Την υιοθέτηση ενός Κώδικα Αντιρατσιστικής Δεοντολογίας των Ελλήνων Δημοσιογράφων και τη δημιουργία ενός Παρατηρητηρίου κατά του Ρατσισμού και της Ξενοφοβίας στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης πρότεινε στο δημοσιογραφικό κόσμο το μέλος του Συμβουλίου Τιμής και Δεοντολογίας της ΕΣΗΕΜ-Θ, Παύλος Νεράντζης.

Ads

«Στη χάραξη μιας στρατηγικής που θα αντιμετωπίζει το ρατσισμό και την ξενοφοβία, -σημειώνει ο Νεράντζης στην εισηγητική του έκθεση – πέρα από τη βούληση της εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας,  την αποτελεσματικότητα του νομοθετικού πλαισίου, τη στάση των διωκτικών αρχών και το ρόλο της εκπαίδευσης, σημαίνοντα ρόλο διαδραματίζουν τα ΜΜΕ.

Στην παρούσα περίοδο μπορεί να κυριαρχούν οι εκδηλώσεις αλληλεγγύης στους πρόσφυγες, αλλά δεν λείπουν ούτε οι φωνές ξενοφοβίας και αποστροφής στους δικαιούχους διεθνούς προστασίας, μετανάστες και μειονότητες, ούτε η κατασκευή ειδήσεων σε βάρος προσφύγων κυρίως στο διαδίκτυο.

Άλλωστε, ο ρατσισμός, όπως είχε επισημανθεί πριν τρεις δεκαετίες στη σχετική «έκθεση Ευρυγένη» του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αλλά και στην έκθεση «Ρατσισμός και Διακρίσεις στην Ελλάδα» του Ιδρύματος Χάϊνριχ Μπελ (2014) διαπερνά οριζόντια όλα τα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Η ρητορική της βίας κατά των προσφύγων εκφράζεται κυρίως από ακροδεξιά κόμματα και ναζιστικές οργανώσεις, αλλά στην καλλιέργεια ενός κλίματος μισαλλοδοξίας από τη δεκαετία του ΄90 έχουν συμβάλει main stream ΜΜΕ.

Ads

Σήμερα, σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης και παρατεταμένης ύφεσης με την άφιξη χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών στην χώρα μας, κανείς δεν μπορεί ν΄ αποκλείσει ότι θα  ενταθούν πάλι τα ρεπορτάζ μισαλλοδοξίας και ρατσισμού. Ήδη το ενδεχόμενο εγκλωβισμού ή/και εγκατάστασής τους έχει προκαλέσει αντανακλαστικά φόβου τα οποία εύκολα μπορούν να μετατραπούν σε ξενοφοβικά αισθήματα κατά των ευάλωτων κοινωνικά ομάδων.

Σ΄ αυτό το πλαίσιο κρίνεται αναγκαία η υιοθέτηση ενός Κώδικα Αντιρατσιστικής Δεοντολογίας και η δημιουργία ενός φορέα ο οποίος θ΄ αναλάβει σε θεσμικό επίπεδο να φέρει σε πέρας το έργο της καταπολέμησης των διακρίσεων και της μισαλλοδοξίας που καλλιεργείται από ΜΜΕ».

Η «Χάρτα της Ειδομένης»

Η «Χάρτα της Ειδομένης», όπως αποκαλεί ο Νεράντζης, τον Κώδικα Αντιρατσιστικής Δεοντολογίας, για να θυμίζει το δράμα χιλιάδων προσφύγων, αποτελείται από 11 άρθρα και απορρέει από τους Κώδικες Επαγγελματικής Ηθικής και Κοινωνικής Ευθύνης της ΠΟΕΣΥ, των Ενώσεων Συντακτών, τη «Χάρτα της Ρώμης» και τους Κώδικες Δεοντολογίας του Βελγίου και της Ολλανδίας. Έχει δε στόχο:
Να διασφαλίσει τον κοινωνικό ρόλο των δημοσιογράφων στις συνθήκες που διαμορφώνονται από την παρουσία προσφύγων, μεταναστών, μειονοτήτων και κοινωνικά ευαίσθητων ομάδων στην Ελλάδα.
Να αποθαρρύνει και να αντιστέκεται σε κάθε απόπειρα καλλιέργειας κλίματος μισαλλοδοξίας, ξενοφοβίας και ρατσισμού, που οδηγεί σε διακρίσεις και διώξεις για λόγους καταγωγής, θρησκείας, γλώσσας, φύλου και πολιτικών πεποιθήσεων.
Να κατοχυρώσει το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης, την ελευθεροτυπία, αλλά και τα δικαιώματα των προσφύγων, μεταναστών, αιτούντων άσυλο και γενικότερα των ανυπεράσπιστων κοινωνικά ομάδων, βάση των αρχών του Διεθνούς Δικαίου, της Οικουμενικής και Ευρωπαϊκής Χάρτας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, καθώς και της Χάρτας του Τρεβίζο για την προστασία των ανηλίκων.

Να δημιουργήσει συνθήκες αυτοδέσμευσης των δημοσιογράφων στην άσκηση των καθηκόντων τους.

Στην «Χάρτα της Ειδομένης» αναφέρει μεταξύ άλλων ο Νεράντζης, «οι δημοσιογράφοι έχουν την υποχρέωση να συμπεριφέρονται προς όλους τους πολίτες, ημεδαπούς και αλλοδαπούς, με βάση τις αρχές της ισοτιμίας και ισονομίας, χωρίς να κάνουν διακρίσεις με βάση την εθνοτική καταγωγή, τη χώρα προέλευσης, τη θρησκεία, το φύλο, το χρώμα, τη γλώσσα, τις πολιτικές πεποιθήσεις, την οικονομική κατάσταση ή την κοινωνική τους θέση.

Κατά τη λήψη εικόνων (φωτορεπορτάζ, τηλεοπτική κάλυψη γεγονότων) και συνεντεύξεων στα οποία εμπλέκονται πρόσφυγες, μετανάστες, θύματα εμπορίας ανθρώπων και γενικότερα ανυπεράσπιστες κοινωνικά ομάδες θα πρέπει να ζητείται εκάστοτε και προηγουμένως η συναίνεση του εκτιθέμενου σε μετάδοση προσώπου, πρόσφυγα, μετανάστη ή θύματος εμπορίας ώστε, δια της συγκεκριμένης πράξης (καταγραφή εικόνας, λόγου), να μην αισθανθεί καταφρόνηση, να μην παραβιάζεται η ιδιωτικότητά του και να μην προσβάλλεται η τιμή και η προσωπικότητά του.

Σε κάθε περίπτωση οι δημοσιογράφοι οφείλουν να βρουν τρόπους προκειμένου να μην αποκαλύπτεται η ταυτότητα των ανυπεράσπιστων κοινωνικά ομάδων, που επιλέγουν να μιλήσουν και να προβληθεί η εικόνα τους στα ΜΜΕ. Όταν αποκαλύπτεται η ταυτότητα των προσφύγων, αιτούντων άσυλο, μεταναστών και θυμάτων εμπορίας ανθρώπων ενδέχεται τόσο οι ίδιοι όσο και οι συγγενείς τους να αντιμετωπίσουν αντίποινα από την πλευρά των αρχών της χώρας από την οποία προέρχονται ή από άλλες κρατικές και μη-κρατικές ακόμη και εγκληματικές οργανώσεις…

Η προβολή εικόνων ανήλικων προσφύγων μπορεί να ευαισθητοποιεί την κοινή γνώμη για την κατάσταση στην οποία βρίσκονται, αλλά από την άλλη ελλοχεύει ο κίνδυνος στοχοποίησης και εκμετάλλευσής τους από άτομα και εγκληματικές οργανώσεις. Για αυτό οι δημοσιογράφοι πρέπει να συμβουλεύονται εμπειρογνώμονες και στελέχη ΜΚΟ που γνωρίζουν το θέμα και δρουν συνήθως στο πεδίο. Ταυτόχρονα να αναδεικνύουν την αιτία του προβλήματος μέσα από αναλύσεις και την παράθεση στοιχείων που αναδεικνύουν την ουσία του προβλήματος.

Κατά την περιγραφή των γεγονότων στα οποία εμπλέκονται ευάλωτες κοινωνικά ομάδες πρέπει ν΄ αποφεύγονται στερεότυπα, γενικεύσεις, υπεραπλουστεύσεις, πολώσεις και απαξιωτικοί χαρακτηρισμοί, ακόμη κι όταν εκφράζουν το λαϊκό αίσθημα.

Στα κείμενα, ακόμη και στους τίτλους, οι δημοσιογράφοι οφείλουν να χρησιμοποιούν την ορολογία που ορίζεται από το εθνικό και διεθνές Δίκαιο (πρόσφυγες, αιτούντες άσυλο, θύματα εμπορίας ανθρώπων, εκτοπισμένοι, δικαιούχοι ανθρωπιστικής προστασίας, μετανάστες, κλπ.).

Κατά την παρουσίαση των γεγονότων δεν πρέπει να παρουσιάζεται ένα άτομο ή μια ομάδα με τρόπο  που μπορεί να συμβάλει στο στιγματισμό, σε κοινωνικό αποκλεισμό ή σε βάρος του/της διάκριση λόγω καταγωγής, θρησκείας, γλώσσας ή διαφορετικών πολιτικών απόψεων. Ούτε και να παρουσιάζονται με τρόπο που μπορεί να προκαλέσει, χωρίς έρευνα και τεκμηρίωση, αδικαιολόγητη ανησυχία στην κοινή γνώμη.

Ο δημοσιογραφικός λόγος, το περιεχόμενο, η γλώσσα και το ύφος στην προσέγγιση και καταγραφή γεγονότων πρέπει να κινείται προς την κατεύθυνση άμβλυνσης των αντιθέσεων, και όχι όξυνσης και αντιπαράθεσης με τις προσφυγικές, μεταναστευτικές και ευάλωτες κοινωνικά ομάδες. Δεδομένου ότι η πολιτισμική ποικιλομορφία είναι πλούτος για έναν τόπο, το δικαίωμα στη διαφορά πρέπει να γίνεται σεβαστό.

Στο δημοσιογραφικό λόγο, γραπτό και προφορικό, η χώρα καταγωγής, η εθνικότητα, η θρησκεία, ο πολιτισμός, πρέπει να μνημονεύονται μόνον αν είναι απολύτως απαραίτητο. Μόνο δηλαδή αν είναι οφθαλμοφανές ότι ένα από τα παραπάνω στοιχεία είναι κρίσιμα στην τεκμηρίωση του συμβάντος…

Οι δημοσιογράφοι υποδεικνύουν συνήθως μια κριτική στάση έναντι της ξενοφοβίας και του ρατσισμού. Συνεπώς πρέπει να καθιστούν σαφές ποιος, τι και γιατί εκφράζει μια άποψη ξενόφοβου και ρατσιστικού περιεχομένου».
 
Το ΠΑ.ΡΑ.ΞΕΝΟ
Στην πρότασή του για τη δημιουργία Παρατηρητηρίου κατά του Ρατσισμού και της Ξενοφοβίας στα ΜΜΕ (ΠΑ.ΡΑ.ΞΕΝΟ), ο Νεράντζης, αναφερόμενος σε πληθώρα δράσεων της Διεθνούς και Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων, όπως και των Ενώσεων Συντακτών σε θέματα διακρίσεων τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, σημειώνει ότι «αποτελούν σημαντική παρακαταθήκη για τον κλάδο, αλλά οι απόπειρες αυτορρύθμισης δεν «περνούν προς τα κάτω», δεν έχουν γίνει κτήμα της πλειοψηφίας των δημοσιογράφων.

Το ΠΑ.ΡΑ.ΞΕΝΟ θα είναι ένας αυτοδύναμος διοικητικά οργανισμός υπό τη σκέπη της ΠΟΕΣΥ με τη συμμετοχή σε επιστημονικό επίπεδο άλλων ανεξάρτητων φορέων (Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Πανεπιστήμια, κ.ά.) που εμπλέκονται σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων με έμφαση στην καταπολέμηση των διακρίσεων, του ρατσισμού και της ξενοφοβίας.

Οι δράσεις του Παρατηρητηρίου θα αναπτύσσονται κυρίως στους εξής τομείς:

Την παρακολούθηση σε καθημερινή βάση της δημοσιογραφικής κάλυψης θεμάτων που αφορούν δικαιούχους διεθνούς προστασίας (πρόσφυγες, αιτούντες άσυλο, θύματα εμπορίας, μετανάστες), μέλη μειονοτήτων και γενικότερα κοινωνικά ευαίσθητων ομάδων με στόχο όχι βέβαια τον περιορισμό της ελευθεροτυπίας, αλλά την ποιότητα της παρεχόμενης ενημέρωσης.

Τη διοργάνωση σεμιναρίων και την παροχή ενημερωτικού υλικού σε δημοσιογράφους, αλλά και οργανώσεις πολιτών και νομικούς για τον τρόπο που καλύπτονται θέματα που αφορούν δικαιούχους διεθνούς προστασίας και μέλη ευάλωτων κοινωνικά ομάδων.
Την παροχή σε πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα, στις αρμόδιες υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης, αλλά και σε ΜΚΟ που ασχολούνται με θέματα διακρίσεων, ξενοφοβίας και ρατσισμού ποιοτικών και ποσοτικών αναλύσεων σχετικά με τις κοινωνικά ευαίσθητες ομάδες με έμφαση στους δικαιούχους διεθνούς προστασίας.

Τη διοργάνωση εκδηλώσεων (ημερίδων, εβδομάδας αντιρατσιστικού ντοκιμαντέρ, μουσικών και θεατρικών παραστάσεων) σε συνεργασία με τα Μορφωτικά Ιδρύματα των Ενώσεων Συντακτών και προφανή στόχο να αναπτυχθεί ο δημόσιος διάλογος και να ευαισθητοποιηθεί η κοινή γνώμη.

Τη θέσπιση βραβείων για τη δημοσιογραφική κάλυψη θεμάτων σχετικών με δικαιούχους διεθνούς προστασίας (πρόσφυγες, αιτούντες άσυλο, θύματα εμπορίας, μετανάστες), μέλη μειονοτήτων και γενικότερα κοινωνικά ευαίσθητων ομάδων.

Την έκδοση βιβλίων, εγχειριδίων, την παραγωγή οπτικοακουστικού υλικού και τη δημιουργία ιστοσελίδας”.

Η εισηγητική έκθεση του Παύλου Νεράντζη για την «Χάρτα της Ειδομένης» και τη δημιουργία του ΠΑ.ΡΑ.ΞΕΝΟ που έχει ήδη υιοθετηθεί από το Δ.Σ. της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Μακεδονίας Θράκης (ΕΣΗΕΜ-Θ) ως βάση για την περαιτέρω επεξεργασία της, έχει αποσταλεί στην Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων στις Βρυξέλες. Στο Δ.Σ. της ΠΟΕΣΥ παρουσιάστηκε την περασμένη εβδομάδα και αναμένεται να συζητηθεί διεξοδικά στην επόμενη συνεδρίασή του.

Τον Δεκέμβριο του 2014 η ΠΟΕΣΥ, σε συνάντηση με εκπροσώπους των γραφείων ενημέρωσης σε Ρώμη και Αθήνα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, είχε δεσμευτεί ότι θα ξεκινήσει διαδικασίες για την ενσωμάτωση της «Χάρτας της Ρώμης» στον Κώδικα Δεοντολογίας που διέπει τους Έλληνες δημοσιογράφους.