O Ότο φον Μπίσμαρκ, ο Πρώσος πολιτικός που το 1871 ίδρυσε τη Γερμανική Αυτοκρατορία και διετέλεσε ο πρώτος καγκελάριός της για 19 χρόνια, έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα το 1898.

Ads

Καθ’ όλη τη διάρκεια της 20χρονης εξουσίας του ήταν εξαιρετικά οξύθυμος και αυταρχικός επιτιθέμενος συνεχώς στους πολιτικούς του αντιπάλους. Το πολιτικό σύστημα που δημιούργησε το 1871, στο οποίο είχε ταυτοχρόνως το αξίωμα του Προέδρου της Πρωσίας και του καγκελαρίου της νέας Γερμανικής Αυτοκρατορίας, απαιτούσε να κρατηθεί, όμως, μια δύσκολη ισορροπία.

Η δίωξη της Καθολικής Εκκλησίας το 1870 και των Σοσιαλδημοκρατιών στη δεκαετία του 1880, την οποία επιχείρησε, απέτυχε. Στις αρχές του 1970 ξεκίνησε μία πολιτική εκστρατεία εναντίον της Καθολικής Εκκλησίας, που έμεινε γνωστή ως Kulturkampf ή πολιτισμικός αγώνας. Κατάργησε το καθολικό τμήμα του Πρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, εξόρισε το 1872 τους Ιησουΐτες και ταυτόχρονα ευνοούσε την άνοδο του Λουθηρανισμού. Οι πιο αυστηροί αντικαθολικοί νόμοι, πέρασαν το 1873, οι οποίοι επέτρεπαν στην κυβέρνηση να επιβλέπει τη μόρφωση των Καθολικών ιερέων. Αλλά αυτές οι προσπάθειες απλώς ενίσχυσαν το Κόμμα του Κέντρου. Το 1878, ο Μπίσμαρκ εγκατέλειψε τον πολιτισμικό αγώνα, που έμεινε γνωστός ως μία από τις σημαντικότερες πολιτικές αποτυχίες του.

Όσον αφορά την εκστρατεία εναντίον των Σοσιαλδημοκρατών, ξεκίνησε το 1878, όταν θέσπισε μια σειρά αντι-σοσιαλιστικών νόμων. Οι σοσιαλιστικές οργανώσεις και συγκεντρώσεις απαγορεύονταν, καθώς και η κυκλοφορία σοσιαλιστικών κειμένων και οι ηγέτες των σοσιαλιστών συνελήφθησαν και δικάστηκαν. Όμως το σοσιαλιστικό κίνημα εξακολούθησε να κερδίζει υποστήριξη και μάλιστα αύξησε τις έδρες του (οι υποψήφιοι του κόμματος παρουσιάζονταν ως ανεξάρτητοι υποψήφιοι).

Ads

Ο Μπίσμαρκ προσπάθησε επίσης να μειώσει την απήχηση του σοσιαλισμού προσφέροντας ανταλλάγματα στη εργατική τάξη. Η πρώτη μορφή κράτους πρόνοιας στην Ευρώπη θεωρείται ακριβώς εκείνη η σειρά πατερναλιστικών κοινωνικών μεταρρυθμίσεων που έλαβε, προκειμένου να επιτύχει την εύνοια της εργατικής τάξης. Στα μέτρα περιλαμβάνονταν ασφάλεια υγείας, ασφάλειας από ατυχήματα και αναπηρίες, καθώς και συντάξεις. Επιπλέον, προσπάθησε να περιορίσει την εργασία παιδιών και γυναικών που ήταν διαδεδομένη στην Ευρώπη εκείνη την εποχή. Παρόλα αυτά, η εργατική τάξη παρέμεινε επιφυλακτική έναντι του Μπίσμαρκ.

Ο Ότο φον Μπίσμαρκ παραιτήθηκε μετά την άνοδο στο μοναρχικό θρόνο του Φρειδερίκου Γ΄, με τον οποίο διαφωνούσε και στα εξωτερικά ζητήματα περί διατήρησης του status quo και στα εσωτερικά σχετικά με τον αντισοσιαλισμό του. Παραιτήθηκε το 1890, σε ηλικία 75 ετών. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του έγραψε τα απομνημονεύματά του.