Η παραδοσιακή άποψη για την κριτική ήταν γεμάτη «πρέπει» και κανόνες. Προσπαθούσε να ορίσει το «σωστό», το «άρτιο», το «χρηστό». Ταυτόχρονα όμως αναζητούσε τον δικό της δρόμο παλεύοντας να αποδείξει, με τις όλες αδυναμίες της, την παρουσία της ως ουσιαστικού λογοτεχνικού πεδίου πλάι στους λογοτέχνες, γενικότερα στους καλλιτέχνες. Άλλοτε θεωρούνταν πως ξεπερνούσε τη φιλολογία γιατί πρόβαλλε νέες τάσεις και ξανάφερνε στην επιφάνεια πρόσωπα και έργα που χωρίς την κριτική θα έμεναν στην αφάνεια ή παρερμηνευμένα (Στεργιόπουλος). Κάποιοι άλλοι την τοποθετούσαν δίπλα στη λογοτεχνία ως καλλιτεχνικό είδος. Η κριτική όμως δεν είναι ούτε επιστήμη ούτε τέχνη. Είναι ένας αυτόνομος χώρος που συνδυάζει τις Λογοτεχνικές Σπουδές, την Ψυχολογία, την Κοινωνιολογία, τις Σπουδές Φύλου (queer theory, Genre Studies), τις Πολιτισμικές Σπουδές κ.ά., προκειμένου να εκθέσει στον δημόσιο διάλογο τα λεκτικά μέσα και τους καλλιτεχνικούς τρόπους της λογοτεχνίας στο πλαίσιο μιας μελέτης πεδίου.

Ads

Αυτές τις σκέψεις μάς γέννησε το νέο βιβλίο με δοκίμια και κριτικά κείμενα του Ζαχαρία Κατσακού ποιητικά σήματα, Δοκίμια και κείμενα κριτικής», Poema, 2019). Και πραγματικά στην Ελλάδα που όσοι θέλουν δηλώνουν κριτικοί κι ακόμα περισσότεροι γράφουν κριτικές, θέλει θάρρος και ισχυρή αυτογνωσία για να βγάλει κάποιος ένα βιβλίο με αθροισμένες κριτικές σε βιβλίο, καθώς αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο κριτικής στον ίδιο τον κριτικό. Μα αυτό δεν φοβίζει τον συγγραφέα των «Ποιητικών σημάτων».

Η κριτική του Κατσακού απέχει από τη συνήθη βιβλιοπαρουσίαση ή συλλογή σημειωμάτων. Ο δοκιμιογράφος δεν ενδιαφέρεται να διαφημίσει το βιβλίο, αδιαφορεί για την προβολή επιμέρους ποιημάτων ή το θρυμματισμό τους ώστε να αποδείξει μία θέση του. Ο θρυμματισμός ενός ποιήματος σε στίχους όχι απλά αλλοιώνει το ίδιο το ποίημα, αλλά αποτελεί μία στείρα κειμενοκεντρική αντίληψη που εξαρθρώνει τα ποιοτικά μέρη που το συναποτελούν. Είναι όμως τόσο αγαπητό σε πολλούς κριτικούς, ώστε δεν ενδιαφέρονται για το αν καταστρέφεται ολόκληρο το ποίημα από την αποσπασματική του θέαση. Η στάση τούτη του Κατσακού είναι διάχυτη σε όλο το βιβλίο και αποτελεί τον πυρήνα της φιλοσοφίας του για την κριτική. Δεν καταθέτει κριτικά άρθρα, αλλά ευσύνοπτα κριτικά δοκίμια.

Η παραδοσιακή ελληνική κριτική κινούνταν γύρω από την αντίληψη ότι απευθύνεται στο ευρύτερο κοινό του βιβλίου μέσα από εφημερίδες και περιοδικά με σκοπό την αξιολόγηση του λογοτεχνικού έργου. Σήμερα, μετά τις νέες καταστάσεις που έφεραν ο μεταδομισμός και η αποδόμηση σε θεωρητικό επίπεδο, η κριτική ενσωματώνει σε κειμενικό επίπεδο τον αξιολογικό της χαρακτήρα, χωρίς να τον τοποθετεί στον πυρήνα της λειτουργίας της. Κάθε κριτική, παρά την ποικιλία των εργαλείων ανάλυσης ή το θεωρητικό και ιδεολογικό υπόβαθρο στο οποίο ισορροπεί, διατηρεί έναν εγγενή αξιολογικό χαρακτήρα. Από τη στιγμή που ένα κείμενο για τη λογοτεχνία κατατίθεται στον περιορισμένο χώρο της κριτικής, αποτελεί αξιολόγηση (Χλωπτσιούδης).

Ads

Ο Κατσακός με το βιβλίο αυτό επαναφέρει διά της αντιθέσεως αυτό που άλλοτε ονόμαζε ο Steiner «τον θρίαμβο της μετριότητας» που γεννούν οι «αξίες που μεταφέρονται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τον θόρυβο της διαφήμισης». Γιατί σήμερα εκλείπουν οι κατ’ αρχήν κριτικές προσεγγίσεις, εκείνη, δηλαδή, η πρωτογενής δουλειά στο έδαφος των ποιητικών συλλογών αφήνοντας, συχνά την αυθαιρεσία να κυριαρχεί. Ο Κατσακός αποφεύγει να τοποθετήσει σε ομοιόμορφα κουτάκια κριτικές σκέψεις και ιδέες και δεν τοποθετεί ετικέτες. Δεν παραγνωρίζει, επίσης, τις ιδιαιτερότητες, τις ιδιομορφίες και την ποικιλία πρωτίστως της γλώσσας και δευτερευόντως των αφηγηματικών τρόπων κάθε δημιουργού, καθώς και την ξεχωριστή παρουσία και χρησιμότητα αυτών που καλείται να κρίνει ή που συνήθως αυτόκλητα έρχεται να κρίνει (Παπαδόπουλος).

Με σεβασμό στον έργο και με βάση τη Θεωρία, ο Κατσακός παραδίδει ένα έργο πλήρες, ένα «σήμα» στην κριτική των αρχών του ΚΑ’  αιώνα, που καθοδηγεί με ολοκληρωμένο τρόπο όσους θέλουν να ασχοληθούν με τις κριτικές. Μέσα από τον τρόπο που ασκεί την κριτική, εκθέτει τη συνολική του αντίληψη, ακόμα κι αν αυτή δεν είναι διακριτή σε μία πρώτη ή επιφανειακή ανάλυση. Γιατί ακριβώς είναι γονιμοποιημένη με τα φιλολογικά και τα άλλα κριτικά εργαλεία, προσαρμοσμένη πάντα στις ανάγκες μελέτης του κειμένου. Ο σεβασμός στο κείμενο και το έργο δεν αποκαλύπτεται με στείρες κειμενοκεντρικές προσεγγίσεις, αλλά με την κατάλληλη χρήση των εργαλείων της επιστήμης και της κριτικής, προσαρμοσμένων στα μηνύματα που η ερμηνευτική κριτική προσέγγιση, η αναγνωστική πρόσληψη, κάποιου το εξέλαβε. Και στην περίπτωση του Κατσακού, οι ορίζοντες προσδοκίας συνδέονται με τη θεωρία και τη γνώση των καλλιτεχνικών κινημάτων. Γιατί η κριτική τελικά είναι η τέχνη της ερμηνείας με την επικουρική στήριξη των επιστημών.

_______________
Στεργιόπουλος, Κ. (1961). Συζήτηση πάνω στο πρόβλημα της σύγχρονης κριτικής. Νέα Πορεία, 7, 80-81 (Οκτώβριος-Νοέμβριος 1961), 354-358.

Χλωπτσιούδης, Δ. (2019(. Η κριτική λογοτεχνίας σήμερα – η κρίση της κριτικής. Στο Ο ρόλος, η οργάνωση και η λειτουργία εργαστηρίων Δημιουργικής Γραφής: η διδασκαλία του ποιητικού λόγου σε ενήλικες, ανέκδοτη διπλωματική εργασία. Φλώρινα: Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας.

Steiner, G. (2008β). Η σιωπή των βιβλίων. Αθήνα: Όλκος.
Παπαδόπουλος, Α. (2010). Δοκίμια. Αθήνα: Ερατώ.