Μετά τον Εμφύλιο το κόμμα έχει υποστεί πάρα πολύ μεγάλες απώλειες, είχε χάσει πολύ τη δύναμή του και εμείς οι παράνομοι αντιμετωπίζαμε μεγάλες δυσκολίες.Θυμάμαι διάφορα κόλπα και τεχνάσματα από την παρανομία. Πρώτα πρώτα να μην μπαίνουμε σε νέο ταξιτζή, διότι αυτοί οι ταξιτζήδες, οι νέοι, ήταν άνθρωποι της Ασφάλειας. Επρόκειτο να πάρουμε ένα λεωφορείο; Έπρεπε να το πάρουμε τελευταίοι και να τρέξουμε να το προλάβουμε, ώστε να αναγκάσουμε το χαφιέ, ο οποίος μας παρακολουθεί, να τρέξει κι αυτός, οπότε να τον καταλάβουμε.

Ads

Αν είχαμε ένα ραντεβού σε ένα σπίτι, έπρεπε να κάνουμε ολόκληρη περιοδεία, να αλλάξουμε μέσα συγκοινωνιακά ώστε να ελέγξουμε αν πίσω μας υπάρχει κάποιος. Τέτοια πράγματα+ έπρεπε να είμαστε εκπαιδευμένοι για να μπορέσουμε να αποφύγουμε τις απρόοπτες συναντήσεις. Συνήθως αυτοί τότε ήταν με το μουστάκι, το μαύρο το κοστούμι, το καβουράκι κ.λπ. Τους καταλάβαινες. Κατόπιν το πήραν είδηση κι αυτοί και άλλαξαν εμφάνιση.

Θυμάμαι μια χριστουγεννιάτικη νύχτα που δεν είχα πού να κοιμηθώ.
Κανένας δεν με δεχόταν. Στο σπίτι μου δεν τολμούσα να πάω γιατί συνήθως οι συλλήψεις γίνονταν τη νύχτα. Γυρνούσα λοιπόν στους δρόμους εκεί και έβλεπα τα σπίτια φωτισμένα, τα δέντρα, τα ζαχαροπλαστεία, τα εστιατόρια γεμάτα λιχουδιές, εγώ πεινούσα, βρεγμένος, νηστικός, όπου στο τέλος χτύπησαν οι καμπάνες και χώθηκα σε μια εκκλησία μέσα, σε ένα στασίδι, στην πιο σκοτεινή γωνιά.

Προσπαθούσα να ξεκουραστώ λιγάκι, να κλείσω τα μάτια μου, καθώς ήμουν άγρυπνος, κι έβλεπα τον κόσμο να έρχεται καλοντυμένος, χορτάτος, χαρούμενος και έβλεπα από τη μια μεριά πώς ήμουν εγώ και πώς ήταν οι άλλοι.

Αποφασίζω να πάω στο σπίτι μου. Το σπίτι μου είναι Εμμανουήλ Μπενάκη 130, στου Στρέφη… ακριβώς απέναντι είναι το δάσος. Πριν ξημερώσει, χτυπάει το κουδούνι. Το δωμάτιο της αδερφής μου είναι πάνω από την εξώπορτα, τριώροφο+ εμείς μέναμε στον τρίτο όροφο. Σε μια στιγμή τη βλέπω να έρχεται τρομαγμένη και να μου λέει: «Ένας αστυνόμος με δύο αστυφύλακες είναι από κάτω». Ήρθαν να με πιάσουν. Και τώρα λέω θα κάτσω να με πιάσουν ή θα καβαλήσω τις ταράτσες να το σκάσω; Ξαναχτυπάει το κουδούνι, αναγκάζεται να ανοίξει. Τι είχε συμβεί. Ο ηλεκτροφωτισμός στους δρόμους δεν είχε αποκατασταθεί κι έπρεπε κάθε σπίτι να έχει το λαμπτήρα της εξώπορτας αναμμένο κι εμείς δεν τον είχαμε αναμμένο και ήρθαν να μας κάνουν παρατήρηση.

Ads

Πολλές φορές σώθηκα τυχαία. Ένα διάστημα είχα και όλο το μυστικό αρχείο της στο σπίτι και μπήκε η Ασφάλεια και μου έκανε έρευνα. Ευτυχώς το είχα κάτω από το κρεβάτι μου και δεν το πήραν είδηση. Μπήκαν μέσα στο σπίτι, στο δωμάτιό μου, τραβάνε ένα βιβλίο, ήταν της Μέλπως Αξιώτου, και τους λέω: «Ξέρετε, είμαι λογοτέχνης», και μου λέει ο αξιωματικός: «Λογοτέχνης;» «Και πώς λέγεστε;» «Αγγέλου». «Και πού γράφετε;» «Πού να γράψω; Στο Ριζοσπάστη; στη Νέα Εστία, του λέω. «Εντάξει, πάμε». Κι έτσι σώθηκε όλο το αρχείο. Διότι αν κάνανε έρευνα κάτω από το κρεβάτι μου θα βρίσκανε όλο το μυστικό αρχείο της .

Μια μέρα είμαι γεμάτος προκηρύξεις και πάω στο Γαλάτσι σε έναν σύντροφο να του δώσω να πετάξει κι αυτός. Σταματάει το τραμ και μπαίνει μια κουστωδία αστυφύλακες κι αρχίζουν να τους ψάχνουν όλους. Φτάνουν πίσω από μένα, ψάχνουν και αυτόν που ήταν από πίσω και σηκώνονται και φεύγουν. Τύχη βουνό.

Γνωριμία με τον Πλουμπίδη

Όταν έφθασε στην Ελλάδα ο Μπελογιάννης, πήρε επαφή με την Έλλη Παπά και τον Στάθη Δρομάζο με τους οποίους είχα επαφή κι εγώ. Αποφασίσαμε λοιπόν ότι πρέπει να βγάλουμε μια εφημερίδα. Τότε κυκλοφορούσε η Μάχη που δεν εξέφραζε βέβαια την ορθόδοξη, την παραδοσιακή Αριστερά, το Κομμουνιστικό Κόμμα. Ξεκινήσαμε λοιπόν να βγάλουμε το Δημοκρατικό και ανέθεσαν σ’ εμένα να γίνω ο εκδότης της εφημερίδας, γιατί ο εκδότης έπρεπε να είναι ένα έμπιστο πρόσωπο στο κόμμα.

Έτσι με απομάκρυναν από τον παράνομο μηχανισμό για να βγάλω την εφημερίδα. Κατόπιν πολλές φορές γινόταν η επέτειος της Οκτωβριανής Επανάστασης στην πρεσβεία της Σοβιετικής Ένωσης. Πήγαινε όλο το συντακτικό προσωπικό, έρχονταν μετά και λέγανε τι φάγανε, ο μόνος που δεν πήγαινε ήμουν εγώ. Μου απαγορεύανε: «Εσύ δεν θα πας». Για να μη με εκθέσουν.

Με την εφημερίδα έγιναν πολλά ευτράπελα. Εμείς τυπογραφείο δικό μας δεν είχαμε. Η ύλη της εφημερίδας χτυπιόταν σε ένα τυπογραφείο κι ύστερα την πηγαίναμε μακριά, σε άλλο τυπογραφείο, για σελιδοποίηση. Ήταν τότε αρχιεργάτης ένας Αραγιάννης. Ένα βράδυ του έλειπε ένα κομματάκι στην προτελευταία σελίδα. «Παιδιά», λέει, «δώστε μου». «Τι να σου δώσουμε; Για να σου δώσουμε να καλύψεις αυτό το κομματάκι, πρέπει να πάμε στο τυπογραφείο να το γράψουμε, να σου το φέρουμε». Μέσα στην βιασύνη πιάνει λοιπόν ένα από την εφημερίδα Εμπρός και το κολλάει. Και τι έγραφε το αρθράκι; Για κάποιους ανθρώπους από την Ουγγαρία οι οποίοι είχαν δραπετεύσει στη Δυτική Ευρώπη και είχε τίτλο «Προτίμησαν την ελευθερία». Το τι έγινε την άλλη μέρα ήταν αφάνταστο. Το τι μας πήραν στο τηλέφωνο, τι βρισιές φάγαμε από τους αναγνώστες μας. «Δεν ντρέπεστε να βάζετε τέτοια πράγματα στην εφημερίδα;» Είχαμε πολλά τέτοια.

Βρισκόμασταν σε τέτοια κατάσταση που και λάθη γίνονταν πολλά. Πρώτα πρώτα δεν μπορούσες να επικοινωνήσεις με την ηγεσία έξω. Κατόπιν έπρεπε να πάρεις αποφάσεις και δεν μπορούσες να περιμένεις να σου έρθει απέξω η εντολή. Έπρεπε να αποφασίσεις εκείνη τη στιγμή. Να περιμένεις εσύ να πάει στον ασύρματο, ο ασύρματος να μεταβιβάσει και κατόπιν να του έρθει η απάντηση κ.λπ.
Δεν γίνονταν αυτά τα πράγματα. Γι’ αυτό και λέω ότι η ηγεσία έπρεπε να ήταν εδώ.

Στις πρώτες εκλογικές αναμετρήσεις μετά τον εμφύλιο ξεκινήσαμε να φτιάξουμε την ΕΔΑ. Είπαμε ότι πρέπει να γίνει ένα πλατύτερο μέτωπο, που θα το ψήφιζε βέβαια ο κόσμος της Αριστεράς, οι κομμουνιστές. Οι άλλοι -Κύρκος, Πασαλίδης κ.λπ._ δεν είχαν δυνάμεις και εκεί απέβλεπαν: στο να πάρουν ψήφους, τις κομμουνιστικές ψήφους. Αυτό το ξέραμε, αλλά δεν είχαμε άλλο δρόμο. Ο Μιχάλης ο Κύρκος υπήρξε ο κινητήριος μοχλός, διότι σε αυτόν περισσότερο είχαν εμπιστοσύνη οι άλλες δυνάμεις, και στο σπίτι του γίνονταν οι περισσότερες συνεδριάσεις. Στα Εξάρχεια, στην παλιά μπλε πολυκατοικία. Εκεί συνάντησα για πρώτη φορά από τότε που τελείωσα το σχολείο τον Μίμη Μπάτση, γιατί ήμαστε συμμαθητές. Ο Μπάτσης ήταν ένα παιδί από αριστοκρατική οικογένεια, ο πατέρας του ήταν ναύαρχος. Λέγεται ότι ο βασιληάς Γεώργιος, όταν γύρισε στην Ελλάδα μετά τον πόλεμο , ζήτησε ο πατέρας του να είναι ο καπετάνιος του αντιτορπιλικού που τον αποβίβασε στον Πειραιά. Ήμαστε φίλοι, παίζαμε μπάλα στο Πεδίο του Άρεως μαζί, ήταν συγκρατημένο παιδί. Ήταν πάντα ο πιο καλοντυμένος στην τάξη και μου έκανε εντύπωση πώς είχε έρθει στην κομμουνιστική Αριστερά. Και ήταν ο οικονομικός υπεύθυνος και λέγαμε πάντα ότι εκείνος που θα συλληφθεί τελευταίος θα είναι ο Μπάτσης και πραγματικά τελευταίος συνελήφθη.

Όταν έπιασαν τον Μπελογιάννη και τους 93 που συνελήφθησαν μαζί του , έσπασε όλη η οργάνωση του κόμματος. Μείναμε όλοι κι όλοι 4-5 άτομα, μαζί με τον Πλουμπίδη. Τότε ήρθα σε επαφή μαζί του, ήταν ο μόνος από την ηγεσία που δεν είχε πιαστεί. Μετά τις σύλληψεις ο Πλουμπίδης μου έστειλε 50 λίρες για την εφημερίδα και ένα σημείωμα με το οποίο προσπαθούσε να μας δώσει θάρρος, μου έγραφε ότι η νίκη θα είναι δική μας. Τότε τον γνώρισα για πρώτη φορά.

Ο Πλουμπίδης ήταν πολύ απλός άνθρωπος, πάρα πολύ έντιμος. Ακόμα και για τον Ζαχαριάδη έλεγε: «Θα έρθει η στιγμή που θα μετανιώσει γι’ αυτά τα οποία έλεγε». Όλοι μετά την ήττα στον εμφύλιο οι άλλοι της ηγεσίας φύγανε και πήγανε στις ανατολικές χώρες, ήταν ασφαλείς κι αυτός έμεινε εδώ.

Δεν ήταν αυστηρός, δεν είχε τις εξαλλοσύνες του Ζαχαριάδη. Αντίθετα μάλιστα, ήταν ενάντια στο να αποκηρύσσουμε τους δηλωσίες, ήθελε να τους κρατάμε κοντά μας. Εκτός αν είχαν προδώσει βέβαια, αν είχαν καταγγείλει ανθρώπους οι οποίοι ήταν στο κόμμα και τους είχε συλλάβει η Ασφάλεια. Όχι όμως ανθρώπους οι οποίοι είχαν κάνει δήλωση για πολλούς και διάφορους λόγους ή γιατί είχαν και οικογένειες, έπρεπε να θρέψουν οικογένειες κ.λπ. ‘Αλλωστε πολλά στελέχη, ακόμα και ο Άρης ο Βελουχιώτης ήταν παλιός δηλωσίας. Ήταν πολλοί απ’ αυτούς οι οποίοι στήθηκαν στον τοίχο ήταν δηλωσίες.

Πολλές φορές και το κόμμα ζητούσε δηλώσεις νομιμοφροσύνης. Ξέρω την περίπτωση του χαράκτη του Τάσου εγώ του ζήτησα να κάνει δήλωση ότι είναι πιστός στην ηγεσία του κόμματος. Ο χαράκτης ο Τάσος είχε χαρακτηριστεί ως αντιηγετικός. Εγώ ήμουν γραμματέας Λογοτεχνών, Ζωγράφων, Καλλιτεχνών κ.λπ. Είπα στον Στρατή τον Δούκα. Του λέω: «Στρατή, πήγαινε να δεις τον Τάσο. Να του πάρουμε δήλωση», και μας στέλνει στο διάολο ο Τάσος. «Στον εμφύλιο πόλεμο να κάνω εγώ δήλωση; Δεν με στέλνετε στο στρατοδικείο;» Εμείς οι οποίοι ήμαστε εναντίον της δήλωσης να ζητάμε δήλωση την εποχή του εμφυλίου πολέμου; Το λέω καμιά φορά στην Έλλη την Παπά και κουνάει το κεφάλι της και μου λέει: «Γιά σκέψου».

Πάνω απ’ όλα όμως,ο Πλουμπίδης είχε το κόμμα. Μάλιστα μια φορά θυμάμαι ότι μου έβαλε και λίγο πάγο, γιατί ήθελε πάντα να είσαι αφοσιωμένος στο κόμμα και να εκτελείς όλες τις εντολές του κόμματος σχεδόν χωρίς συζήτηση. Αυτό έγινε όταν επρόκειτο να βγάλουμε τη Δημοκρατική. Μας είχαν κλείσει πια το Δημοκρατικό και επρόκειτο να βγάλουμε τη Δημοκρατική. Η Δημοκρατική θα ήταν η εφημερίδα της ΕΔΑ. Η ΕΔΑ όμως ήθελε να κρατήσει την ιδιοκτησία και τη διεύθυνση της εφημερίδας και να την πάρει ο Μιχάλης ο Κύρκος. Εγώ τους έδινα τη διεύθυνση της εφημερίδας αλλά δεν τους έδινα την ιδιοκτησία. Όχι βέβαια για να την κρατήσω προσωπικά αλλά για να παραμείνει ιδιοκτησία του κόμματος. Άλλωστε και με χρήματα του κόμματος έγινε. Ήρθαμε σε διένεξη με τον Πλουμπίδη και του είπα: «Εγώ ότι δεν παραδίδω την εφημερίδα, να τους δώσουμε τη διεύθυνση». Οπότε δεν άκουσα τις εντολές του κόμματος.

Το ωραίο ήταν τούτο. Όταν πιάστηκε ο Μπελογιάννης και μετά εκτυλίχθηκε όλη εκείνη η υπόθεση των ασυρμάτων, ο Μιχάλης ο Κύρκος φοβήθηκε και προσχώρησε στο κόμμα του Πλαστήρα που ήταν και κυβερνητικό. Μάλιστα θυμάμαι δε ότι ο Κροντήρης, ο οποίος ήταν ο υπεύθυνος ασφαλείας εναντίον του κομμουνισμού, είχε καλέσει σε ανάκριση τον Μπασιάκο και του λέει: «Μας ξέφυγε ο μπαρμπα-Μιχάλης ο Κύρκος». Και τότε μου είπαν από το κόμμα ότι τους έσωσα, διότι θα έπαιρνε και την εφημερίδα ο Κύρκος, θα πήγαινε στον Πλαστήρα και θα μέναμε χωρίς έντυπο. Εγώ ήξερα ότι δεν τα πηγαίναμε και πολύ καλά με τον Μιχάλη τον Κύρκο. Ιδιαίτερα ο Πλουμπίδης ήταν πολλές φορές σε διένεξη μαζί του.

Ο Πλουμπίδης στην παρανομία

Ο Πλουμπίδης ζούσε σε πολύ δύσκολες συνθήκες. Όταν πιάσανε και τον Μπάτση και δεν μπορούσαν να έρχονται χρήματα από το εξωτερικό ζούσε πάρα πολύ φτωχικά. Ήταν και αδύνατος, είχε το πρόβλημα της υγείας του. Για να σωθεί έπρεπε να κάνει πνευμονοθώρακα. Που να πάει για θεραπεία όταν ζούσε στα μπουντρούμια;

Τον Πλουμπίδη τον έβλεπα σπάνια γιατί έμενε σε διάφορα σπίτια. Από κει μας έστελνε διάφορα σημειώματα ή τα χρήματα τα οποία είχαμε ανάγκη και κάπου κάπου μαζευόμασταν και οι τέσσερις. Αλλά αυτό γινόταν σπάνια, για λόγους ασφαλείας. Για να μην τον προδώσουμε πού βρισκόταν, τι έκανε, αν μας παρακολουθούσε η Ασφάλεια, γιατί εμένα με παρακολουθούσε πολύ η Ασφάλεια. Με έπαιρνε το πρωί από το σπίτι μου και με πήγαινε ως την εφημερίδα. Είχαμε έναν ενδιάμεσο, τον Κούλη τον Ζαμπαθά που ήταν δημόσιος υπάλληλος, δεν είχε εκτεθεί. Στο σπίτι του έμενε και μέσω του Ζαμπαθά μας έρχονταν οι διάφορες εντολές.

Ήταν καλός στην παρανομία ο Πλουμπίδης. Σκεφτείτε ότι τον κυνηγάει όλη η Ασφάλεια και δεν μπορεί να τον πιάσει. Είχε συλλάβει όλο το κόμμα, όλα τα ιδρυτικά στελέχη, είχε πιάσει και τον Μπελογιάννη και ο μόνος που έμενε ασύλληπτος χρόνια, ήταν ο Πλουμπίδης. Και ο οποίος κυκλοφορούσε, πήγαινε και έβλεπε πολιτικούς αρχηγούς, έβλεπε τον μπαρμπα-Μιχάλη τον Κύρκο. Έβλεπε και τους άλλους οι οποίοι συνεργάζονταν στην ΕΔΑ. Καταλάβατε; Δεν ήταν ένας άνθρωπος ο οποίος κρυβόταν. Κυκλοφορούσε στους δρόμους. Μπήκε σε τζιπ του στρατού. Ήταν φοβερή προσωπικότητα.

Αλλά βέβαια βρήκε και ανθρώπους οι οποίοι θυσιάστηκαν για να τον κρύψουν. Ακόμα και αξιωματικός του στρατού τον είχε βάλει στο τζιπ του… του Λάκη του Κυβέλου ο αδερφός. Επειδή δεν τον πιάνανε, λέγανε ότι ήταν άνθρωπος της Ασφάλειας…

Οι διαφωνίες Ζαχαριάδη-Πλουμπίδη

Ο Πλουμπίδης είχε μεγάλες πολιτικές διαφωνίες με τον Ζαχαριάδη. Η πρώτη διαφωνία ήταν με το γράμμα που έστειλε ο Ζαχαριάδης για συμμετοχή μας στον πόλεμο της Αλβανίας. Ο Ζαχαριάδης είχε πει «και με κυβέρνηση Μεταξά». Αυτός είχε αντίρρηση, έλεγε ναι, συμμετοχή στον πόλεμο αλλά με κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Βέβαια το Κομμουνιστικό Κόμμα την εποχή εκείνη ήταν μειοψηφία+ κάτω από 10%. Δεν μπορούσε να επιβάλει έναν τέτοιο όρο. Υπήρχε όμως μια πολύ μικρή ομάδα κομμουνιστών η οποία έλεγε τούτο: «Τι θέλουμε εμείς σε έναν πόλεμο μεταξύ δύο φασιστικών κρατών;» Είχε μείνει στην παλιά γραμμή. Εδώ δεν επρόκειτο για φασιστικό κράτος ή όχι… εδώ πρόκειται για την ύπαρξη της ίδιας της Ελλάδας.Βέβαια το κατάλαβε αυτό κατόπιν ο Πλουμπίδης,το αναίρεσε και κατά την Κατοχή δραστηριοποιήθηκε. Οργάνωσε εκείνη τη μεγαλειώδη εκδήλωση το Μάρτιο του 1943 που μπήκαμε μέσα στο υπουργείο Εργασίας και σκίσαμε τους καταλόγους και δεν πήγε κανείς Έλληνας εργάτης στη Γερμανία. Μοναδική χώρα από την οποία δεν μπήκε ούτε ένας εργάτης να εργαστεί στα εργοστάσια της Γερμανίας. Αυτό το είχε οργανώσει ο Πλουμπίδης.

Η άλλη διαφωνία ήταν με τον Εμφύλιο. Ο Πλουμπίδης ήταν κατά του Εμφυλίου, κατά της αποχής από τις εκλογές του 46 η οποία μας κόστισε πάρα πολλά. Και εκεί ήταν που ο Ζαχαριάδης που τον αντιπαθούσε, του έκανε πόλεμο. Γιατί όταν ερχόσουν σε αντίθεση με τις κομματικές ιδέες της εποχής εκείνης έπρεπε να σε εξοντώσουν. Και η εξόντωση ποια ήταν; Να πουν ότι είσαι χαφιές.

Το γράμμα Πλουμπίδη

Μια ειρωνεία της τύχης ήταν οταν περάσανε τον Μπελογιάννη και τους 93 από δίκη, εκείνη τη μεγάλη που έγινε στο Αρσάκειο, κατά διαβολική σύμπτωση δικαζόμουν κι εγώ ταυτόχρονα, για την εφημερίδα, και έτυχε μάλιστα ο βασιλικός επίτροπος να διακόψει τη δίκη Μπελογιάννη για να έρθει κατήγορος στη δική μου δίκη. Οταν καταδικάστηκαν σε θάνατο, ο Πλουμπίδης, παλικάρι, πάει να σώσει τον Μπελογιάννη και γράφει το περίφημο γράμμα. Δεν το χωνεύει αυτό το πράγμα ο Ζαχαριάδης. Την παλικαριά αυτή του Πλουμπίδη δεν τη χωνεύει και βγάζει ότι το γράμμα αυτό είναι κατασκεύασμα της Ασφάλειας. Ενώ ο Πλουμπίδης έχει βάλει και το δακτυλικό του αποτύπωμα κι εμείς το είχαμε δεί πριν σταλεί .Το γράμμα το έδωσε στον Ζαμπαθά να το στείλει στις εφημερίδες και ένα αντίγραφο ήρθε και σ’ εμάς.

Στην υπόθεση Μπελογιάννη ο πρωθυπουργός Πλαστήρας ήταν ανίσχυρος, οι Αμερικανοί του επέβαλαν την εκτέλεση του Μπελογιάννη Το μόνο που του έμενε ήταν να παραιτηθεί. Στην αρχή ο Πλαστήρας ήθελε τη συνεργασία μας και είχαμε έρθει σε επαφή. Αλλά κατόπιν έκοψε την επαφή μαζί μας και είναι χαρακτηριστικό ότι όταν πήγε ο Ηλίας Ηλιού και κάνα-δυο άλλοι δικοί μας στον Πλαστήρα, τους λέει: «Ακούστε, την εφημερίδα θα σας την κλείσουνε. Όχι εγώ, ο πρωθυπουργός,άλλοι θα σας την κλείσουν. Υπάρχουν άνθρωποι πάνω από μένα».

Όταν πρότεινε η ΕΔΑ να κάνουμε κοινούς συνδυασμούς, χωρίς να βάλει δικούς της υποψηφίους, απλώς να υποστηρίξουμε τους ανθρώπους του Πλαστήρα, είπε το εξής χαρακτηριστικό: «Εσείς μοιάζετε με κόκκινο μελάνι, μια σταγόνα να πέσει σε έναν κουβά νερό τον βάφετε όλο. Έτσι κι εμένα θα με βάψετε κόκκινο αν συνεργαστώ μαζί σας».

Χαφιέδες

Άρχισαν να διαδίδουν ότι είμαστε χαφιέδες στα τέλη του ’50. Ο Πλουμπίδης και οι συνεργάτες του. Τα πρώτα σημάδια τα πήραμε όταν ο μπαρμπα-Μιχάλης ο Κύρκος πήγε στις φυλακές Αβέρωφ και του είπαν: «Μακριά από την ΕΔΑ». «Γιατί;» «Γιατί η ΕΔΑ είναι στα χέρια της Ασφάλειας». Θέλαμε να μαζέψουμε χρήματα για τον εκλογικό αγώνα, αλλά οι άνθρωποι που μπορούσαν να μας δώσουν χρήματα ήταν επηρεασμένοι από τις φήμες και μας έλεγαν: «Μακριά από την ΕΔΑ, είναι στα χέρια της Ασφάλειας». Κι εμένα με έβλεπαν στο δρόμο και δεν μου λέγανε καλημέρα. Ήμουν χαφιές. Αυτό είναι η επιτυχία του Ζαχαριάδη. Η επιτυχία του Ζαχαριάδη να σε βγάλει χαφιέ και να σε απομονώσουν, διότι ποιος θα πλησιάσει, ποιος θα συναναστραφεί ένα χαφιέ;

Είχαμε λοιπόν διαλυθεί πριν από τη σύλληψη του Πλουμπίδη. Μας είχαν βγάλει χαφιέδες, δεν μας πλησίαζε κανένας, ο Πλουμπίδης είχε μπει στην μπάντα και οι υπόλοιποι τρεις οι οποίοι είχαμε απομείνει δεν είχαμε σταθερή κομματική επαφή. Παρ όλα αυτά υπήρχε πίστη φοβερή. Είχαμε ενταχθεί στο κίνημα και ξέραμε ότι θα υποστούμε βασανιστήρια, θα μας κυνηγάνε, φυλακές και το ξέραμε αυτό το πράγμα και πηγαίναμε. Όχι για να βελτιώσουμε, ίσα ίσα, σε βάρος των δικών μας φιλοδοξιών. Και πηγαίναμε. Είναι μια πίστη, είναι μια ιδεολογία.

Ο Πλουμπίδης δεν άφηνε να διαφανούν οι ενδεχόμενες διαφορές του. Τις απέφευγε. Και όταν του λέγανε κάτι, ακόμα και στο Στρατοδικείο, όταν τον προκαλούσαν, έλεγε: «Σταματήστε, αυτό αφορά εμένα και την ηγεσία μου». Έμοιαζε πολύ με τον Χριστό. Πάρα πολύ. Σαν φυσιογνωμία και σαν χαρακτήρας. Όταν στους εχθρούς του δίνει άφεση αμαρτιών, βέβαια, δεν μοιάζει με τον Χριστό; Ήταν πάλι απομονωμένος στις φυλακές της Κέρκυρας γιατί ήταν «ο χαφιές». Τον αφήνανε τελευταίο για να πάει στην ουρά για να πάρει συσσίτιο. Και με την εκτέλεσή του αποδείκνυε ότι δεν ήταν χαφιές και λέει, επιτέλους, αποδεικνύω ότι δεν είμαι αυτός που με κατηγορείτε.Φοβερό είναι. Περιμένω να με εκτελέσουν για να σας αποδείξω ότι δεν είμαι χαφιές.

Υστερα ο Ζαχαριάδης είπε ότι η εκτέλεση ήταν εικονική και τον Πλουμπίδη τον φυγάδευσαν στην Αμερική. Οι περισσότεροι από τους συντρόφους το πίστεψαν, γιατί τότε τα πίστευαν όλα. Ό,τι μας έλεγε η ηγεσία από πάνω τα πιστεύαμε. Εγώ δεν τα πίστεψα γιατί είχα άμεση επαφή με τον Πλουμπίδη. Τι να πιστέψω; Ότι ήταν χαφιές; Αν ήταν χαφιές θα με είχαν πιάσει ήδη εμένα.

Γυάρος

Με ξαναπιάσανε επί χούντας. διότι είχα το παρελθόν αυτό, πήγα τρία χρόνια εξορία στη Γυάρο και στο Παρθένι της Λέρου με την ηγεσία του κόμματος, όλη η ηγεσία του κόμματος. Μας είχαν ξεχωρίσει καμία τετρακοσαριά και ήμαστε εκεί μέσα και είχαμε γίνει τρεις παρτίδες. Ήταν οι ορθόδοξοι κομμουνιστές, ήταν το Κομμουνιστικό Κόμμα Εσωτερικού και η τρίτη κατάσταση ήμαστε εμείς, το χάος. Τους λέγαμε: «Μη μιλάτε γιατί και οι δύο έχετε τις ίδιες ευθύνες».

Εμείς στο χάος ήμαστε περίπου 70-80 και είχαμε την παλικαριά να καταδικάσουμε την είσοδο των αρμάτων μάχης στην Πράγα. Μας έγινε από κει και πέρα μια επίθεση από μέσα, από τους ορθόδοξους, αλλά δεν έπιασε. Στην αρχή ήμαστε 18 και κατόπιν ήμαστε κάπου 67, γράψαμε ένα μεγαλύτερο κείμενο το οποίο δημοσίευσαν οι εφημερίδες και μάλιστα έκανε εντύπωση πώς τολμήσαμε εμείς να κατηγορήσουμε εκείνη την εποχή τη Σοβιετική Ένωση. Κομμουνιστές να κάνουν αυτό το πράγμα; Και απέξω θυμάμαι, η ηγεσία που βρισκόταν στη Δυτική Ευρώπη, είπε: «Οι σύντροφοι κάτω δεν έχουν υπόψη τους τα πράγματα πώς έχουν ακριβώς… δεν γνωρίζουν και δεν καταλάβανε τι μεγάλη ζημιά μας έκανε αυτό το γράμμα».Διασπάστηκε το στρατόπεδο, περισσότερο ήταν το Κομμουνιστικό Κόμμα Εσωτερικού, λιγότεροι οι άλλοι και πιο λίγοι ακόμα ήμαστε εμείς, το χάος.

*Ολόκληρη η μαρτυρία στο βιβλίο «Μαρτυρίες για τον Εμφύλιο Πόλεμο και την ελληνική αριστερά»