Προσεγγίζοντας ζητήματα της πρώιμης νεωτερικότητας σχετικά με την αντίληψη του εαυτού από την εποχή του Ντεκάρτ, παρατηρείται ότι η παράδοση της πνευματικότητας φθίνει και η φιλοσοφία δεν νοείται ως μια τέχνη του βίου αλλά ως μια επιστημονική γνώση του κόσμου. Το έργο του Michel Foucault, Οι λέξεις και τα πράγματα, ακολουθεί το φιλοσοφικό σύστημα του Ντεκάρτ στο πλαίσιο μιας εσωτερικής ορθής αναπαράστασης του κόσμου, ο οποίος είναι διαφοροποιημένος από τη γνώση των πλατωνικών ιδεών που βρίσκονται έξω από το υποκείμενο που επιχειρεί τη γνώση. Ο Μισέλ ντε Μονταίνι λίγο νωρίτερα από τον Ντεκάρτ προσπάθησε να ανακαλύψει την πρωτοτυπία μέσα από τη βύθιση στην εσωτερικότητα. Της Δήμητρας Καρδακάρη

Ads

*Το άρθρο βασίζεται στις παραδόσεις του μαθήματος «Ειδικά Θέματα Νεότερης Ευρωπαϊκής Ιστορίας» του καθηγητή του Ιονίου Πανεπιστημίου κ. Θεοδόσιου Νικολαΐδη, (με θέμα την υποκειμενοποίηση και επιμέλεια του εαυτού μέσα από φιλοσοφικά κείμενα της αρχαιότητας και της νεότερης περιόδου).
 
Ο Ντεκάρτ, θεωρεί ότι η γνώση της πραγματικότητας, πηγάζει από τις ιδέες που βρίσκονται μέσα μας. Δεν τοποθετείται εκτός του κόσμου. Είναι η εικόνα εκείνη, που με μηχανιστικό τρόπο σχηματίζει τον νου. Το ίδιο το υποκείμενο της γνώσης, δημιουργεί μια αλυσίδα συλλογισμών που οδηγούν σε μια αληθινή γνώση, καθώς ο ένας συλλογισμός προκύπτει ως αναγκαίος από τον προηγούμενο. Ο συλλογισμός αυτός γνωστός ως, «Καρτεσιανός ορθολογισμός» δεν είναι η ικανότητα του ατόμου να δει την τάξη που διέπει τον κόσμο, αλλά η ικανότητα να κατασκευάζει σειρές από σκέψεις.                                    
 
Η αυστηρότητα στην ένωση αυτής της αλυσίδας είναι κάτι το οποίο προϋποθέτει τον αναδιπλασιασμό της σκέψης. Για τον Ντεκάρτ οφείλουμε να δούμε τη σκέψη ως εξωτερικοί παρατηρητές και όχι να ανακαλύψουμε αυτό που υπάρχει έξω από μας. Αυτή η ικανότητα είναι και το στοιχείο που πρέπει να κατευθύνει τη ζωή.
 
O Μονταίνι και η βύθιση στην εσωτερικότητα
 
Λίγο πριν από τον Ντεκάρτ, ο Μισέλ ντε Μονταίνι, ασχολήθηκε και αυτός με ζητήματα της εσωτερικότητας. Θεώρησε ότι δεν είναι ο ψευδοεαυτός που έχει διάπλαση, αλλά η άγνωστη εσωτερικότητα. Ο ίδιος είχε αναφέρει ότι: «Στόχος μου είναι να ζωγραφίσω τον εαυτό μου». Καθώς στράφηκε να γράψει, κατάλαβε ότι ο εαυτός του ήταν σε μια διαρκή κίνηση και χρειαζόταν προσπάθειες για να «ζωγραφίσει» τη φύση του.

image
 
Ενώ ο Ντεκάρτ απέδιδε στο άτομο την ευθύνη της σκέψης του, αντίθετα ο Μονταίνι δεν ενδιαφερόταν για το πώς θα έπρεπε να συλλογιστούμε με οικουμενικούς κανόνες. Προσπαθούσε να ανακαλύψει την πρωτοτυπία, μέσα από μια βύθιση στην εσωτερικότητα.             
 
Ο Μονταίνι, μολονότι αποτελεί ένα κομβικό σημείο για τη νεότερη σκέψη μαζί με τον Πασκάλ, τον Σπινόζα και τον Νίτσε, δεν πρέπει να θεωρηθεί ως ρομαντικός του 17ου αιώνα. Βρίσκεται πιο κοντά στα κείμενα των Στωικών, αναζητώντας ένα στωικό πρότυπο, μια τέχνη του βίου.
 
Ο Μισέλ ντε Μονταίνι, γεννήθηκε το 1533 στο Μπορντώ, από οικογένεια με ευγενείς καταβολές. Ο παππούς του και ο πατέρας του δραστηριοποιούνταν με το εμπόριο του Μπορντώ, το οποίο την περίοδο εκείνη είχε ευνοηθεί από την επέκταση του Ευρωπαϊκού εμπορίου με αποτέλεσμα, η οικογένεια του να μεταπηδήσει από την μπουρζουαζία  στην ανώτερη τάξη και να αγοράσει «ευγενή γη»,  την οπόια ονόμασαν «γη του Μονταίνι».
 
Ο Μισέλ, εν συνεχεία απέρριψε το προγονικό επίθετο Κέμ και πήρε το επίθετο de Montaigne. Μετά από έξι χρόνια ανατροφής από υπηρέτες που του μιλούσαν μόνο Λατινικά, το 1539 ο Μονταίνι στάλθηκε στο κολλέγιο της Γκυγιέν στο Μπορντώ, φημισμένο σχολείο της εποχής του. Οι εγκύκλιες σπουδές του συνεχίστηκαν στο πανεπιστήμιο της Τουλούζ, όπου ο νεαρός Μονταίνι ξεκίνησε να μελετά Νομικά το 1546.     
 
Εν συνεχεία, στο διάστημα 1581-1585, υπηρέτησε ως δήμαρχος, όπου ήταν ένα κρατικό αξίωμα και μετά την θητεία του ασχολήθηκε με τα κτήματα. Ήταν ένας «ευγενής μεσαίας αριστοκρατικής τάξεως». Μέσα από την συγγραφή Δοκιμίων ο Μονταίνι, κατέστη γνωστός στην Γαλλία και του ανατέθηκαν διπλωματικές αποστολές.
 
Η εποχή που έζησε ο Μονταίνι ήταν μια εποχή οικονομικής πνευματικής και κοινωνικής ανάπτυξης, μια εποχή επέκτασης του κράτους, που παράλληλα συντελέστηκε μια αναδιάρθρωση στις τάξεις των ελίτ. Η κοινωνική τάξη που αναδυόταν ήταν αυτή των εμπόρων, η οποία με την εξαγορά τίτλων, κέρδιζε έδαφος ανάμεσα στις ανώτερες κοινωνικές τάξεις.
 
Το ερώτημα που γεννήθηκε την περίοδο εκείνη ήταν «Τι είναι αριστοκρατία;». Οι απόψεις διίσταντο, καθώς ορισμένοι θεωρούσαν την καταγωγή  και άλλοι την αρετή, η οποία δεν πήγαζε απαραίτητα από την στρατιωτική εμπειρία αλλά και από την ηθική, ως απαραίτητης προϋπόθεσης της αριστοκρατικής ταυτότητας.

Η Γαλλία την περίοδο 1559-1598 ταλανίζεται από τους θρησκευτικούς πολέμους μεταξύ των Καθολικών και των Προτεσταντών. Την περίοδο των πολέμων γράφτηκαν έργα πολιτικής φιλοσοφίας, τα οποία κεντρίζουν τον ενδιαφέρον από την άποψης της υποκειμενοποίησης του εαυτού.
 
Ορισμένα θέματα υποκειμενοποίησης που χαρακτηρίζουν τα έργα αυτής της περιόδου, ήταν το θέμα της εκλογής του Βασιλιά. Καθιερώθηκε η άποψη ότι αυτός που εκλέγεται είναι μέλος της ομάδας, και ουσιαστικά είναι ένας από τους πολλούς. Ο αρχηγός δεν θεωρούνταν εκλεκτός του Θεού, αλλά ήταν ίσος και ένας για όλους.    
               
Ένα άλλο ζήτημα υποκειμενοποίησης περικλειόταν στο ερώτημα «τι είναι ο Νόμος;». Ο Μποντέν γράφει το 1576 και χτίζει μια ιδεολογία της απόλυτης μοναρχίας, θεωρώντας ότι ο νόμος είναι η βούληση του κυρίαρχου. Ο νόμος ήταν, ένας κανόνας, τον οποίο δεν φτιάχνουν οι άνθρωποι, καθώς έχει δοθεί από την παράδοση και τους δεσμεύει όλους. Για αυτό τον λόγο θεωρείτο ότι οι άνθρωποι, δεν υπάκουαν τη θέληση του βασιλιά, αλλά σέβονταν τον νόμο.                        
 
Την περίοδο αυτή ο Μονταίνι γράφει τα Δοκίμια του, ένα βιβλίο πλούσιο σε περιεχόμενο. Ορισμένα από τα κείμενα του, αποτελούν ένα στοχασμό πάνω στην κρίση της αριστοκρατίας, καθώς αυτή πλέον δεν στηρίζεται στην ευγενή καταγωγή. Με τον εκχρηματισμό των σχέσεων, η τάξη της αριστοκρατίας περιλαμβάνει μέλη που είχαν την δυνατότητα να εξαγοράσουν τίτλους ευγενείας.   

Ads

image     
                                                           
Ο Μονταίνι επηρεασμένος από την κρίση της αριστοκρατίας, ανήκε σε μια εύθραυστη κοινωνική τάξη, αφού η τάξη των εμπόρων βασίζεται σε αυτή την «εύνοια». Δημιούργησε ένα χώρο εσωτερικότητας, ένα χώρο ανάπτυξης του εαυτού, ξεκινώντας από την κριτική και τον σκεπτικισμό.