Η φωτογραφία του εξωφύλλου αποτυπώνει μια άλλη Αθήνα που ωστόσο λίγο έχει αλλάξει στη βασική τοπιογραφία της. Η λήψη έχει πραγματοποιηθεί στο ύψος του Πανεπιστημίου επί της ομώνυμης λεωφόρου. Στο φόντο κυριαρχούν τα νεοκλασσικά της ομώνυμης λεωφόρου. Αυτήν την Αθήνα πραγματεύεται το βιωματικό λεύκωμα του Γιώργου Καραντώνη που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν. Μια περιπλάνηση, σημειώνει ο τίτλος προτού περάσει κανείς σ΄αυτό το ιδιότυπο road trip που εξελίσσεται στον χρόνο και τη μνήμη. Αυτή η τελευταία πάντα προσωπική ματιά συμπλέει με τις μικρές και τις μεγάλες αλλαγές που συνάντησε η πρωτεύουσα στο δεύτερο μισό του προηγούμενου αιώνα. Δρόμοι που χάθηκαν, πλατείες που νικήθηκαν από την υπερβολική δόμηση, γειτονιές ολόκληρες με ορόσημα και σύμβολα που καταχωρήθηκαν στην μεγάλη, νεοελληνική εποποιία. Η Αθήνα νικήθηκε από τους εργολάβους, την αστυφιλία των δεκαετιών του 1950 και 1960, τις αισθητικές αστοχίες αλλά και τη μοίρα κάθε μεγάλης πολιτείας να μεταμορφώνεται αδιάκοπα σ΄ένα απάνθρωπο τοπίο γεμάτο ασφυκτικά πλήθη και τροχοφόρα.

Ads

Ο Γιώργος Καραντώνης γεννημένος το 1947 βιώνει τη μετάβαση της Αθήνας στα αστικά, ευρωπαϊκά πρότυπα, μιλά για τους ανθρώπους και τις πιο αδιάφορες γωνιές της, καλεί σε προσκλητήριο τόσα και τόσα επώνυμα στην περιοχή που η μοντέρνα πολεοδομία χαρακτηρίζει αθηναϊκό κέντρο. Συνοικίες ελάχιστα γνωστές στους σύγχρονους Αθηναίους, προσφυγικές γειτονιές σ΄εκείνο το ανεξήγητο θαύμα της συσσωμάτωσης του μικρασιατικού ελληνισμού στην απροετοίμαστη, όπως κάθε πολιτεία για τις εκπλήξεις που κρύβει η ιστορία στ΄απόφωνά της.

[…Η ζωντάνια, η πολυμορφία, η κινητικότητα της Αθήνας είναι αισθητές από τη μια ως την άλλη άκρη της, είναι παρούσες σε όλες τις γειτονιές της, είναι πανίσχυρες σε κάθε συνοικία της. Όμως στο ιστορικό κέντρο φθάνουν στο αποκορύφωμά τους, στο εμπορικό τρίγωνό της βρίσκουν την αποθέωσή τους, στην εικονική πραγματικότητα που ανθίζει στον χώρο  που περικλείεται από τις οδούς Αθηνάς, Σταδίου και Μητροπόλεως]…[Την ίδια αίσθηση της ιστορικής συνέχειας και του πολύμορφου μωσαϊκού δίνει και η συνύπαρξη διαφορετικών μνημείων μέσα στον ίδιο χώρο, όπως συμβαίνει με το Φετιχέ τζαμί που βρίσκεται στη ρωμαϊκή αγορά ή το τζαμί Τζισδαράκη στην άκρη της βιβλιοθήκης του Ανδριανού…]

Η Αθήνα περιέχει στον μαγικό της ιστό το χθες και το σήμερα, στην εποχή μας η αίσθηση της μετάβασης φαντάζει πιο ισχυρή από ποτέ. Το παλαιό και το νέο, ο συγχρονισμός με τα νέα, αρχιτεκτονικά ρεύματα και η γραφικότητα που αμύνεται σ΄ένα χαμένο κιόλας παιχνίδι, συνυπάρχουν, συμφύονται μες στους κόλπους μιας πολιτείας με χιλιάδες στρώματα ιστορίας.

Ads

Ο Γ. Καραντώνης μπολιάζει το τοπίο με τις προσωπικές μνήμες επαναφέροντας απ΄την ανυπαρξία την πόλη που πασχίζουμε να συναντήσουμε σήμερα στους νωχελικούς, κυριακάτικους περιπάτους. Τα σπαράγματα της πιο ρομαντικής, αθηναϊκής εποχής, ο μνημειακός πλουραλισμός που κυριαρχεί και συγκρίνεται μόνο με την εκπληκτική τοπιογραφία της Ρώμης συνθέτουν τα χνάρια του συγγραφέα. Ο ρομαντισμός του περιορίζεται στο βίωμα που τώρα φθίνει εμπρός στις αποστάσεις. Η μαρτυρία του αποδίδει γλαφυρά και διάφανα μια πόλη σκληρή που δεν υπήρξε μονάχα γραφική, αλλά και αφιλόξενη, χωρίς υποδομές, με αέρα επαρχιακής κωμόπολης, ανήμπορης να ακολουθήσει τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες στην εξέλιξη του σχεδιασμού τους. Ο ίδιος επισημαίνει αυτήν την ιδιαιτερότητα ως ένα ακλόνητο στοιχείο για τη διαφοροποίηση της Συμφωνίας της Αθήνας των εκδόσεων Βακχικόν από όλα τα συναφή συγγράμματα που καταπιάνονται με την εξελικτική πορεία της Αθήνας τον προηγούμενο αιώνα.

[…Τα εμπορικά μέρη της Αθήνας, εκεί γύρω από την Ομόνοια και το Δημαρχείο, έχουν τη δικιά τους αλήθεια, τη δικιά τους σκληρή ομορφιά, τη δική τους πονεμένη γοητεία. Λαϊκοί άνθρωποι, φυσιογνωμίες κουρασμένες, λαχειοπώλες, καστανάδες, λούτροι, ζητιάνοι, διάφοροι μικροπωλητές που διαλαλούν πολλές φορές με χιούμορ και ειρωνεία την πραμάτειά τους, όπως εκείνος ο πιτσιρίκος που πριν από χρόνια φώναζε: “Προφτάστε! Τρέξε κόσμε! Από πέντε τα βάλαμε μόνο τάληρο!”..]

Όσοι έχουν περιηγηθεί στην Αθήνα, στους τόπους του μαρτυρίου που στο λεύκωμά του σημειώνει σαν σπάνια οδοσήματα με ειδικό, συναισθηματικό βάρος ο Γ. Καραντώνης, αναγνωρίζουν και παραδέχονται αυτήν την τραχιά αισθητική που κληροδοτούν οι άνθρωποι στην πόλη τους. Τα κτίρια που συγκρατούν επάνω τους τη νοηματική αυτού του τόπου, τα ξαφνικά καφενεία στο βάθος μιας στοάς ή στ΄αδιέξοδο ενός δρόμου, οι σκιές που στις μέρες μας βρίσκουν καταφύγιο στο σκληρό κέντρο της Αθήνας συνιστούν το αυθεντικότερο, δομικό υλικό της.

Εν Αθήναις, λοιπόν, με το καθημερινό πανδαιμόνιο, με τις αεικίνητες μέρες και νύχτες, με το πολύχρωμο πλήθος που πηγαινοέρχεται ακατάπαυστα, που σε σκουντά, που πανηγυρίζει,ψηφίζει, τριγυρίζει, ξαναγυρίζει, γυρεύει ούτε και αυτό ξέρει τι…]

Εν Αθήναις, συμπληρώνουμε των ποιητών και των εκδοτικών οίκων, των χαμετυπίων, Αθήναις των Χαυτείων και των συλλαλητηρίων που ξεσπούν, της οδού Πατησίων και της ατέλειωτης εκείνης ευθείας ώσπου η Αριστοτέλους συναντήσει τη μοίρα της εμπρός στις άκαμπτες Καρυάτιδες,εν Αθήναις των κοριτσιών της διπλανής πόρτας, της οδού Λιοσίων και της οδού Ευριπίδου που δαπανώνται στους έρωτες, Αθήναις του απτού, σωματικού βάθους, του οπτικού σκεπτικισμού και του κενού που γεμίζει ο χρόνος με την ασίγαστη συνέπειά του. Ένα σπάνιο λεύκωμα, μια σαφής μαρτυρία και ταυτόχρονα μια πρόταση από έναν γνήσιο Αθηναίο, όπως ονομάζω εγώ εκείνους που αγαπούν αυτήν την πόλη με τις ιδιοτροπίες και την θυελλώδη αισθητική της.