Συμπληρώθηκαν αισίως έξι χρόνια μνημονίων, μια επαναλαμβανόμενη άσκηση αντοχής, όπου η κοινωνία ανασαίνοντας με καλάμι κι ελπίζοντας, είτε ότι «αυτή η φορά» θα είναι ή τελευταία, είτε ότι «αυτή η ομάδα» διαπραγμάτευσης θα αποδειχθεί πιο ικανή και κυρίως ταξικά μεροληπτική υπέρ των πολλών και αδυνάτων, εξάντλησε τις αντοχές της.

Ads

Σήμερα, οι προσπάθειες και οι καλές προθέσεις της “πρώτης φοράς Αριστερά”, απλώς επιβεβαιώνουν με τον πιο δραματικό-για την κοινωνία και την Αριστερά-τρόπο, πως δεν υπάρχουν καλά και κακά μνημόνια. Ανήκοντας στο “ντεμοντέ” κομμάτι της Αριστεράς, το προσηλωμένο σε συνθήματα, που το περιεχόμενό τους μοιάζει πια μακρινό και ξεχασμένο, όπως το “είμαστε άνθρωποι και όχι αριθμοί”, ή το “όπου ευημερούν οι αριθμοί, οι άνθρωποι υποφέρουν”, αφήνω τους ειδικούς και αρμοδίους, να μιλήσουν για τα οικονομικά, την αξιολόγηση και τις συμφωνίες, πού έτσι κι αλλιώς – κατά τη γνώμη μου – δεν είναι παρά η διαχείριση της ήττας του περασμένου καλοκαιριού κι άρα δεν έχει κανείς τίποτα καλό να περιμένει. Και επιτρέψτε μου, να αναφερθώ σε μερικά από κείνα που ξέρω καλά, εκείνα τα “μικρά” με τις μεγάλες συνέπειες, εκείνα πού όντας έξω από τις διαδικασίες της διαπραγμάτευσης και χωρίς δημοσιονομικό κόστος, θα μπορούσαν να “φωτίσουν” το ήθος και τη διαφορά μας-τα περίφημα και πολυδιαφημισμένα “συγκριτικά πλεονεκτήματα” μας.

Ο χώρος του Πολιτισμού, προνομιακός από πάντα για την Αριστερά-όπως κοινότοπα επαναλαμβάνουμε, χωρίς ωστόσο να το εννοούμε -έχει υποστεί αλλεπάλληλες ήττες κι ακόμα δεν είναι σαφές, αν αυτό έχει συμβεί από πολιτική “αφέλεια” ή από πρόθεση. Το μόνο βέβαιο είναι ότι, το Υπουργείο Πολιτισμού, παράγει πολιτική και καταλήγει σε αποφάσεις, μη λαμβάνοντας υπ’όψιν το Πρόγραμμα με το οποίο εξελέγη ο ΣΥΡΙΖΑ, και το οποίο επικαιροποιήθηκε τον περασμένο Σεπτέμβρη, στην πραγματικότητα αγνοώντας το κόμμα και τις συλλογικά επεξεργασμένες αποφάσεις του.

Σειρά ζητημάτων “διεκπεραιώθηκαν” με τεράστιο κόστος για την “πρώτη φορά Αριστερά”. Ενδεικτικά αναφέρω τους “αδέξιους” τρόπους παύσης ή αντικατάστασης των Καλλιτεχνικών Διευθυντών των Κρατικών Θεάτρων, τις υποθέσεις Λούκου και Φαμπρ, την λογοκρισία της παράστασης “Ισορροπία τού Nash”, την απόσυρση τροπολογίας που προέβλεπε θέση Οικονομικού Διευθυντή παράλληλα μ’ αυτήν τού Καλλιτεχνικού στο Εθνικό Θέατρο, την καθυστερημένη παρέμβαση για το κόψιμο του ηλεκτρικού στο “Εμπρός” κλπ, κλπ, κλπ …

Ads

Ακόμα και σε ζητήματα, όπου το δίκιο του υπουργείου ήταν προφανές, η αχαρακτήριστη διαχείρισή τους, το καθιστά και πάλι υπόλογο. Επειδή το ζήτημα της “θωράκισης” του θεσμικού πλαισίου όλων των εποπτευόμενων Οργανισμών του υπουργείου ήταν και είναι  πάγιο αίτημα και αντικείμενο του πόθου πολλών εξ ημών, δεν θα αναφερθώ σε επιλογές προσώπων, παρά επισημαίνοντας ότι:

1) Ασφαλώς τα πρόσωπα κρίνονται για την καλλιτεχνική τους αξία, όμως αυτή δεν δικαιολογεί και δεν παραγράφει, τις κοινωνικές, ιδεολογικές και ταξικές τους επιλογές.

2) Είναι τρομερά απογοητευτικό, να παρατηρείς, πως ούτε η “πρώτη φορά Αριστερά” διασώθηκε από τους «παντός καιρού» και «πασών κυβερνήσεων» είδος διαχρονικό και εν αφθονία τριγύρω.

Τέλος, πολλά και αναπάντητα ερωτήματα και ανεξήγητες καθυστερήσεις. Ποιά η σχέση μας με τα Ιδρύματα; Τι κάναμε για το βιβλίο; Τι κάνουμε με τα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ,με το ηλεκτρονικό εισιτήριο στα Μουσεία, με τις Ορχήστρες; Τι γίνεται με την ΕΡΤ, στο βαθμό που κι αυτή εμπλέκεται (υποτίθεται) με τον Πολιτισμό; Υπενθυμίζω: Όταν έπεσε το μαύρο στην ΕΡΤ ανεβήκαμε (κυριολεκτικά) στα κάγκελα, όχι γιατί ήταν ή τηλεόραση που επιθυμούσαμε, αλλά για λόγους Δημοκρατίας…

Ο τρόπος πού επαναλειτούργησε η ΕΡΤ δεν δικαίωσε τις προσδοκίες μας σε κανένα επίπεδο. Στελεχώθηκε από  τους “συνήθεις υπόπτους” – τούς ίδιους ακριβώς που είχαν συμβάλλει στην απαξίωση της – κι εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν παράγει τίποτα.

Επιπλέον, χωρίς να έχει ανακοινωθεί η φιλοσοφία του προγράμματος, το στίγμα δηλαδή του κάθε καναλιού, τον περασμένο Δεκέμβρη προκήρυξε πρόσκληση ενδιαφέροντος για παραγωγούς. Πλήθος κόσμου έχει υποβάλλει προτάσεις, κι ενώ κανένας δεν ενημερώνει τούς ενδιαφερόμενους σε ποιο στάδιο βρίσκεται η πρότασή τους, βοά ο τόπος, ότι δίνονται αναθέσεις εκτός διαγωνισμού, πάλι στο “είδος” αυτών που πάντα επιπλέουν. Αυτή δεν είναι η δημόσια  τηλεόραση “της καρδιάς μας”, είναι η γνωστή ΕΡΤ του χειρότερου εφιάλτη μας, η αθλιότητα της Eurovision είναι μια μικρή ψηφίδα αυτού του απογοητευτικού πάζλ και το χειρότερο όλων; Χρεώνεται ΚΑΙ αυτή στην “πρώτη φορά Αριστερά”.

Τα παραπάνω, θα μπορούσαν να είναι ένας ανώδυνος κατάλογος συντεχνιακών “παραπόνων”, αν δεν απεικόνιζαν την κατάσταση που συναντά κανείς σε πολλούς και διαφορετικούς χώρους. Είναι προφανές, πώς ή επικοινωνία ανάμεσα στην κυβέρνηση, το κόμμα και την κοινωνία, “εξατμίζεται”, καθώς επιλογές και αποφάσεις πού ΔΕΝ έχουν σχέση με τη διαπραγμάτευση, κινούνται ακριβώς στον αντίποδα αγώνων, οραμάτων, δεσμεύσεων, στον αντίποδα της ίδιας της Αριστεράς και της ιστορίας της. Η πολιτική φθορά, μπορεί να προκύπτει σταδιακά, ως διαφορά της πολιτικής πρόθεσης και του πολιτικού αποτελέσματος. Η πολιτική φθορά όμως, επιταχύνεται και μεγιστοποιείται, όταν προκύπτει ως συνέπεια πολιτικού αποπροσανατολισμού, αφερεγγυότητας και βίαιης “απεμπλοκής” από τις δυνάμεις που πίστεψαν και στήριξαν το εγχείρημα της “πρώτης φοράς Αριστερά”.

Θαυμάζω τους ανθρώπους που στους εξαιρετικά δύσκολους καιρούς που διανύουμε, έχουν απόλυτη βεβαιότητα για το σωστό και το λάθος, διακρίνουν την αλήθεια από το ψέμα, είναι σίγουροι για τους εχθρούς και τους φίλους, γνωρίζουν ποιοί είναι οι “καθαροί” και ποιοί οι “πουλημένοι”, και φυσικά τα είχαν προβλέψει όλα.

Δεν ανήκω σε αυτήν την κατηγορία.

Δεν ανήκω σε αυτούς, που απολαμβάνουν τις διαδοχικές διαψεύσεις, τις συλλογικές ματαιώσεις και τις ανήκεστες βλάβες στο σώμα της Αριστεράς.

Θα ήταν σαν να ακύρωνα όλη μου τη ζωή.

Ούτε με νοιάζει να έχω εγώ το δίκιο.

Ξέρω, δεν είμαι ή μόνη.

* Η Μαρία Κανελλοπούλου είναι πρώην βουλευτής Αχαΐας του ΣΥΡΙΖΑ