Είναι οι πρώτες ημέρες του Μάη του 1968 όταν μόλις σε δέκα ημέρες η Γαλλική κοινωνία οδηγείται  από την πλήξη στην ένταση, το πολιτικό σύστημα από την βεβαιότητα στον πανικό, και οι διαδηλωτές από ελάχιστους αριστεριστές σε εκατοντάδες χιλιάδες όλων των πολιτικών αποχρώσεων.

Ads

Οι κινητοποιήσεις που ξεκινούν στις 2 Μαΐου με το κλείσιμο του Πανεπιστημίου της Ναντέρ στις οποίες δεν συμμετέχουν ούτε τριακόσια άτομα, και αυτή της 6ης Μαΐου με πάνω από 20.000 διαδηλωτές έχουν ως κοινούς παρονομαστές τη στήριξή τους από αριστερές μειοψηφίες, αναρχικούς, τροτσκιστές  και μαοϊκούς, την βίαιη κρατική καταστολή και την καταδίκη τους από τα κοινοβουλευτικά κόμματα. 

Όλα αλλάζουν μετά τη συγκέντρωση της 10ης Μαΐου που μένει στην ιστορία σαν “νύχτα των οδοφραγμάτων” αφού εκείνο το βράδυ οι διαδηλωτές δημιουργούν πάνω από 60 οδοφράγματα στο Καρτιέν Λατέν, με τις συγκρούσεις να ξεπερνούν κάθε άλλο προηγούμενο.

Η βίαιη επίθεση της αστυνομίας έχει σαν απολογισμό πάνω από 1000 τραυματίες, 500 συλλήψεις, δεκάδες αυτοκίνητα πυρπολημένα και όλους πλέον να συνειδητοποιούν ότι αυτό που συμβαίνει δεν έχει σχέση με ότι έχουν γνωρίσει μέχρι τότε.

Ads

Οι κινητοποιήσεις αυτές δεν ακολουθούν την πορεία των προηγούμενων στη γραμμή “διαμαρτυρία-εκτόνωση”,  αφού εξελίσσεται ένα έργο χωρίς σενάριο που ουδείς γνωρίζει το φινάλε του.

Η γαλλική κυβέρνηση ελπίζοντας πως η συγκέντρωση της 10ης Μαΐου αποτελεί την κορυφή του παγόβουνου, κάνει ένα ακόμη λάθος υπολογισμό αφού η επόμενη, της Δευτέρας 13ης Μαΐου, όχι μόνο ξεπερνά κάθε προηγούμενη αλλά οδηγεί στη μετάλλαξη του κινήματος από διαμαρτυρίας σε ανατροπής.

Οι εκατοντάδες χιλιάδες συγκεντρωμένοι σε Παρίσι και άλλες γαλλικές πόλεις, συνθέτουν ένα πολύχρωμο μωσαϊκό που προκαλεί πολλά νεύρα στον Ντε Γκωλ όταν τους ακούει να φωνάζουν για την δεκαετή διακυβέρνησή του :“Δέκα χρόνια είναι αρκετά”, και σύγχυση στην αστυνομία που υπολογίζει τους συγκεντρωμένους σε 117.500 ακριβώς…

Τα γεγονότα έχουν προλάβει τους πάντες :κυβέρνηση, αριστεριστές, συνδικαλιστές, και φυσικά τα κόμματα της Αριστεράς. Η μαζικότητα, η μαχητικότητα η ταχύτητα που τρέχει το κίνημα, αλλά και η παντελής έλλειψη καθοδήγησης και χειραφέτησις του, κάνει Αριστερά και συνδικάτα να εμφανίζονται πολλές φορές το ίδιο αμήχανοι με την κυβέρνηση, ακολουθώντας γεγονότα και πρόσωπα που μόλις πριν λίγες ημέρες έχουν καταδικάσει.

Έτσι, με την απεργία που κηρύττει στις 13 Μαΐου η CGT, η μεγαλύτερη εργατική συνομοσπονδία που ελέγχεται από το ΚΚ Γαλλίας (PCF) και η σοσιαλιστική  CFDT, η κοινοβουλευτική Αριστερά επιχειρεί να πάρει τα ηνία των επόμενων κινητοποιήσεων, ώστε να τις κατευθύνει προς τα οικονομικά αιτήματα της εργατικής τάξης, και όχι προς την σύγκρουση με το ίδιο το γκωλικό καθεστώς.

Αυτό δημιουργεί αρκετές τριβές μια και λίγες ημέρες πριν στις 3 Μαΐου, ο μετέπειτα ηγέτης του PCF Ζωρζ Μαρσέ σε άρθρο του στην “Ουμανιτέ”, διαφοροποιεί τη θέση της παράταξής του από τα “ανεύθυνα αριστερά στοιχεία”, καλώντας την εργατική τάξη να μην αναμιχθεί μαζί τους, ενώ στελέχη του  PCF χαρακτηρίζουν τους ηγέτες των κινητοποιήσεων σαν “ψευδο-επαναστάτες, τυχοδιώκτες, αποστάτες και πράκτορες της CIA”.

Ο φυσικός ηγέτης των πρώτων ημερών των διαδηλωτών Γερμανός αναρχικός Ντανιέλ Κον Μπετίντ, μετά την επιτυχία της 13ης Μαΐου με την κλασική δήλωσή του ότι  “η μεγαλύτερή μου ικανοποίηση είναι ότι σήμερα βρέθηκα στην κεφαλή μιας διαδήλωσης της οποίας την ουρά ακολουθούσαν τα σταλινικά καθάρματα…” αναδεικνύει τις μεγάλες διαφορές των συγκεντρωμένων, και αποκαλύπτει την αναπόφευκτη μάχη εξουσίας που μαίνεται πίσω από τα οδοφράγματα. 

Φυσικά τα μεγαλύτερα προβλήματα τα έχει η κυβέρνηση Ντε Γκωλ, που  βλέπει να αποτυγχάνει και η συνήθης πρακτική του “καλού και του κακού μπάτσου”. Η σκληρή καταστολή γιγαντώνει το κίνημα δίνοντάς του την συμπάθεια και την ανοχή της μεσαίας τάξης, ενώ οι “παραχωρήσεις” όπως η επαναλειτουργία της Σορβόννης με απόσυρση των αστυνομικών δυνάμεων απελευθερώνει  απρόσμενες δυνάμεις της νεολαίας.

Η άμεση κατάληψη του Πανεπιστήμιο της Σορβόννης την μετατρέπει σε μία νύχτα σε “Λαϊκό αυτόνομο Πανεπιστήμιο”, με χιλιάδες φοιτητές να κάνουν συζητήσεις επί συζητήσεων και αναλύσεις επί αναλύσεων προσπαθώντας να δημιουργήσουν ένα νέο είδος ανοιχτής πανεπιστημιακής κοινότητας, αμφισβητώντας τους μέχρι τότε κανόνες και τα θέσφατα της. Κι όταν οι χώροι του Πανεπιστημίου δεν αρκούν να χωρέσουν τους φοιτητές η κατάληψη προεκτείνεται σε κοντινά θέατρα. 

Το σύνθημα που υπάρχει στο φουαγιέ του “Οντεόν” είναι σαφές για τους στόχους της κατάληψης :“Όταν η εθνοσυνέλευση γίνεται θέατρο της μπουρζουαζίας, τότε όλα τα θέατρα της μπουρζουαζίας πρέπει να γίνουν εθνικές συνελεύσεις”. Αυτά βλέπει ο Ντε Γκωλ και φωνάζει έξαλλος στον Πομπιντού : “Λοιπόν επιτρέψατε να καταλάβουν το Οντεόν ;”.

Οι καταλήψεις είναι πλέον η νέα πρακτική των διαδηλωτών και εξαπλώνονται ταχύτατα σε όλη τη Γαλλία. Μέσα σε ελάχιστες ημέρες πάνω από 50 μεγάλες βιομηχανικές μονάδες της χώρας καταλαμβάνονται από εργάτες και φοιτητές, παρά τις αντίθετες παραινέσεις των συνδικαλιστικών ενώσεων, που τελικά αναγκάζονται να αποδεχτούν τα τετελεσμένα. Πλέον πλήττεται η ραχοκοκαλιά της γαλλικής οικονομίας και η κοινωνία δείχνει να παρασύρεται σε μια πολιτική διονυσιακή μέθη ελευθερίας.

Κάθε ημέρα το νούμερο των απεργών αυξάνει γεωμετρικά και από 300 χιλιάδες στα μέσα Μαΐου, μόλις στις 22 του ίδιου μήνα φτάνει σχεδόν τα 10 εκατομμύρια. Όλοι οι Γάλλοι είναι στους δρόμους και ζητούν τα πάντα :καλύτερα μεροκάματα, ανθρώπινες συνθήκες εργασίας, την πτώση του Ντε Γκωλ, αλλαγή του πολιτικού συστήματος, αυτοδιοίκηση στα εργοστάσια, μα πάνω από όλα δείχνουν να έχουν ανάγκη περισσότερο “αέρα” πολιτικής και ατομικής ελευθερίας.
          
Το κοινοβούλιο δείχνει αποκομμένο από τα γεγονότα, και η πρόταση μομφής που καταθέτει το κομμουνιστικό κόμμα καταψηφίζεται με ελάχιστη πλειοψηφία. Ακόμα και οι πύρινοι λόγοι του ηγέτη της Σοσιαλιστικής Αριστεράς Μιτεράν κατά του πελαγωμένου  πρωθυπουργού Πομπιντού ακούγονται πολιτικάντικοι: “Έχετε χάσει τα πάντα, και σας το λέω με απόλυτη  σοβαρότητα κύριε πρωθυπουργέ, πρέπει να φύγετε”. Αλλά πλέον τα γεγονότα δεν καθορίζονται από τους εκπρόσωπους του λαού, αλλά από τον ίδιο τον λαό.

Η ουσιαστική απέλαση του Κον Μπεντίτ από τον υπουργό Εσωτερικών Κριστιάν Φουσέ στις 22 Μαΐου μαζί με την αφαίρεση της γαλλικής ιθαγένειας, οδηγεί σε νέες συγκεντρώσεις με κύριο σύνθημα το :“Είμαστε όλοι Γερμανοεβραίοι”. Στις 24 Μαΐου ο Ντε Γκωλ με ένα  μελοδραματικό, αλλά και εκβιαστικό διάγγελμα, ζητά από τους Γάλλους να ανανεώσουν την εμπιστοσύνη τους στο πρόσωπό του με δημοψήφισμα :“Σε περίπτωση που η απάντησή σας είναι όχι, είναι αυτονόητο ότι θα παραιτηθώ από το αξίωμά μου”.
         
Στις 26 Μαΐου μετά από 24ωρες διαπραγματεύσεις μεταξύ εργατικών συνδικάτων και εργοδοσίας, συμφωνούνται αυξήσεις σε μισθούς και παροχές που δεν θα μπορούσαν να σκεφτούν πριν μερικές εβδομάδες οι εργαζόμενοι.

Τα συνδικάτα πανηγυρίζουν για την επιτυχία, κυβέρνηση και εργοδοσία κοιτούν την τσέπη τους για να δουν πόσο εξαγόρασαν την πολυπόθητη για αυτούς “τάξη και ασφάλεια”, αλλά όλα αλλάζουν πάλι όταν η συμφωνία φτάνει στους εργαζόμενους και αυτοί την απορρίπτουν με αποδοκιμασίες. Μα τι θέλουν επιτέλους ;

Είναι 29 Μαΐου όταν ο Ντε Γκωλ ξεχνά τον πολιτικό του ρόλο και θυμάται το στρατιωτικό παρελθόν  του. Εξαφανίζεται για επτά ώρες κάνοντας επαφές με στρατιωτικούς στους οποίους βολιδοσκοπεί τις προθέσεις τους σε περίπτωση ένοπλης σύγκρουσης.

Η αμέριστη υποστήριξη του στρατού επαναφέρει την χαμένη αυτοπεποίθηση στον Γάλλο πρόεδρο, και επιστρέφει στο Παρίσι με νέο διάγγελμα. Σε αυτό  αναιρεί το δημοψήφισμα, διαλύει την Εθνοσυνέλευση,  προκηρύσσει εκλογές, και εμφανίζεται εξοργισμένος με τους κομμουνιστές, τις “καθοδηγούμενες ομάδες” και τους “πολιτικάντηδες του περιθωρίου” θυμίζοντας το πρώτο διάγγελμα του Παπαδόπουλου μόλις ένα χρόνο πριν.

Το γκωλικό καθεστώς περνά στην αντεπίθεση στοχεύοντας στα συντηρητικά αντανακλαστικά της γαλλικής κοινωνίας. Επικαλείται τον “κίνδυνο δικτατορίας” παρότι που το ίδιο τις τελευταίες εβδομάδες έχει ανασυγκροτήσει παρακρατικές ομάδες όπως η “Επιτροπή Υπεράσπισης της Δημοκρατίας”(CDR), και έχει δημιουργήσει κρυφή στρατιωτική ατζέντα στρατιωτικής εκτροπής.

Ο ίδιος ο στρατιωτικός διοικητής του Παρισιού Μορίς Γκριμό εκείνες τις ημέρες αναφέρει στα απομνημονεύματά του ότι ο μόνος λόγος που δεν έχει επέμβει ακόμα ο στρατός, είναι ο φόβος των συνεπειών:“…οι κληρωτοί κινδύνευαν να αποθαρρυνθούν ή και να προσελκυστούν από τους διαδηλωτές, ενώ οι ειδικές δυνάμεις όπως οι αλεξιπτωτιστές, είναι εκπαιδευμένες σε τρόπους επέμβασης που δύσκολα μπορούν να προσαρμοστούν στις επιχειρήσεις του δρόμου. Γνωρίζω πάντως ότι, όπως είναι λογικό, το ενδεχόμενο της στρατιωτικής λύσης δεν αποκλείστηκε ποτέ απολύτως από την κυβέρνηση”. 

Και όπως η αστική τάξη αφημένη στην πλήξη της αιφνιδιάζεται από τον καταιγιστικό Μάη, έτσι και οι διαδηλωτές αφημένοι στην δική τους ευδαιμονία των ημερών ξαφνιάζονται από την αντεπίθεση του καθεστώτος. Την ώρα που φοιτητές και εργάτες σε δρόμους και σε γενικές συνελεύσεις τσακώνονται για το πως θα είναι το σύστημα που θα αντικαταστήσει τον καπιταλισμό ο οποίος θα κατέρρεε άμεσα κάτω από το βάρος των πολιτικών του αμαρτιών, το καθεστώς συσπειρώνει  δυνάμεις ετοιμάζοντας την αντεπίθεση του.

Στις 31 Μαΐου μια νέα τεράστια διαδήλωση γεμίζει τους δρόμους του Παρισιού. Μόνο που αυτή τη φορά δεν υπάρχουν κόκκινες-μαύρες σημαίες και έξυπνα συνθήματα, αλλά εκατοντάδες χιλιάδες “νοικοκυραίοι” που κρατώντας γαλλικές σημαίες, ζητούν αποκατάσταση της τάξης, τραγουδούν την Μασσαλιώτιδα και τα συνθήματά τους ξεκινούν από το “Ναι στην μεταρρύθμιση–όχι στο χάος” και φτάνουν στο “Ο Μπετίντ στο Νταχάου”.

Αυτό που δεν κατάφεραν η αστυνομική βία και οι οικονομικές παροχές, το επιτυγχάνει η κήρυξη των εκλογών. Τα κόμματα προσπαθούν να εξαργυρώσουν τον Μάη με ψήφους, οι απεργοί εμφανίζονται κουρασμένοι και οι φοιτητές φαίνονται να “αδειάζονται” από όλους  αφημένοι στις εσωτερικές τους συγκρούσεις. Η αντίστροφη μέτρηση του κινήματος έχει ξεκινήσει, και αυτή την φορά τα γεγονότα είναι καταιγιστικά από την αντίθετη πλευρά.

Απεργίες και καταλήψεις φθίνουν μέρα με την ημέρα, η αστυνομική βία, παρότι αυτή την φορά προκαλεί νεκρούς με τις εκκενώσεις καταλήψεων, έχει την ανοχή της κοινωνίας, τράπεζες και δημόσιοι φορείς αρχίζουν να επαναλειτουργούν σπάζοντας το ηθικό των εναπομεινάντων απεργών, η κυβέρνηση κηρύσσει εκτός νόμου μικρές αριστερές οργανώσεις ενώ την ίδια στιγμή απελευθερώνει ακροδεξιούς συλληφθέντες.

Στις εκλογές που γίνονται στις 22 και 29 Ιουνίου ο Ντε Γκωλ αυξάνει κατά ένα εκατομμύριο τους ψήφους του κερδίζοντας  358 από τις 465 έδρες της Εθνοσυνέλευσης, ενώ η κοινοβουλευτική Αριστερά ψάχνει τους λόγους που καταποντίζεται.

Όλο τον Μάιο που η Γαλλία είναι παραδομένη κατ’ άλλους σε νηφάλιο μέθη κατ’ άλλους στο χάος, δεν υπάρχει κανένας νεκρός από τις μαζικές  κινητοποιήσεις. Μετά τον ουσιαστικό τερματισμό του Μάη από τις αρχές του Ιούνη, έχουμε πέντε νεκρούς από αστυνομικές επιχειρήσεις, ενώ η έξοδος των Γάλλων το πρώτο Σαββατοκύριακο του μήνα συνοδεύεται από 110 νεκρούς και 1.200 τραυματίες. Η τάξη και η ασφάλεια έχουν επανέλθει…

 
Ο “πράσινος” Ντάνιελ Κον Μπεντίτ την εποχή που ήταν, πολύ, “κόκκινος”… 

 
Αντιπροσωπευτική φωτογραφία του Γαλλικού Μάη 

 
Παρότι εκείνες τις ημέρες επικρατεί καλοκαιρία “βρέχει” πολλές πέτρες… 

 
Μια από τις πολλές ανατροπές της περιόδου… 

 
Οπλισμένα γαλλικά ΜΑΤ.