Στα παιδικά μας χρόνια, μας το είχαν μάθει έτσι, σαν παπαγάλοι το ανανεώσαμε και εμείς, αλλά και αυτοί.

Ads

Άρθρο του Τούρκου συγγραφέα και δημοσιογράφου Engin Ardıç για την εφημερίδα Sabah

Όταν λέμε «τους πετάξαμε στη θάλασσα», μπροστά στα μάτια μου έρχονται οι Έλληνες στρατιώτες οι οποίοι από την περιοχή του Κορδελιού, το οποίο μύριζε καπνό, μπαρούτι και σύκα, έπεφταν ο ένας μετά τον άλλο στη θάλασσα και αγωνίζονταν να μην πνιγούν, κάνοντας παράλληλα και εκκλήσεις βοήθειας.

Ή οι δικοί μας να τους σπρώχνουν να πέσουν στη θάλασσα με ρόπαλα και λόγχες. Αυτοί πάλι πλάτς μέσα στη θάλασσα…

Ads

Όμως, δεν έγινε έτσι. Πάντως, υπήρχαν και αυτοί οι οποίοι πηδούσαν μέσα στη θάλασσα από την περιοχή του Κορδελιού, όμως αυτοί ήταν οι πολίτες… Μάλιστα, ακριβώς μια εβδομάδα μετά την είσοδό μας στη Σμύρνη. Αυτοί διέφευγαν από τις πυρκαγιές που είχαν ξεσπάσει. Εκατοντάδες άτομα έχασαν τη ζωή τους κατ` αυτόν τον τρόπο.

Ο όρος «τους ρίξαμε στη θάλασσα», επειδή μας άρεσε πάρα πολύ χρησιμοποιήθηκε και με τη «μεταφορική» έννοια. Το πρωί της 26ης Αυγούστου περάσαμε στην επίθεση, μέσα σε τέσσερις ημέρες ο ελληνικός στρατός διαλύθηκε. Ο δρόμος προς τη Σμύρνη είχε ανοίξει, η άφιξή μας εκεί διήρκεσε δέκα ημέρες.

Αυτούς τους νικήσαμε, όμως, δεν μπορέσαμε να τους εξολοθρεύσουμε. Άλλωστε, δεν υπήρχε και λόγος για κάτι τέτοιο. Αυτός δεν ήταν ένας πόλεμος «καταστροφής». Σκοπός μας δεν ήταν να εξολοθρεύσουμε τον Ελληνικό Στρατό, απεναντίας επιδίωξή μας ήταν να φύγει από την περιοχή των εδαφών μας που είχε υπό κατάληψη.

Το Αιγαίο το εκκένωσαν αφού είχε διασπασθεί το μέτωπό τους και διαφεύγοντας. Την ανατολική Θράκη την εκκένωσαν βάσει της Συνθήκης των Μουδανιών και κατόπιν «συμφωνίας». Η Κωνσταντινούπολη; Για την απελευθέρωσή της απαιτήθηκε αρκετός χρόνος, ακριβώς δεκατρείς μήνες…

Για την Κωνσταντινούπολη έπρεπε να αναμένουμε την ύπαρξη μιας οριστικής συμφωνίας -όμως, και αυτό στις νέες γενιές το έμαθαν «εξασφαλίστηκε αμέσως». Πάντως, η απελευθέρωση της Σμύρνης πραγματοποιήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου και της Κωνσταντινούπολης στις 6 Οκτωβρίου… Αν και μπορεί να φαίνεται ότι η διαφορά είναι ένας μήνας, εντούτοις, στην πραγματικότητα υπάρχει περίπου ένας χρόνος.

Όμως, στο πεδίο των μαχών τι έγινε; Ένα μέρος του ελληνικού στρατού αποσύρθηκε προς τη Σμύρνη, ένα μέρος του διέφυγε προς τα βορειοδυτικά και μέσω της Κιουτάχειας έφθασε στην Προύσα. Αυτοί οι οποίοι διέφυγαν προς τα βόρεια από την περιοχή των Μουδανιών πέρασαν στη Θράκη. Αυτούς δεν τους κυνηγήσαμε, δεν μπορούσαμε να τους φθάσουμε, δεν μπορούσαμε να διαμοιράσουμε τη δύναμή μας. Άλλωστε, ούτε και στο σχέδιο επίθεσης το οποίο είχε καταστρώσει ο Fevzi Paşa είχε προβλεφθεί κάτι τέτοιο. Τους αφήσαμε «ήσυχους».

Ένα μέρος αυτών που υποχώρησαν προς τη Σμύρνη, έφθασαν στην πόλη μεμονωμένοι καίγοντας στο δρόμο τους ό,τι εύρισκαν. Από εκεί φορτώθηκαν στα πλοία. Οι τελευταίες μονάδες αποχώρησαν από το λιμάνι στις 8 Σεπτεμβρίου.

Ο Ανώτατος Κομισάριος, δηλαδή, ο Γενικός Νομάρχης Αριστείδης Στεργιάδης, αφού δημοσίευσε μια προκήρυξη η οποία ανέφερε «στην πόλη η Ελληνική διοίκηση θα λάβει τέλος το βράδυ της 8ης Σεπτεμβρίου και ώρα 22.30», ακολούθως επιβιβάστηκε σε ένα πλοίο και αναχώρησε. (Από τον φόβο και την ντροπή του δεν επέστρεψε στην Ελλάδα, αλλά μετέβη στη νότιο Γαλλία όπου και απεβίωσε εκεί εξόριστος).

Από τη νύχτα εκείνη και μετά η Σμύρνη, μπορούμε να πούμε, ότι έμεινε μετέωρη… Το πρωί της 9ης Σεπτεμβρίου όταν οι έφιππες μονάδες μας μπήκαν στην πόλη, εκεί βρίσκονταν κάποιοι μεμονωμένοι και τρομοκρατημένοι Έλληνες στρατιώτες, οι οποίοι δεν κατάφεραν να φύγουν, φορούσαν πολιτική περιβολή, είχαν αναμειχθεί μεταξύ του λαού ή κάπου είχαν κρυφτεί…

Όμως, ούτε αυτοί αποτελούσαν το «σύνολο» του ελληνικού στρατού. Ορισμένες μονάδες είχαν αποσυρθεί προς την περιοχή του Τσεσμέ και των Ουρλών και από εκεί πέρασαν στη Χίο και στη Λέσβο. Ούτε και σε αυτούς φθάσαμε, πλέον δεν τους είχαν κυνηγήσει περισσότερο. Διότι, και η δική μας «μπαταρία είχε αδυνατίσει»…

Οι άνθρωποι την είχαν γλιτώσει τόσο φθηνά, ώστε βρήκαν τη δύναμη μετά από μερικές ημέρες να πάνε στην Αθήνα και με ένα πραξικόπημα να ανατρέψουν την κυβέρνηση του Γούναρη!

Αυτή είναι η πραγματικότητα. Μην πιστεύετε αυτούς, οι οποίοι αναφέρουν «καταστρέψαμε τον ελληνικό στρατό». Στους αποβλακωμένους και σε αυτούς που έχουν κακές προθέσεις θα ήθελα να πω ιδιαιτέρως το εξής: Όλα αυτά δεν ρίχνουν σκιά στη μεγάλη και λαμπρή νίκη την οποία έχουμε κερδίσει. Τον πόλεμο τον κερδίσαμε εμείς και τον κερδίσαμε οριστικά.

Όμως, και αυτή την φιλολογία περί «πόρνης Ελλάδας», μετά μάλιστα από μια περίοδο 80 ετών, θα πρέπει να την επανεξετάσουμε, σύμφωνα μάλιστα και με την πολιτική μας «περί μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες μας» ή εάν θέλετε σύμφωνα και με το δόγμα «ο τότε εχθρός μας, σημερινός φίλος μας».