Τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν τον συντάκτη τους, χωρίς να συμπίπτουν κατ' ανάγκη με την άποψη του Tvxs.gr
Είθισται, όταν φεύγει κάποιος από τη ζωή, να γράφονται και να λέγονται δυο καλές κουβέντες. Η παράδοση αυτή έχει ένα νόημα: σωστό και ευγενές είναι η αποδημία ενός προσώπου -και μάλιστα δημοσίου- να συνοδεύεται από μια θετική αύρα, ένα φιλικό άγγιγμα στην πλάτη, γιατί αυτή η γενναιόδωρη στάση σηματοδοτεί την πολιτισμική μας ανέλιξη. Ας μην ξεχνάμε από που ξεκίνησε το Είδος…
Σ’ αυτό το πνεύμα λοιπόν, θα πρέπει να πούμε ότι ο Κώστας Σημίτης, όπως άλλωστε και ο Ανδρέας Παπανδρέου, αναβάθμισε με το παράδειγμά του το πολιτικό σύστημα. Ιδού επιτέλους ένας πραγματικά μορφωμένος πρωθυπουργός, που δεν είναι απλά ο εκλεκτός του Παλατιού, ο γόνος μιας ζάπλουτης οικογένειας, ο βετεράνος στρατιωτικός ή ο εκλεκτός μιας περιοχής που ειδικεύεται στη μονοποικιλία «λεβέντης». Ιδού ένας πρωθυπουργός που επιτέλους μιλάει καλά ελληνικά, γνωρίζει ξένες γλώσσες και δεν προσποιείται ότι δεν βλέπει και δεν ακούει ό,τι συμβαίνει στη διάρκεια της δικτατορίας.
Αυτά θα έφταναν για ένα στεφάνι και μια κηδεία δημοσία δαπάνη*. Αλλά εκείνο που πρέπει να συνεκτιμηθεί στη δεδομένη περίπτωση είναι ότι ο Σημίτης υπήρξε μια πολιτική προσωπικότητα χαμηλών τόνων, που είχε συναίσθηση του (ανθρώπινου) μεγέθους του. Μια φωτογραφία του, που είχα δει στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, πραγματικά τον χαρακτηρίζει: ο φακός δείχνει έναν τέως πρωθυπουργό να περιμένει ήσυχα τη σειρά του για να κάνει το εμβόλιο τον καιρό της πανδημίας. Αυτό την ίδια εποχή, που διάφοροι τέως και νυν επινοούσαν ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς για να «πηδήξουν» τη σειρά τους και να εμβολιασθούν πρώτοι-πρώτοι.
Άλλο όμως το «πρόσωπο Σημίτης» και άλλο ο «πολιτισμός Σημίτη». Θα εξηγήσω αμέσως τι εννοώ. Κατ’ αρχάς, δεν χρειάζεται να επαναλάβω όσα ήδη είπε ο Αλέξης Χαρίτσης (αλλά, περιέργως, όχι ο Αλέξης Τσίπρας): «Ως πρωθυπουργός (ο Σημίτης) ταυτίστηκε με την υιοθέτηση από το ΠΑΣΟΚ νεοφιλελεύθερων πολιτικών, στο πλαίσιο της ιδεολογικής μετάλλαξης της ευρωπαϊκής Σοσιαδημοκρατίας. Στην περίοδο της μεγάλης πολιτικής αλλαγής του 2015, εξέφρασε το μπλοκ των “νόμιμων ιδιοκτητών” της χώρας. Η Αριστερά τοποθετήθηκε ορθά απέναντι στις πολιτικές των κυβερνήσεων Σημίτη, πολιτικές που υπηρέτησαν ένα παραγωγικό μοντέλο επίπλαστης ευμάρειας, που στην ουσία του αποδείχτηκε άδικο και αδιέξοδο».
Συμφωνώ μέχρι κεραίας. Γιατί θα ήταν, όχι μόνο άδικο, αλλά και άστοχο να κρίνουμε τις πολιτικές επιλογές του Σημίτη ανεξάρτητα από το γενικότερο περιβάλλον της εποχής του. Η «ιδεολογική μετάλλαξη» της Σοσιαλδημοκρατίας, στην οποία αναφέρεται ο Χαρίτσης, είχε συγκεκριμένους επισπεύδοντες: Τόνι Μπλερ, Γκέρχαρντ Σρέντερ, Μισέλ Ροκάρ, Φρανσουά Ολάντ, Μάσιμο ντ’ Αλέμα, Ρομάνο Πρόντι. Ο Σημίτης δεν ήταν λοιπόν ο μόνος ή ο πρώτος του χώρου του που έσπευσε να υιοθετήσει νεοφιλελεύθερες συνταγές, αδιαφορώντας για τις μακροπρόθεσμες συνέπειές τους.
Η λέξη «αδιαφορώντας» που χρησιμοποιώ εδώ δεν πρέπει να παρερμηνευθεί. Προφανώς, ο Σημίτης δεν επεδίωξε συνειδητά τη διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, ούτε εισήγαγε ο ίδιος την κουλτούρα του ατομικισμού και του εύκολου πλουτισμού που σημάδεψε τη δεκαετία του 1990 και του 2000. Αυτό συνέβη από μόνο του, αντικειμενικά, όταν το εκσυγχρονιστικό αφήγημα που είχε εξυφάνει άρχισε να μετουσιώνεται σε μεγάλα έργα, φαραωνικές πρωτοβουλίες (όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες), πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, Χρηματιστήριο. Γιατί, μη γελιόμαστε, αυτά ήταν τα συστατικά της «Ισχυρής Ελλάδας», που θα διεκδικούσε πλέον μια ισότιμη θέση στον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο Σημίτης δεν ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου. Είχε άλλες προσλαμβάνουσες.
Οι προσλαμβάνουσες και οι σκέψεις του Σημίτη συνοψίζονται γλαφυρά στο έργο ενός άλλου που ξέρουμε, τους περίφημους «Κωλοέλληνες». Η παιδεία του τέως πρωθυπουργού ήταν εντελώς ασύμβατη με τους «δασύτριχους» του ΠΑΣΟΚ, αλλά και με τα γιούρια των μικρομεσαίων στους θεσμούς και το κράτος. Όλο αυτό, που θύμιζε παράσταση Καραγκιόζη, το αποστρεφόταν και το μισούσε. Για αυτό και αναζητούσε εναγωνίως τη λύτρωση (και τη δική του και του τόπου) στο «ευρωπαϊκό ιδεώδες», δηλαδή σε έναν από μηχανής Θεό.
Είναι αυτή η εμμονή του Σημίτη, να ευθυγραμμίσει τη χώρα απόλυτα, όχι γενικά με τη «Δύση», αλλά με τις επιταγές των ευρωπαϊκών ελίτ, που προκάλεσε τεράστια ζημιά σε ό,τι αυθεντικό και πολύτιμο είχε απομείνει στα πολιτικά και κοινωνικά μας ήθη. Και αυτό συνέβη όχι μόνο γιατί το σχέδιο που προωθούσε υλοποιήθηκε βεβιασμένα και με τη συνήθη μέθοδο των προσχημάτων (α λα «Κωλοέλληνες!), αλλά και διότι οι ίδιες οι ευρωπαϊκές πολιτικές είχαν συγκεκριμένο πρόσημο. Όλες κατέτειναν στην πάση θυσία αύξηση της κερδοφορίας των μεγάλων παικτών, με τον ταυτόχρονο εκμαυλισμό της κοινωνίας και τον εκμηδενισμό των κοινωνικών αντιστάσεων. Αυτό, προφανώς, δεν ήταν σε θέση να το αναγνωρίσει. Του έλειπε το κοινωνικό έρμα.
Υπήρξαν βέβαια και παράπλευρα οφέλη σ’ αυτή τη διαδικασία, όπως η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η αποσόβηση μιας πολεμικής εμπλοκής με την Τουρκία. Το πόσο όμως αυτά συνέφεραν τελικά κ α ι τις Βρυξέλλες είναι μια άλλη συζήτηση. Δεν λένε ότι η Οικονομία στηρίζεται στην Ψυχολογία; Ε, λοιπόν, μια πολιτική κατευνασμού χρειαζόταν στους ευρωπαίους εταίρους μας εκείνη την εποχή για να γίνουν «δουλειές», αυτή ακριβώς την πολιτική ακολούθησαν.
Δεν είναι τυχαίο ότι το εκσυγχρονιστικό αφήγημα του Σημίτη αποτέλεσε ουσιαστικά την ιδεολογική βάση του «Μένουμε Ευρώπη» και του «αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου», αλλά και έναν βασικό άξονα της πολιτικής που ακολούθησε και ακολουθεί σήμερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Εξ ου οι μαζικές προσχωρήσεις στελεχών του σημιτικού ΠΑΣΟΚ στη ΝΔ, εξ ου ο δημόσιος έπαινος του Μητσοτάκη στον «ευγενή αντίπαλο», εξ ου -αύριο- η ανάδειξη του Ευάγγελου Βενιζέλου ή του αβάταρ του στην προεδρία της Δημοκρατίας, και εξ ου -ο μη γένοιτο- η νέα συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, που εκκολάπτεται εσπευσμένως…
Ο Θεός ας συγχωρήσει τον Κώστα Σημίτη. Αλλά εμείς μακριά κι αλάργα απ’ την πολιτική παρακαταθήκη που αφήνει.
*Κάποιος να πει στην ΕΡΤ ότι άλλο το δημόσιο πένθος και άλλο να ντύνεις τις τηλεπαρουσιάστριες και τις ανταποκρίτριες στα μαύρα, σαν χαροκαμένες χήρες. Οι άντρες υπάλληλοι γιατί δεν εμφανίζονται λοιπόν με μαύρη γραβάτα, μαύρο κοστούμι, περιβραχιόνιο και γένια; Αυτοί δεν πενθούν; Τελικά δεν μένουμε Ευρώπη αλλά κάπου πιο ‘κει, στα Γκράβαρα.
Στην Ελλάδα τα ΜΜΕ που στηρίζουν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, χρημαδοτούνται από το ... κράτος. Tο tvxs.gr στηρίζεται στους αναγνώστες του και αποτελεί μια από τις ελάχιστες ανεξάρτητες φωνές στη χώρα. Mε μια συνδρομή, από 2.9 €/μήνα,ενισχύετε την αυτονομία του tvxs.gr και των δημοσιογραφικών του ερευνών. Συγχρόνως αποκτάτε πρόσβαση στα ντοκιμαντέρ και το περιεχόμενο του 24ores.gr.
Δες τα πακέτα συνδρομών >