«Η μάχη του Βατερλό κερδήθηκε στα γήπεδα του Ίτον». Τη φράση αυτή του Γουέλινγκτον επικαλέστηκε τις προάλλες ο Γιάννης Πρετεντέρης για να επεξηγήσει στους αναγνώστες του τον αναντικατάστατο ρόλο των Προτύπων σχολείων. Τα συμφραζόμενα είναι ότι τα Πρότυπα είναι τα εκκολαπτήρια αυτών που κερδίζουν τις «μάχες».

Ads

Ο Γουέλινγκτον μάλλον κυριολεκτούσε όταν έλεγε ότι το Βατερλό κερδήθηκε  στα «γήπεδα». Τον καιρό εκείνο, το κρίκετ δεν ήταν παιχνίδι, αλλά μια πραγματική μάχη. Σήμερα, και τα παιχνίδια και τα πράγματα έχουν αλλάξει. Το Ίτον δεν φιλοξενεί πια άπορα αγόρια, όπως στη εποχή του Ερρίκου VI, αλλά εκείνους που έχουν να πληρώσουν τις 42.000 Λίρες τον χρόνο που χρεώνει στους οικοτρόφους του.

Αν αυτή η μικρή λεπτομέρεια δεν σας φαίνεται σημαντική, έχω και μιαν άλλη: o Ιωάννης-Βαπτιστής Πρετεντέρης -όπως είναι το πλήρες όνομα του δημοσιογράφου- δεν δικαιούται να ομιλεί περί Προτύπων, γιατί απλούστατα δεν πέρασε ούτε απ’ έξω. Πώς να περάσει άλλωστε; Δεν θα τον έπαιρναν. Και αν τον έπαιρναν, δεν θα φτουρούσε. Στην εποχή του, το Βαρβάκειο κι η Ιωνίδειος δεν ήταν το Ίτον. Ήταν το Μάλλον.

Είναι αντιαισθητικό να βλέπεις όλους αυτούς, τους αυτόκλητους υπερασπιστές της «αριστείας», να αγορεύουνε γιατί κάτι που δεν τόχουν αγγίξει. Δεν είναι όμως οι μόνοι. Υπάρχουν και άλλοι «αφ’ υψηλού», με τα στερεότυπα και τα «ταξικά» τους. Λες και η ταξική Παιδεία δεν αφορά τα ιδιωτικά σχολεία –που επιλέγουν στα ίσα με βάση το παραδάκι- αλλά τα Πρότυπα –που είναι δημόσια και επιλέγουν, όταν επιλέγουν, με βάση την επίδοση στα μαθήματα.

Ads

Εν ονόματι της αλήθειας και της σοβαρότητας: πριν την επέλαση του ΠΑΣΟΚ, η μεγάλη πλειοψηφία των μαθητών της Ιωνιδείου ήταν από την Κοκκινιά, το Κερατσίνι, τον Κορυδαλλό, το Αιγάλεω, τα Καμίνια, το Χατζηκυριάκειο. «Κομμουνιστική φωλεά» θεωρούσε το σχολείο η ασφάλεια Πειραιώς επί δικτατορίας. Από ‘κει βγήκαν στελέχη της ΚΝΕ -σαν τον τέως Γενικό Γραμματέα της και σημερινό υπουργό της Νέας Δημοκρατίας Θεοδωρικάκο. Από ‘κεί ξεκίνησαν οι δήμαρχοι του ΚΚΕ –όπως ο παλιός μου συμμαθητής ο  Μπενετάτος. Κι ‘κεί μαθήτευσε ο αείμνηστος Τάκης Μπενάς. Για όποιον είχε την τύχη να φοιτήσει σε Πρότυπα σχολεία πριν διαλυθούν, όσα μεταμοντέρνα λέγονται και γράφονται σήμερα περί «σχολείων της ελίτ» είναι αστεία.

Δυστυχώς, τα αστεία αυτά δεν είναι αβλαβή και αθώα. Πες-πες, το σίριαλ ανοησίας εκτρέπει και δηλητηριάζει τον διάλογο για ένα σχολείο «ποιότητας και ισότητας», όπως έλεγε ο Νίκος Φίλης. Μ’ αρέσει αυτή η διατύπωση, γιατί δεν είναι απλώς ένα σλόγκαν, αλλά η συμπυκνωμένη μορφή ενός ερωτήματος, που περιέχει ταυτόχρονα την απάντησή του. «Σχολείο ποιότητας και ισότητας» πάει να πει ότι ένα σχολείο υψηλών προδιαγραφών μπορεί να είναι ταυτόχρονα και σχολείο ίσων ευκαιριών.

Τί σχέση υπάρχει αλήθεια ανάμεσα σ’ ένα τέτοιο σχολείο-όραμα και τα Πρότυπα; Είναι τα Πρότυπα ένα υπόδειγμα προς μίμησιν ή ένας θεσμός που έχει έναν ιδιάζοντα ρόλο μέσα στο εκπαιδευτικό σύστημα; Γιατί να απομυζούν αυτά τα σχολεία τον «ανθό» των καλύτερων μαθητών και των καλύτερων καθηγητών, αντί να τους αφήνουν στα συνηθισμένα σχολεία; Τί επιτυγχάνεται εάν οι ήδη μελετηροί και πνευματικά ανήσυχοι μαθητές συγκεντρωθούν σ’ ένα «γκέτο»; Δεν κινδυνεύουν να καταλήξουν υπερφίαλα και αλαζονικά πλάσματα, που θεωρούν τους ομηλίκους τους «δεύτερους», «μέτριους», «συνηθισμένους»;

Τα ερωτήματα είναι εύλογα και απολύτως θεμιτά. Η απάντηση είναι όμως σύνθετη και έχει περισσότερο από ένα σκέλη. Το ένα σκέλος αφορά τη δυναμική της σχολικής τάξης˙ το άλλο την ανατροφοδοτούμενη αλληλεπίδραση μαθητών και δασκάλων˙ και το τρίτο, το πιο σημαντικό, τον καταλυτικό ρόλο που μπορεί να έχει στην κοινωνία μια μειοψηφία αρίστων (χωρίς εισαγωγικά), δηλαδή ανθρώπων που έχουν εκπαιδευτεί συστηματικά στην πρακτική της άοκνης, διαρκούς προσπάθειας, με μόνο αντίπαλο τον εαυτό τους. Θα ασχοληθώ εδώ με το πρώτο ζήτημα, γιατί τα υπόλοιπα βασίζονται σ’ αυτό.

Όποιον εκπαιδευτικό κι αν ρωτήσουμε, θα μας πει ότι σε μια συνηθισμένη τάξη υπάρχει πάντα ένα 10-15%, που προετοιμάζεται καλύτερα και ενδιαφέρεται πιο πολύ για το μάθημα απ’ ό,τι οι υπόλοιποι μαθητές. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η καλύτερη προετοιμασία και το ενδιαφέρον αυτό έχουν σχέση με τη μορφωτική κατάσταση των γονέων και την οικονομική άνεση της οικογένειας. Αλλά η σχέση αυτή δεν είναι κατά κανέναν τρόπο γραμμική, ούτε εξηγεί ολοκληρωτικά το φαινόμενο. Ο βασικός λόγος για τον οποίο παρατηρούνται διαφορές στην επίδοση των μαθητών είναι ότι τα παιδιά ωριμάζουν με διαφορετικό ρυθμό. Οι ειδικοί μας διαβεβαιώνουν ότι τα κορίτσια ωριμάζουν σχετικά πιο γρήγορα απ’ τ’ αγόρια. Και οι ακόμα ειδικότεροι μας λένε ότι το κοινωνικό και το φυσικό περιβάλλον επηρεάζουν κατά διαφορετικό (και συχνά μη αναμενόμενο) τρόπο τα διαφορετικά άτομα ενός πληθυσμού.

Όπως και νάχει το ζήτημα, η ύπαρξη μιας «πρωτοπορίας» μέσα στη σχολική τάξη δημιουργεί το εξής δίλημμα: με ποιους πρέπει να συντονιστεί ο εκπαιδευτικός; Αν ακολουθήσει τους προπορευόμενους, το μάθημα θα χάσει το ενδιαφέρον του για τους άλλους –και το αντίστροφο. Τα παιδιά θα αποσυνδεθούν, θα νοιώσουν ανία, θα είναι άτακτα, θα υποτιμήσουν τη σημασία της μελέτης, και τελικά θα αναζητήσουν άλλες προκλήσεις -εκτός σχολείου. Η εύρεση μιας χρυσής τομής δεν είναι εύκολη. Αφήνω που ο ίδιος ο εκπαιδευτικός δεν έχει πάντοτε την όρεξη να την ψάξει.

Στο Πρότυπο σχολείο -όπως το έζησα- ο πληθυσμός των μαθητών ήταν σχετικά ομοιογενής. Διαφορές υπήρχαν, αλλά ήταν διαφορές δεκάτου και εκατοστού στα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα, που «χρωμάτιζαν» την επίδοση σε διάφορα μαθήματα και δεν επηρέαζαν το γενικό προφίλ του κάθε μαθητή. Οι καθηγητές μπορούσαν να «τρέξουν» ή να «ανεβάσουν» την τάξη, όντας βέβαιοι ότι η πλειοψηφία θα ανταποκρινόταν στα βασικά. Αυτό δεν ήταν -και δεν είναι ακόμα και σήμερα- εφικτό σε ένα συνηθισμένο σχολείο, όπου οι διαφορές των μαθητών είναι μεγάλες, για όλους τους λόγους που περιέγραψα παραπάνω. Θα μπορούσε να είναι αλλιώς.  Αλλά, για αντικειμενικούς λόγους, δεν είναι.

Οι υψηλές απαιτήσεις στα Πρότυπα σχολεία δεν είναι «καψόνι». Όταν ο βαθμός δυσκολίας του μαθήματος αυξάνει, δημιουργείται μια ιδιαίτερη συνθήκη. Φτάνουμε ένα σημείο, όπου όλη η τάξη, τόσο οι καλοί όσο και οι λιγότερο καλοί μαθητές, αρχίζουν να ρίχνουν τον πήχυ: δεν καταφέρνουν να λύσουν την άσκηση, να μεταφράσουν το άγνωστο κείμενο, να ερμηνεύσουν τον Σεφέρη. Και έτσι, σιγά-σιγά κατανοούν ότι ορισμένα προβλήματα στη ζωή είναι πρακτικώς άλυτα, υπό τις συνθήκες χρόνου, τόπου και προηγούμενης γνώσης που έχουμε στη διάθεσή μας. Αυτό, με τη σειρά του, δημιουργεί μια κουλτούρα. Την κουλτούρα της επίμονης προσπάθειας και τη λογική της επιδίωξης του  σ χ ε τ ι κ ά  κ α λ ύ τ ε ρ ο υ  αποτελέσματος, που στο όριό του μπορεί να προσεγγίσει το τέλειο.

Έπαθλο δεν υπάρχει, παρά μόνο στο –άπιαστο-  όριο. Το μόνο που βιώνεις είναι μια «συνέχεια», με πολλά ορόσημα σχετικής επιτυχίας για να ξαποστάσεις κι ακόμα περισσότερους στόχους, που, για να τους πιάσεις, θα πρέπει να αγωνίζεσαι διαρκώς. «Δεν υπάρχει βασιλική οδός στην επιστήμη και μόνο εκείνοι που δεν φοβούνται την κουραστική ανάβαση στις απότομες ανηφόρες έχουν μια ελπίδα να δουν τη φωτεινή κορυφή». Το εδάφιο δεν το πήρα απ’ τα αρχεία του Ίτον. Ανήκει στον Κάρολο Μάρξ.

Η ειδοποιός διαφορά των Προτύπων από τα άλλα σχολεία είναι ότι τόσο οι μαθητές όσο και οι καθηγητές που διδάσκουν εκεί είναι επιλεγμένοι. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μιλάμε για εργαστήρια ευγονικής. Οι εξετάσεις εισαγωγής δεν καθιστούν αυτόχρημα αυτά τα Ίδρύματα «σχολεία της ελίτ» ή «θηριοτροφεία». Ούτε είναι κάτι θεμελιωδώς διαφορετικό απ’ ό,τι οι οποιεσδήποτε άλλες εξετάσεις (π.χ., τα τεστς στο Πανεπιστήμιο, οι εξετάσεις ιατρικής ειδικότητας, οι συνεντεύξεις για δουλειά σε μια εταιρεία, οι εξετάσεις του ΑΣΕΠ, κλπ). Στο μέλλον, η επιλογή μαθητών θα μπορούσε να γίνεται με έναν τρόπο πιο πολύπλευρο και πιο «ευφυή» από μια τυπική εξέταση. Όμως, και πάλι θα ήταν μια διαδικασία επιλογής.

Τελειώνοντας: ταξική μεροληψία υπάρχει σε όλες τις αξιολογήσεις, τις κρίσεις, τις διαδικασίες επιλογής. Αλλά αυτή η μεροληψία δεν είναι η μόνη αιτία διακρίσεων, ούτε μπορούμε να την αφαιρέσουμε «διά νόμου» από τη σύγχρονη πραγματικότητα (θα ήταν σαν να επιχειρούμε να καταργήσουμε με νομοθετική ρύθμιση την πάλη των τάξεων). Η διόρθωση των κοινωνικών ανισοτήτων και των κάθε λογής αδικιών έχει άλλες προϋποθέσεις -και άλλο Υποκείμενο.

Θα συνεχίσω.