Πενήντα κρατούμενοι στο εβραϊκό γκέτο της Βαρσοβίας, αναμένοντας το θάνατό τους, κατέγραψαν το χρονικό της φρίκης που έζησαν από τις ναζιστικές δυνάμεις. Η πολύτιμη μαρτυρία των περίπου 50 ανδρών και γυναικών που περιέχεται σε περίπου 35.000 σελίδες χαρτιού σχεδόν ξεχασμένο σήμερα, αποτέλεσε τη βάση για το βιβλίο του Αμερικανού ιστορικού Σάμιουελ Κάσοου, «Ποιος θα ξαναγράψει την Ιστορία μας;», το οποίο κυκλοφόρησε πριν από μερικές ημέρες στη Γερμανία.

Ads

Οι εγκλωβισμένοι στο γκέτο, την ώρα που οι ναζιστικές δυνάμεις σάρωσαν τους δρόμους της πόλης για εβραίους, έθαψαν στην αυλή ενός σχολείου μεταλλικά κουτιά με τις περίπου 35.000 σελίδες χαρτιού με τις μαρτυρίες τους. Από τους χρονικογράφους του γκέτο γλίτωσαν μόλις τρεις, οι οποίοι και έδωσαν τις πληροφορίες για το σημείο που βρίσκονταν τα κουτιά που εντοπίστηκαν μετά από 4 χρόνια.

Όπως επισημαίνει το περιοδικό «Spiegel», οι Εβραίοι στην Ευρώπη του Β’ παγκοσμίου πολέμου κράτησαν ημερολόγια και συγκέντρωσαν ντοκουμέντα για το Ολοκαύτωμα. Η δουλειά των χρονικογράφων του γκέτο, όμως, ήταν η πιο συστηματική και η πιο αναλυτική και ενδεχομένως και η πιο δραματική: «Θα ήθελα η μαρτυρία μου να έμπαινε σαν σφήνα κάτω από τη ρόδα της Ιστορίας», έγραψε μια γυναίκα που συμμετείχε στην ομάδα των χρονικογράφων.

Οι χρονικογράφοι έδωσαν στην συντακτική ομάδα τους το όνομα «Σαββατιάτικη Χαρά» επειδή από τον Νοέμβριο του 1940, συγκεντρώνονταν συνήθως τα απογεύματα του Σαββάτου. Άτυπος επικεφαλής της ομάδας, στην οποία συμμετείχαν συγγραφείς, διανοούμενοι και δάσκαλοι, ήταν ο Εμάνουελ Ρίνγκελμπλουμ, ένας ιστορικός που είχε γεννηθεί στη Γαλικία το 1900. Δυο βδομάδες πριν από το ξέσπασμα του Πολέμου, ο Ρίνγκελμπλουμ βρισκόταν στη Γενεύη ως εκπρόσωπος ενός μαρξιστικού κόμματος για το παγκόσμιο σιωνιστικό συνέδριο. Οι άλλοι εκπρόσωποι τον προειδοποίησαν ότι ήταν πολύ επικίνδυνο να επιστρέψει στην Πολωνία και του σύστησαν να μείνει στην Ελβετία. Εκείνος, όμως, θέλοντας να βρίσκεται με τη γυναίκα του και τον 9χρονο γιο του πέρασε με δυσκολία τα σύνορα και συνελήφθη λίγες ημέρες αργότερα στη Βαρσοβία.

Ads

Ο Ρίνγκελμπλουμ και η ομάδα του αντιλήφθηκαν από την αρχή τις διαστάσεις της τραγωδίας και άρχισαν να συγκεντρώνουν διατάγματα, αφίσες, δελτία για το συσσίτιο, επιστολές, ημερολόγια – ντοκουμέντα του τρόμου στα γίντις, τα γερμανικά και τα πολωνικά. Σε ένα από τα έγγραφα εξειδικεύεται ο αριθμός των επιτρεπόμενων θερμίδων: 2.613 για τους Γερμανούς, 699 για τους Πολωνούς, 184 για τους Εβραίους. Οι χρονικογράφοι κατέγραψαν τις τιμές στη μαύρη αγορά και, σαν εθνολόγοι, έφτιαξαν ερωτηματολόγια παίρνοντας συνεντεύξεις από εκατοντάδες ομοεθνείς τους. Υπολόγισαν ότι ανάμεσα στο 1940 και το 1942 περίπου 100.000 άνθρωποι πέθαναν από την πείνα και το κρύο. «Το χειρότερο πράγμα είναι να βλέπεις τα παγωμένα παιδιά. Σήμερα το απόγευμα άκουγα το εξασθενημένο κλάμα ενός μικρού παιδιού. Πιθανότατα αύριο θα βρουν το νεκρό σώμα του», έγραψε ο Ρίνγκελμπλουμ.

Ένας από συντάκτες του ημερολογίου, ο 19 χρόνων τότε Νταβίντ Γκράμπερ έγραψε βιαστικά στο αποχαιρετιστήριο γράμμα του: «θα ήμουν πανευτυχής εάν ζούσα τη στιγμή που θα αποκαλυπτόταν αυτός ο μεγάλος θησαυρός και ο κόσμος θα μάθαινε την αλήθεια». Ο Γκράμπερ σκοτώθηκε από τους ναζιστές στρατιώτες.

Τα ντοκουμέντα βρίσκονται αναρτημένα στην ιστοσελίδα του The Holocaust Research Project