό το μοντέλο του Propp όσο και με την προωθημένη προσέγγιση του Greimas (δεν θα το κάνουμε εδώ, αν και φλέρταρα αρχικά με την ιδέα). Έτσι εντοπίζονται ήρωες και αντιήρωες, ανταγωνιστές χαρακτήρες, συμπαραστάτες και καταλύτες, κατά την τυπολογία του Κωτόπουλου. Και βεβαίως υπάρχουν διακοσμητικοί ήρωες και αδρανείς ή ακροατές που μαζί με τους επώνυμους χαρακτήρες διαμορφώνουν ένα πολυάνθρωπο πλάνο, μια ολόκληρη κοινωνική ανθρωπογεωγραφία. Οι πράξεις των ηρώων, τα λόγια, οι αποσιωπήσεις χτίζουν τους χαρακτήρες του έργου με τον αναγνώστη ενεργό, και όχι παθητικό δέκτη έτοιμων χαρακτηρισμό. Αποτυπώνονται μέσα από τις ενέργειές τους, κατά το παρόν ή το παρελθόν της κυρίας αφήγησης, δημιουργώντας χαρακτήρες ζωντανούς, που θα μπορούσε να τους έχει γύρω του ή να τους έχει συνάντηση στη ζωή του ο αναγνώστης. Οι χρονικές σφήνες αιτιολογούν κρίσεις και στάσεις διατηρούν το αναγνωστικό ενδιαφέρον με το χρονικό μπρος-πίσω. Η μετατόπιση του αφηγηματικού χρόνου με το syuzet και η ανοίκεια έκθεση των γεγονότων είναι τα αφηγηματικά υποστυλώματα του μύθου.

Η αφήγησή του διακρίνεται από μία κινηματογραφική οπτική. Ψυχρή συχνά, μακροπερίοδη και αφαιρετική στις περιγραφές της με αρκετές ισοχρονίες προσδίδει μία φιλιμική διάσταση που εντείνει το συναίσθημα και αφήνει ελεύθερο τον αναγνώστη να χαθεί στα πλάνα που σκηνοθετεί ο Πετρόπουλος. Μειώνει στο ελάχιστο τη μηδενική εστίαση και επικεντρώνεται στις ενέργειες των ίδιων των ηρώων. Ο αφηγηματικός φακός επικεντρώνεται πάντα σε συγκεκριμένες ιστορίες και πρόσωπα του χωριού.

Ο συγγραφέας αξιοποιεί τις θεωρίες πρόσληψης ή αναγνωστικής ανταπόκρισης στήνοντας σκηνικά χωρίς πολλές λεπτομέρειες. Εκθέτει μόνο τις αναγκαίες για την πλοκή του μύθου και μόνο όσες κατέχουν λειτουργικό ρόλο στην υπόθεση. Αφήνει την εμπειρία του αναγνώστη εκείνος να συμπληρώσει τις λεπτομέρειες  στις ιμπρεσιονιστικές εικόνες του, με βάσει τους δικούς του ορίζοντες προσδοκίας. Άλλωστε, μέσα από τα κενά των αφηγήσεων ορίζεται η λογοτεχνία. Υπάρχει ένα πλήθος παραγόντων που επηρεάζουν τον ορίζοντα των προσδοκιών των αναγνωστών, όπως το φύλο, η αναγνωστική εμπειρία, το μορφωτικό επίπεδο, η εποχή και οι ιδεολογικές αρχές. Είναι η σύγχρονη θεώρηση της λογοτεχνίας που σταδιακά εγκαταλείπει τις θεωρίες της μίμησης και του Δημιουργού ή τις κειμενοκεντρικές. Ο αναγνώστης του Πετρόπουλου δεν προσλαμβάνει παθητικά το έργο «υποτάσσοντας τον νου και την καρδιά του στο βιβλίο» (Booth), αλλά δέχεται την επενέργειά του στην προσωπικότητα και τη διαμόρφωση του ήθους του (Barry). «Ο αναγνώστης είναι ο μεγάλος ξεχασμένος όλων των κλασικών θεωριών της λογοτεχνίας» (Otten). Άλλωστε, σήμερα ο αναγνώστης αναγνωρίζεται αβίαστα ως συνδημιουργός του συγγραφέα, καθώς όταν διαβάζει το κείμενο πλάθει συνειδητά και υποσυνείδητα έναν νέο φανταστικό κόσμο με βάση τις ανταποκρίσεις του στις λέξεις του κειμένου (Morley).