Ο πρώτος τόμος του βιβλίου «Το Θέατρο της Οικουμένης» με τίτλο  «Τα θεμέλια της ζωής» κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις IANOS και μιλάει για την ιδέα των ψυχών, τον προδομένο έρωτα και για το τι θα ήθελε να αλλάξει στον κόσμο.

Ads

Σε αυτό το βιβλίο αναφέρονται πρόσωπα που διακρίθηκαν στις επιστήμες και στις τέχνες, διαβόητοι ηγέτες που έσυραν έθνη στη φρίκη, κυρίως όμως άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Έμαθα από τις ζωές τους, αλλά όσα γράφω γιʼ αυτούς δεν είναι απόλυτα αληθινά. Όλοι δέχτηκαν τη σπορά της φαντασίας, έγιναν πλάσματα της λογοτεχνίας.

Ο συγγραφέας Μανόλης Ξεξάκης μίλησε στο tvxs.gr για τον πρώτο τόμο του βιβλίου, την συγγραφή και το Θέατρο της Οικουμένης.

Τι είναι το «Θέατρο της Οικουμένης» και τι σας παρακίνησε να το γράψετε;

Ads

Το «θέατρο της οικουμένης» είναι μυθιστόρημα που θα εκδοθεί σε τρεις τόμους λόγω μεγέθους. Όταν το έγραφα ήθελα να περιέχει ιστορίες απλών ανθρώπων, μεγάλα γεγονότα της κοινωνίας στην οποία ζω, και μεγάλα ερωτήματα για τη φύση και τον άνθρωπο. Να είναι και λίγο περιβόλι σοφίας με φυτά τις μεγάλες στιγμές της σκέψης, των τεχνών, των επιστημών και της Ιστορίας. Κι αυτό το μίγμα να μην είναι ανιαρό και πλαδαρό, αλλά γρήγορο, με πολλούς διαλόγους και τεχνικές αφήγησης που προχωρούν τη δράση. Δεν ήθελα επίσης να είμαι μισαλλόδοξος, ζούμε όλοι μαζί. Η καλύτερη αφήγηση θα ήταν εκείνη που δεν προσβάλλει κανέναν.

Έτσι μπήκαν στη σύγχρονη ιστορία μου, -με τη μορφή διηγήσεων, τηλεφωνημάτων, ονείρων- ο πόλεμος του 1940, το Μακεδονικό, οι Αιγές, τα Ίμια, η Χάρτα του Ρήγα Φεραίου και τα οράματά του για τον Ελληνισμό, η ιδέα των παραδόξων στα μαθηματικά, η τέταρτη διάσταση, τα νοητικά πειράματα του Αϊνστάιν και πολλά άλλα. Υπάρχουν επίσης ταξίδια στη Βενετία, στη Βιέννη, στην Πράγα, αλλά και στο Άγιον Όρος, στο Ρέθυμνο και στην Κοζάνη. Κι ανάμεσα σ’ αυτά συζητήσεις για σπουδαία έργα ζωγραφικής, μουσικής κι άλλων τεχνών.

Ο τίτλος του βιβλίου είναι από τους 8 χάρτες που έφτιαξε ο χαρτογράφος Αβραάμ Ορτέλιους το 1570, και τους ονόμασε Theatrum orbis terrarum, δηλαδή «Θέατρο της Οικουμένης.Γιατί να ονομάσει τον κόσμο θέατρο;

Διότι δεν ήθελε να περιγράψει μόνο τις θέσεις των τόπων στη στεριά, τα βουνά και τις θάλασσες, αλλά κι όσα γίνονται στη ζωή των ανθρώπων. Κάτι παρόμοιο είχε κάνει και ο Ρήγας Φεραίος φτιάχνοντας τη Χάρτα του, είχε κάνει ένα εργαλείο γνωριμίας με τους τόπους του Ελληνισμού και την ιστορία των ανθρώπων που τους κατοίκησαν. Στον πρώτο τόμο του μυθιστορήματός μου υπάρχει κεφάλαιο για τη Χάρτα του Ρήγα.

Ο τίτλος του Α’ Τόμου είναι «Τα θεμέλια της ζωής». Ποια είναι αυτά;

Στις πρώτες σελίδες του βιβλίου σκοτώνεται από λάθος των μυστικών υπηρεσιών μια γυναίκα όμορφη, «καλοψημένη από το χρόνο που δεν είναι σε όλους μας τόσο φιλικός», όπως λέω. Κι αυτή η γυναίκα, ενώ σβήνει, θυμάται το σχολείο της και τον καθηγητή που αναζητούσε τα θεμέλια των μαθηματικών, και συνειδητοποιεί ότι «Ο καθηγητής δεν ελέγχει πια τα θεμέλια των μαθηματικών, ο θάνατος όμως ελέγχει τα θεμέλια της ζωής της», δηλαδή πεθαίνει.

Φαίνεται να σας ενδιαφέρει πολύ η ψυχή, η κατασκοπεία και ο προδομένος έρωτας. Γιατί;

Ψάχνοντας μεγάλες στιγμές της σκέψης έπεσα πάνω σε έννοιες που είναι χρήσιμες για να μπορούμε να ζούμε σε κοινωνίες, αλλά δεν έχουν καλές σχέσεις με την αλήθεια και την πραγματικότητα. Επινοήσαμε τις αθάνατες ψυχές χωρίς κανένα στοιχείο διότι προορίζουμε τη δική μας για αιωνιότητες απολαύσεων. Θέλουμε να υπάρχει συνέχεια, να μη γίνουμε σκόνη των άστρων. Όσο για την κατασκοπεία, οι λαοί εξασφαλίζουν ασυλία στη δική τους για όσα κάνει, εφόσον είναι για την πατρίδα τους, και τιμωρούν ανελέητα τους κατασκόπους του εχθρού. Αυτό όμως είναι ακόμη ένα θέατρο της οικουμένης. Η κατασκοπεία παραβιάζει τις αξίες των κοινωνιών τους, τους νόμους και τα θέσμια και παράγει δρόμους παρανομίας κι αυτοδικίας.

Ο προδομένος έρωτας, επίσης, σηκώνει τη σημαία των ενστίκτων πάνω από το πτώμα της Λογικής. Έχουμε την ωραιότερη σύζυγο ή σύντροφο, πείτε το και σε όποια παραλλαγή φύλου επιθυμείτε, και χάσκουμε μπροστά στο τυχαίο ασήμαντο πρόσωπο που επιλέγουν τα ένστικτά μας ή και το συμφέρον, η επιδίωξη του κέρδους, όταν έχει γίνει κομμάτι της φύσης μας. Αυτό συνέβη με τον Ωνάση, όπως διάβασα, που παράτησε την Κάλλας για μια συμφωνία που αφορούσε πετρέλαια.

Μέσα σε αυτή τη γλαφυρή αφήγηση, παρελαύνουν οικογενειάρχες, «λολίτες», συγκινητικές ιστορίες ανθρώπων της διπλανής πόρτας, εμείς που ζούμε στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης, μαθηματικά παράδοξα, αλλά κυρίως ερωτήματα που δεν είναι προφανή. Γιατί δεν μπορεί να κατασκευαστεί τελικά ο τέλειος χάρτης;

Ο τέλειος χάρτης δεν υπάρχει διότι δεν μεταφέρεται μια σφαιρική επιφάνεια σε ένα επίπεδο φύλλο χαρτί. Αν η Γη είναι πορτοκάλι και το καθαρίσεις, δεν μπορείς να απλώσεις τα φλούδια συνεχόμενα σε ένα φύλλο χαρτί. Κάπου θα τα σφίξεις και κάπου θα τα τεντώσεις. Έτσι όμως θα αλλάξουν τα μεγέθη και οι μεταξύ τους αποστάσεις. Θα καταλάβετε τη σημασία των χαρτών στη ζωή των κοινωνιών, αν σκεφτείτε τη Χάρτα του Ρήγα, ένα εργαλείο που χρησιμοποίησε εκείνος ο ήρωάς μας για να αφυπνίσει το γένος των Ελλήνων.

Και κάτι άλλο: στον 2ο τόμο του μυθιστορήματος που έγραψα υπάρχουν τα εξής: «… Σημαντικός είναι κι ο Ολλανδικός Χάρτης των Βαλκανίων, η μεγαλύτερη απόδειξη για την ελληνικότητα της Μακεδονίας. Τυπώθηκε στα 1690 στο Άμστερνταμ κι είναι εθνογραφικός: δεν έχει σύνορα κρατών, αλλά εθνοτήτων. Ε λοιπόν, δεν περιελάμβανε καμιά εθνότητα ανάμεσα στην Ελλάδα και στη Σερβία, διότι δεν υπήρχε. Αυτό που λένε οι Σκοπιανοί “μακεδονική εθνότητα”, δεν υπήρξε ποτέ. Τη δήθεν καταγωγή τους από τους αρχαίους Μακεδόνες της Πέλλας και της Βεργίνας τους την έφτιαξαν οι  Δυνάμεις που μαγειρεύουν κάθε φορά την Ιστορία του κόσμου.».

Να γιατί θέλω ένα μυθιστόρημα να μην είναι προσωπικό: εγώ αγάπησα έτσι, εγώ είδα έτσι κλπ. Το μυαλό μας κοντεύει να εκραγεί βλέποντας στην tv κεφτέδες, μοντέλα  και τραγουδιστές. Και για τα τρία συμφωνώ, αλλά δεν φτάνουν. Έχουμε ανάγκη από τις μεγάλες στιγμές στη Σκέψη, στην Επιστήμη, στην Ιστορία και στην Τέχνη. Πάνω σ’ αυτά θέτει ερωτήματα το βιβλίο χωρίς όμως να φεύγει από μια αφήγηση που σε παρακινεί να συνεχίσεις.

Στην αρχή το βιβλίο αναφέρει ότι υπάρχουν φωτογραφίες ενδεικτικές για να περιγράψουν ένα μέρος από το συγκινησιακό φορτίο που διαμόρφωσε τις σκέψεις σας. Μιλήστε για αυτές.

Ναι, μία είναι ένα χειρόγραφο προικοσύμφωνο του 1923, που μετέχει στη δράση αφού κάποιος των μυστικών υπηρεσιών του κόβει δύο κομματάκια και δεν μπορεί να παρουσιαστεί στο δικαστήριο. Μια άλλη, η πιο σημαντική, είναι ένα «Αποβιωτήριον», ένα χαρτί που έστειλαν από το Επιτελείο -μαζί με ένα ρολόι- στον παππού μου το 1941, όταν σκοτώθηκε στο Μέτωπο ο Μόσχος, ο ένας από τους δυο του γιους που πολεμούσαν. Ο άλλος ήταν ο πατέρας μου, και τον έβαλα στο βιβλίο να αφηγείται το περιστατικό. Ήθελα να ανεμίζει στον ιστό της μνήμης, όπως έγραψα σε μια ανάρτηση στο fb την 28η, αλλιώς τα έργα των ανθρώπων τα παίρνει ο άνεμος. Υπάρχει στο βιβλίο, αλλά μπορώ να σας το δώσω κι εδώ.

image

Αυτό δεν σημαίνει ότι έγραψα την ιστορία της οικογένειας μου, απλώς οι συγγραφείς είναι κλέφτες και παρατηρητικοί: κλέβουν από παντού γεγονότα, τα δουλεύουν και χτίζουν ένα από τα ομορφότερα έργα της νόησης, τον έντεχνο λόγο. Το ίδιο κι οι ζωγράφοι. Έχετε καταλάβει πόσες φωτοσκιάσεις βλέπει το μάτι τους τις οποίες οι υπόλοιποι αγνοούμε;

Το βιβλίο σας μοιάζει αρκετά κινηματογραφικό. Σας αρέσει το σινεμά;

Είναι κινηματογραφικό, βλέπω 250-300 ταινίες το χρόνο. Στο τέλος του βιβλίου, σε μια δοκιμιακή σημείωση, γράφω για το «μακγκάφιν», δηλαδή το «εύρημα» που προχωρεί τη δράση στον κινηματογράφο. Το γεράκι, στο «Γεράκι της Μάλτας» με τον Μπόγκαρτ είναι τέτοιο εύρημα. Το ίδιο και το δικό μου προικοσύμφωνο.

Κάθε μυθιστόρημα έχει τη δική του γοητεία. Εσείς μπορείτε να ξεχωρίσετε κάποιο αγαπημένο σας;

Μπορώ, όχι όμως με την έννοια του καλύτερου, αλλά του γούστου. Δεν συμπαθώ τις ανισωτικές σχέσεις, εννοώ τη χρήση τους: το όποιος είναι πιο δυνατός σκοτώνει τον άλλο. Ο «Μόμπι Ντικ», η φάλαινα του Μέλλβιλ μου άρεσε πολύ. Να πω και το «Ο κλόουν» του Μπελ. Ο ήρωας μυρίζει μυρωδιές από το τηλέφωνο. Το χρησιμοποίησα κι εγώ αλλαγμένο. Πάντως, καθώς περνούν τα χρόνια και διαβάζω καινούργια βιβλία, δεν βρίσκω τη μαγεία που ένιωθα έφηβος διαβάζοντας πχ τη «Μυστηριώδη νήσο» του Ιουλίου Βερν ή αργότερα αυτό που ένιωθα διαβάζοντας τις ιστορίες άγριων ακραίων εξερευνητών, που όμως έφτιαξε ένας αγιογράφος, ο Φώτης Κόντογλου. Επίσης δεν μπορώ να βρω τον ερωτισμό που αποπνέει το αφήγημα του Ανδρέα Εμπειρίκου «Αργώ ή πλους αεροστάτου». Σ’ αυτό ο ήρωας βινύει μια αγαπημένη μέσα σε μια θυμωνιά σιτάρια.

Και αγαπημένος συγγραφέας;

Ο Οδυσσέας Ελύτης με έμαθε να βλέπω την ομορφιά και πώς ο λόγος ξεφυλλίζει τον πόθο. Ο Ανρί Τρουαγιά επίσης. Όταν διαβάζω το Le mort saisit le vif, «Ο νεκρός κυριεύει τον ζωντανό», είναι σαν να ακούω τη φωνή του στο μυαλό μου. Επίσης ο Γιώργος Σεφέρης με έμαθε να είμαι σοβαρός και να κρίνω σωστά. Να βλέπω την Ιστορία της ελληνικής κοινωνίας και των ελληνικών γραμμάτων στο σύνολό τους.

Υπάρχει κάποια ανάγκη που σας ωθεί να γράφετε; Τι σας δίνει έμπνευση;

Ναι, η ίδια που υπάρχει σε όσους γράφουν, ζωγραφίζουν, παίζουν και συνθέτουν μουσική: όλοι θέλουμε τον κόσμο και τον εαυτό μας αλλιώς, με άλλα υλικά και άλλες κοινωνικές παραμέτρους. Όσο για την έμπνευση, ξεκίνησα το θέμα «ψυχές» από ένα απόσπασμα της Οδύσσειας στο οποίο ο Ερμής κατεβάζει τον Οδυσσέα στον Άδη. Τα Ίμια, στον 2ο τόμο, μπήκαν στην αφήγηση από τη λεγόμενη νύχτα των Ιμίων στις 28 Ιανουαρίου του 1996. Το προικοσύμφωνο του 1923, από ένα πραγματικό που είδα σε φωτοτυπία. Τα χαμένα και καμένα κόκαλα του πατέρα του ήρωά μου, από το σχετικό απόσπασμα του προφήτη Ιεζεκιήλ, που αξιοποίησε επίσης και ο Τόμας Έλιοτ με θαυμάσιους στίχους. Υπάρχουν κι άλλα, πολλά. Γέμισα το βιβλίο συμβολισμούς. Το πρώτο υποκεφάλαιο λέγεται «Πιο κοντά στο γκισέ», κι εννοώ στο γκισέ του θανάτου. Ένα από τα τελευταία, στον τρίτο τόμο, λέγεται «Μπροστά στο γκισέ». Ο ήρωας μου δηλαδή βρίσκεται τώρα μπροστά στο γκισέ του θανάτου, θα πεθάνει.

Η οικονομική κρίση πόσο έχει επηρεάσει το βιβλίο;

Πάρα πολύ, αφού έχει επηρεάσει εμένα. Ζήσαμε το πρωτοφανές: να μας κυβερνούν -με τη βούλησή μας, εννοείται- άνθρωποι που ή δεν ήξεραν τη δουλειά τους ή η Ιστορία θα τους κατατάξει σε οδυνηρές κατηγορίες ανθρώπων, όπως γράφω στο βιβλίο κομψά, επειδή δεν είμαι υβριστής. Ευτυχώς δεν ζούσε ο πατέρας μου όταν πούλησα τα χωράφια του κι έχασα τα λεφτά στο ελληνικό χρηματιστήριο. Γι’ αυτό ο ήρωάς μου, στο κεφάλαιο για το Άγιον Όρος, συναντά μοναχούς που ψάλλουν δυνατά και επίμονα με σκοπό να ανέβουν οι μετοχές του γέροντά τους. Η λογοτεχνία εδώ συναντιέται με τη ζωή.

Τελικά χρειάζεται μόνο ταλέντο ή σκληρή δουλειά για γίνει κάποιο καλός συγγραφέας;

Και ταλέντο και σκληρή δουλειά. Πρέπει όμως να την κάνεις με ευχαρίστηση, να περνά ο χρόνος σου νεράκι ενώ κάθεσαι κανονικό μεροκάματο μπροστά στον υπολογιστή. Αν χτυπάς το κεφάλι σου στον τοίχο νομίζοντας πως μελετάς τον τοίχο, δεν πετυχαίνει.

Τι να περιμένουμε από τους επόμενους τόμους και πόσο θα περιμένουμε για να μάθουμε το απροσδόκητο τέλος του βιβλίου;

Ο πρώτος τόμος ήταν μόνο το φύλλο για το μιλφέιγ. Να περιμένετε την κρέμα και τη σαντιγί. Εννοώ ότι δεν έχει αναδείξει όλη την ιστορία, μαζεύει το υλικό της: τους χαρακτήρες, τις σχέσεις ανάμεσά τους, τη δρομολόγηση της αφήγησης. Είναι μόνο το ψι ψιψί που κάνουμε στη γάτα για να έρθει κοντά μας. Αν όμως σάς άρεσε ο πρώτος τόμος, εμπιστευτείτε με. Το βιβλίο φορτσάρει μετά.