Η πρώτη συλλογή διηγημάτων της Αντιγόνης Ηλιάδη, «βενζίνη» (ένεκεν, 2017), απαρτίζεται από 13 προκλητικά σκληρές ιστορίες που συνθέτουν αθροιστικά το παζλ της σύγχρονης πραγματικότητας της βίας, του τρόμου, του σεξουαλικού τραύματος.

Ads

Μέσα από τις ιστορίες της αναδεικνύονται τα ελατήρια της βίας και καθορίζεται ο κοινωνικός παράγοντας και η ψυχική του αποτύπωση πριν οδηγήσει στο θάνατο. Στην ουσία η Ηλιάδη παραδίδει ένα μυθοπλαστικό εγχειρίδιο εγκληματολογίας, αποτυπώνοντας με νατουραλιστική ωμότητα τη βία που μας περικυκλώνει και εσύ τους αποφεύγουμε να δούμε.

Καταπιεσμένες γυναίκες και άνδρες και υποτακτικές συνειδήσεις “επαναστατούν”, σκοτώνουν. Για αυτούς η βία λειτουργεί είτε ηδονιστικά ως διέξοδος είτε ως ένα μέσο λύτρωσης από την κακοποίηση. Απολαμβάνουν τη βία ως μία ομοιοστατική ενέργεια εξισορρόπησης της ψυχολογικής ή σωματικής βίας που δέχονται. Τα θύματα γίνονται θύτες και οι θύτες γίνονται θύματα οι ίδιοι.

Στο πρώτο μέρος έμφαση δίνεται στην κακοποίηση της γυναίκας κυρίως και τη βία του κοινωνικού χώρου∙ βία σεξουαλική άλλοτε ως κακοποίηση και άλλοτε ως σαδιστική/μαζοχιστική. Μία βία που στις σύντομες μυθιστορίες καταλήγει πάντα σε έναν θάνατο. Στο δεύτερο μέρος φέρνει στο διηγηματογραφικό προσκήνιο ήρωες που στέκουν αθέατοι, οιονεί νεκροί. Εδώ πλέον η βία έχει τη μορφή της κοινωνικής καταπίεσης και της αδιαφορίας που κλειδώνει τους ήρωες στο δικό τους περιθώριο.

Ads

Και η εκφραστική δεινότητα της Ηλιάδη συνεπαίρνει τον αναγνώστη. Η συχνή χρήση του μικροπερίοδου λόγου εντείνει το συναίσθημα, Ενώ η κυρίαρχη ψυχρή αφήγηση συγκλονίζει με το συναισθηματισμό που αφήνει πίσω της. Η ρευστότητα του αφηγηματικού χρόνου με τις αναδρομές (του οδηγού λεωφορείου) και τις εγκιβωτισμένες διηγήσεις προωθούν γρήγορα την “πλοκή”.

Ο πρωτοπρόσωπος εξωδιηγητικός αφηγητής (που κυριαρχεί) με την εσωτερική εστίαση δεν υποστηρίζει μόνο την αμεσότητα, μα και κυρίως τη ρεαλιστική διήγηση. Ο συνειρμικός καταιγισμός της αφήγησης με τις αναδρομές (ξέρεις ότι αν πιείς θα γίνει ατύχημα, ο κύκλος) και τις επαναλήψεις (στιγμιότυπα βάφτισης) επιταχύνει την αφήγηση ενισχύοντας το συναίσθημα.

Το παράλογο γεμάτο με συμβολισμούς γίνεται το κυρίαρχο συστατικό της αφήγησης. Παραλογισμός της βίας (η κλειδαρότρυπα) συναντά τον παραλογισμό της κατανάλωσης και της θρησκοληψίας (η παναγία του σούπερ μάρκετ) και εκείνον της ίδιας της ζωής (η ανύπαρκτη ζωή του Ευγένιου Μένσκιν). Πνοές υπερρεαλιστικής αγριότητας αναμειγνύονται με μία τολμηρά επιθετική γλώσσα συγκλονίζοντας με την ωμότητα και τον ρεαλισμό.

image

Χαρακτηριστική είναι η θεατρικότητα της γλώσσας και της αφήγησης. Η ζωντάνια του πρώτου ενικού μονολόγου διαμορφώνει μια σκηνικότητα που ενισχύεται με το κοφτό λόγο την αθυροστομία και τα αφηγηματικά πισωγυρίσματα. Η γλώσσα της αφήγησης, ωμή κι αυτή, προκαλεί με την τόλμη και την ευθύτητά της. Μα τούτη η ελευθεροστομία κατέχει λειτουργική θέση, καθώς ενισχύει τον ρεαλισμό και τη νατουραλιστική διάθεση.

Με έμφαση στην ψυχολογία των ηρώων, όπως αυτή εύληπτα εξάγεται από τους πρωτοπρόσωπους μονολόγους, φέρνει στο προσκήνιο τον συναισθηματικό κόσμο των κοινωνικά αφανών, μεταναστών, ομοφυλοφίλων, πόρνες κλπ.