Τα αποτελέσματα της Κυριακής άνοιξαν εκ των πραγμάτων το ζήτημα της σύμπηξης εκλογικού μετώπου μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ. Και το άνοιξαν διότι ο Μητσοτάκης, αλλά και η ηγεσία της ΝΔ, έκαναν το λάθος να μετατρέψουν τις αυτοδιοικητικές εκλογές σε καθαρή πολιτική σύγκρουση, εκτιμώντας λανθασμένα πως ήταν μια ευκαιρία να δώσουν τη χαριστική βολή στην αντιπολίτευση, ώστε εν συνεχεία να έχουν μπροστά τους ανέφελα 4 χρόνια πολιτικής ηγεμονίας.

Ads

Η λανθασμένη αυτή εκτίμηση δεν συνυπολόγισε όμως το γεγονός , πως το εκλογικό αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών ήταν αφύσικο, ως προϊόν εσωτερικής υπονόμευσης του Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ συνολικά, γεγονός το οποίο , την τελευταία στιγμή, έστρεψε μαζικά ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ του 2019 στην κάλπη της ΝΔ, καθότι πείστηκαν πως πιθανή νίκη του ΣΥΡΙΖΑ θα επιβάρυνε το μεταναστευτικό πρόβλημα και θα οδηγούσε σε νομισματικές περιπέτειες και σε βαριά φορολογία.

Ωστόσο, μια κυβέρνηση που υπό κανονικές συνθήκες – χωρίς δηλαδή την ολοκληρωτική υποστήριξη των ΜΜΕ και την εσωκομματική υπονόμευση του Τσίπρα – θα έπρεπε να χάσει τις εκλογές, καθώς είχε αποτύχει σχεδόν σε όλους τους τομείς, όχι μόνον δεν τις έχασε αλλά πίεσε τον ΣΥΡΙΖΑ στο 18%, δηλαδή πολιτικά τον απενεργοποίησε. Ο Τσίπρας έτρεξε σχεδόν μόνος του τις εκλογές, έχοντας απέναντί του όχι μόνον τον Κυριάκο, αλλά σύσσωμη την αντιπολίτευση, τα ΜΜΕ και την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ακόμα.

Κατόπιν τούτων, το αποτέλεσμα της Κυριακής επανέφερε κάπως τα πράγματα στην φυσιολογική τους τροχιά, δηλαδή έθεσε τη ΝΔ σε μια πολιτική πορεία που την ελέγχει η κλεψύδρα του χρόνου, άνοιξε τη συζήτηση των συνεργασιών στην αντιπολίτευση και θόλωσε την εικόνα του Μητσοτάκη στο εσωτερικό και το εξωτερικό.

Ads

Οι δηλώσεις Κασσελάκη, Παπανδρέου και Γερουλάνου ήταν σαφείς: Το καθεστώς Μητσοτάκη υπέστη την πρώτη σοβαρή ρωγμή και τα δυο κόμματα ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ μπαίνουν σε τροχιά πολιτικής σύγκλισης. Πιθανόν η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ να μην το θέλει αυτό προς το παρόν, διότι ίσως εκτιμά πως έχει περιθώρια κατάληψης της δεύτερης θέσης στις ευρωεκλογές, αλλά αυτή η προοπτική είναι θολή, πρώτον διότι η νέα ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θα πιέζει συνεχώς για συνεργασία και επομένως θα συμβαδίζει με την κοινή γνώμη και δεύτερον διότι η εσωκομματική αντιπολίτευση στον ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται πλέον χωρίς πρόταση, καθώς η ιδέα για τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε μη κυβερνητικό, «αριστερό» κόμμα μοιάζει πλέον απωθητική. Και ως εκ τούτου τα στελέχη που διαφωνούν με τον νέο πρόεδρο δεν θα έχουν άλλη επιλογή, θα πρέπει ή να αποχωρήσουν ή να σιωπήσουν. Αλλά κανείς δεν μπορεί εύκολα να φανταστεί τον Φίλη, τον Βούτση και την Αχτσιόγλου να μπαίνουν στην περιπέτεια ενός νέου κόμματος, όπως η Πλεύση Ελευθερίας και η ΛΑΕ.

Επομένως το εκλογικό αποτέλεσμα ενίσχυσε σημαντικά τη νέα ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και τις δυνάμεις μέσα στο ΠΑΣΟΚ που θέλουν αρχικά την πολιτική συμπόρευση και ενδεχομένως και την δημιουργία ενός εκλογικού μετώπου εναντίον της ΝΔ. Είναι αυτό που ζητάει ο κόσμος και επομένως είναι πιθανόν αυτό να συμβεί.

Πρακτικά κάτι τέτοιο θα μπορούσε να δημιουργηθεί, χωρίς φυσικά τα δύο κόμματα να γίνουν ένα. Θα κρατήσουν την αυτοτέλειά τους και κατά τα πρότυπα του γαλλικού NYPES θα πάνε μετωπικά στις εκλογές- φυσικά με κάποιον επικεφαλής, ο οποίος και θα θέτει υποψηφιότητα για πρωθυπουργός.

Ποιος θα είναι αυτός; Εκ των πραγμάτων κάποιος που μπορεί να εκφράζει αφενός και τα δύο κόμματα και αφετέρου να έχει το αντίστοιχο πολιτικό βάρος που απαιτεί η θέση. Οι δηλώσεις Παπανδρέου κινούνται προς αυτήν την κατεύθυνση, όπως και εκείνες του Γερουλάνου. Στα πρόσωπα αυτά θα πρέπει να προστεθεί και ο Βενιζέλος, ο οποίος , από την εποχή των υποκλοπών και μετά, έχει ασκήσει έντονη κριτική στην κυβέρνηση και τον Μητσοτάκη, συνέκλινε με τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ και εκ των πραγμάτων το όνομά του θα παίξει επίσης για την θέση του επικεφαλής ενός κοινού εκλογικού σχηματισμού ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ.

Το παρισινό προάστιο Επινέ (Epinay sur Seine), όπου οι Γάλλοι σοσιαλιστές ενώθηκαν πραγματοποιώντας το ιστορικό τους συνέδριο τον Ιούνιο του 1971 (Αλαίν Σαβαρύ, Φρανσουά Μιττεράν, Ζαν Πιέρ Σεβενεμάν κ.α), επανέρχεται σήμερα στην ελληνική του εκδοχή και επανέρχεται με τον κρότο των πυροτεχνημάτων της Κυριακής.

Ενας κακός δήμαρχος της οικογένειας Μητσοτάκη, ένας πρωθυπουργός Μητσοτάκης που καθοδηγεί λάθος τη ΝΔ και προκαλεί με εκβιασμούς τους ψηφοφόρους και τρεις σοσιαλιστές που εκλέγονται σε Θεσσαλία, Αθήνα και Θεσσαλονίκη, με την σύμπραξη ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ, είναι πολλά για να αγνοηθούν.

Δεν θα αγνοηθούν, ούτε από την επιχειρηματική ελίτ, ούτε καν από τα ΜΜΕ που αρχίζουν ήδη να διορθώνουν την πορεία τους. Ο Τσίπρας έφυγε, ο Κασσελάκης και ο νέος ΣΥΡΙΖΑ ήρθε και το καθεστώς Μητσοτάκη μπαίνει σε πορεία φθοράς.

Οι παράγοντες που έδωσαν τη νίκη στη ΝΔ δεν λειτουργούν πια συντεταγμένα και στις περιπτώσεις αυτές όλοι αναζητούν την εναλλακτική πολιτική λύση. Και μάλλον ξαναδιαβάζουν φυσικά το γαλλικό Επινέ του 1971. ΄
Όλα από τη Γαλλία έρχονται συνήθως.