Η 21η Μαρτίου 1960 είναι μια μαύρη επέτειος για τη Νότιο Αφρική, όσο κι αν τα γεγονότα εκείνης της ημέρας αποτελούν  αφορμή για να στραφεί το βλέμμα όλου του κόσμου στο εγκληματικό καθεστώς του Απαρτχάιντ, αλλά και γενικότερα τις φυλετικές διακρίσεις.

Ads

Το ίδιο το συμβάν δεν είναι κάτι πρωτότυπο στην παγκόσμια ιστορία: Μια ειρηνική διαδήλωση χιλιάδων μαύρων με αίτημα τα ίσα δικαιώματα, καταλήγει σε μακελειό. Δεκάδες άνθρωποι πέφτουν νεκροί, όταν η αστυνομία της Νοτίου Αφρικής αποφασίζει να ανοίξει πυρ και να εκτελέσει εν ψυχρώ δεκάδες διαδηλωτές, όταν η πορεία φτάνει έξω από το αστυνομικό τμήμα της πόλης Σάρπβιλ.

Αφορμή για τη διαδήλωση είναι η ψήφιση νόμου από το καθεστώς του Απαρτχάιντ που υποχρεώνει τους μαύρους να διαθέτουν ένα “διαβατήριο”, το οποίο είναι υποχρεωμένοι να επιδεικνύουν σε κάθε μετακίνησή τους. Το γεγονός ότι το δικαίωμά τους στην ελεύθερη μετακίνηση περιορίζεται ακόμη περισσότερο, είναι η αφορμή που βγάζει στους δρόμους χιλιάδες ήδη αγανακτισμένους ανθρώπους.

Το πλήθος διαδηλώνει ειρηνικά για μια ολόκληρη ημέρα. Τη δεύτερη, αποφασίζει να κινηθεί με κατεύθυνση το αστυνομικό τμήμα της πόλης Σάρπβιλ. Σκοπός των διαδηλωτών ήταν να παραδοθούν συμβολικά στις Αρχές επειδή δεν διέθεταν το επίμαχο “διαβατήριο”. Η κυβέρνηση αντέδρασε ψύχραιμα αρχικά, προβοκάροντας στη συνέχεια τους διαδηλωτές. Μαχητικά αεροσκάφη αρχίζουν να εκτελούν πολύ χαμηλές πτήσεις πάνω από τα κεφάλια τους με συνέπεια εκείνοι να τρομάξουν και πιστεύοντας ότι δέχονται επίθεση ξεκινούν να πετούν πέτρες προς τους αστυνομικούς και να ξηλώνουν το οδόφραγμα που είναι στημένο μπροστά από το αστυνομικό τμήμα.

Ads

Οι αστυνομικοί επιχειρούν αρχικά να επιβάλλουν την τάξη με δακρυγόνα, όμως όταν βλέπουν ότι αυτό δεν είναι  αποτελεσματικό, σηκώνουν τα όπλα και ανοίγουν πυρ αδιακρίτως κατά του άοπλου πλήθους. Ο τελικός απολογισμός είναι 69 νεκροί, μεταξύ των οποίων 8 γυναίκες και δέκα παιδιά, ενώ οι τραυματίες ανέρχονται σε 180, εκ των οποίων 31 γυναίκες και 19 παιδιά. Πολλοί από τους διαδηλωτές φέρουν τραύματα από σφαίρες στην πλάτη, γεγονός που σημαίνει ότι πυροβολούνται πισώπλατα. Η σφαγή του Σάρπβιλ έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με την αντίστοιχη στο Λόντοντέρι όταν Βρετανοι στρατιώτες ανοίγουν  πυρ κατά άοπλων διαδηλωτών, στην περίφημη “Μαύρη Κυριακή” της βορείου Ιρλανδίας.

Σύμφωνα με τον Τύπο της εποχής, η ανησυχία που προκαλεί το γεγονός είναι διεθνής, αν και όχι απαραίτητα προς τη σωστή κατεύθυνση. Οι ΤΙΜΕS του Λονδίνου, για παράδειγμα, γράφουν  ότι “η αιματοχυσία στο Κέιπ Τάουν θα αυξήσει την αγανάκτηση και την πικρία των Αφρικανών εναντίον της μεταχείρισής τους από τους λευκούς”. “Μια ισχνή μειονότητα δέχεται πάντα με ευχαρίστηση τις συλλήψεις, προκειμένου να επιβάλει τη θέλησή της. Και όμως, τα μέσα αυτά είναι απαραίτητα προκειμένου να διατηρηθεί ο νόμος και η τάξη”.

Παρότι η εφημερίδα αναγνωρίζει ότι η επιβολή δελτίου κυκλοφορίας “αποτελεί ένδειξη του πόσο πολυσύνθετο και τυρρανικό είναι το σύστημα με το οποίο η κυβέρνηση ελέγχει τον πληθυσμό”, συμπληρώνει ότι “η επιβολή του δελτίου έδωσε στους εξτρεμιστές Αφρικανούς ηγέτες τα μέσα για να επιτύχουν το σκοπό τους”. Στο Λονδίνο οργανώνονται διαδηλώσεις για το θέμα, χωρίς όμως ευρεία συμμετοχή διαδηλωτών, που σε κάθε περίπτωση δεν ξεπερνούν τα 200-600 άτομα.

Όλος ο διεθνής Τύπος δημοσιεύει φωτογραφίες των νεκρών και πολλά μέσα κάνουν λόγο για “σφαγή”. Οι δε ΗΠΑ, σε μια απρόσμενη χειρονομία, αποκηρύσσουν την “αστυνομική βία κατά των νέγρων διαδηλωτών”, ανακοινώνοντας παρόλα αυτά ότι “όσα συμβαίνουν στη Νότια Αφρική είναι εσωτερικό ζήτημα μιας χώρας με το οποίο δεν επιτρέπεται να ασχοληθεί η αμερικανική κυβέρνηση”. Πιο έντονη, αν και πάντα θεωρητική, είναι η αντίδραση της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία σύμφωνα με τον Τύπο της εποχής, “διαβεβαίωσε τους Αφρικανούς ότι τους υποστηρίζει ενθέρμως στον αγώνα τους κατά της κυβέρνησης της Νότιας Αφρικής και ζήτησε την τιμωρία των υπευθύνων για τη φριχτή δολοφονία”.

Την επόμενη χρονιά, το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης για το 1961 απονέμεται  στον γ.γ. του ΟΗΕ Ντάγκ Χάμερσκελντ, ο οποίος  σκοτώνεται όταν το αεροπλάνο του βρίσκεται πάνω από τη βόρεια Ροδεσία σε ειρηνευτική αποστολή. Την ίδια χρονιά απονέμετε και το Νόμπελ Ειρήνης του 1960, στον ηγέτη των Ζουλού της Νότιας Αφρικής Τζον Λουθούλι, για την προσπάθειά του να εξαλειφθούν οι φυλετικές διακρίσεις στη χώρα. Ο Λουθούλι είναι ηγέτης του εκτός νόμου “Κόμματος του Αφρικανικού Κογκρέσου”. Το κόμμα τίθεται εκτός νόμου το 1960 και ο Λουθούλι συλλαμβάνεται παρότι είναι αυτός που αποτρέπει  τους μαύρους από το να πάρουν τα όπλα πριν τη σφαγή του Σάρπβιλ. Η μετριοπαθής στάση του Λουθούλι φέρνει τη διάσπαση του κόμματος, με τους πιο σκληροπυρηνικούς να ιδρύουν το “Παναφρικανικό Κογγρέσο”, το οποίο προτρέπει τους μαύρους να μην δεχθούν το ειδικό διαβατήριο και να συμμετάσχουν σε γενική απεργία.

Ο Λουθούλι, μετά τα γεγονότα του Σάρπβιλ παίρνει μέρος στην απεργία και καίει δημόσια το δικό του δελτίο κίνησης. Συλλαμβάνεται ξανά και μετά την αποφυλάκισή του παραμένει σε κατ’ οίκο περιορισμό, σε απομακρυσμένο αγρόκτημα.  Το Νόμπελ που του απονείμει η Σουηδική Ακαδημία, αποτελεί  μιας μορφής αναγνώριση προς το δίκαιο των μαύρων της Νότιας Αφρικής, αν και όχι αρκετή.

Η σφαγή στο Σάρπβιλ στρέφει τα βλέμματα όλου του κόσμου στη Νότια Αφρική και αποτελεί την αφορμή για την απόφαση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, να ανακηρύξει την 21η Μαρτίου ως Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων. Από το 1966, οπότε και καθιερώνεται η συγκεκριμένη παγκόσμια ημέρα, ο ΟΗΕ απευθύνει κάλεσμα να ενώσουμε τις φωνές μας για τα θύματα του ρατσισμού, των φυλετικών διακρίσεων, της ξενοφοβίας και της μισαλλοδοξίας. Όμως, παρά τη διεθνή κατακραυγή, το καθεστώς του Απαρτχάιντ, αντέχει για αρκετά χρόνια ακόμη, διαπράττοντας πολλά παρόμοια εγκλήματα.