Μερικές σκέψεις γι’ αυτό που ονομάστηκε «Μπαλτάκος Γκέιτ» και θα μπορούσε ακριβέστερα να περιγραφεί ως «Σαμαράς Γκέιτ»:

Ads

 
1. Ανεξάρτητα από τη νομική διάσταση του θέματος – τη νομιμότητα δηλαδή, ή μη, της καταγραφής και χρήσης του περιεχομένου προσωπικής συζήτησης – η αυθεντικότητα του βίντεο δεν αμφισβητήθηκε ούτε από τον πρωταγωνιστή του. Όσο λοιπόν νόμιμη και επιβεβλημένη ήταν η επιφυλακτικότητα των πρώτων στιγμών, τόσο παραπλανητική είναι, σήμερα, η απόπειρα να εμπλακεί στον δημόσιο διάλογο ο νόμος περί προσωπικών δεδομένων. Εγκληματική οργάνωση είναι η Χρυσή Αυγή, μαφιόζικες μεθόδους χρησιμοποιεί – τι δεν καταλαβαίνουμε; Η Δικαιοσύνη ας κάνει και επ’ αυτού ό,τι ορίζει ο νόμος, αλλά το περιεχόμενο της συζήτησης είναι αναμφίβολα ακριβές και πολιτικά σημαντικό. Άλλωστε, οι δημοσιογραφικές πληροφορίες φέρουν το Μέγαρο Μαξίμου να αγωνιά «για το ενδεχόμενο ο Μπαλτάκος να πρωταγωνιστεί και σε άλλες βιντεοσκοπημένες συζητήσεις», ενώ από τη Χρυσή Αυγή διοχετεύεται η απειλή για «χιλιόμετρα  καρούλι» που έχει στη διάθεσή της…
 
2. Αυτό που, πριν απ’ όλα και κυρίως, αποδεικνύει η μαγνητοσκοπημένη συζήτηση, είναι ότι πρόσωπα του άμεσου περιβάλλοντος του πρωθυπουργού, με μακρόχρονη και ιδιαίτερα στενή πολιτική και προσωπική σχέση μαζί του, στα οποία ο ίδιος έχει αποδώσει εξουσία ισχυρή, κατείχαν ταυτόχρονα θέση εξομολόγου, πολιτικού συμβούλου και πληροφοριοδότη των ηγετών ναζιστικής οργάνωσης που ελέγχεται από τη Δικαιοσύνη ως εγκληματική. Αυτή η σύμφυση πολιτειακού μηχανισμού και ακραίας Ακραίας Δεξιάς είναι το πρόβλημα, γι’ αυτό και η υπόθεση είναι από εκείνες που συνταράσσουν χώρες και οδηγούν σε παραίτηση πρωθυπουργούς και κυβερνήσεις. Δυστυχώς για τους εισηγητές της, η ιδέα ότι επρόκειτο για ένα προσωπικό παιχνίδι του φιλόδοξου γενικού γραμματέα, αντί να απαλλάσσει, εκθέτει περαιτέρω τον κ. Σαμαρά -και μάλιστα, για επικίνδυνη αφέλεια και μειωμένη αντιληπτική ικανότητα.
 
3. Η απόπειρα να φυγαδευτεί ο πατήρ Μπαλτάκος από το πρωθυπουργικό περιβάλλον όπως ακριβώς ο υιός του από το κτήριο της Βουλής, χωρίς καν επίσημη αποδοκιμασία του, αυτή τη συνευθύνη επιβεβαιώνει. Μέσα στο βομβαρδισμένο τοπίο, η προσπάθεια πλέον είναι «να διασωθεί ο στρατιώτης Σαμαράς». Κατά τον συστημικό Τύπο, «η απόφαση ότι έπρεπε να σπάσει το απόστημα της Χρυσής Αυγής ελήφθη από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, χωρίς μάλιστα να συμφωνούν όλοι στο επιτελείο του, και αυτό έχει μεγαλύτερη αξία από πολιτική άποψη και καθαρίζει το προφίλ του». Κατά τον γλαφυρό υπουργό Υγείας, η δραματική εξέλιξη αποτελεί «απόλυτη δικαίωση για τον Σαμαρά, γιατί αποδεικνύει ότι διαφωνούσε κάθετα» με τον στενό συνεργάτη του. Και κατά τον υπουργό Εσωτερικών, πιο ωμά, «η Νέα Δημοκρατία είχε την πρωτοβουλία για τη δικαστική δίωξη της Χρυσής Αυγής». Μα αυτό, ακριβώς, δεν ισχυρίζεται η εγκληματική οργάνωση; Ότι διώκεται για πολιτικούς λόγους και με πολιτική παρέμβαση στη Δικαιοσύνη;
 
4. Η Χρυσή Αυγή δεν διώκεται επειδή η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου είναι κοντοχωριανή του υπουργού Δικαιοσύνης. Διώκεται για σωρεία εγκλημάτων, που διέπραξε σε βάρος Ελλήνων πολιτών και αλλοδαπών μεταναστών και προσφύγων. Εγκλημάτων, που επί χρόνια αναδείκνυαν οι εκθέσεις ελληνικών και διεθνών οργανώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι παρεμβάσεις διεθνών οργανισμών, η ερευνητική δημοσιογραφία ελάχιστων εγχώριων και των εγκυρότερων ευρωπαϊκών μέσων ενημέρωσης, αντιμετωπίζοντας τη σιωπή, την ανοχή ή και τη συνενοχή του κρατικού μηχανισμού και την κυνική δήλωση του καθ‘ ύλην αρμόδιου Μπαλτάκου ότι, ως εκπρόσωπος της κυβέρνησης και της Νέας Δημοκρατίας, αδιαφορεί για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις σχετικές διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας. Η Χρυσή Αυγή διώκεται, εν τέλει, γιατί με τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα υπερέβη ένα όριο ανυπόφορο ακόμη και για τους ανεχόμενους τη δράση της.
 
5. Πρώτο θύμα της δημοσιοποίησης της μαγνητοσκοπημένης συζήτησης, πριν ακόμη και από τον ίδιο τον Μπαλτάκο, είναι η θεωρία των δύο άκρων. Κινδυνεύει όμως να πληγεί και η δικαστική έρευνα για την εγκληματική οργάνωση, όπως άλλωστε είναι και ο προφανής στόχος της. Για εξίσου προφανείς λόγους, η αποτροπή μιας τέτοιας εξέλιξης είναι άμεσο καθήκον όλων όσοι είναι αντίθετοι στον ολοκληρωτισμό, τον φυλετισμό, τον εθνικισμό, την εκκαθαριστική βία, την υιοθέτηση της νεοναζιστικής ατζέντας και την αποενοχοποίηση των προταγμάτων της. Και μαζί, το άρθρο 19, το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, η ιθαγένεια, το σύμφωνο συμβίωσης, πρέπει να επανατεθούν στο τραπέζι. Να «πάρουν την εκδίκησή τους» από εκείνον που, έχοντας αναλάβει τη «βρόμικη δουλειά», πρωτοστάτησε στον εξοστρακισμό τους.
 
* Ο Αλέξης Οικονομίδης είναι δημοσιογράφος