Το Tvxs.gr δημοσιεύει αποσπάσματα από το πολύ ενδιαφέρον βιβλίο της Ρόζας Βασιλάκη και του Γιώργου Σουβλή που κυκλοφόρησε από το ίδρυμα  Ρόζα Λούξεμπουργκ με τον τίτλο «Η Κανονικοποιήση του Ακροδεξιού Λόγου στην Ελλάδα – Φύλο, ΜΜΕ, Ένοπλες Δυνάμεις, Εκκλησία».

Ads

Η έκβαση της δίκης της Χρυσής Αυγής τον Οκτώβριο του 2020 ολοκλήρωσε τη διαδικασία απονομιμοποίησής της που είχε αρχίσει ήδη, σε επίπεδο κοινωνίας, κάποια χρόνια πριν. Ολόκληρο, σχεδόν, το πολιτικό φάσμα επικρότησε την καταδίκη της και oι πρακτικές της χαρακτηρίστηκαν πλέον εγκληματικές.

Ποια είναι όμως τα ιδεολογικά μοτίβα στα οποία στηρίχθηκε η Χρυσή Αυγή και ως ποιον βαθμό συνεχίζουν να  υφίστανται και να αποτυπώνονται στην κοινωνία ακόμη και μετά το πέρας της δικαστικής της καταδίκης; Ποια είναι η αντανάκλαση των ιδεών της στις αντιλήψεις του κοινωνικού συνόλου και ποιες οι ιδεολογικές προσλήψεις τους; Και, τελικά, μέχρι ποιόν βαθμό διαπερνά ο λόγος της άκρας δεξιάς την καθημερινότητα και εμφιλοχωρεί σε στάσεις και απόψεις που σταδιακά κανονικοποιούνται;

Η μελέτη της Ρόζας Βασιλάκη και του Γιώργου Σουβλή καταπιάνεται με ένα εξαιρετικά κρίσιμο και επίκαιρο θέμα το οποίο είναι η κανονικοποίηση του λόγου της ακροδεξιάς τόσο από επίσημους θεσμούς του Ελληνικού κράτους όσο και από την ίδια την κοινωνία των πολιτών. Η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης έρευνας συνίσταται στο ότι τα κεφάλαια που περιέχονται σε αυτήν έχουν συγκροτηθεί με αναφορά τους ίδιους τους λόγους των ανθρώπων που στελεχώνουν τους θεσμούς υπό εξέταση.

Ads

Ακολουθούν αποσπάσματα από το βιβλίο «Η Κανονικοποιήση του Ακροδεξιού Λόγου στην Ελλάδα – Φύλο, ΜΜΕ, Ένοπλες Δυνάμεις, Εκκλησία»

Η Νέα Άκρα Δεξιά

«Η νέα Άκρα Δεξιά οικειοποιείται τον δικαιωματικό λόγο αντιστρέφοντας τα πρόσημα (για παράδειγμα, “η πλειοψηφία απειλείται από τις μειονότητες” που θα έπρεπε να είναι σιωπηλές και αόρατες, “τα δικαιώματα των ανδρών”) εργαλειοποιώντας έτσι τις πολιτικές ταυτότητας (αλλά και δείχνοντας τα όρια και τους κινδύνους αυτών των πολιτικών), αναγνωρίζοντας επιλεκτικά ορι- σμένα δικαιώματα (για παράδειγμα, η περίπτωση του “ροζ ξεπλύματος” με τη μερική και υπό όρους αποδοχή των ΛΟΑΤΚΙ διεκδικήσεων) και στρέφοντάς τα εναντίον άλλων περιθωριοποιημένων κοινοτήτων (για παράδειγμα, “οι μετανάστες ή οι μουσουλμάνοι που απειλούν την ελευθερία των γυναικών στη Δύση ή και τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων”).

Η κοινή συνισταμένη όλων αυτών των στοιχείων, τα οποία χρησιμοποιούνται χρησιμοθηρικά και κατά το δοκούν στα διαφορετικά εθνικά συγκείμενα που εκδηλώνονται, είναι η επίκληση μιας “κρίσης αξιών” και η αντισυστημικότητα: Η νέα Άκρα Δεξιά παρουσιάζεται ταυτόχρονα ως θεματοφύλακας μιας εθνικής παράδοσης, η οποία απειλείται από την πολυπολιτισμικότητα και τα αιτήματα της συμπεριληπτικότητας που εκφράζουν οι περιθωριοποιημένοι, και ταυτόχρονα ως λόγος αντίστασης, ως λόγος αμφισβήτησης μιας υποτιθέμενης κυριαρχίας αυτών ακριβώς των περιθωριοποιημένων ομάδων οι οποίες διεκδικούν αναγνώριση, κοινωνική ένταξη και ισονομία.

Η νέα Άκρα Δεξιά, η “εναλλακτική Δεξιά (Alt-right)”, όπως έχει γίνει γνωστή, δεν προκρίνει αποκλειστικά και κατά προτεραιότητα βίαιες μεθόδους και αποτρόπαιες επιθέσεις εναντίον των εχθρών της. Η στρατηγική της έχει στραφεί στη διάβρωση των ίδιων των κρατικών θεσμών, στη συστηματική διάδοση των ιδεών της και, υπ’ αυτή την έννοια, σε ένα σχέδιο μακροπρόθεσμης ιδεολογικής ηγεμονίας μέσω της κανονικοποίησης των ιδεών της (Αχμάντ, 2021)».

Ο φεμοεθνικισμός και η ταυτότητα της Νέας Ακροδεξιάς στην Ευρώπη

«Μελετώντας την κανονικοποίηση του ακροδεξιού λόγου στο ελληνικό συγκείμενο, ενδεχομένως να φαντάζει ανορθόδοξο ότι η έννοια του φύλου μελετάται μεταξύ των θεσμών που εξετάζει η παρούσα έρευνα, ως μια αναλυτική διάσταση που μπορεί να συμβάλει στην καλύτερη κατανόηση του συγκεκριμένου φαινομένου. Πράγματι, το φύλο δεν αποτελεί θεσμό, όπως η θρησκεία, ο στρατός και τα ΜΜΕ, αλλά μια κατηγορία ανάλυσης. Είναι εύλογο, επομένως, να διερωτηθεί κανείς με ποιο τρόπο εξυπηρετεί τη βαθύτερη κατανόηση ακροδεξιών ρητορικών και λόγων, που εμφανίζονται στην Ελλάδα την τελευ- ταία δεκαετία.
Το φύλο αποτελεί προνομιακό πεδίο άσκησης εξουσίας και παραγωγής ιδεολογίας.

Στο στίβο του φύλου συγκροτούνται ιδεολογικές ταυτότητες και πολιτικές θέσεις, ενώ σημαντικές πτυχές της δυτικής ταυτότητας αναδιαμορφώνονται τα τελευταία είκοσι χρόνια στη βάση των “έμφυλων ζητημάτων”. Ειδικότερα, από τους πολέμους απελευθέρωσης “καταπιεσμένων” γυναικών στο Αφγανιστάν μέχρι τους πολιτισμικούς πολέμους για τις “καταπιεσμένες” μαντηλοφορεμένες στην Ευρώπη, το φύλο καθίσταται θεμελιακή όψη του τρόπου με τον οποίο η Δύση –και ειδικότερα η Ελλάδα αναφορικά με τη δική μας έρευνα– αναπροσδιορίζει την ταυτότητά της κατά την τελευταία εικοσαετία. Αυτοπροσδιοριζόμενη ως γενέτειρα και αρωγός των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της χειραφέτησης, η Δύση έχει μονοπωλήσει το λόγο περί ισότητας και ελευθερίας, με το φύλο να αποτελεί πλέον προνομιακό πεδίο, επί του οποίου διεξάγονται οι συγκρούσεις για το νόημα των εννοιών αυτών.

Δεν θα ήταν ίσως υπερβολή να ισχυριστούμε ότι ο ευρωπαϊκός πολιτικός στίβος ανασυστήνεται συνολικά πάνω στο λόγο περί φύλου, περί έμφυλων ταυτοτήτων και των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων. Ενώ παραδοσιακά τα κόμματα της Αριστεράς ήταν αυτά που αποκλειστικά προέβαλλαν φεμινιστικές και 
ΛΟΑΤΚΙ διεκδικήσεις ή ταυτίζονταν με αυτές, ολοένα και περισσότερα κόμματα της Δεξιάς και της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη ενσωματώνουν τις πολιτικές ταυτότητας στο λόγο τους.

Την ενσωμάτωση και την εργαλειοποίηση των πολιτικών ταυτότητας από τη Δεξιά και την Ακροδεξιά αλλά και τη στροφή γυναικών και ΛΟΑΤΚΙ υποκειμένων προς τα κόμματα του χώρου αυτού αποτυπώνουν δύο φαινόμενα: ο φεμοεθνικισμός και ο ομοεθνικισμός. Στο ευρωπαϊκό παράδειγμα η χρήση του λόγου περί έμφυλων δικαιωμάτων χρησιμο- ποιείται εργαλειακά από την πολιτική. Αφενός, μέσω της προβολής της θεμελίωσης δικαιωμάτων και επίτευξης ισότητας, η Ευρώπη κατασκευάζει το προφίλ της ως προοδευτικό, και αφετέρου, αντιδιαστέλλεται ως προς τους πολιτικούς και ιδεολογικούς της Άλλους. Η διχοτόμηση αυτή θεμελιώνεται κυρίως στην αντιπαραβολή της Δύσης έναντι του μουσουλμανικού κόσμου, όπου τα δικαιώματα αυτά δεν έχουν ακόμα θεσπιστεί με όρους της δυτικής νεωτερικότητας».

Η επιρροή των Ευρωπαϊκών προτύπων στην Δεξιά της Ελλάδας

«Όπως προκύπτει και από τη συγκεκριμένη έρευνα, η σχέση των λόγων για το φύλο με την Ακροδεξιά –στην Ελλάδα με τη Δεξιά– αποτελεί ένα σημαίνον στοιχείο που φωτίζει τους νέους τρόπους κατασκευής των πολιτικών μορφωμάτων. Στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, η Δεξιά αλλά και η Ακροδεξιά έχουν αναδιαμορφώσει το προφίλ τους και έχουν πλέον συμπεριλάβει τους λόγους περί των έμφυλων ζητημάτων, άλλοτε αμιγώς εργαλειοποιώντας τα και άλλοτε ενσωματώνοντάς τα ως θεμελιακό στοιχείο της ταυτότητάς τους.

Η νέα συμπερίληψη των λόγων για το φύλο και από το δεξιό και από το ακροδεξιό φάσμα σηματοδοτεί έναν ανασχηματισμό όλου του πολιτικού σκηνικού, όπως
το γνωρίζουμε μέχρι σήμερα. Οι πολιτικές ταυτότητες, κερδίζοντας όλο και  περισσότερο έδαφος, μοιάζουν να αποτελούν πλέον μια κανονικότητα και να αναπαράγονται από όλο και περισσότερους πολιτικούς χώρους.

Κρίνουμε ότι στα επόμενα χρόνια και η Ελλάδα θα ακολουθήσει αυτή τη γραμμή και θα αναδειχτεί, ενδεχομένως, και μια Ακροδεξιά που θα ενσωματώσει το λόγο για το φύλο στην ατζέντα της. Για την ώρα, διαμέσου της αναδιαμόρφωσης της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς, τα φαινόμενα του φεμοεθνικισμού και του ομοεθνικισμού κάνουν τη δειλή εμφάνισή τους, κανονικοποιώντας τους έμφυλους λόγους σε κάποιο βαθμό, μετατοπίζοντας την ετερότητα από τον έμφυλο στον μουσουλμάνο Άλλο και εντάσσοντας –ως καθοριστική συνθήκη για την ανάδυση των φαινομένων εξαρχής– τα έμφυλα υποκείμενα στο εθνικό “ανήκειν”. Αυτές οι πολιτικές εξελίξεις ανοίγουν ένα ερευνητικό πεδίο ανάλυσης, που θεωρούμε ότι χρήζει παρακολούθησης και περαιτέρω μελέτης τα επόμενα χρόνια».

Τα ΜΜΕ και ο ρόλος τους στην ρητορική της Ακροδεξιάς την περίοδο της κρίσης

«Σε μια περίοδο που και τα ίδια τα ΜΜΕ βρίσκονταν σε κρίση, ανέλαβαν με γλωσσικά και εικονικά σχήματα να νοηματοδοτήσουν τα γεγονότα που δημιούργησαν άγχος, ανασφάλεια και φόβο σε μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας την περίοδο της δημοσιονομικής αλλά και κοινωνικοπολιτικής κρίσης, καθώς φάνηκε να κλονίζονται και να απειλούνται οι κανονιστικές αρχές και αξίες της (Coman, 2005).

Η δραματοποίηση της είδησης σε συνδυασμό με την αναζήτηση μιας “εύπεπτης” πληροφόρησης καθιέρωσαν την παραγωγή ενός λόγου που χρησιμοποίησε γλωσσικές-σημειωτικές κατασκευές για να δημιουργήσει νοήματα και να παραγάγει ηγεμονικές αναπαραστάσεις και ερμηνείες. Σύμφωνα με τον Φέρκλαφ (Fairclough, 1992, σελ. 87), “οι ιδεολογίες που είναι ενσωματωμένες στο λόγο (“discourse”) είναι πιο αποτελεσματικές όταν καταφέρνουν να φυσικοποιηθούν και να αποκτήσουν το status της κοινής λογικής”.

Οι πρόσφυγες και οι μετανάστες, οι γείτονές μας κάτοικοι της Βόρειας Μακεδονίας και όσοι συντέλεσαν σε αυτή τους τη μετονομασία αποτέλεσαν ομάδες-στόχους, γύρω από τις οποίες αρθρώθηκε ένας λόγος που τις διαχώρισε από το εθνικό κοινωνικό σώμα και τις συνέδεσε με τα δεινά του ελληνικού λαού την περίοδο της κρίσης. Ήταν ένας λόγος μίσους που λειτούργησε ως αρχή κοινωνικής οργάνωσης, παράγοντας κοινωνικοπολιτικά αποτελέσματα (Ahmed, 2004).

Η αντιπαγκοσμιοποιητική στάση των ΜΜΕ και η η συμβολική αναβίωση του εμφύλιου τραύματος

«Φαινομενικά ουδέτερα ΜΜΕ ταυτίστηκαν με εκείνα που ανήκουν στον δεξιό χώρο, ως μέρος μια ευρύτερης τάσης στην παγκόσμια πολιτική σκηνή, όπου κεντρώοι πολιτικοί σχηματισμοί μετατοπίζονται προς τα δεξιά, σε μια προσπάθεια να ανταποκριθούν στα αιτήματα των αγορών. Ο εξτρεμισμός αυτός του Κέντρου ικανοποιεί το αίτημα του νεοφιλελευθερισμού για ένα μονοκομματικό κράτος που εξυπηρετεί και προβάλλει τα συμφέροντα του καπιταλισμού προκρίνοντας την ιδεολογική ηγεμονία της Δεξιάς (Ali, 2015).

Αν και φάνηκε να εξαφανίζεται η ειδοποιός διαφορά της Αριστεράς με την Δεξιά μετά την υπογραφή της μνημονιακής σύμβασης από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, τον Ιούλιο του 2015, και τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές λιτότητας που εφάρμοσε κατά το διάστημα της θητείας της, ο αντικυβερνητικός λόγος συνέχισε να κυριαρχεί στα ΜΜΕ, αποκτώντας πλέον μια αντιπαγκοσμιοποιητική διάσταση με εθνικιστικά χαρακτηριστικά και μια προτροπή επιστροφής στην παράδοση ως μόνη διέξοδο από την κρίση. Συχνά επιχειρήθηκε μέσα από την επίκληση μιας απωθημένης μνήμης η συμβολική αναβίωση του εμφύλιου τραύματος (Δεμερτζής, 2011)».

* Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το βιβλίο εδώ