Η ευρωζώνη εισέρχεται σε μία δυνητικά δύσκολη περίοδο καθώς οι πολιτικοί προσπαθούν να βρουν τρόπο ώστε η Ελλάδα – ή και κάποια από τις υπόλοιπες περιφερειακές οικονομίες – να μπορέσει να προβεί σε μία όσο το δυνατόν πιο ομαλή πτώχευση, γράφουν σήμερα οι Financial Times.

Ads

H απάντηση ίσως βρίσκεται στη λεγόμενη «μαλακή» αναδιάρθρωση ή αλλιώς «διαχείριση παθητικού», η οποία «τεχνικά δεν συνιστά πτώχευση, καθώς οι επενδυτές δεν υποχρεώνονται να αποδεχθούν οικονομικές απώλειες, αλλά συναινούν σε αλλαγές στους όρους των ομολόγων τους», σημειώνει το δημοσίευμα. Σύμφωνα με το ίδιο ρεπορτάζ, πολλοί επενδυτές πιστεύουν ότι η Ελλάδα είναι πιθανό να ακολουθήσει αυτή την οδό, ανταλλάσσοντας ομόλογα βραχείας ωρίμανσης με ομόλογα μεγαλύτερης διάρκειας, ώστε να κερδίσει περισσότερο χρόνο για την αποπληρωμή των χρεών της.

Η εφημερίδα προσθέτει ότι οι επενδυτές θεωρούν επίσης ότι αυτή η επιλογή ίσως απασχολήσει σοβαρά την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, αν και όχι βραχυπρόθεσμα. Σε ό,τι αφορά αυτές τις δύο χώρες, σημειώνεται ότι οι επενδυτές φοβούνται πως αν δεν καρποφορήσουν οι προσπάθειες για ανάκαμψη ή αν δεν γίνουν οι απαραίτητες δημοσιονομικές διορθώσεις, αυξάνονται οι πιθανότητες αναδιάρθρωσης των χρεών τους.

Στην ελληνική περίπτωση τονίζεται ότι καμία αναδιάρθρωση δεν αναμένεται φέτος, καθώς και ότι η χώρα έχει σύμμαχο το χρόνο, καθώς η χρηματοδότηση από ΕΕ-ΔΝΤ καλύπτει την περίοδο μέχρι το Μάιο του 2013. Επικαλούμενη Έλληνα αξιωματούχο η εφημερίδα σημειώνει ότι η αναδιάρθρωση δεν βρίσκεται στο τραπέζι των συζητήσεων αυτή τη στιγμή, αν και έχει προταθεί στην κυβέρνηση. «Κρύβει κινδύνους και είναι κάτι δύσκολο να εφαρμοστεί. Αν δεν το κάνεις σωστά, μπορεί να οδηγήσει σε προβλήματα», δηλώνει ο Έλληνας αξιωματούχος που δεν κατονομάζεται. Η εφημερίδα σχολιάζει πάντως ότι οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν πως αν η Ελλάδα δεν καταφέρει να μειώσει τo spread των ομολόγων τηw η πτώχευση ή μια μαλακή αναδιάρθρωση/αναδιάταξη είναι αναπόφευκτη.

Ads

Μιλώντας στους FT αναλυτές εκφράζουν την ανησυχία τους για τις συνέπειες που θα έχει για την ευρωζώνη μια πιθανή πτώχευση της Ελλάδας. Η Λένα Κομίλεβα, οικονομολόγος της εταιρείας Tullett Prebon σχολιάζει ότι η αποφυγή μιας πτώχευσης είναι το επόμενο μεγάλο ζήτημα στην ευρωζώνη. Όπως εκτιμά, είναι πιθανό η Ελλάδα να υποχρεωθεί να αναδιαρθρώσει το χρέος της, ενώ οι πιθανότητες έχουν αυξηθεί για Ιρλανδία και Πορτογαλία. Ο Στίβεν Μέιτζορ από την HSBC προσθέτει ότι τα μέτρα λιτότητας γίνονται όλο και πιο δύσκολο να εφαρμοστούν, καθώς οι αρχικές περικοπές είναι οι πιο εύκολες – χωρίς ανάπτυξη όμως τα επόμενα στάδια των περικοπών είναι δυσκολότερα.

Ο Μάρκο Ανουντσιάτα από τη UniCredit τονίζει ότι η Ελλάδα σημειώνει πολύ εντυπωσιακή πρόοδο μέχρι στιγμής και αν καταφέρει να τη διατηρήσει για αρκετούς μήνες ακόμα είναι πιθανό να αλλάξει η αίσθηση που έχουν οι αγορές για τη χώρα. Αν δεν συνεχιστεί η πρόοδος, πιθανότα θα χρειαστεί η επέκταση της επίσημης χρηματοδότησης, κάτι που θα μπορούσε να συνιστά μαλακή αναδιάρθρωση, προσθέτει ο Ιταλός αναλυτής.

Στο μεταξύ, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αρνήθηκε να σχολιάσει αναφορά της γερμανικής εφημερίδας Handelsblatt που κάνει λόγο για την επεξεργασία σχεδίου διάσωσης της Ιρλανδίας που τελικά δεν προωθήθηκε.

Η Handelsblatt επικαλείται ανώνυμες πηγές σύμφωνα με τις οποίες η ΕΚΤ ζήτησε από τις χώρες-μέλη της Ε.Ε. να προετοιμαστούν για συγκέντρωση κεφαλαίων με στόχο την διάσωση της Ιρλανδίας.Η εφημερίδα διευκρίνισε πως το σχέδιο δεν τέθηκε σε εφαρμογή. Παραθέτει, επίσης, δήλωση του οικονομολόγου της Societe Generale, James Nixon, ο οποίος ισχυρίζεται πως το Δουβλίνο μπορεί σύντομα να μην έχει άλλη επιλογή από το να δεχθεί “ενάντια στη θέλησή του”. τη βοήθεια της Ε.Ε.

Την ίδια ώρα, οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης Standard & Poor’s και Fitch Ratings άφησαν σήμερα ανοιχτό το ενδεχόμενο υποβάθμισης της αξιολόγησης της Ιρλανδίας, επικαλούμενοι το υψηλό κόστος για τη διάσωση της Anglo Irish Bank.

Δεν θα ανανεώσει τα έκτακτα μέτρα η ΕΚΤ

H Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν θα ανανεώσει κάποια από τα έκτακτα μέτρα στήριξης της ρευστότητας, όταν λήξουν στο τέλος του 2010, αλλά δεν έχει ακόμη αποφασίσει τι θα γίνει με κάποια άλλα μέτρα, δήλωσε την Τρίτη το μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ, Γιούργκεν Σταρκ. «Είμαστε στη διαδικασία της σταδιακής απόσυρσης των έκτακτων μέτρων. Αυτή την εβδομάδα και στο τέταρτο τρίμηνο του 2010 θα λήξουν πολλά έκτακτα μέτρα και δεν θα ανανεωθούν», είπε ο κ. Σταρκ, σύμφωνα με το Reuters, μιλώντας στο περιθώριο συνεδρίου που διοργανώνει η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας, στην Κωνσταντινούπολη.

«Βρισκόμαστε ήδη σε αυτή τη διαδικασία και το τι θα αποφασίσουμε για μετά τις 31 Δεκεμβρίου θα εξαρτηθεί από επικείμενη συνεδρίαση», πρόσθεσε. Στη συνεδρίασή της, στις 7 Οκτωβρίου, η ΕΚΤ αναμένεται να αφήσει αμετάβλητο το παρεμβατικό της επιτόκιο στο ιστορικό χαμηλό του 1% και οι αναλυτές δεν προβλέπουν αλλαγή της πολιτικής αυτής μέχρι το τέλος του 2011. Υπενθυμίζεται ότι στις 2 Σεπτεμβρίου η ΕΚΤ είχε αποφασίσει να παρατείνει το «δίχτυ ασφαλείας» για την ρευστότητα των τραπεζών έως τις αρχές του 2011 (18 Ιανουαρίου), καθώς τόσο η οικονομία στην ευρωζώνη όσο και οι τράπεζες στις χώρες της περιφέρειας παραμένουν ακόμα ευάλωτες.

Μόνιμο μηχανισμό διάσωσης ζητούν κορυφαίοι οικονομολόγοι

Κορυφαίοι οικονομολόγοι, στους οποίους περιλαμβάνονται οι Τομάζο Παντόα-Σκιόπα (τέως υπουργός οικονομίας της Ιταλίας και μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ), καθώς και ο Πέτερ Μποφίνγκερ (μέλος του γερμανικού συμβουλίου οικονομικών εμπειρογνωμόνων) υπογραμμίζουν, μέσω δημοσιεύματος των Financial Times, πως απαιτείται διαρκής μηχανισμός διάσωσης για την παροχή επείγουσας χρηματοδότησης σε χώρες της Ευρωζώνης που βρίσκονται στο χείλος της χρεοκοπίας.

Επίσης, σημειώνουν πως ο μηχανισμός “είναι κρίσιμης σπουδαιότητας για την ικανότητα της Ευρωζώνης να αντιμετωπίσει μία σοβαρή διαταραχή της αγοράς” και πως “απαιτείται η ανάληψη άμεσης δράσης”.

Η ομάδα αυτή των οικονομολόγων υποστηρίζεται από τον Ζακ Ντελόρ, τέως πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τον Ρομάνο Πρόντι, τέως Ιταλό πρωθυπουργό και πρόεδρο της Επιτροπής, και τον Guy Verhofstadt, αρχηγό της φιλελεύθερης ομάδας ALDE στην Ευρωπαϊκή Βουλή.

Η ιδέα ενός διαρκούς μηχανισμού διάσωσης εκτιμάται πως συγκεντρώνει την υποστήριξη – αν και συγκαλυμμένη – της ΕΚΤ και της ευρωπαϊκής Βουλής. Βρίσκει, όμως, αντίθετη την γερμανική κυβέρνηση η οποία φοβάται πως έτσι θα εξασθενίσει τις προσπάθειες των κυβερνήσεων να λάβουν τα αναγκαία σκληρά μέτρα για την εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών τους.

Γερμανικό όχι στην έπεκταση των πακέτων στήριξης

H Γερμανία δεν θα συμφωνήσει στην επέκταση των μέτρων στήριξης των υπεχρεωμένων χωρών της ευρωζώνης, δήλωσε σήμερα, Τρίτη, η Γερμανίδα καγκελάριος, Αγγέλα Μέρκελ, επιμένοντας στη σκληρή γραμμή που ακολουθεί το Βερολίνο για τους δημοσιονομικά «απείθαρχους» της ζώνης του ευρώ. Η κα Μέρκελ πρόσθεσε ότι χρειάζονται «άλλες διαδικασίες» για τις ευρωπαϊκές χώρες που αντιμετωπίζουν προβλήματα με την εξυπηρέτηση των χρεών τους, σύμφωνα με το Reuters.

Όταν η Γερμανίδα καγκελάριος αναφέρεται σε «άλλες διαδικασίες» εννοεί αυτά που έγραψε προ ημερών ο υπουργός Οικονομικών Β.Σόιμπλε, σε επιστολή του προς τους Ευρωπαίους ομολόγους του. Ο κ. Σόιμπλε πρότεινε την αναστολή καταβολής των πόρων από το Αγροτικό και Περιφερειακό Ταμείο της ΕΕ για τις χώρες που συστηματικά παραβιάζουν τους κανόνες περί ελλειμμάτων και χρέους, καθώς και την αναστολή των δικαιωμάτων ψήφου τους στο Συμβούλιο Υπουργών Οικονομικών (Ecofin).

Από την πλευρά της, η Κομισιόν αναμένεται, την Τετάρτη, να προτείνει την επιβολή προστίμων και το πάγωμα των κοινοτικών επιδοτήσεων στα κράτη που παραβιάζουν τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας. Τις νέες νομοθετικές προτάσεις θα παρουσιάσουν ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζοζέ Μπαρόζο και ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, Όλι Ρεν, στο πλαίσιο της αναμόρφωσης του Συμφώνου Σταθερότητας και της βελτίωσης της οικονομικής διακυβέρνησης στην ΕΕ.

Ειδικότερα, για τις χώρες με υπερβολικό δημόσιο χρέος, η Επιτροπή αναμένεται να προτείνει τη σταδιακή μείωσή του, κατά 5% ετησίως. Παράλληλα, η Επιτροπή προτείνει τη δημιουργία ενός συστήματος παρακολούθησης, το οποίο όταν εντοπίζει «επικίνδυνες ανισορροπίες» στα δημοσιονομικά μεγέθη ενός κράτους, θα ανάβει το «σήμα κινδύνου» και στη συνέχεια η Επιτροπή θα προβαίνει στις απαραίτητες διορθωτικές συστάσεις προς το συγκεκριμένο κράτος.

Γερμανία, Βρετανία και Ολλανδία είναι υπέρ των ημι-αυτόματων κυρώσεων, κάτι με το οποίο φαίνεται πως δεν συναινούν η Γαλλία, η Ιταλία και το Βέλγιο που επιθυμούν οι κυρώσεις να επιβάλλονται από τα κράτη και όχι από την Επιτροπή.

Πηγή: Σκάι, Ελευθεροτυπία