Την ώρα που το κίνημα για ελεύθερες παραλίες σημειώνει νίκες και αναγκάζει τις αρχές να τηρήσουν επιτέλους το νόμο, η φιλοκυβερνητική δημοσιογραφία, ανησυχεί μήπως πάρει η μπάλα και την ξαπλώστρα του πλουσίου και επιστρέψουμε στον «μπατιροουρισμό».

Ads

Ο Σάκης Μουμτζής, το άρθρο του οποίου στην Καθημερινή, προκάλεσε πολλές αντιδράσεις, ήρθε να υπογραμμίσει καθαρά πως το θέμα της ελεύθερης πρόσβασης στις ακτές είναι ταξικό, παίρνοντας θέση υπέρ εκείνων που «τα σκάνε» για μια θέση δίπλα στο κύμα και ενάντια σε εκείνους που αντί να παραγγείλουν αστακό, φέρνουν το ταπεράκι τους στην παραλία.

Μεταξύ άλλων γράφει:

«Είναι λογικό να υπάρχει μια μεγάλη κατηγορία ιδιαίτερα πλούσιων τουριστών που η παραμονή τους στην ακτή είναι κάτι μεταξύ διασκέδασης, επίδειξης και δημοσίων σχέσεων. Αυτοί οι άνθρωποι –και είναι πολλοί– δεν πάνε να κάνουν το μπάνιο τους. Κατεβαίνουν στην αμμουδιά για να τους δουν και για να δουν. Είναι λογικό να μη θέλουν δίπλα στην ακριβοπληρωμένη ξαπλώστρα τους να έρθει μια τετραμελής οικογένεια με την ομπρέλα της, την πετσέτα της και τα ταπεράκια της. Έτσι παίζεται το παιχνίδι παγκοσμίως. Εκτός αν θέλουμε να επιστρέψουμε στην εποχή του μπατιροτουρισμού. Να αναβιώσουμε την ανοησία που εκστόμισε ο αείμνηστος, σε στιγμές τριτοκοσμικού οίστρου, πως δεν θα γίνουμε τα γκαρσόνια της Ευρώπης. Σε αυτόν τον ευλογημένο τόπο, το ζήτημα δεν είναι αν θα είμαστε γκαρσόνια ή όχι, αλλά αν θα είμαστε καλά και επιτυχημένα γκαρσόνια – πάντα με τη μεταφορική έννοια. Από τη στιγμή που ο τουρισμός είναι η βαριά βιομηχανία μας, το ζητούμενο είναι πλέον τι προϊόν παράγουμε και σε τι συσκευασία το πουλάμε».

Ads

Τα ίδια είχε πει και η κ. Σοφία Βούλτεψη της ΝΔ χωρίς περιστροφές όταν ομολογούσε κυνικά πως:

«Ο τουρίστας δεν είναι απλός τουρίστας. Ο τουρίστας είναι αυτός που φέρνει χρήματα στην χώρα. Άρα πάντοτε θα κάνουμε κάποια θυσία»

Μόνο που δεν ήταν μία μόνο η θυσία. Αυτό που ονομάζει η κ. Βούλτεψη θυσία και ο κ. Μουμτζής δικαίωμα του πλουσίου να έχει τη συσκευασία που επιθυμεί, είναι η βίαιη μετάλλαξη της χώρας σε έναν τόπο αφιλόξενο αισθητικά και πρακτικά.

Είναι η καταπάτηση του δικαιώματος όλων μας στην κατοικία, αφού τα νοίκια έχουν εκτοξευθεί και λόγω της τουριστικοποίησης.

Είναι η παράδοση σε επενδυτές τεράστιων παραθαλάσσιων εκτάσεων στις οποίες δεν νοείται να μην έχει πρόσβαση ο κάθε πολίτης.

Είναι η ομογενοποίηση της κουλτούρας, αφού πάνω σε κάθε γραφικό ταβερνάκι ξεφυτρώνει ακόμα ένα beach bar και χάνεται σιγά σιγά το τοπικό χρώμα.

Είναι τα απαγορευτικά κόστη πλέον για να κάνει κανείς διακοπές με την οικογένεια του.

Είναι η αισχροκέρδεια.

Είναι, τέλος, ο εργασιακός μεσαίωνας των εργαζομένων στον τουρισμό.

Το τι εννοεί ο κ. Μουμτζής «επιτυχημένα γκαρσόνια» μας το είχε εξηγήσει νωρίτερα σε ένα άλλο άρθρο του στο Liberal, με τον τίτλο «Δουλεύει σκληρά, αμείβεται πλουσιοπάροχα».

Αφορμή ήταν η φωτογραφία με έναν εργαζόμενο, με το νερό της θάλασσας μέχρι το στήθος του, να σερβίρει τους πελάτες που προκάλεσε σοκ σε όλους και όλες. Όχι όμως στον αρθρογράφο ο οποίος αναρωτήθηκε που είναι το πρόβλημα, εφόσον ο εργαζόμενος δεν παίρνει ψίχουλα και δεν διαμαρτυρήθηκε για τις συνθήκες εργασίας;

«Οι εστέτ μπορούν να ανησυχούν για την αξιοπρέπειά του σερβιτόρου, αλλά ο αυτός ασκεί με επαγγελματισμό την εργασία του» έγραφε ο κ. Μουμτζής και «Δε γίνεται από τη μια μεριά να γκρινιάζουμε για τους μπατιροτουρίστες και από την άλλη να μην αντιλαμβανόμαστε πως ο υψηλός τουρισμός έχει και υψηλές απαιτήσεις».

Η γραμμή της κυβέρνησης είναι καθαρή: Όχι πλέον μπατιροτουρίστες, μόνο εξαντλημένα μπατιρογκαρσόνια και σιωπηλοί μπατιροπολίτες. Το θέμα είναι ταξικό.