Η ιστορική προέλευση της θανάτωσης μέσω της σταύρωσης παραμένει ένα μυστήριο. Με τη μέθοδο αυτή, η οποία χαρακτηρίζεται από τον Κικέρων – από τους μεγαλύτερους διανοητές, ρήτορες και συγγραφείς στη λατινική γλώσσα – ως «το πλέον φρικτό βασανιστήριο», ο θάνατος επέρχεται κατά κύριο λόγο από την ασφυξία.

Ads

Τα καρφιά, τα οποία έχουν διαπεράσει τα χέρια του σταυρωμένου προκαλούν αιμορραγία και πόνο, ωστόσο, ο θάνατος πάνω στον σταυρό έχει μια σειρά από προδιαθετικά αίτια. Ξεκινά από το άγριο φραγγέλλωμα για να ακολουθήσει το κάρφωμα των χεριών και των ποδιών και η καθήλωση στον σταυρό. Αυτού του είδους η καθήλωση καθιστά αδύνατη την ομαλή αναπνοή και επιφέρει αργά και βασανιστικά τον θάνατο στον «επί ξύλου κρεμάμενον».

Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, η σταύρωση άρχισε να εφαρμόζεται από τον 6ο π.Χ. αιώνα στην αυτοκρατορία του Δαρείου. Επινοήθηκε από τους Πέρσες και, στη συνέχεια, διαδόθηκε σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Καταργήθηκε το 337 μ.Χ. σε ολόκληρη την επικράτεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο για σεβασμό στο μαρτύριο του Ιησού Χριστού.

Το Ευαγγέλιο, όπου περιγράφεται η σταύρωση, αναφέρει ότι οι Ρωμαίοι στρατιώτες χρησιμοποιούσαν με τον αγριότερο τρόπο ένα εργαλείο, το φραγγέλλιο. Ο δήμιος που εκτελούσε τη φραγγέλλωση έπαιρνε ένα χοντρό μαστίγιο με πολλές λουρίδες στην άκρη. Πάνω τους ήταν δεμένες σφαίρες από μολύβι ή μικρά κόκαλα ζώων ή και κότσια από πρόβατο.

Ads

Το θύμα βρισκόταν δεμένο σε μια κολόνα ή έναν πάσσαλο. Ο βασανιστής χτυπούσε με δύναμη αυτό το φονικό εργαλείο πάνω στη ράχη του δεσμώτη. Από τα πρώτα κιόλας χτυπήματα το δέρμα αυλακωνόταν. Ύστερα από μερικά πλήγματα ακόμα, έφευγαν οι σάρκες του και απογυμνώνονταν τα κόκαλα.

Η σταύρωση ως μέθοδος θανάτωσης θεωρείται ότι πρωτοεμφανίστηκε στην Περσία τον 6ο π.Χ. αιώνα, ενώ χρησιμοποιήθηκε σε αρκετά από τα κράτη της αρχαιότητας, μη εξαιρουμένων των ελληνικών. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Δαρείος ο Α’, βασιλιάς των Περσών, σταύρωσε 3.000 πολιτικούς αντιπάλους του στη Βαβυλώνα, περίπου το 519 π.Χ.

Στον ελληνικό κόσμο, οι εγκληματίες συχνά τοποθετούνταν πάνω σε ένα επίμηκες ξύλο, πάνω στο οποίο διαπομπεύονταν, βασανίζονταν και θανατώνονταν. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρει ότι ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος Α’ σταύρωσε Ελληνες μισθοφόρους που υπηρετούσαν στον στρατό της Καρχηδόνας, με την οποία βρισκόταν σε πόλεμο.

Ο Μέγας Αλέξανδρος, μετά την άλωση της Τύρου, διέταξε τη σταύρωση 2.000 υπερασπιστών της φοινικικής αυτής πόλης, που επέζησαν της σκληρής και πολύχρονης πολιορκίας. Σύμφωνα με τον Αρριανό, ο Μακεδόνας στρατηλάτης, μετά τον θάνατο του Ηφαιστίωνα, πρόσταξε τη σταύρωση του Γλαυκία, που ήταν γιατρός του επιστήθιου φίλου του.

Εξηγώντας το μηχανισμό του βασανιστηρίου, ο καθηγητής Σπυρίδων Γ. Μακρής εξηγεί ότι για να εκπνεύσει κανείς «επί ξύλου κρεμάμενος» δεν απαιτείται να καρφωθούν τα χέρια και τα πόδια του πάνω στα δύο τεμνόμενα δοκάρια. Αρκεί και το δέσιμό τους. Ο σταυρός φέρνει τον άνθρωπο σε μια μεγάλη έλξη, που οφείλεται στο βάρος του σώματος. Το βάρος τραβά το κορμί προς τα κάτω από τα χέρια με μια μεγάλη έλξη των χεριών, των βραχιόνων, των ώμων και του θώρακα.

Αυτή η έλξη βαστά τον θώρακα σε μια συνεχή αναγκαστική θέση εισπνοής, αν και ο άνθρωπος δεν μπορεί να εκτελέσει κινήσεις εκπνοής.

Στον κάθε άνθρωπο οι κινήσεις εκπνοής γίνονται παθητικά από τον οργανισμό χωρίς να απαιτείται καμιά προσπάθεια. Πρόκειται για μια αυτόματη επάνοδο του μεταμορφωμένου από την εισπνοή θώρακα. Με αυτόν τον τρόπο ανανεώνεται ο αέρας στις κυψελίδες των πνευμόνων, οξυγονώνεται το αίμα και εξασφαλίζεται η επιβίωση.

Στην κατάσταση της σταύρωσης ο άνθρωπος βρίσκεται σε πολύ μεγάλο περιορισμό της αναπνοής του. Είναι κάτι σαν να τον έχουν δέσει σφιχτά από τον θώρακα ή σαν να έχουν τοποθετήσει επάνω του ένα μεγάλο βάρος. Οι πνεύμονες δεν μπορούν να γεμίσουν αέρα. Ο θάνατος από τη σταύρωση οφείλεται κυρίως σε ασφυξία. Η μεγάλη πίεση στον θώρακα εμποδίζει το αίμα να κατέβει από το κεφάλι στην καρδιά. Η μεγάλη συμφόρηση αίματος στο κεφάλι των ανθρώπων αυτών, των σταυρωμένων, θα μπορούσε να προκαλέσει τον θάνατο πολύ σύντομα.

Όμως ο δυστυχής κατάδικος ενστικτωδώς βρίσκει διέξοδο για να παρατείνει τη ζωή του. Όμως ταυτόχρονα το μαρτύριό του γίνεται σκληρότερο. Η διέξοδος που βρίσκει είναι να στηρίξει το κορμί του πιέζοντας τα πόδια του πάνω στα καρφιά στα οποία είναι προσηλωμένα. Έτσι, μέσα σε ανυπόφορους πόνους, ανυψώνεται λίγο ο θώρακας, σταματά η εξάρτηση του σωματικού βάρους από τα χέρια και τους ώμους.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να ανακουφιστεί ο θώρακας, να μπορέσει ο άνθρωπος να αναπνεύσει και να κατέβει το αίμα από το κεφάλι στην καρδιά.

Πηγή: εφημερίδα Έθνος