Η Θεσσαλονίκη είναι μία από τις πιο μυθοποιημένες ελληνικές πόλεις. Αποτελεί ίσως την πιο λογοτεχνική πόλη, καθώς η τοπογραφία εμπλέκεται άμεσα στην πλοκή διηγημάτων και μυθιστορημάτων. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι έχουν εκδοθεί τόσες μελέτες για τη Θεσσαλονίκη της λογοτεχνίας. Και είναι ενδιαφέρουσα η οπτική που όλες οι μελέτες ρίχνουν στην ιδιαιτερότητα της πόλης ως πυρήνα της πλοκής.

Ads

Και ενώ οι ποιητές της γενιάς του ’30 κατέδειξαν το Αιγαίο και τη νησιωτική Ελλάδα ως επίκεντρο του ελληνισμού και έφεραν την τομή του υπερρεαλισμού, οι πεζογράφοι της Θεσσαλονίκης επέφεραν τη δική τους τομή.  Μολονότι οι ίδιοι θεώρησαν ότι επηρεάστηκαν από το εσωστρεφές πνευματικό κλίμα της βυζαντινής παράδοσης και από το φυσικό κλίμα της ομίχλης που τους ωθούσε στην περισυλλογή και την εσωστρέφεια (Ιωάννου), εμείς θα προτείναμε τη δυναμική της ίδιας της πόλης που συνεισφέρει στην ένταξη του χώρου στη μυθοπλασία. Η Θεσσαλονίκη, ούσα πόλη από τις απαρχές της και κατοικημένη πάντα ως πόλη χωρίς να γνωρίζει παρακμή, γνώρισε όλους τους μετασχηματισμούς του ελληνισμού.

Συνυπάρχουν βυζαντινά αρχιτεκτονήματα, νεοκλασικοί, σύγχρονοι και μοντέρνας αρχιτεκτονικής χώροι. Και τούτοι συνδέονται άμεσα με τους ανθρώπους (πολυεθνικότητα), την ιστορία τους (Παγκόσμιοι και Βαλκανικοί πόλεμοι) και την εξέλιξη της ίδιας της ελληνικής κοινωνίας, διαμορφώνοντας ένα πλέγμα τραυματικών εμπειριών σε επίπεδο συλλογικής μνήμης. Οι εθνικοί αγώνες και η εργατική/πολιτική ιστορία του τόπου λειτουργούν ως μνήμη μέσα στον χώρο της πόλης προσφέροντας άφθονο υλικό τόσο για την πλοκή όσο και για αναδρομές στο παρελθόν. «Χώρος αστικός και πολυπολιτισμικός ενέπνευσε ντόπιους και ξένους λογοτέχνες να την αφηγηθούν συχνά σε παραπάνω από ένα έργα τους. Η έμπνευση αυτή πηγάζει από λόγους αντικειμενικούς, αλλά και υποκειμενικούς. Ο χώρος της αποτέλεσε το κομβικό σημείο συνάντησης διαφορετικών εθνοτήτων και πολιτισμών. Η ταυτόχρονη παρουσία ετερογενών θρησκευτικών, οικονομικών και ιδεολογικών απόψεων βοήθησε την ανάπτυξη κοσμοπολίτικων και νεοτεριστικών τάσεων στην κοινωνία της πόλης. Σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξε και το γεγονός ότι οι κοινωνικές και πολιτιστικές ζυμώσεις διαμορφώθηκαν και αναπτύχθηκαν μακριά από την κεντρική εξουσία της πρωτεύουσας, και συνεπώς με μια σχετική αυτονομία» (Κωτόπουλος, 2005:5).

Ο Μάκης Καραγιάννης έκανε λόγο για λογοτεχνία της εντοπιότητας «στην οποία η λειτουργία του χώρου είναι πρωταγωνιστική. Οι συγγραφείς εμβαθύνουν στην ατμόσφαιρα και την προβληματική του τόπου τους όχι κατ’ αντιδιαστολή, αλλά ιχνηλατώντας την αλήθεια και τη μοναδικότητα ενός κόσμου. Αυτόν οικοδομεί εν προόδω ο Θεσσαλονικιός πεζογράφος, έναν λογοτεχνικό τόπο αυθύπαρκτο, ποντίζοντάς τον μέσα στον βυζαντινό μύθο και την ιστορία της πόλης, αναζητώντας τις καταστατικές συντεταγμένες οι οποίες τον καθιστούν αυθεντικό, λαϊκό, ακέραιο» (Καραγιάννης, 2014). Η πολυεθνική Θεσσαλονίκη, η πόλη που άλλαξε χαρακτήρα με την αντιπαροχή, η πόλη του σήμερα αποτελούν σταθερά κομμάτι του χώρου δράσης.
Αν και για τον Γούτα σήμερα «χάνεται η σωματική επαφή και η πόλη γίνεται σκηνοθετικό ντεκόρ, φόντο ή πνευματικό εργαστήρι που μελετάει την παλιά Θεσσαλονίκη. Επικρατεί πολυχρωμία και πολυγραφία» (Μπασκόζος, 2012), στην πραγματικότητα έχει διαμορφωθεί μία σύμπλευση της κοινωνικής και της υπαρξιακής αγωνίας, που λειτούργησε ως λογοτεχνική δυναμική ήδη από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, και ακόμα και σήμερα επηρεάζει καταλυτικά το πεζογραφικό κλίμα της πόλης, όπως αποκαλύπτουν έργα σύγχρονων πεζογράφων όπως του Ισίδωρου Ζουργού, τον Γιώργου Σκαμπαρδώνη, του Τόλη Νικηφόρου και άλλων. Σε αυτό ακριβώς το πολύχρωμο πλαίσιο κινείται και η αστική μυθοπλασία της Βίκυς Κλεφτογιάννη14 ζωές στη Σαλονίκη», Κέδρος, 2015).

Ads

Ο μύθος και οι σχέσεις των ανθρώπων αναπτύσσονται μέσα στο δομημένο περιβάλλον. Η Κλεφτογιάννη παρακολουθεί τους χαρακτήρες μέσα από την επαφή τους με τον χώρο (συναυλία, νεφοσκεπής). Επιχειρεί μία ανθρωποκεντρική ακτινογραφία της πόλης με τον χώρο πάντα σε κεντρικό πλάνο. Σαν να προσθέτει έναν ακόμη χαρακτήρα. Δημιουργούνται σχέσεις μεταξύ των μυθοπλαστικών χαρακτήρων και της πόλης. Η πόλη δεν αποτελεί απλά το σκηνικό της δράσης, αλλά συνιστά οργανικό στοιχείο της πλοκής του έργου. Όπως σημειώνει η Νικολαΐδου «για πολλούς Θεσσαλονικιούς συγγραφείς ο τόπος είναι ήρωας, δεν είναι ένα χάρτινο περίβλημα, είναι μέρος της πλοκής και σχεδόν πρόσωπο της δράσης», (Μπασκόζος, 2012). Η πόλη στην αφήγησή της δεν αποτελεί απλά το σκηνικό της δράσης, αλλά συνιστά οργανικό στοιχείο της πλοκής με ποικίλες αναφορές στο δομημένο και το φυσικό περιβάλλον της Θεσσαλονίκης, στην κοινωνική της σύσταση, συνεισφέροντας στον μύθο της λογοτεχνικής πόλης (έμεινε άγαλμα).

Ο μυθοπλαστικός φακός της είναι διαρκώς προσανατολισμένος στους ανθρώπους μέσα στον αστικό χώρο. Χαρακτηριστικές είναι οι μεγάλες χρονικές μεταβάσεις και οι πολύ συχνές αναδρομές, διαμορφώνοντας μία αισθητική χρονικής ρευστότητας και διαρκούς αλλαγής σκηνών. «Ο αστικός χώρος δεν αντιμετωπίζεται από την υλική του πλευρά, αλλά θεωρείται ένας νοηματικός χώρος, μια σημαίνουσα ολότητα που συνιστά ένα φαινόμενο επικοινωνίας. Η πόλη ως “νοηματικός χώρος” βρίσκεται σε μια βαθιά σύγκρουση με τον χρόνο, που συνιστά την κυρίαρχη σύμβαση στη σημερινή κοινωνία» (Κωτόπουλος, 2005:11-12).

Η επίδραση ανθρώπων και πόλης εγκαταλείπει τη μονοδιάστατη περιγραφή του τόπου ως απλού σκηνικού (αντικριστά, για καφέ). Το απρόσμενο τέλος και η ιδιαίτερη οπτική γωνία που επιλέγει ο αφηγητής ορίζουν την πλοκή και την κίνηση της δράσης, αφήνοντας κενά που συμπληρώνει ο αναγνώστης. Στρέφει τον διηγηματογραφικό της φακό στα φανερά και τα κρυφά σημεία της πόλης αποκαλύπτοντας τη σύγχρονη ζωή της. «Ο χώρος, ως κατηγορία μύθου και της συμβολικής λειτουργίας, νοηματοδοτεί τις ανθρώπινες σχέσεις. Στον αστικό χώρο κυριαρχεί η δράση του ανθρώπου. Είναι αυτή που μετασχηματίζει τη γεωγραφική του διάσταση σε κοινωνικό μέγεθος. Κατά τους τρεις τελευταίους αιώνες η πόλη, ως το δεσπόζον μόρφωμα του αστικού χώρου, καθόρισε σε κάθε περίπτωση την πολιτιστική μοίρα του κόσμου» (Κωτόπουλος, 2005:10).

Ο χώρος είναι ζωντανός, γεμάτος κίνηση, μυρωδιές και ήχους. Η καθημερινότητα συμπλέκεται με τα συναισθήματα των ανθρώπων, τις επιθυμίες και τα σχέδιά τους σε ένα αμάλγαμα κοινωνικού διηγήματος και πολεοδόμησης της πλοκής. Η Κλεφτογιάννη διαμορφώνει «μία λογοτεχνία της πόλης», μια προσδιορισμένη τοπογραφικά λογοτεχνία, όπου η αληθινή πόλη αποτυπώνεται στην πλοκή και κ τυρί μία σχέση μεταξύ της αληθινής και της μυθοπλαστικής πόλης (το γιασεμί της ελπίδας, αντικριστά). Ρομά, καλλιτέχνες, φοιτητές, άστεγοι/άνεργοι, γέροντες και ζευγάρια, δέντρα και ζώα συναντιούνται σε ένα πολυάνθρωπο περιβάλλον. Συνομιλεί με την πόλη της Θεσσαλονίκης (το κέρμα, εξεταστική, ποδηλατάδα), προχωρώντας σε μία αυθεντικοποίηση του λογοτεχνικού γεγονότος, εντάσσοντας λειτουργικά τον χώρο και τον χρόνο στη δράση και τους κανόνες που διατηρούν την ενότητα του διηγήματος (ποδηλατάδα). Ο χώρος δεν αντιμετωπίζεται ως έννοια στατική αλλά εξελίσσεται μέσα στην ιστορικότητα των συνόλων. Ο χρόνος συμπαρασύρει τα στοιχεία του δομημένου περιβάλλοντος μαζί με το φυσικό (αδελφή ψυχή, Σέιχ-Σου, το γιασεμί της ελπίδας). Η πόλη τής δίνει τη «δυνατότητα ενός πεδίου δράσης που αξιοποιεί αναδεικνύοντας τελικά την ίδια την πόλη με τρόπο που κάτω από τη μυθοπλαστική αφήγηση ζει το παρόν της, η εξέλιξη της κοινωνικής της δομής και της φυσιογνωμίας της, των ανθρώπων με όλα τα πάθη και τις αρετές τους» (Λιλιμπάκη-Σπυροπούλου, 2017:16-17). Παραλιακή και Αριστοτέλους, πλατεία Ελευθερίας και Ολυμπιάδος, Λαδάδικα, Καπάνι και Ναυαρίνου, Θερμαϊκός και Σέιχ Σου αποτελούν όχι απλά τον χώρο δράσης, μα κομβικά στοιχεία για το χτίσιμο των χαρακτήρων.

Η Θεσσαλονίκη της Κλεφτογιάννη περιορίζεται γεωγραφικά μεταξύ Λαδάδικων και πανεπιστημίων και Λεωφόρου Νίκης και Άνω Πόλης μέχρι και τον Εύοσμο. Τα διηγήματά της καταγράφουν την κοινωνική οπτική της πόλης παρακολουθώντας δεκατέσσερις ζωές. Μέσα από αυτές ο αναγνώστης διεισδύει στην πόλη, βαδίζει νοερά στους δρόμους της, στρίβεις στα στενά της, διερευνά το παρόν της πόλης και συμμετέχει στις κοινωνικές συναντήσεις των ανθρώπων. Δεν ενδιαφέρεται για την ιστορική εξέλιξη του χώρου, κάτι που θα ευνοούσε δυναμικά την πλοκή και το χτίσιμο των χαρακτήρων, αλλά εμμένει στην κοινωνική δράση. Το έργο της στην πραγματικότητα συνομιλεί με έργα του παρελθόντος που έχω στο επίκεντρο του στη Θεσσαλονίκη και αναδεικνύεται μέσα από αυτόν το διάλογο η εξέλιξη του κοινωνικού χώρου.

________________________
Λιλιμπάκη-Σπυροπούλου, Μ. (2017). Ο χώρος στη λογοτεχνία. Θεσσαλονίκη: ΈΝΕΚΕΝ.
Κωτόπουλος, Τρ. (2005). Η Θεσσαλονίκη στο έργο των Θεσσαλονικέων πεζογράφων. διδακτορική διατριβή. Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων: Ιωάννινα.
Καραγιάννης, Μ. (2014). Όψεις της Θεσσαλονίκης μέσα από τα λογοτεχνικά κείμενα των Θεσσαλονικέων. Από την εκδήλωση της Παρέμβασης Περί Θεσσαλονίκης αλλά από μακριά. 02.04.14.
Μπασκόζος, Γ. (2012). Θεσσαλονίκη: 100 χρόνια λογοτεχνία. εφημ. ΤΟΒΗΜΑ (27/05/2012).