Είναι ένας ψηφοφόρος της Αριστεράς, όπως αυτή εκφράστηκε την τελευταία (τουλάχιστον) τριετία από το ΣΥΡΙΖΑ.

Ads

Κριτήρια για την τοποθέτησή μου αποτέλεσαν:
 

  • Ο προγραμματικός της λόγος

  • Η γενική πολιτική – κοινωνική παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ

    Ads
  • Το πρόσωπο του προέδρου – πρωθυπουργού

  • Η ευρύτερη διεθνής συγκυρία

Σήμερα αντιμετωπίζουμε μία κατάσταση που έχει σαφώς διαφοροποιηθεί από το πλέγμα δεδομένων – δυνητικών επιλογών της 24 Γενάρη και έχει όλα τα χαρακτηριστικά ήττας με συνέπεια τη ματαίωση του κυβερνητικού σχεδίου και τη δημιουργία ενός νέου πλαισίου. Η αναγνώριση της ήττας δεν με προβληματίζει καθόλου καθώς είναι πάντα ένα από τα δυνητικά ενδεχόμενα και αλλοίμονο σε αυτούς που μπορούν να συμπορεύονται μόνο στις νίκες.  

Όμως τρία πράγματα έχουν αναντίρρητη σημασία:
 

  • Τι συμπεράσματα βγάζει κανείς από το πρόβλημα και τους λόγους που οδήγησαν σ’ αυτό ώστε να προκύψει μια καλλίτερη συνέχεια

  • Τι σχέση δημιουργούμε και διατηρούμε με  τον κόσμο που εκφράζουμε

  • Τι κάνουμε στην πράξη

Γι αυτό και δεν με ενδιαφέρει καθόλου η πορεία της διαπραγμάτευσης: με δεδομένο ότι τον πρωθυπουργό  δεν τον κρατάει κανείς από κάπου, ήταν η πρώτη φορά που μπορούσαμε βάσιμα να εμπιστευτούμε – όχι τις ικανότητες αλλά την εντιμότητα που λείπει από παντού αλλού.

Ξαναγυρνώ λοιπόν στα ερωτήματα και πάλι:

Μη κοροϊδευόμαστε, το πρόβλημα δεν είναι η υπερεκτίμηση του δίκιου έναντι της ισχύος. Η πολιτική αυτή «αφέλεια», όπως παρουσιάζεται, ήταν συστατικό στοιχείο του σχεδίου με το οποίο διεκδικήσαμε τη νίκη στις εκλογές. Άρα μιας αντίστοιχης δυναμικής ήταν φορέας η κυβέρνηση που προέκυψε και άλλη εξέλιξη δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Τι μας λέει αυτό για από εδώ και πέρα; Ποιες είναι εκείνες οι κοινωνικές δυνάμεις που πράγματι μπορούν να αποτελέσουν το μπλοκ της κοινωνικής αλλαγής με ενδιάμεσο σταθμό την αντιμετώπιση της σύγχρονης συγκυρίας; Ποιό είναι το σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης και τι θέση έχει σ’ αυτό έχει κάθε μια από τις κοινωνικές αυτές δυνάμεις:

Όσο για τη σχέση με τον κόσμο δεν θα ανέφερα τίποτα αν δεν είχε προηγηθεί το δημοψήφισμα.
 

Μια από τις βασικές διακηρύξεις του προεκλογικού λόγου ήταν ότι δεν επιδιώκεται μια σχέση ανάθεσης από το εκλογικό σώμα στην κυβέρνηση αλλά αντίθετα με έμφαση υπογραμμιζόταν η αναγκαιότητα μιας ενεργού σχέσης με την κυβέρνηση ως εντολοδόχου μιας δεσμευτικής εντολής. Η σχέση αυτή δεν μπορεί να βρει εφαρμογή σε μια καθημερινή λειτουργία, έχει όμως απόλυτο χαρακτήρα σε κορυφαίες επιλογές και μάλιστα στις περίπτωση που το ερώτημα το βάζει η ίδια η κυβέρνηση.    

Από τη στιγμή που το δημοψήφισμα πραγματοποιήθηκε και έδωσε αυτό το αποτέλεσμα (και δεν εστιάζομαι μόνο στο ποσοστό αλλά και στα ποιοτικά του χαρακτηριστικά και στο φρόνημα που δημιούργησε) προέκυψε μια κατάσταση που δεν μπορούσε να αγνοηθεί, πολύ περισσότερο να ανατραπεί. Η μόνη λύση ήταν η παραίτηση την ίδια ακριβώς στιγμή που διαπιστωνόταν η αδυναμία εφαρμογής του δεσμευτικού μηνύματος του. Τότε το πεδίο θα ήταν καθαρό και οι επιλογές, μαζί με την υλοποίησή τους, θα πέρναγαν σε αυτούς που τους αντιστοιχούν. (Ας το κρατήσουμε αυτό, θα μας ξαναχρειαστεί)

Και φτάσαμε στο τι κάνουμε τώρα. Το κύριο πρόβλημα είναι η δυνατότητα υπεράσπισης του λαού από τις συνέπειες της συμφωνίας. Ας μην αρκεστούμε στις γενικές διατυπώσεις περί χρεοκοπίας ή βιοτικού επιπέδου, ας προσπαθήσουμε να δούμε με εικόνες την αυριανή ημέρα:
 

  • την άρση του ακατάσχετου των 1500 € και την άρση της προστασίας έναντι των πλειστηριασμών θα κληθεί να την εφαρμόσει η Κυβέρνηση χωρίς την ενεργητική προστασία  που παρείχε ο ΣΥΡΙΖΑ  πέντε χρόνια τώρα.

  • το ξεπάστρεμα  και των τελευταίων προσπαθειών ανάπτυξης της αγροτικής παραγωγής οδηγεί σε καταστάσεις χωρίς επιστροφή. Τι αποτελεσματικό παραγωγικό μοντέλο μπορεί να προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ χωρίς άξονα εξασφάλισης επισιτιστικής επάρκειας και με τις δεδομένες συνέπειες στο ισοζύγιο εμπορικών συναλλαγών;

  • θεωρώντας τη θέση περί τόνωσης της εσωτερικής ζήτησης σαν ουσιαστικό τμήμα της πρότασής μας, τι θέση ‘προγραμματίζουμε ότι θα κατέχουν στο νέο παραγωγικό σχέδιο τα 250.000 «μαγαζιά» και έχουν κλείσει και όσες χιλιάδες ακόμα  επιχειρήσεις είναι βέβαιο ότι θα κλείσουν στο άμεσο μέλλον; Θα συνεχίσουμε να παλεύουμε για ανέφικτους και καταστροφικούς στόχους με μόνη επιδίωξη την εκλογική ενίσχυση;

Θα κλείσω με δύο θεμελιακές επισημάνσεις:
 

  • Η υπόθεση της χώρας είναι σπουδαιότερη από την υπόθεση της Αριστεράς. Αλλά η ύπαρξη της Αριστεράς είναι η μόνη προϋπόθεση ελπίδας για τη χώρα.

Άρα το ζήτημα είναι η ύπαρξη της αριστεράς πριν το ερώτημα για διατήρηση της αριστεράς στην κυβέρνηση.

  • Η Αριστερά και η διατήρησή της στην κυβέρνηση δεν ταυτίζεται κατ΄ ανάγκη με πρόσωπα. Αν είναι έτσι τότε ήδη δεν υπάρχει αριστερή κυβέρνηση από τη στιγμή που αποδεχθήκαμε την απαίτηση αντικατάστασης του προηγούμενου Υπουργού Οικονομικών.

 

Ας φορτωθούμε έντιμα και θαρραλέα τα λάθη μας με πρώτο από όλους τον πρωθυπουργό που με την παραίτησή του από τη θέση του Προέδρου μπορεί να προσφέρει τα μέγιστα στην ενότητα του ΣΥΡΙΖΑ και να επιτρέψει στις αγωνιστικές δυνάμεις να κάνουν ότι καλλίτερο μπορούν στο ζοφερό αύριο. Γιατί τα επίχειρα του «εκβιασμού» ανήκουν αποκλειστικά σε αυτούς που εκβίασαν.

Υ.Γ. Το τελευταίο μήνυμα που έστειλα σε τέσσερις φίλους που κατέχουν κυβερνητικές θέσεις κατέληγε έτσι:

«- μη θάψουμε και τους Podemos μαζί μας. Δεν το αξίζουν.

 – μη με  βάζετε να διαλέγω ανάμεσα στο Σαμαρά και τον Κουτσούμπα ποιός είχε  

δίκιο. Δεν το αξίζω.

 

  • Μην είστε εσείς που θα μου στείλετε τα ΜΑΤ. Δεν το αξίζετε.»

Θα ήθελα τα τελευταία αυτά λόγια να είχαν σταθεί αρκετά αντί για όλα αυτά τα παραπανίσια που προηγούνται. Δεν έγινε όμως. Κι έτσι το ερώτημα παραμένει το ίδιο από το 1974:

«τι δίνω, τι μου δίνουν και περισσεύει το άδικο»

(Οδυσσέας Ελύτης, Ο Μικρός Ναυτίλος»