Η λογοτεχνία εμπεριέχει όλες τις ιδιότητες της γλώσσας. Είναι μία μεταγλώσσα που θέτει ερωτήματα για τη φύση και τον ρόλο της γλώσσας. Η ποίηση ξεπερνά τις αγκυλώσεις του νοήματος εμπλέκοντας στην εξερεύνηση των δυνατοτήτων της με τη στοχαστική αναζήτηση και την τέρψη του ακροατή/αναγνώστη. Για αυτό, άλλωστε, στη διάρκεια της ιστορίας θεωρήθηκε επικίνδυνη, καθώς ενθαρρύνει την αμφισβήτηση∙ ο Πλάτων εξόρισε τους ποιητών την ιδανική Πολιτεία. Οτιδήποτε φαίνεται να έχει νόημα, η ποίηση το παρουσιάζει χωρίς νόημα, το υπερβαίνει, το μετασχηματίζει με τρόπο που εγείρει τα ερωτήματά της νομιμότητας και της ορθότητάς του.

Ads

Αυτά τα χαρακτηριστικά διακρίνονται και στην -τρίτη- ποιητική συλλογή του Ανδρέα Ζερδεβά, «αυτουργοί του γαλάζιου» (Κέδρος, 2018), με την πλούσια εκφραστική του, όπου το νόημα υποβιβάζεται μπροστά στην εξερεύνηση της γλώσσας. Μια πλούσια εικονοπλασία ενδύει την ποιητική του μέσα σε ένα ύφος αφηγηματικό. Στην πολύστιχη πρόζα ο δημιουργός ταξιδεύει το κοινό στον γλωσσικό ωκεανό ενός υπαρξιακού προβληματισμού για τον Άνθρωπο, με κυρίαρχο το στοχαστικό υλικό. Ιδέες και εικόνες συνδέονται στους επιμήκεις στίχους με κονίαμα τη συλλογικότητα.

Αυτό που ξεχωρίζει όμως στη ρητορική του Ζερδεβά είναι ο λεκτικός πλούτος. Με επίκεντρο ρηματικούς τύπους στοχάζεται για τον άνθρωπο και τη ζωή, τη ματαιότητα και τις ανατροπές της. Το άλογο στοιχείο ενισχύει τη στοχαστική αγωνία του ποιητή ως πυρήνας της εικονοπλασίας του (μετενσάρκωση, το επιστητό της καλοκαιρινής νάρκης, ντελικατέσεν, προμήθεια παρακαμπτηρίου πράξεως). Μεταφορές, μετωνυμίες και προσωποποιήσεις διανθίζουν τον στίχο του γοητεύοντας τον ακροατή/αναγνώστη (διαπασών, διανομή καλοκαιρίας, μία απαλή απαλότητα, τεχνάσματα αποδοκιμασίας, καλοκαιριού αλέ ρετούρ, χαραυγή). Με οδηγό την ανοικείωση επίθετα και ονοματικά σύνολα ξαφνιάζουν το κοινό διαμορφώνοντας μία εικαστική και νοηματική δισημία (αλληλουχία υπολειμμάτων, μελοποιήσεις-επιδιορθώσεις, απόσταση αναμονής, μία τιμωρός ψευδαίσθηση, μεταστέγαση, δώρον άδωρον, το λειψό χρέος του αιώνιου).

Αξιοποιεί τη δύναμη των επιθέτων, τόσο όμως ώστε ο ποιητικός του λόγος να μη χαρακτηριστεί λιτός, ενώ σημαντικό ρόλο αφήνει σε επιρρηματικούς και προθετικούς προσδιορισμούς, που δίνουν βάθος -χωρικό ή χρονικό- στα ουσιαστικά και τα ρήματα. Η εισαγωγή επιθέτων διαμορφώνει προτάσεις συνθέτες και επαυξημένες που διαστέλλουν τον χρόνο πρόσληψης και με τη βοήθεια της αλογίας. Η δε υποτακτική σύνδεση θεμελιώνει την αφηγηματική πρόζα. Η παρατακτική σύνδεση στον πολυσύλλαβων στίχο διατηρεί τον ρυθμό και συνάμα κρατά τον ακροατή προσηλωμένο στην εικόνα και τη γλωσσική απόλαυση.

Ads

Το β’ ενικό στις κλητικές προσφωνήσεις, προτρεπτικές προστακτικές ή αδύνατους τύπους προσδίδει μία θεατρικότητα (αφεψήματα γαλάζιου, μία παρτίδα πατρίδας αλμυρής, αυτουργοί του γαλάζιου, δελτίο καιρού, τεχνάσματα αποδοκιμασίας, νυχτερινή βάρδια, εκ παραδρομής, δώρον άδωρον, θαυμαστικό). Οι ερωτήσεις (δώρον άδωρον, καραβοστάσι ιδεών, προμήθεια παρακαμπτηρίου πράξεως) ή οι επιφωνηματικές προτάσεις κι εκφράσεις -με θαυμαστικό (μία παρτίδα πατρίδας αλμυρής, διαπασών, το λαγωνικό, οι τσέπες, διαμονή καλοκαιρίας, τεχνάσματα αποδοκιμασίας, νυχτερινή βάρδια, μεταστέγαση, ντελικατέσεν, προμήθεια παρακαμπτήριου πράξεως)- και το α’ ενικό πρόσωπο υποστηρίζουν τη σκηνική διαλογικότητα. Μα ο Ζερδεβάς δεν πέφτει σε κάποιο ποιητικό εγωκεντρισμό (αλέ ρετούρ, τα πειστήρια του λίγο πριν, διαμονή καλοκαιρίας).

Μεταφερόμενος απ’ το γενικό στο ειδικό -κι ανάποδα- μετατρέπει το πρωτοενικό υποκείμενο σε έναν ανώνυμο υποκριτή στη σκηνή των αναζητήσεών του που εκφράζει το σύνολο. Την ίδια στιγμή αποφθεγματικές λυρικές διατυπώσεις εξακοντιζουν το συναίσθημα στην καρδιά των στοχασμών και του κοινού (τεχνάσματα αποδοκιμασίας, το λαγωνικό διαπασών, μεταποιήσεις-επιδιορθώσεις, εκ παραδρομής).

Μα η ποίηση του Ζερδεβά δεν είναι εκείνη στην οποία θα υποβάλουμε το -βλακώδες- ερώτημα «ποιο είναι το νόημα» ή «ποια η κεντρική ιδέα του ποιήματος». Ξεπερνά τη συμβατικότητα του επικοινωνιακού λόγου και λειτουργεί ως ένα σύστημα σημείων (Saussure) μέσα από την τολμηρή του έκφραση ορίζοντας έναν προσωπικό ποιητικό κώδικα. Εξερευνά τα σχήματα των συνηθισμένων τρόπων σκέψης και επιχειρεί να τα κάμψει ή να τα αναπλάσει δείχνοντάς μας τον τρόπο που στοχαζόμαστε, εστιάζοντας την προσοχή μας στις λέξεις και τα φωνητικά ζεύγη (Culler). Άλλωστε σύμφωνα με τις θεωρίες της αναγνωστική πρόσληψης το νόημα ενός κειμένου είναι η εμπειρία του αναγνώστη, καθώς ξαναγράφει το κείμενο. Το νόημα ενός έργου είναι ταυτόχρονα εμπειρία ενός υποκείμενου και ιδιότητα ενός κειμένου.