«Όπου πήγαμε στρέψαμε τον γιο ενάντια στον πατέρα και κάναμε τον φίλο, του φίλου του εχθρό…», γράφει ο Μπ. Μπρεχτ στο  «Τρόμος και η Αθλιότητα στο Γ Ράιχ».  Η φράση αυτή έρχεται κι επανέρχεται στο μυαλό μου καθώς παρακολουθώ το τέλος της σύντομης πολιτικής σοβαρότητας, που ακολούθησε το διπλό φονικό του Ν. Ηρακλείου. Από την αμετροεπή (και για την ίδια την ιερότητα της ανθρώπινης ζωής) σύγκριση του αγώνα των κατοίκων στις Σκουριές (που λερώθηκε με ένα από τα πιο περίεργα περιστατικά που έχουν συμβεί ποτέ στο οποίο δεν καλέστηκε πρώτα η αστυνομία αλλά η πολυεθνική) με τα πρόσφατα φονικά, σύγκριση που διέπραξε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, μέχρι τις (αγαπημένες όμως στα καφενεία της αμετροέπειας…) μπουρδολογίες εκπομπών στυλ Μακελειού, αργά και σταθερά χτίζεται ένα νέο ιδιώνυμο, όπου το κακό δεν θα ταυτίζεται με τις δομές που θα πρέπει με μαζικό αγώνα να ανατραπούν, αλλά θα προσωποποιείται στον και στην αριστερό/ή πολίτη που θα πρέπει να κυνηγιέται, (όχι για τις «ώριμες θεωρίες του» -τίποτε πραγματικά ώριμο αυτήν την περίεργη εποχή- αλλά για τη στάση ζωής του που ίσως δημιουργήσει κάποτε και πιο ώριμες θεωρίες) ταυτιζόμενος με κάφρους που δρουν από τα σκοτάδια τους.

Ads

Όμως αυτό δεν γίνεται αυτόματα: Από τα αγνώστως χρηματοδοτούμενα και κρατικώς αδειοδοτούμενα «παρακατιανά» κανάλια έσκασε μύτη προχθές ο γαμπρός Μιχαλολιάκου, ο άνθρωπος που μέσω του «Πογκρόμ» διαχέει το μίσος και  που ενώ δεν ψηφίστηκε «διορίστηκε» από τον υπέρτατο αρχηγό πεθερό του στην Βουλή για να ’χουν τρεις παχυλούς μισθούς στο σπίτι. Αλλά «εμείς προσωπικά χ…με!» που απάντησε κι η νέα Βασίλισσα Ουρανία όταν της έγινε ελεγκτική ερώτηση, δείχνοντας ότι είναι ικανοί να αντικαταστήσουν την υπάρχουσα χυδαία ασυδοσία με μια άλλη χειρότερη… Δίπλα στον «διορισμένο»  στεκόταν κι ο «υπέροχος βουλευτής» Παναγιώταρος  που φώναζε δημόσια πριν μήνες «γ… αλβανικές κολοτρυπίδες». Κι όλοι αυτοί μαζί  με τους γελοίους δημοσιογράφους που σπαν τα πόδια της όποιας δημοκρατίας  … υπερασπίζονταν με αυτό το «ήθος» τους τον… «ελληνικό   πολιτισμό»…  (να γελάς και να κλαις, απλά αντί να καταγράψεις αλλάζεις άμεσα κανάλι). Η διαφορά που ηθελημένα δεν καταλαβαίνουν όλοι αυτοί και η οποία κάνει τους ναζί σαφώς πιο επικίνδυνους για τον σύμπαν ακόμη και από τους «χαζεμένους»(;) αντιπάλους τους, είναι ότι πίσω από την ξάφνου πανέξυπνη (δήθεν) πιο ανθρώπινη ρητορική για τους δυο δολοφονημένους, κρύβεται η απανθρωποποίηση της κοινωνίας ως βασικό πρόταγμα του κράτους που οραματίζονται. Η ηθελημένη σύγχυση κάποιων να μην κατανοούν ότι ο Ρουπακιάς (και τα 3 νέα παιδιά, αν και ηλικιωμένοι να ήταν το ίδιο απαράδεκτο μου φαίνεται) δεν ήταν η αιτία αλλά το αποτέλεσμα ενός κόμματος που φώναζε επισήμως για «υπανθρώπους» στην Βουλή, δεν είναι πολιτικά αθώα. Ιδίως σε συνθήκες μιας δημοκρατίας που ό,τι της απέμεινε από την πρόσφατη (;) κοινωνικοοικονομική λαίλαπα και τις πολύχρονες παθογένειες του πελατειακού κράτους, ψυχορραγεί πια από τις ασθένειες της μεταδημοκρατίας καταλύοντας (με ευθύνη όλων όσων βολεύτηκαν σε υλικές αλλά και σε ιδεολογικές) ευκολίες τα απόνερα μιας έτσι κι αλλιώς βαλλόμενης παιδείας κι άρα της κριτικής συμμετοχής…

Κάποτε ίσως γράψω έναν σχετικό διάλογο με έναν έφηβο χρυσαυγίτη μαθητή που προσπαθούσα με πραγματική αγωνία προ μηνών –μετά από παραίνεση της αναστατωμένης μητέρας του- με αυτό το κραυγαλέο παράδειγμα των τριών μισθών να τον πείσω ότι η λύση δεν είναι «να ψοφήσει ο προδότης Σαμαράς κι όλοι οι άλλοι», όπως πωρωμένο το δίχως μέλλον μα γεμάτο  θυμό παιδάκι ωρυόταν υπέρ των «αληθινών πατριωτών», αφήνοντας αλώβητες τις οικονομικο/κοινωνικές  δομές  που θα παράξουν κάθε στιγμή νέους Σαμαράδες.

Το πρόβλημα είναι ότι οι  Σαμαράδες (και όχι μόνο οι Σαμαράδες…  ενδέχεται να δούμε πολλά όπως και στο παρελθόν κι από χώρους που «δεν» το περιμένουμε… και δεν εννοώ μόνο τους χώρους που για λόγους real politik οδηγούνται σε compromeso storico, αλλά κι όσους εκείνον τον κρίσιμο Ιούνη –έχοντας το θράσος να το παίζουν αλάνθαστοι!- κρύφτηκαν στα δέντρα της ιδεολογικής καθαρότητας για να  μην λερωθούνε…) το πρόβλημα λοιπόν είναι πως οι Σαμαράδες συμβάλλουν στην παραγωγή χρυσαυγιτών. Γι’ αυτό και η αμηχανία του συστήματος εκφράζεται με αμετροεπείς και βιαστικές κινήσεις και νομικούς βερμπαλισμούς που ενδέχεται να τους βρει η πολιτική κοινωνία, η αριστερά κι όλοι μπροστά μας… Είναι χαρακτηριστικό ότι ο μόνος σε αυτήν την μετριότατη Βουλή που πολέμησε στην πράξη τον ναζισμό, ο Μ. Γλέζος, αρνήθηκε να συμπράξει σε νομικές στρατηγικές (στρατηγικές, όχι νομικές λύσεις, διαφέρει! Και διαφέρει σημαντικά!) που σπάνε τα πόδια της ήδη ψυχορραγούσας (μετα)δημοκρατίας παίζοντας το παιχνίδι των ναζιστών ακριβώς…
Κι αν όσον αφορά τα λαϊκά στρώματα ισχύει το «κάθε τσιράκι των αφεντικών θέλει τον πόλεμο μεταξύ των φτωχών» οι ηγεσίες, όπως τόσο συχνά σε αυτόν τον τόπο, ανάξιες να κατανοήσουν τους καιρούς, και τα παχυλά αμειβόμενα παπαγαλάκια των «δημοσιογράφων» ή των δημοσιολογούντων συμβούλων τους, κάνουν την συνειδητή επιλογή να «μπουρδελέψουν» τον τόπο για να μην χάσουν την βολή και την καρέκλα τους.  Ή ακόμη και την δημοτικότητα τους παίζοντας με τον αντιαριστερό αταβισμό ενός βαθιά συντηρητικού λαού («πέστα μεγάλε!») που –έτσι κι αλλιώς- δεν ήξερε η δεξιά του τι ποιεί η αριστερά του (με το… κέντρο πασπαρτού!)προσδοκώντας τα δικά τους «πέστα μεγάλε/η» όλοι τους. Την ίδια μάλιστα ώρα που η διπλή δολοφονία συνεχίζει την αγαπημένη των όπου γης ναζί πολιτική της έντασης με ή δίχως σύμπραξη βλαμμένων της άλλης όχθης που θέλουν να μοιάσουν στους Arditti del Popolo αλλά μοιάζουν περισσότερο στους ΧΑ από όσο αντέχουν να παραδεχτούνε… Όλα τα συστήματα κι οι γκρούπες την (ακόμη αναμενόμενη και πάντοτε βαλλόμενη) δημοκρατία βιάζουνε, την ίδια ώρα που ρίχνουν επάνω στην βιασμένη όλες τις ευθύνες.

Ads

Κι οι κάτοικοι αυτής της χώρας θα κοιτούν με φόβο ή μίσος το πρόσωπο του ανώνυμου άλλου μη συμμαχώντας -επιτέλους στις παρούσες συνθήκες!- ταξικά, ενώ θα φεύγει (κυριολεκτικά) το υπέδαφος εκποιούμενο κάτω  από τα πόδια τους, παίρνοντας σε πολλές περιπτώσεις και τα πεσόντα υπέρ τραπεζών σπίτια τους μαζί. Τελικά, «όπου πήγαμε στρέψαμε τον γιο ενάντια στον πατέρα και κάναμε τον φίλο, του φίλου του εχθρό…», θα μπορούσε κάποιος/α να θυμίσει περιγράφοντας όχι μόνο το Γ Ράιχ αλλά κι εποχές που –αν δεν αλλάξει δραματικά κάτι/ και μπορεί ακόμη ν’ αλλάξει δραματικά κάτι- μέλλονται για να ’ρθουν. Εποχές  όπου τα δικαιώματα όλο και περισσότερο θα συστέλλονται (μαζί κι οι πεθαμένες υποχρεώσεις) και θ’ αφορούν όλο και λιγότερους, ενώ ο τρόμος θα αφορά όλο και πιο πολλούς. Και δυστυχώς τους πιο ενεργούς… O δρόμος, σε μια εποχή πολιτικών νάνων ενός γηραλέου σε νοοτροπία και αντιδράσεις κόσμου μη-πολιτών, δείχνει αναπόδραστος. Είναι; Κι αυτό το ερώτημα μοιάζει πια όλο και περισσότερο σπαραχτικό. Και ταυτόχρονα όλο και πιο αναγκαίο.