Στις 11 Μαρτίου 2002 άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 84 ετών, ο αμερικανός οικονομολόγος Τζέιμς Τόμπιν, ο οποίος τιμήθηκε με το Νόμπελ Οικονομίας το 1981. Ο Τόμπιν γεννήθηκε στο Ιλινόις, το 1918. «Ήταν εύκολο να ασχοληθείς με τα οικονομικά, επειδή ήταν ξεκάθαρο ότι τα πράγματα πήγαιναν λάθος», είχε δηλώσει αναφερόμενος στη δεκαετία του ’30 και στο λόγο ενασχόλησής του με τα οικονομικά.

Ads

Ο Τόμπιν υπήρξε μέλος της Επιτροπής Οικονομικών Συμβούλων του Προέδρου των ΗΠΑ, το 1960 και το 1961 και καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ. Με τις μελέτες του βοήθησε στον εκσυγχρονισμό των θεωριών του Κέυνς. Στους ακαδημαϊκούς κύκλους αναγνωρίστηκε μέσα από το οικονομετρικό υπόδειγμα γνωστό ως «Μοντέλο Τόμπιτ» και τη θεωρία χαρτοφυλακίου.

Ωστόσο, το όνομά του έγινε ευρέως γνωστό ύστερα από την πρόταση του, το 1972, για την επιβολή ενός φόρου, που θα μείνει στην ιστορία ως «φόρος Τόμπιν» και αφορούσε στις αγορές συναλλάγματος ώστε να χτυπηθεί η κερδοσκοπία.

Στις αρχές τις δεκαετίας του ’70, το «σύστημα Bretton Woods», το οποίο όριζε της νομισματικές ισοτιμίες διεθνώς, βάση του κανόνα του χρυσού, καταρρέει. Η αγορά συναλλάγματος απελευθερώνεται και οι κερδοσκόποι βρίσκουν το νέο πεδίο δράσης τους.

Ads

Ο Τόμπιν πρότεινε την επιβολή ενός φόρου που, όπως ο ίδιο έλεγε, θα έριχνε «άμμο στους τροχούς της κερδοσκοπίας». Ο «φόρος Τόμπιν» θα επιβαλλόταν σε κάθε κίνηση στην αγορά συναλλάγματος, αποτρέποντας τους κερδοσκόπους να επενδύουν βραχυπρόθεσμα στις αξίες των νομισμάτων. Ο Τόμπιν είχε προτείνει ακόμη τα έσοδα από το φόρο να χρησιμοποιούνταν για τη χρηματοδότηση των Τρίτων Χωρών ή τη στήριξη των Ηνωμένων Εθνών.

Ο «φόρος Τόμπιν» επανήλθε στην επικαιρότητα με την παγκόσμια οικονομική κρίση και συζητήθηκε έντονα στη διεθνή κοινότητα. Μάλιστα ο αμερικανός Νομπελίστας οικονομολόγος, Τζόζεφ Στίγκλιτς, πρότεινε την επιβολή μίας παραλλαγής του «φόρου Τόμπιν» ώστε να ελεγχθούν τα κερδοσκοπικά παιχνίδια στις διεθνείς χρηματοοικονομικές συναλλαγές.