Το ποίημα διακρίνεται από μία σύμβαση ενότητας και αυτονομίας∙ αντιμετωπίζεται ως ένα ανεξάρτητο έργο με εντελώς δική του δομή. Η ποίηση δεν αποτελεί μία μορφή απλή επικοινωνίας∙ δεν εκθέτει απλώς ένα βιωμένο γεγονός. Στέκει μακριά από την μεταφορά πληροφορίας και στόχο έχει να διεγείρει συναισθήματα και στοχαστική διάθεση, να προξενήσει ερωτήματα και να κάνει το κοινό να συλλογιστεί πάνω στα ζητήματα που θέτει.
Η τελευταία ποιητική συλλογή του Σωτήρη Π. Βαρνάβα, «διαστάσεις του χωροχρόνου» (Γαβριηλίδης, 2018) είναι βαθιά στοχαστική.

Ads

Ο Κύπριος φιλοσοφεί για τον άνθρωπο, τη μνήμη και τον χρόνο. Με επίκεντρο τον πρωτοενικό υποκριτή διεγείρει προβληματισμούς υπαρξιακούς. Με συγκείμενα από την ποίηση και άλλες τέχνες στοχάζεται ή παρωδεί (ο μόχθος των βράχων, ενδοχώριοι μηχανοδηγοί, μορφή βαρβάρων, προς συν-ωμότη, see you in the fall, εικόνα λογισμού). Με τις επιλογές του επιβεβαιώνει ότι η λογοτεχνία τρέφεται με τις σάρκες άλλης λογοτεχνίας, ότι η λογοτεχνία, όπως σημειώνει ο Culler, λειτουργεί ως μια πρακτική κατά την οποία οι ποιητές την προωθούν ή την ανανεώνουν με έμμεσο στοχασμό πάνω στην ίδια. Άλλωστε, πολλοί θεωρητικοί υποστήριξαν ότι τα έργα είναι καμωμένα από άλλα έργα∙ προέκυψαν από προηγούμενα έργα τα οποία απορρόφησαν, επανέλαβαν, αμφισβήτησαν ή μετασχημάτισαν. Ο στίχος του ακολουθεί τη συνειρμική κίνηση της αγωνίας. Σαν μικρές ιστορίες με έναν πρωτοενικό αφηγητή με εσωτερική εστίαση, οι συνθέσεις αποτυπώνουν την αγωνία του δημιουργού (ο χαρταετός, από το δελτίο καιρού).

Μία διερεύνηση της συλλογής με βάση τις αναγνωστικές θεωρίες επιβεβαιώνει ότι το ποιητικό κείμενο θεμελιωμένο στη συνειρμική πλοκή και τη ρευστή στιχουργία αφήνει κενά∙ χάσματα, όπως έλεγε ο Iser, που καλείται να γεφυρώσει ο ακροατής με τη φαντασία και τον ορίζοντα προσδοκίας του (στα τρίτα της γενέθλια). Άλλωστε, και κατά τον Macherey το έργο είναι πάντα ατελές. Ο Βαρνάβας αφήνει τον αναγνώστη μέσα από αυτά τα κενά να εντοπίσει το αόρατο, λειτουργώντας ως ενεργητικό υποκείμενο. Έτσι, μεταδομιστικά, ξαναγράφει το ποίημα. Όλοι οι αναγνώστες ερμηνεύουν όταν διαβάζουν. Το νόημα των συνθέσεων του Βαρνάβα είναι η εμπειρία του ακροατή του, ο οποίος με τη σειρά του δημιουργεί λογοτεχνία (παραπομπές στην ιστορία, γυρισμός).

Η ποιητική του Βαρνάβα είναι πληθυντική. Επιτρέπει πολλαπλές ερμηνείες (μεταστοιχείωση, πληρότητα, διά αλληλογραφίας, ωφέλιμη απόσταση). Ο αναγνώστης του λειτουργεί ως σκηνοθέτης, θεατής και ερμηνευτική φωνή ταυτόχρονα. Ο ακροατής του Βαρνάβα εγκαταλείπει την απαρχαιωμένη ποζιτιβιστική αναζήτηση της κεντρικής ιδέας και ταξιδεύει με τα σύννεφα και τις λέξεις του Κύπριου. Το ποιητικό κείμενο, άλλωστε, δεν υπόκειται σε μία ερμηνεία αλλά σε μία έκρηξη∙ προκαλεί, κατά τον Barthes, τον ακροατή σε ένα παιχνίδι ενεργητικό που απολαμβάνει (το αρνητικό, ωκεάνιο συναίσθημα, αποδόμηση, μπούμερανγκ).

Ads

Χαρακτηριστικοί είναι οι τίτλοι του. Η αναγνωστική πρόσληψη της ποίησης συνδέεται άμεσα με τον τίτλο, καθώς αυτός αποτελεί το εισαγωγικό τμήμα μιας σύνθεσης, διατηρώντας λειτουργικό ρόλο, ως οργανικό τμήμα του ποιήματος, μολονότι δεν υπαγορεύεται από τις στοιχειώδεις αρχές οργάνωσής του. Στις συνθέσεις του Βαρνάβα αποτελεί μια φωνή εξωδιηγητική. με άλλα λόγια οριοθετεί το ποίημα ως αυτοδύναμη οντότητα στην κειμενικότητα. Είναι, κατά τον Barthes, το πρώτο βήμα στην ανάπτυξη του ερμηνευτικού κώδικα, αρθρώνοντας το πρωταρχικό αίνιγμα ή ερώτημα που προσανατολίζει τον αναγνώστη. Όπως σημειώνει και ο Γρηγόρης Πασχαλίδης, δεν σημειώνει απλά την έναρξη του κειμένου, αλλά αποτελεί και ένα προνομιακό σημείο εισόδου σε αυτό καθώς προσφέρει μία συγκεκριμένη οπτική για την ερμηνευτική του προσέγγιση. Ανοίγει το κείμενο δημιουργώντας μια σειρά από αρχικά ερωτήματα και προσδοκίες, ως μεταδηγηματικός κώδικας, καθώς αυτός συνιστά την απαρχή της ερμηνείας.
Ο Βαρνάβας πλάθει δυνατές λυρικές εικόνες με έντονο το φυσιολατρικό στοιχείο. Η φύση και η ζωή στην ύπαιθρο της γενέτειρας τροφοδοτούν τη μνήμη και τις ποιητικές αναζητήσεις του (στη χώρα μας, η πέμπτη διάσταση, χωρίς μνήμες, φύτρες, απόθεμα δίψας, πληρότητα). Οι εικόνες αυτές έρχονται σε αντίθεση προς τη ζωή του ώριμου ανθρώπου, θυμίζοντας το «βίωμα της ιθαγένειας ή της εντοπιότητας», όπως το προσέγγισε ο Γαραντούδης. Άλλωστε, δεν είναι λίγα τα ποιήματα που συνδέονται με τον γενέθλιο τόπο (θύματα θέσης, παραπομπές στην ιστορία, γυρισμός, οικίας δομικά, γράμμα στον αδερφό μου, του Ρε Αλέξη Πέζεμα). Κοινωνικά στιγμιότυπα ενσωματώνονται στην ποιητική του (διά αλληλογραφίας, επί υποθέσεως, ορθογράφροι, καταφύγιο, δύο ουρανοί) συχνά σε συνάφεια με τη μνήμη (σου γράφω, ο οικότοπός μας, νέο-ιδιωματισμοί, του Ρε Αλέξη Πέζεμα, η φοράδα του, Κοραή και Ζήνωνος Κιτιέως Λευκωσία). Αποτυπώνει απλές σκηνές του καθημερινού βίου, του τόπου και των ανθρώπων, τα βάσανά τους (ο οικότοπός μας, καταφύγιο νέο-ιδιωματισμοί, ο χαρταετός, μου γράφεις), ενίοτε με συμβολική διάθεση (σου γράφω).

Το φυσιολατρικό του κάδρο σκορπά μια ηρεμία∙ κατέχει όμως λειτουργικό ρόλο και ενισχύει τον υπαρξιακό προβληματισμό του (οι λόγοι σου, ρόδι στιγμή, σίγουρη σχέση, δίχως διερμηνείς, μπούμερανγκ). Ο δημιουργός γοητεύει με τις λεκτικές πινελιές του τον ακροατή/αναγνώστη και διαχέει νότες αισιοδοξίας που ισορροπούν με το περιεχόμενο (η πέμπτη διάσταση, το βιβλίο της γης, Giordano Bruno, συμπάντιος διαστολή, δύο ουρανοί). Η κίνηση και το χρώμα αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά της ζωντανής εικονοποιίας του Βαρνάβα (μου γράφεις, ρόδι στιγμή, οι λόγοι σου, συμπάντιος διαστολή, το αρνητικό, μέτοικος), πλάι στη συμβολική χρήση του ουρανού.

Η συνεχής παρουσία φωτός (τοπία του αγνώστου, σου γράφω, Φ όπως φως, δοκίμια φως, πληρότητα, οι λόγοι σου) και ο ήλιος με τη μέρα (σου γράφω, δύο ουρανοί, η πέμπτη διάσταση, ωκεάνιο συναίσθημα) εικαστικά εκφράζουν αυτή την αισιόδοξη οπτική. Η σύνδεση της ποίησης με τον ουρανό, το σύμπαν και το στερέωμα (σώμα του σύμπαντος, αντιβαρύτητα, ανάγνωση από απόσταση, τοπία του αγνώστου, συμπάντιος διαστολή) και το φως ενδύουν με μια οπτιμιστική διάθεση τον χώρο. Μα όλα βρίσκονται σε απόλυτη αρμονία∙ η σιωπή (δοκίμια φως, να μιλήσουμε θέλω, μου γράφεις, το βλέμμα της θάλασσας, δια αλληλογραφίας) με τις φωνές (ανάγνωση από απόσταση, προφορικότητα, πληρότητα, οι λόγοι σου) και τον λόγο (προφορικότητα), η αισιοδοξία με τον θάνατο (σώμα του σύμπαντος, αντιβαρύτητα, με τον τρόπο της ποίησης, μεταστοιχείωση, επί υποθέσεως, θύματα θέσης, το λάθος), η μνήμη (Φ όπως φως, χωρίς μνήμες, ανάγνωση από απόσταση, καταφύγιο) με το μέλλον και τον χρόνο (επί υποθέσεως, εξήγηση).
Μια διάθεση δραπέτευσης αποκαλύπτεται μέσα από την ενσωμάτωση του φυσικού στοιχείου στη ρητορική του. Η διαρκής παρουσία της θάλασσας (το βλέμμα της θάλασσας, τρέφομαι λέξεις) δεν προσδίδει μόνο χρώμα και κίνηση στο ποιητικό καναβάτσο, αλλά λειτουργεί και ως δυνητικό μέσο δραπέτευσης. Πλεούμενα (μου γράφεις, ο οικότοπός τόπος μας, ταξίδι στην Αλεξάνδρεια, υπόθεση ευθύνης, με τον τρόπο της ποίησης, συμπάντιος διαστολή) και πετούμενα (προφορικότητα, οι λόγοι σου, δύο ουρανοί, η πέμπτη διάσταση, εν πτήσει, Κοραή και Ζήνωνος Κιτιέως Λευκωσία) αφήνουν μία αχλή απεγκλωβισμού και μία τάση ταξιδιού. Το ταξίδι, εξάλλου, καταγράφεται άμεσα (τοπία του αγνώστου, από το δελτίο καιρού, τοπία ουρανού, το αρνητικό). Η απόσταση και η απομάκρυνση διατηρούν μία συναισθηματική συνάφεια με το ταξίδι. Η ανάγκη επικοινωνίας κυριαρχεί πέρα από τις διαστάσεις του χώρου και του χρόνου (δια αλληλογραφίας, επί υποθέσεως, εκτός ύλης, ωφέλιμη απόσταση, προσθέτω ταχυδρομικό τέλος). Η ίδια η ποίηση μέσα σε μία αλληγορική αναγνωστική προσέγγιση λειτουργεί ως μέσο δραπέτευσης στον χωροχρόνο και μία εκφράζει μία ανάγκη συναισθηματικής επικοινωνίας.

Ακόμα και το σύννεφο (τοπία του αγνώστου, ανάγνωση από απόσταση, τοπία ουρανού, ωκεάνιο συναίσθημα) μοιάζει να λειτουργεί ως ένα ποιητικό σύμβολο του ταξιδιού και του ελεύθερου πνεύματος. Ούτως ή άλλως διατηρεί μια μετωνυμική λειτουργία της ποίησης. Πηγάζει από τη χριστιανική ιδεολογία της διάκρισης ουρανού-πνεύματος και γης- ανθρώπινου∙ μία διάκριση που απαντάται έντονα και στη σαχτουρική ποίηση. Εξάλλου, και στον Βαρνάβα η ποίηση μοιάζει να συνδέεται με τον ουρανό (τοπία του αγνώστου). Έτσι η ποιητική του αποκτά και μια μεταφυσική προσέγγιση της ποίησης (μεταστοιχείωση). Η εξωλογική διάστασή της, ως αυτοαναφορικότητα, συντίθεται από τις μεταφορές (τρέφομαι λέξεις), τις μετωνυμίες (με τον τρόπο της ποίησης) και την ενσωμάτωσή της στην αλογία. Οι λέξεις στον στίχο του αποκτούν, θα λέγαμε, μαγικές ιδιότητες (να μιλήσουμε θέλω, φύτρες, με τον τρόπο της ποίησης, η πέμπτη διάσταση, επί υποθέσεως). Οι λέξεις προσωποποιούνται (τοπία του αγνώστου, δοκίμια φως, αντιβαρύτητα, ωφέλιμη απόσταση, ενδοχώριοι μηχανοδηγοί). Αξίζει όμως να σημειώσουμε ότι η ποιητική αυτοαναφορικότητα δεν αποτελεί μία μονοδιάστατη επιλογή του δημιουργού. Συνδέεται με το φυσικό στοιχείο, με τη γοητεία του λυρισμού και βρίσκεται σε διαρκεί συσχέτιση με τον υπαρξιακό προβληματισμό. Συχνά δε αξιοποιεί την αναλογία και τη μεταφορική ιδιότητα του ποιητικού λόγου για να μιλήσει για την ποίηση, αναδεικνύοντάς την ως μία μεταγλώσσα (τρέφομαι λέξεις, πληρότητα, ρόδι στιγμή, οι λόγοι σου, η πέμπτη διάσταση, επί υποθέσεως, το βιβλίο των βράχων, ενδοχώριοι μηχανοδηγοί).

Επιλογικά, η ποιητική συλλογή του Σωτήρη Βαρνάβα βρίσκει πλήρη ανταπόκριση στις σύγχρονες αναγνωστικές θεωρίες. Οι νεότερες θεωρίες βγάζουν τον αναγνώστη από τον παθητικό ρόλο που τον είχαν τοποθετήσει οι λογοτεχνικές σπουδές. Τον εκθέτουν ως ενεργητικό υποκείμενο∙ ακόμα κι όταν «απλώς αποκωδικοποιεί» τα ποιήματα, ανακαλύπτει το νόημα, ερμηνεύει και άρα λειτουργεί ενεργητικά. Κεντρικό ζήτημα πια είναι η ελεύθερη κίνηση των σημασιών του ποιητικού κειμένου∙ δε μιλά πια ο ποιητής αλλά η γλώσσα∙ αυτή τον χρησιμοποιεί για να ενσαρκωθεί σε απτή γραφή και για να εκφράσει την πληθωρικότητα και την πολυσημία της στον ακροατή/αναγνώστη.