«Chantrapas είναι το περιθώριο, ο άνθρωπος που δεν μπορεί να καταφέρει πολλά ή να κατακτήσει σπουδαίες θέσεις», εξηγεί ο σκηνοθέτης πριν εμφανιστούν οι τίτλοι αρχής της ομώνυμης ταινίας του στο 23ο Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου. Κάτι σαν το δικό μας…τσάτρα πάτρα, θα λέγαμε.

της Τζένης Τσιροπούλου

Η νέα ταινία του Ιοσελιάνι αναπαριστά τη διαδρομή ενός νεαρού σκηνοθέτη, το πνευματικό παιδί του οποίου πέφτει θύμα της λογοκρισίας του κομουνιστικού καθεστώτος στη Γεωργία. Τελικά, αποφασίζει να αναζητήσει διέξοδο έκφρασης στον καλλιτεχνικό παρισινό «παράδεισο». Εκεί, όμως, θα βρεθεί αντιμέτωπος με ένα άλλο είδος λογοκρισίας. Αυτής που «κόβει» σκηνές για να κερδίζει κοινό. Είναι η οικονομική λογοκρισία των παραγωγών του κινηματογράφου, που κηδεμονεύουν τις ταινίες και παραγκωνίζουν το δημιουργό τους.

Ads

Οι περιπέτειες που αντιμετώπισε το έργο τού ίδιου του Ιοσελιάνι από την γραφειοκρατία και την λογοκρισία της πρώην Σοβιετικής Ένωσης είναι γνωστές.
Παρ΄ όλα αυτά, στο Masterclass, στο οποίο παραχώρησε στον Ιανό, προσκεκλημένος του 23ου Πανοράματος, ο ίδιος διευκρίνισε ότι δε χαρακτηρίζει την ταινία του αυτοβιογραφική –θεωρεί τον εαυτό του, άλλωστε, πιο τυχερό από τον κινηματογραφιστή, που πρωταγωνιστεί στην ταινία του- και δήλωσε ότι κυρίως απευθύνεται στους νέους σκηνοθέτες, οι οποίοι έχουν δύο επιλογές: «είτε πεισμώνεις να κάνεις την ταινία σου είτε συμβιβάζεσαι».

Οι αυτοβιογραφίες εγκυμονούν κινδύνους, κατά τη γνώμη του σκηνοθέτη και κατά συνέπεια «Το μυστικό του ο καθένας το παίρνει στον τάφο. Κανείς δεν γνωρίζει τα πάντα για τον άλλον» . Βρίσκει το σύγχρονο κινηματογράφο κάπως…φλύαρο, όπου «ο χρόνος κυλά χωρίς να συμβαίνει κάτι». «Πρέπει να σχεδιάζεις κάθε στάδιο της ταινίας, τα πλάνα, το μοντάζ, τον ήχο σαν να εξαρτάται από αυτό η ζωή σου» είπε χαρακτηριστικά.

«Ο κινηματογράφος είναι η χαρά της κίνησης, των χειρονομιών, των νευμάτων, των προσώπων, αρκεί να ακολουθείς τους κανόνες του» τόνισε ο σκηνοθέτης, δηλώνοντας λάτρης του Φριτς Λανγκ, του Όρσον Ουέλς, του Ρενέ Κλαιρ, του Ζαν Βιγκό, του Ροσελίνι, του Ταρκόφσκι, του Σαγκελάγια, αλλά καταλήγοντας στο απαισιόδοξο συμπέρασμα, ότι «αυτά τα αριστουργήματα δεν προβάλλονται πια και το κοινό γίνεται σιγά-σιγά αναλφάβητο με αποτέλεσμα να πηγαίνει όλο και λιγότερο στις αίθουσες για να δει τις ταινίες που εμείς φτιάχνουμε γι’ αυτό».

Ads

Ο Οτάρ Ιοσελιάνι γεννήθηκε το 1934 στην Τιφλίδα. Εκεί σπούδασε μουσική και αργότερα μαθηματικά και σκηνοθεσία στη Μόσχα. Ζει αυτοεξόριστος στη Γαλλία εδώ και πολλά χρόνια. Δεν πιστεύει στην εκκλησία, αλλά στην ενδόμυχη προσευχή, «όταν δε σε βλέπει κανένας».

Για μια κακή ταινία, θεωρεί ότι «ακόμα και οι φίλοι δε θα σε συγχωρέσουν αν κάνεις κάτι αποτρόπαιο, δηλαδή μια ταινία μόνο για τα λεφτά, αλλά θα συγχωρεθείς αν είχες καλές προθέσεις. Άλλωστε η χειρότερη πορνεία είναι η ιδεολογική πορνεία».