Πριν ακριβώς σαράντα χρόνια, το καλοκαίρι του 1984, ο Ρόναλντ Ρίγκαν, η Μάργκαρετ Θάτσερ και ο Ανδρέας Παπανδρέου μονοπωλούσαν το ενδιαφέρον των μέσων ενημέρωσης, οι έγχρωμες τηλεοράσεις είχαν ήδη κάνει την εμφάνισή τους στην χώρα μας, και η ζέστη ήταν αφόρητη χωρίς κλιματική αλλαγή.
Ήρθε μια στιγμή στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες που δημιούργησε ένα «χωροχρονικό αλλοιωθέν» το οποίο μηδένισε, έστω για λίγη ώρα, όλη την επικαιρότητα και όλες τις ψευτο-σημαντικότητες, ανατρέποντας άπαξ δια παντός το στερεότυπο της «νίκης».
Ήταν επίσης η χρονιά με τα τελευταία σκιρτήματα του νεκρο-ζώντανου Ψυχρού Πολέμου, όταν η Σοβιετική Ένωση, η Ανατολική Γερμανία, η Κούβα και άλλες χώρες του ανατολικού μπλοκ αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στους ολυμπιακούς αγώνες του Λος Άντζελες.
Η Κίνα όμως, όπως και η Γιουγκοσλαβία και η Ρουμανία, ήταν οι μόνες κομμουνιστικές χώρες που έστειλαν τους αθλητές τους στην διοργάνωση. Ίσως δεν έδωσαν πολλή σημασία στο μποϊκοτάρισμα των ολυμπιακών αγώνων της Μόσχας από τις ΗΠΑ, τέσσερα χρόνια νωρίτερα, το 1980.
Εκπροσωπώντας την Ελβετία, η κατά τα άλλα αδιάφορη μαραθωνοδρόμος Γκαμπριέλα Άντερσεν Σις δεν έτρεφε, ορθώς τελικά, βλέψεις πρωτιάς ή διακεκριμένης επίδοσης, συμμετείχε, απλά, στον πρώτο μαραθώνιο γυναικών, που μέχρι το 1984 απαγορευόταν να τρέχουν σε μαραθώνιους.
Άρχισε την πορεία της, αλλά εξ’αρχής ήταν φανερό πως άλλη είχε το χρίσμα της νίκης εκείνη την ημέρα, η Αμερικανίδα Τζόαν Μπενουά Σάμιουελσον, που τερμάτισε πρώτη σε 2 ώρες, 25 λεπτά και 52 δευτερόλεπτα.
Σύμφωνα με τους κανονισμούς της εποχής, οι μαραθωνοδρόμοι είχαν πρόσβαση σε νερό μόνο πέντε φορές σε ισάριθμα συγκεκριμένα σημεία, αυστηρά. Η Άντερσεν έχασε τον πέμπτο σταθμό με το πόσιμο νερό και άρχισε να αφυδατώνεται.
Το πλήθος των φιλάθλων που είχε γεμίσει τους δρόμους της πόλης κατά μήκος της διαδρομής κατάλαβε ότι η αθλήτρια δυσκολεύεται, και η Μπενουά είχε ήδη τερματίσει όταν η Άντερσεν μπήκε στο στάδιο.
Οι κάμερες την ακολουθούσαν σχεδόν αποκλειστικά από την στιγμή που ανακυρήχθηκε πρώτη η Μπενουά, καθώς η είδηση της «νίκης» είχε ήδη «παλιώσει», και τώρα το ενδιαφέρον όλου του κόσμου ήταν εστιασμένο στην ραγδαία επιδεινούμενη – και σαφώς πιο ενδιαφέρουσα – απόκλιση της Άντερσεν.
Αφού ψήθηκε στους αχνιστούς δρόμους παραπαίοντας κάτω από την Καλιφορνέζικη θερινή κάψα, μπήκε στο στάδιο, και οι κάμερες της ζωντανής αναμετάδοσης, στην Ελλάδα από την ΕΤ-1 τότε, άρχισαν να εστιάζουν λίγο θολά και αμήχανα, ο φακός ξέφευγε απότομα από το φλού στο νετ, ήταν σαν να προσπαθούσαν απεγνωσμένα να καταγράψουν κάτι εντελώς ξαφνικό, απρόσμενο, παράταιρο, κάτι που συνέβαινε για πρώτη φορά, μια νέα ανησυχία, σαν να εισέβαλε στον στίβο ένα πλάσμα που δεν ανήκει.
Σε ένα θολό και ξεχασμένο βίντεο που αλιεύτηκε όλως τυχαίως στο YouTube, ο τότε εκφωνητής της Ελληνικής Τηλεόρασης 1 (ΕΤ1), έκανε λόγο για το «μεγαλείο του αθλητισμού, κυρίες και κύριοι». Και όχι μόνο, θα προσθέταμε.
Η γυναίκα αυτή έβγαλε εκτός ισορροπίας όλο το αφήγημα: ένα ζόμπι, δεν υπάρχει καταλληλότερος χαρακτηρισμός, σύμφωνα με τις ποπ προσλαμβάνουσες του εικοστού πρώτου αιώνα, για να περιγράψει κανείς μονολεκτικά την απόκοσμη φιγούρα της Άντερσεν, η οποία, ούσα εκτός τόπου και χρόνου (χρόνου κούρσας και γενικώς), τρεμάμενη, ημι-παράλυτη από την αριστερή πλευρά του σώματός της λόγω μυικής ακαμψίας από την αφυδάτωση, ακροβατούσε μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας.
Έδινε παράσταση επιμονής, διαύγειας, αφαίρεσης, επαναστατικότητας, συλλογικότητας, όλα μαζί ταυτόχρονα, «χάραζε ιστορία» υγιούς άρνησης στην υποταγή, του πόνου, του χρόνου, και ποιός ξέρει τι άλλο.
«Μόνη της», όπως λένε σήμερα τα πιτσιρίκια της GenZ, εννοώντας ότι «λες βλακείες και ποιός σου δίνει σημασία, μόνος σου μιλάς». Η Άντερσεν όμως ήταν ουσιωδώς μόνη της, μπροστά στα «μάτια» όλου του πλανήτη σχεδόν, ένα φάντασμα, υπήρχε-και-δεν-υπήρχε σε εκείνα τα καρέ.
Η 39 ετών τότε Άντερσεν σταμάτησε άπειρες φορές στην κολασμένη διαδρομή της, κάποιες στιγμές έδειχνε να χάνει τις αισθήσεις της ενώ περπατούσε, τρίκλιζε, έπιανε το κεφάλι της, βεβαιωνόταν πως είναι «εκεί», και συνέχιζε.
Τα πέντε λεπτά και σαράντα-τέσσερα δευτερόλεπτα που χρειάστηκε για να ολοκληρώσει το τελευταίο τετρακοσάρι της εξοντωτικής κούρσας ήταν μια μικρή «μαύρη τρύπα», μια αιωνιότητα διήρκεσε μέχρις ότου καταρρεύσει, στον τερματισμό της, στα χέρια των γιατρών που την ακολουθούσαν δίπλα της στα τελευταία κρίσιμα χιλιόμετρα, και πιο έντονα όταν μπήκε στα στάδιο για το φίνις.
Το μεγαλείο της διαφορετικότητας χειροκροτήθηκε περισσότερο από όσο το καταλάβαιναν, ή χειροκροτήθηκε όσο το κατανοούσε ο καθένας ξεχωριστά για να μπορέσουν να το κάνουν όλοι μαζί, ένα αυθόρμητο, κυριολεκτικά, μάθημα κοινωνίας από την μέγιστη αθλήτρια.
Η Άντερσεν ενεργοποίησε και αποδόμησε ταυτόχρονα και συνειρμικά, όλα τα παλαιότερα ολυμπιακά ιδεώδη περί επιμονής, προσπάθειας και υπέρβασης. Η περφόρμανς της τα μεταμόρφωσε και τα απελευθέρωσε από την ιδεοληπτική μέγγενη του συντηρητικού φιλαναζιστή Πιέρ Ντε Κουμπερτέν και των γυμνασμένων σωμάτων της Αρίας φυλής των εθνικοσοσιαλιστών του Χίτλερ, στον οποίο ο Κουμπερτέν είχε στείλει και προσωπική επιστολή.
Μέσα σε λίγα λεπτά της ώρας, τους τα έκλεψε όλα τα ιδεώδη, δεν ανήκαν πλέον σε κανέναν, ούτε σε συστήματα, μεθόδους, πολιτικές και «σοφούς», πάρα μόνο σε εκείνη και σε όλους, από την αρχή. Τα «έσβησε όλα», αλλά «κράτησε αντίγραφο» και «άλλαξε τα metadata», για να καταλάβει και η GenZ.
Σε σχετικά πρόσφατη (με τα δεδομένα της αχρονικότητας που την χαρακτηρίζει) συνέντευξή της, στην οποία συμπεριλαμβάνονται και καλής ανάλυσης πλάνα από την «καυτή έρημο» στην οποία έδινε την εντύπωση πως περπατά σαν βιβλικός χαρακτήρας, η Άντερσεν Σις φαίνεται να αναπολεί το αθλητικό περιστατικό της με ψυχραιμία, ταπεινότητα και καθαρό βλέμμα.
Μόνη της.
Στην Ελλάδα τα ΜΜΕ που στηρίζουν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, χρημαδοτούνται από το ... κράτος. Tο tvxs.gr στηρίζεται στους αναγνώστες του και αποτελεί μια από τις ελάχιστες ανεξάρτητες φωνές στη χώρα. Mε μια συνδρομή, από 2.9 €/μήνα,ενισχύετε την αυτονομία του tvxs.gr και των δημοσιογραφικών του ερευνών. Συγχρόνως αποκτάτε πρόσβαση στα ντοκιμαντέρ και το περιεχόμενο του 24ores.gr.
Δες τα πακέτα συνδρομών >