Με αφορμή τα 200 χρόνια του Μαρξ, κυκλοφόρησε μόλις το βιβλίο του Νικολάι Μπουχάριν Η Διδασκαλία του Μαρξ (εκδόσεις Τόπος, σελ. 208, 12 €). Περιλαμβάνει δυο σημαντικά κείμενα του Μπουχάριν, την μπροσούρα του για τον Μαρξ «Η διδασκαλία του Μαρξ και η ιστορική της σημασία» (1933) και την εισήγησή του στο συνέδριο του Λονδίνου «Η Επιστήμη σε Σταυροδρόμι» (1931). Το κείμενο που ακολουθεί είναι ένα απόσπασμα στο εισαγωγικό δοκίμιο του Χρήστου Κεφαλή.

Ads

Ο Νικολάι Μπουχάριν γεννήθηκε στις 27 Σεπτέμβρη (9 Οκτώβρη με το νέο ημερολόγιο) του 1888 στη Μόσχα, σε μια μικροαστική οικογένεια. Οι γονείς του ήταν δάσκαλοι, γεγονός που του επέτρεψε να έχει μια σχετικά άνετη ζωή στα παιδικά του χρόνια και να λάβει μια αρκετά αξιόλογη μόρφωση. Διακρίθηκε ιδιαίτερα για τις επιδόσεις του στο γυμνάσιο και αργότερα, το 1907, γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας για να σπουδάσει οικονομικά, σπουδές που συνέχισε στην εξορία σε διάφορες χώρες.

Ο Μπουχάριν εντάχθηκε στο επαναστατικό κίνημα από την εφηβική του ηλικία μαζί με τον στενό φίλο του, μετέπειτα διάσημο Σοβιετικό λογοτέχνη Ιλία Έρενμπουργκ. Στη διάρκεια της Ρωσικής Επανάστασης του 1905 ο Μπουχάριν πήρε δραστήρια μέρος στις φοιτητικές διαμαρτυρίες στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας. Την επόμενη χρονιά έγινε μέλος στο Ρωσικό Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα, εντασσόμενος εξαρχής στην ομάδα των Μπολσεβίκων. Το 1907 συγκάλεσε, μαζί με τον Γκριγκόρι Σοκόλνικοφ, την Εθνική Συνδιάσκεψη της νεολαίας του κόμματος στη Μόσχα και έγινε μέλος της κομματικής Επιτροπής Πόλης της Μόσχας.

Η πολιτική δραστηριότητα του Μπουχάριν τράβηξε την προσοχή της Οχράνα, της τσαρικής ασφάλειας, και το 1911 φυλακίστηκε και εξορίστηκε στην Ονέγκα και τον Αρχάγγελο. Αργότερα δραπέτευσε στη Γερμανία, όπου έμεινε για ένα χρόνο, και το 1912 επισκέφτηκε την Κρακοβία, όπου συνάντησε για πρώτη φορά τον Λένιν. Στα 1913-14 ο Μπουχάριν έμεινε στη Βιέννη, όπου συνέχισε τις σπουδές του και ήρθε σε επαφή με τα έργα των εκπροσώπων του αυστρομαρξισμού, ιδιαίτερα του Ότο Μπάουερ και του Ρούντολφ Χίλφερντινγκ, ενώ παρακολούθησε τις διαλέξεις του Μπεμ Μπαβέρκ, ηγετικού αστού οικονομολόγου της εποχής.

Ads

Καρπός αυτής της περιόδου ήταν δυο σημαντικά βιβλία, Η Πολιτική Οικονομία του Εισοδηματία και Ιμπεριαλισμός και Παγκόσμια Οικονομία. Στο πρώτο, το οποίο αφιέρωσε στον Λένιν, ολοκληρωμένο το φθινόπωρο του 1914, λίγο μετά το ξέσπασμα του παγκοσμίου πολέμου, ο Μπουχάριν έδειξε τον απολογητικό ξεπεσμό των αστικών οικονομικών, συνδέοντάς τον με τον εντεινόμενο παρασιτισμό του καπιταλισμού. Στο δεύτερο, γραμμένο το 1915 και προλογισμένο από τον Λένιν, άντλησε στοιχεία από το Χρηματιστικό Κεφάλαιο του Χίλφερντινγκ για να αναλύσει το σύστημα της παγκόσμιας ιμπεριαλιστικής οικονομίας. Και τα δυο έργα δημοσιεύθηκαν για πρώτη φορά μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση στη Σοβιετική Ρωσία.

Μετά το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Μπουχάριν πέρασε διαδοχικά από τη Σουηδία και τη Νορβηγία, για να καταλήξει στις ΗΠΑ, συνεχίζοντας και στις τρεις χώρες τις σπουδές του. Στις ΗΠΑ συνδέθηκε με τον Τρότσκι και οι δυο τους μαζί με την Κολοντάι εξέδιδαν την εφημερίδα Νόβι Μιρ. Η Ρωσική Επανάσταση του Φλεβάρη του 1917 τον βρήκε στη Νέα Υόρκη, την οποία άφησε τον Απρίλη για να επιστρέψει στη Ρωσία μέσω Ιαπωνίας. Έφτασε στη Μόσχα στις αρχές Μάη και ανέλαβε εκ νέου τη θέση του στην κομματική Επιτροπή Πόλης της Μόσχας και στο Περιφερειακό Γραφείο της Μόσχας. Σε αυτό το διάστημα ο Μπουχάριν υποστήριξε σταθερά την επαναστατική κατεύθυνση του Λένιν απέναντι στα ταλαντευόμενα στοιχεία της κομματικής ηγεσίας, εκπροσωπούμενα από τους Κάμενεφ και Ζινόβιεφ στην Πετρούπολη και τους Ρίκοφ και Νόγκιν στη Μόσχα. Στις αρχές Οκτώβρη του 1917 εκλέχτηκε, μαζί με άλλα δυο στελέχη της Μόσχας, τον Σοκόλνικοφ και τον Μπουμπνόφ, στην Κεντρική Επιτροπή του κόμματος. Στις μέρες του Οκτώβρη ο Μπουχάριν είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στην εξέγερση στη Μόσχα, συντάσσοντας και υποστηρίζοντας τα επαναστατικά διατάγματα του εκεί Σοβιέτ. Μετά τη νίκη της εξέγερσης έγινε ο εκδότης του κεντρικού κομματικού οργάνου, της Πράβντα.

Στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για την Ειρήνη του Μπρεστ ο Μπουχάριν υιοθέτησε μια υπεραριστερή θέση. Ηγήθηκε της ομάδας των Αριστερών Κομμουνιστών, η οποία απαιτούσε τη συνέχιση του πολέμου, αποδεχόμενος ακόμη και τη θυσία της Ρωσικής Επανάστασης αν συνεισέφερε στην παγκόσμια επέκταση της επανάστασης. Αντιτάχθηκε στην υπογραφή της ειρήνης με τη Γερμανία, αλλά και στις διαπραγματεύσεις με τους συμμάχους της Αντάντ για την προσφορά βοήθειας απέναντι στη γερμανική επίθεση. Αυτές οι θέσεις του Μπουχάριν κριτικαρίστηκαν έντονα από τον Λένιν, ο οποίος έδειξε ότι βασίζονταν σε μια λαθεμένη εκτίμηση των προοπτικών της παγκόσμιας επανάστασης και στην πράξη θα οδηγούσαν στην ήττα της επανάστασης στη Ρωσία.

Μετά την υπογραφή της συμφωνίας, ο Μπουχάριν επανήλθε στις δρα- στηριότητές του στο κόμμα. Το 1919 έγινε αναπληρωματικό μέλος του Πολιτικού Γραφείου και μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομιντέρν. Εκείνα τα χρόνια δημοσίευσε μια σειρά σημαντικά έργα. Το 1919 εμφανίστηκε Το Αλφάβητο του Κομμουνισμού, γραμμένο από κοινού με τον Εβγκένι Πρεομπραζένσκι, το οποίο υπήρξε για χρόνια το κύριο ανάγνωσμα των κομμουνιστών διεθνώς, πριν αποσυρθεί μετά την πτώση του Μπουχάριν. Ακολούθησαν το 1920 Η Οικονομία της Μεταβατικής Περιόδου και το 1921 ο Ιστορικός Υλισμός.

Στη συζήτηση για τα συνδικάτα στα 1920-21 ο Μπουχάριν πήρε μια εκλεκτικιστική θέση, επιχειρώντας να «συνδυάσει» τις πλατφόρμες του Λένιν και του Τρότσκι, οι οποίες έδιναν διαμετρικά αντίθετες απαντήσεις στο ερώτημα για το ρόλο και τα καθήκοντα των συνδικάτων. Ενώ ο Τρότσκι υποστήριζε την ενσωμάτωση των συνδικάτων στον κρατικό διοικητικό μηχανισμό και ο Λένιν μια πιο αυτόνομη λειτουργία τους ως σχολείου της κομμουνιστικής διεύθυνσης, ο Μπουχάριν ισχυρίστηκε ότι τα συνδικάτα θα έπρεπε να εκπληρώνουν ταυτόχρονα και τους δυο ρόλους. Όπως έδειξε ο Λένιν, αυτή η θέση του αντανακλούσε τα σχολαστικά στοιχεία της θεώρησής του, προκαλώντας σύγχυση και αμφιταλάντευση στο κόμμα.

Με την εισαγωγή της ΝΕΠ ο Μπουχάριν απέρριψε τις παλιές υπεραριστερές θέσεις του. Αποδέχτηκε τη ΝΕΠ και έγινε ο κύριος υποστηρικτής της μέσα στο κόμμα, ως της κατάλληλης στις ρωσικές συνθήκες διαδικασίας μετάβασης στο σοσιαλισμό. Αυτή η στροφή δικαιολογούνταν ασφαλώς από την ήττα των επαναστάσεων στην Ευρώπη, που απομάκρυναν από τον ορίζοντα την παγκόσμια επανάσταση, αλλά και τις εσωτερικές συνθήκες της ΕΣΣΔ, όπου οι καταστροφές του εμφυλίου και το χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων έκαναν αναγκαίες τις καπιταλιστικές παραχωρήσεις της ΝΕΠ (ελεύθερο εμπόριο, χονδρεμπόριο, εκχωρήσεις, κ.ά.). Ωστόσο, η εγκατάλειψη των αστήρικτων υπεραριστερών θέσεών του ώθησε τον Μπουχάριν σε μια υπερβολική μετατόπιση προς τα δεξιά, που υποτιμούσε σε κάποιο βαθμό τις αντιθέσεις και συγκρούσεις της ΝΕΠ.

Μετά το θάνατο του Λένιν στα 1924 ο Μπουχάριν έγινε πλήρες μέλος του Πολιτικού Γραφείου και ηγήθηκε της «δεξιάς» πτέρυγας του κόμματος, εκπροσωπούμενης στην ηγεσία και από τους Ρίκοφ και Τόμσκι. Ο Μπουχάριν συμμάχησε με τον Στάλιν και τον υποστήριξε πρώτα στη διαμάχη με την αντιπολίτευση του Τρότσκι και σε συνέχεια ενάντια στην «ενιαία αντιπολίτευση» των Τρότσκι, Ζινόβιεφ και Κάμενεφ το 1926.

Στα χρόνια αυτά ο Μπουχάριν συνέχισε τη συγγραφική του δραστηριότητα. Δυο βασικές μπροσούρες του της περιόδου ήταν Ο Δρόμος προς τον Σοσιαλισμό και η Συμμαχία με την Αγροτιά (1925) και Η Πολιτική Διαθήκη του Λένιν (1929), ενώ σημαντική είναι και η διάλεξή του «Ο Λένιν ως μαρξιστής», την οποία έδωσε μετά το θάνατο του Λένιν. Ωστόσο, όταν μετά την ήττα του Τρότσκι ο Στάλιν υιοθέτησε και προώθησε από το 1929 το πρόγραμμα της κολεκτιβοποίησης με γρήγορους ρυθμούς, αυτό προκάλεσε μια ρήξη της μεταξύ τους συμμαχίας. Ο Μπουχάριν αντιτάχθηκε σε μια σειρά άρθρα του στην Πράβντα (ονομαστικά στρεφόμενα ενάντια στον «τροτσκισμό» αλλά στην πραγματικότητα ενάντια στον Στάλιν) στην πλήρη κολεκτιβοποίηση, προειδοποιώντας για τις καταστροφικές συνέπειές της και υποστηρίζοντας μια μερική μεταρρύθμιση της ΝΕΠ.

Ο Στάλιν επιτέθηκε στις απόψεις του, παρουσιάζοντάς τις ως μια μικροαστική παρέκκλιση σε όφελος των κουλάκων. Στη διαμάχη που ακολούθησε ο Μπουχάριν ηττήθηκε και απομακρύνθηκε από τις θέσεις του στην Κομμουνιστική Διεθνή, της οποίας ήταν η κύρια φυσιογνωμία μετά την καθαίρεση του Ζινόβιεφ, και την Πράβντα, ενώ εκδιώχθηκε από το Πολιτικό Γραφείο το Νοέμβρη του 1929. Την ίδια τύχη είχαν και οι υποστηρικτές του στην ηγεσία και την οργάνωση της Μόσχας. Ο Μπουχάριν επεδίωξε μια καθυστερημένη συμμαχία με τους άλλους ηγέτες της αντιπολίτευσης σε μια συνάντησή του με τον Κάμενεφ το 1929, που όμως έμεινε χωρίς αποτέλεσμα. Έτσι αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει, αναγνωρίζοντας το «λαθεμένο χαρακτήρα» των θέσεών του και ζητώντας την αποκατάστασή του στο κόμμα.

Το 1931 ο Μπουχάριν ηγήθηκε της σοβιετικής αντιπροσωπείας στο συνέδριο «Η επιστήμη σε σταυροδρόμι» στο Λονδίνο. Ήταν ένα σημαντικό γεγονός, που ανέδειξε για πρώτη φορά στο δυτικό κόσμο τις επιτυχίες της ανοικοδόμησης στην ΕΣΣΔ και την ικανότητα του μαρξισμού να παρέχει έναν οδηγό στην επίλυση των σύνθετων κοινωνικών προβλημάτων σε μια εποχή μεγάλων αναταράξεων και επιστημονικών επαναστάσεων. Στα 1934-36 ακολούθησε μια μερική αποκατάσταση του Μπουχάριν, που έγινε διευθυντής της Ισβέστια. Στην αρθρογραφία του υπογράμμιζε διαρκώς τον κίνδυνο του φασισμού, καλώντας στη σύμπηξη ενός αντιφασιστικού μετώπου και υπογραμμίζοντας την ανάγκη του σοσιαλιστικού ανθρωπισμού. Στο ίδιο διάστημα, στην ομιλία του στο Πρώτο Συνέδριο των Σοβιετικών Συγγραφέων τον Αύγουστο του 1934 και σε άλλες περιστάσεις, υπεράσπισε Σοβιετικούς λογοτέχνες όπως ο Παστερνάκ και ο Μαντελστάμ που υφίσταντο πιέσεις και διώξεις από το καθεστώς. Παράλληλα ασκούσε κριτική στον εντεινόμενο αυταρχισμό της σταλινικής ηγεσίας, με αισώπειους, υπαινικτικούς τρόπους. Ειρωνικά, ο Μπουχάριν ήταν ο βασικός συντελεστής στη σύνταξη του σοβιετικού συντάγματος του 1936, «του δημοκρατικότερου συντάγματος στον κόσμο», το οποίο οι σταλινικοί απολογητές θα επικαλούνταν ως τεκμήριο για τη «δημοκρατικότητα» της διαδικασίας των εκκαθαρίσεων που δυο χρόνια μετά θα παρέσερνε και τον ίδιο.

Η δολοφονία του Κίροφ το Δεκέμβρη του 1934 έδωσε στον Στάλιν την κατάλληλη πρόφαση για να εξαπολύσει τις μαζικές εκκαθαρίσεις του 1936-38, φορτώνοντας στα «σαμποτάζ» της αντιπολίτευσης τα καταστροφικά αποτελέσματα της κολεκτιβοποίησης. Η πρώτη δίκη και η εκτέλεση των Κάμενεφ και Ζινόβιεφ σφράγισε ουσιαστικά τη μοίρα και των άλλων κομματικών ηγετών, συμπεριλαμβανόμενου του Μπουχάριν. Οι Μπουχάριν και Ρίκοφ συνελήφθησαν στις 27 Φλεβάρη του 1937 μετά από μια Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής (ο Τόμσκι, ο τρίτος σημαντικός ηγέτης της «Δεξιάς», είχε αυτοκτονήσει στις 22 Αυγούστου του 1936).

Ο Μπουχάριν δικάστηκε στη Δίκη των 21 ή «Δίκη του μπλοκ των δεξιών και των τροτσκιστών», στις 2-13 Μάρτη του 1938, μαζί με τους Ρίκοφ, Ρακόφσκι, Κρεστίνσκι, Γιάγκοντα και 16 ακόμη κατηγορούμενους. Οι κατηγορίες περιλάμβαναν μεταξύ άλλων μια απόπειρα δολοφονίας του Λένιν και του Στάλιν το 1918, τη δηλητηρίαση του Μαξίμ Γκόρκι, τη συνωμοσία για τη διάλυση της ΕΣΣΔ και την παράδοση των εδαφών της στη Γερμανία, την Ιαπωνία και τη Μεγάλη Βρετανία.

Στη δίκη, ο Μπουχάριν ακολούθησε μια τακτική «ανταρτοπόλεμου», προσπαθώντας να περάσει μηνύματα στις επόμενες γενιές. Ομολόγησε τη συνολική ενοχή του, αρνούμενος στη συνέχεια τις επιμέρους κατηγορίες που του αποδίδονταν. Σε πολλά σημεία, ανέτρεψε το κατηγορητήριο και κατέδειξε την απουσία πραγματικών στοιχείων για την ενοχή των κατηγορουμένων. Σε μια δίκη που βασιζόταν αποκλειστικά στις ομολογίες τους, υπογράμμισε ότι «η ομολογία του κατηγορούμενου δεν είναι ουσιώδης. Η ομολογία του κατηγορούμενου είναι μια μεσαιωνική αρχή δικαίου». Η στάση του προκάλεσε την οργή του διαβόητου εισαγγελέα των Δικών Βισίνσκι, που τον χαρακτήρισε «μια καταραμένη διασταύρωση αλεπούς και γουρουνιού»*.

Η ομολογία του Μπουχάριν, μετά από αντίσταση τριών μηνών, ήρθε σαν αποτέλεσμα ισχυρών πιέσεων που περιλάμβαναν απειλές για τη ζωή της συζύγου του Άννας Λάρινα και του νεαρού γιου του. Στη διάρκεια της ανάκρισης ανακάλεσε την κατάθεσή του, την οποία είχε διορθώσει προσωπικά ο Στάλιν, με συνέπεια η διαδικασία να αρχίσει εκ νέου με διπλάσιο αριθμό ανακριτών.

Στο μεταξύ, αντιμετωπίζοντας κλιμακούμενες πιέσεις και μπροστά στο βέβαιο τέλος του, ο Μπουχάριν συνέχισε τη συγγραφική εργασία του. Στη φυλακή έγραψε τέσσερα βιβλία: Τα Φιλοσοφικά Αραβουργήματα, την ώριμη φιλοσοφική πραγματεία του για τα προβλήματα του μαρξισμού, το αυτοβιογραφικό Πώς Ξεκίνησαν Όλα, μια συλλογή ποιημάτων και το Ο Σοσιαλισμός και η Κουλτούρα του. Αυτά τα έργα βρέθηκαν στο αρχείο του Στάλιν και κυκλοφόρησαν μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ.

Ο Μπουχάριν εκτελέστηκε στις 15 Μάρτη 1938. Αποκαταστάθηκε, μαζί με τα υπόλοιπα θύματα της Δίκης των 21, το Φλεβάρη του 1988. Η σύζυγός του Άννα Λάρινα εξορίστηκε το 1937, παρά τις ενάντιες υποσχέσεις, περνώντας μια εικοσαετία σε φυλακές και στρατόπεδα, ενώ ο γιος του δόθηκε σε ορφανοτροφεία. Και οι δυο τους επέζησαν ως το 1988, για να δουν την αποκατάστασή του.

*Ο Χρήστος Κεφαλής είναι μέλος της ΣΕ της Μαρξιστικής Σκέψης.