Ο χθεσινός αποκλεισμός της Εθνικής μπάσκετ από τη Γερμανία, σκόρπισε στεναχώρια, απογοήτευση και πίκρα, στους απανταχού της γης Έλληνες φιλάθλους, που είχαν την βάσιμη (;) ελπίδα για μεγάλη διάκριση της «επίσημης αγαπημένης» μετά από 13 χρόνια.

Ads

Την ίδια στιγμή, όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα σε ανάλογες περιπτώσεις, από τα ΜΜΕ και κυρίως τα social media, ξεκίνησαν λαϊκά δικαστήρια, δίκαιες ή άδικες κριτικές προς πάσα κατεύθυνση, αφορισμοί και υπερβολές.

Προσπαθώντας να εξηγήσουμε, όσο γίνεται πιο αποστασιοποιημένα από χρονική και συναισθηματική άποψη, τα αίτια της κατάρρευσης της ομάδας μας, πρέπει να δεχτούμε πως όλοι, εκτός από τους παίκτες, το προπονητικό επιτελείο και τη διοίκηση της ομοσπονδίας, μιλούσαν για χρυσό ή έστω κάποιο μετάλλιο.

Η πίστη σε πρόκριση και διάκριση δεν ήταν απλώς αποτέλεσμα της αισιόδοξης φύσης μας, αλλά είχε βάσεις που είχαν δημιουργήσει οι εμφανίσεις, η ποιότητα των παικτών και οι σερί νίκες της Εθνικής.

Ads

Όταν έχουμε την τύχη να είναι παρόν στην Εθνική ο καλύτερος, ή έστω ένας από τους 3 καλύτερους μπασκετμπολίστες του κόσμου, ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, πλαισιωμένος από έμπειρους και εγνωσμένης αξίας συμπαίκτες όπως οι Καλάθης, Σλούκας, Παπανικολάου από την παλιά φρουρά και οι Ντόρσεϊ, Παπαπέτρου, Παπαγιάννης με παραστάσεις από Ευρωλίγκα, ο Θανάσης με τον Κώστα Αντετοκούνμπο και οι καθοριστικοί ρολίστες Αγραβάνης, Λαρενζτάκης και Λούντζης, που όσο έπαιξαν υπήρξαν καθοριστικοί.

Όταν έχουμε προπονητή έναν εκ των κορυφαίων στην Ευρώπη, τον Δημήτρη Ιτούδη με ένα εξαιρετικό επιτελείο δίπλα του και έναν πρόεδρο της ομοσπονδίας, τον Βαγγέλη Λιόλιο που έκανε τα πάντα για να μη λείψει τίποτα από την ομάδα.

Και τέλος όταν οι τρεις πρώτες νίκες στον όμιλο, απέναντι σε δυνατές και με παράδοση ομάδες (Κροατία, Ιταλία και Ουκρανία) και εκείνη επί της Τσεχίας στο πρώτο νοκ άουτ, έδειχναν συνεχή βελτίωση, ψυχραιμία και υπομονή στο παιχνίδι μας, αλλά την ποιότητα του ρόστερ μας.

Τότε λοιπόν η εμφάνιση και ήττα από τη Γερμανία, συνιστά αποτυχία και απώλεια μεγάλης ευκαιρίας για συνέχεια στο Ευρωμπάσκετ, κάτι που πρέπει να ειπωθεί, να γίνει αποδεκτό από όλους, ώστε να μπουν οι βάσεις για να το ξεπεράσουμε και να μάθουμε από τα λάθη μας, καθώς έχουμε μπροστά μας το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα (2023) και το Ολυμπιακό τουρνουά (2024).

Τι και ποιος έφταιξε λοιπόν;

Πρώτος και καλύτερος ο κόουτς Ιτούδης και οι συνεργάτες του, γιατί είχαν την ευθύνη της αγωνιστικής και ΚΥΡΙΩΣ ψυχολογικής προετοιμασίας των διεθνών μας, αλλά και την διαχείριση (κοουτσάρισμα) του προημιτελικού.

Το πιο μεγάλο πρόβλημα της ομάδας απέναντι στους Γερμανούς, ήταν η αμυντική συμπεριφορά, κάτι που από την αρχή της αναμέτρησης ήταν εμφανές ακόμη και σε άσχετους με το μπάσκετ, αφού τα περισσότερα σουτ των αντιπάλων μας ήταν ελεύθερα. Αυτός είναι και ο λόγος των «εξωφρενικών» ποσοστών τους ειδικά στα τρίποντα (17/31) και μάλιστα στο 1ο δεκάλεπτο είχαν 8/12!

Σε αυτό το επίπεδο αν δίνεις στον αντίπαλο ελεύθερα σουτ, σε ένα περιβάλλον ενθουσιασμού από τη φιλική έδρα και με γνωστούς ικανούς σουτέρ, θα το πληρώσεις ακριβά.

Η ευθύνη του κόουτς Ιτούδη είναι πως ενώ είχε μπροστά του τρία ολόκληρα δεκάλεπτα, παρόλο που στη δεύτερη περίοδο η ομάδα έδειξε χαρακτήρα και όχι μόνο κάλυψε τη διαφορά, αλλά έκλεισε προηγούμενη το ημίχρονο (61-57), πίστεψε ή εν πάση περιπτώσει δεν έκανε ότι έπρεπε για να λυθεί το αμυντικό μας πρόβλημα.

Το ματς πήγαινε σε τρελό ρυθμό με πολύ ψηλό σκορ, η ομάδα εμφανίστηκε στο δεύτερο ημίχρονο άνευρη, ασύνδετη, αμυντικά «κοιμισμένη» και από τον πάγκο δεν υπήρχε βοήθεια με οποιονδήποτε τρόπο, έγκαιρα τάιμ-άουτ, πιο συχνές αλλαγές παικτών και προσαρμογών, ή κάτι τελωσπάντων που να κάνει δύσκολη τη ζωή των Γερμανών.

Προπονητής δεν είμαι και πάντα αισθάνομαι τον κίνδυνο να εκτεθώ όταν ασχολούμαι με τεχνικά θέματα, ωστόσο αυτό που δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει, ήταν οι εκφράσεις στα πρόσωπα των Ελλήνων παικτών, έδειχναν από πολύ νωρίς να έχουν αποδεχτεί την ήττα, κάτι που ήταν ακόμα πιο εμφανές στον πάγκο.

Κάποτε η Εθνική μπάσκετ είχε γίνει φόβος και τρόμος των αντιπάλων, που με όσους πόντους κι αν προπορεύονταν ένοιωθαν ανασφάλεια, καθώς οι ανατροπές ήταν … συνήθεια της ομάδας μας, κάποιες δε επικές (2005-2007).

Στη χθεσινή οδυνηρή ήττα μας έκανε «κακό» το γεγονός πως κλείσαμε προηγούμενοι το ημίχρονο, υποτιμήθηκαν οι αντίπαλοι μας και θαρρείς όλοι στην ομάδα μας πίστεψαν, ότι κάποια στιγμή θα σταματούσε το τρομερά εύστοχο κρεσέντο των Γερμανών, έτσι επειδή συνήθως συμβαίνει.

Γιατί είναι γεγονός ότι σπάνια μία ομάδα στο μπάσκετ, έχει από την αρχή ως το τέλος σταθερά τόσο ψηλά ποσοστά ευστοχίας. Εδώ ακριβώς είναι η δουλειά και ευθύνη του προπονητή και των συνεργατών του.

Δεν μπορεί σε τέτοιο επίπεδο και σε τέτοιας σπουδαιότητας ματς, αντί να έχει απαντήσεις ο πάγκος στον περιορισμό των ελεύθερων σουτ, να δίνεται η εντύπωση πως πιστεύαμε ότι κάποια στιγμή θα σταματούσε η «κωλοφαρδία»  των αντιπάλων.

Όσον αφορά τους παίκτες αν πρέπει να έχουμε κάποιο παράπονο, ίσως είναι το ότι στην τέταρτη περίοδο δεν έδειχναν να πιστεύουν στην ανατροπή. Γενικά όμως θα ήταν άδικο να μην τους αναγνωρίσουμε πως πάλεψαν, έκαναν ότι μπορούσαν, αλλά δεν έπαιζαν μόνοι τους, είχαν απέναντι τους μία πολύ καλή και φιλόδοξη ομάδα που έπαιζε στην έδρα της και εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο τις δυνατότητες της, αλλά και τις δικές μας αδυναμίες.

Όσες αναλύσεις και να γίνουν, όσα στατιστικά και τεχνικά στοιχεία κι αν παρατεθούν, η πνευματική κι ψυχολογική προσέγγιση του αγώνα δεν ήταν η δέουσα από πλευράς μας, γιατί ναι μεν μας νίκησε η Γερμανία και της αξίζουν συγχαρητήρια, ωστόσο καλύτερη ομάδα από την Ελληνική δεν πιστεύω ότι έχουν, απλώς ήταν πιο έτοιμη και στο πνεύμα ενός νοκ άουτ αγώνα. Αν παίζαμε μαζί π.χ. σε play off των 5 ματς το πιθανότερο θα ήταν να κάνουν 1-2 νίκες.

Προσεγγίσαμε λάθος τον προημιτελικό και υποτιμήσαμε τη Γερμανία πριν και κατά τη διάρκεια του αγώνα.

Το ότι καταλογίζονται ευθύνες στον κόουτς Ιτούδη δεν σημαίνει πως δεν είναι κατάλληλος για προπονητής της Εθνικής, κάθε άλλο. Είναι μεγάλη επιτυχία του Βαγγέλη Λιόλιου το ότι κατάφερε να τον φέρει, είναι μεγάλος και άξιος κόουτς και οι πιθανότητες είναι μαζί του να αποδείξει στη συνέχεια πως μπορεί να οδηγήσει την Ελλάδα σε διάκριση.

Το θέμα είναι ότι ο μεν Ιτούδης δεν θα κοουτσάρει  την Εθνική στα υπόλοιπα παιχνίδια για τα προκριματικά του Μουντομπάσκετ, παίκτες από ΝΒΑ και Ευρωλίγκα δεν υπολογίζονται, συνεπώς χρειάζεται από τώρα ίσως ανασχεδιασμός του 3ετούς πλάνου από τη στιγμή που ανέλαβε προπονητής (Ο Ιτούδης θα είναι με την Εθνική τα καλοκαίρια κυρίως, όταν δεν έχει υποχρεώσεις με την Φενέρμπαχτσε).

Η ουσία είναι ότι όντως χάθηκε μία μεγάλη ευκαιρία σ’ αυτό το Ευρωμπάσκετ, γιατί δεν ξέρει κανείς αν στο μέλλον θα μπορεί να είναι παρόν ο Γιάννης (λόγω των υποχρεώσεων στο ΝΒΑ), πόσο θα αντέξουν ακόμη οι «τριανταφέυγα» Καλάθης, Σλούκας, Παπανικολάου, αν θα μπορεί ο επίσης ΝΒΑιερ Ντόρσεϊ και γενικά πόσο γρήγορα θα ενσωματωθούν νέα παιδιά.

Γιατί είναι αλήθεια και όχι δικαιολογία, αυτό που από την αρχή της προετοιμασίας έλεγε ο κόουτς Ιτούδης, ότι δεν υπάρχει ο απαιτούμενος χρόνος προετοιμασίας, για να γίνουν πραγματική ομάδα όλοι αυτοί οι σπουδαίοι παίκτες.

Σε κάθε περίπτωση και παρά τη μεγάλη πίκρα, αυτά τα παιδιά ξαναέκαναν πρωτοσέλιδο την Εθνική μπάσκετ, γέμισαν μες το κατακαλόκαιρο 3-4 φορές το ΟΑΚΑ και μάλιστα σε φιλικές αναμετρήσεις, μας έδωσαν χαρά με τις νίκες τους στο Ευρομπάσκετ και πρέπει όλα αυτά να τους πιστωθούν.

Πάει αυτό πέρασε, προσδοκώντας στις επόμενες συγκινήσεις και επιτυχίες, έχοντας κατά νου ότι μιλάμε για αθλητισμό, όπου συνυπάρχουν νίκες και ήττες, δεν έγινε δηλαδή και καμία εθνική καταστροφή.