Στη γήρανση του στόλου των ταξί αναφέρεται με ανακοίνωσή του ο Σύνδεσμος Εισαγωγέων Αντιπροσώπων Αυτοκινήτων (ΣΕΑΑ), επισημαίνοντας ότι η μέση ηλικία τους, λόγω της κρίσης, έχει αυξηθεί στα 10,1 έτη (με το 61,5% εξ αυτών να είναι άνω της δεκαετίας, τεχνολογίας Euro 3 ή παλαιότερης). Το γεγονός δεν μπορεί παρά να έχει και τις αντίστοιχες επιπτώσεις στην ποιότητα της ατμόσφαιρας.
 
Υπολογίζεται, λοιπόν, ότι τα ταξί συμμετέχουν σημαντικά στην κυκλοφοριακή επιβάρυνση της πόλης (σχεδόν κατά 50% σύμφωνα με το ΣΕΑΑ) αφού μπαινοβγαίνουν στο κέντρο της Αθήνας, για την αναζήτηση «κούρσας».

Ads

Έτσι, σε ένα στόλο που αγγίζει τον αριθμό των 16.900 ταξί στην Αττική, σύμφωνα με τα ισχύοντα μέτρα απόσυρσης ταξί (15 ή 18 έτη μέγιστη ηλικία, νόμος 4070/2012), οι συνολικοί ρύποι που εκπέμπονται από τους κινητήρες στη διάρκεια ζωής τους αγγίζουν τους 46.000 τόνους αιωρούμενα σωματίδια και τους 600.000 τόνους οξείδια του αζώτου και υδρογονάνθρακες, σύμφωνα πάντα με το ΣΕΑΑ.

Με την εμφάνιση της οικονομικής κρίσης ήταν αναμενόμενο να σημειωθεί κάμψη στην αντικατάσταση των παλαιών ταξί και έτσι η ηλικία του στόλου έσπασε το όριο των 10 ετών στη χώρα μας. Ενώ παράλληλα, έχει τεθεί το αίτημα για παράταση των ισχυόντων ορίων απόσυρσης από τα 15 στα 22 χρόνια. Μία παράταση απόσυρσης 7 χρόνων όμως μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις τόσο στην υγεία των κατοίκων της πόλης όσο και στην οδική ασφάλεια.

Σημειώνουμε σε αυτό το σημείο, ότι οι περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες έχουν καθιερώσει την απόσυρση στα 10 χρόνια σε μια προσπάθεια να διατηρήσουν το στόλο των ταξί σε καλή κατάσταση.

Ads

Ο ΣΕΑΑ λοιπόν θεωρεί ότι θα πρέπει να ληφθούν μια σειρά μέτρα για τη διατήρηση του στόλου των ταξί σε καλή κατάσταση.

Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν:

• Καλύτερο έλεγχο της σωστής λειτουργίας των κινητήρων των ταξί στα ΚΤΕΟ και «στο δρόμο».
• Παροχή κινήτρων για την ευρύτερη χρήση των εναλλακτικών καυσίμων.
• Θέσπιση πιστοποιητικών περιβαλλοντικής απόδοσης για τα ταξί, ώστε τα καθαρά οχήματα να απολαμβάνουν μπόνους (πχ. χαμηλότερα τέλη κυκλοφορίας κλπ).
• Ουσιαστική, αποφασιστική επιδότηση για την αντικατάσταση των παλαιών οχημάτων ταξί με νέα οχήματα αντιρρυπαντικής τεχνολογίας Euro 6.
Μέρος της επιδότησης μπορεί να καλυφθεί από κοινοτικούς πόρους ή και από την εφαρμογή κυκλοφοριακών μέτρων (πχ. αναμόρφωση πράσινου δακτυλίου).

Σε γενικές γραμμές οι προτάσεις αυτές είναι σωστές, καθώς είναι γνωστό ότι π.χ. με το φυσικό αέριο έχουμε πολύ καλά αποτελέσματα στη μείωση της ρύπανσης, όπως πολύ καλά αποτελέσματα έχουμε και με τη χρήση υβριδικών οχημάτων. Σε επεξηγηματικό κείμενο μάλιστα του ΣΕΑΑ επισημαίνονται τα εξής:

«Η κρίση καθιστά αδύνατη την ανανέωση του στόλου των παλαιών ταξί σε νέας τεχνολογίας Euro 6, χωρίς την ουσιαστική στήριξη της πολιτείας για χρηματοδότηση. Για την εύρεση των κονδυλίων, η πολιτεία μπορεί να αιτηθεί στα κοινοτικά προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία αφορούν στη ρύπανση του περιβάλλοντος και στη βελτίωση ποιότητας αέρα (πχ. Horizon 2020).

Εκτός των πετρελαιοκίνητων ταξί, υπάρχει πλήθος επιλογών σε αυτοκίνητα που κινούνται με εναλλακτικά καύσιμα, δηλαδή με φυσικό αέριο (CNG) ή με ηλεκτροκινητήρες (τα ηλεκτρικά ταξί είναι ήδη διαδεδομένα σε ευρωπαϊκές πόλεις) και σε αυτοκίνητα που διαθέτουν υβριδική τεχνολογία.

Καθώς η ηλεκτροκίνηση ίσως χρειάζεται χρόνο ωρίμανσης, σε μελέτη που αφορά στην ποιότητα αέρα από τις συγκοινωνίες, διαπιστώθηκε πως με τη χρήση του φυσικού αερίου παρατηρείται μείωση η οποία αγγίζει το 50% σε ρύπους και ειδικά στα αιωρούμενα σωματίδια (AERMOD μοντέλο προσομοίωσης, Petrakis et al, CEST 2011).»

Τέλος, ο ΣΕΑΑ θεωρεί ότι στην Αθήνα θα μπορούσαμε να επαναλάβουμε το παράδειγμα του Λονδίνου, με μια πρόταση που ναι μεν στη βάση της είναι λογική, αλλά έχει τα αδύναμα σημεία της, καθώς θα μπορούσε να οδηγήσει σε επιβάρυνση των κατοίκων του κέντρου που δεν μπορούν να αλλάξουν τα αυτοκίνητά τους: «…η πολιτεία θα μπορούσε να αναμορφώσει τον πράσινο δακτύλιο, καθιστώντας τον πιο αποτελεσματικό (μέσω καμερών παρακολούθησης, sticker κλπ) και θεσπίζοντας τέλη καθημερινής εισόδου, αναλόγως της ηλικίας των οχημάτων, που θα χρηματοδοτούν την ανανέωση των μέσων μαζικής μεταφοράς και των ταξί (όπως για παράδειγμα το Λονδίνο εφαρμόζει το congestion charging).»