Ο Μίλτος Παύλου, διευθυντής του ισνστιτούτου για τα Δικαιώματα, την Ισότητα και την Ετερότητα, έδωσε συνέντευξη στο Red Notebook για τη μεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ads

1. Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, «ένας πολιτικός που δεν μπορεί να χαρακτηριστεί αντιδραστικός», όπως σημειώνει ο ξένος Τύπος, εξήγγειλε την ανέγερση φράχτη στον Έβρο, προκειμένου να εμποδιστεί στο εξής η είσοδος μεταναστών στη χώρα. Η μεταναστευτική πολιτική της Ελλάδας ρέπει πια προς ακραίες θέσεις.

Οι ταμπέλες και οι ετικέτες («φασίστας, ρατσιστής, αντιδραστικός») είναι ανακριβείς και απλά αναπαράγουν μέρος του προβλήματος που είναι η πόλωση, η γενίκευση και οι παράλληλοι μόνολογοι.

Οι εξαγγελίες περί φράκτη και περί πλωτών χώρων κράτησης πέρα από τη γελοιότητα, αναδεικνύουν την ανικανότητα και το επικίνδυνο του σημερινού Υπουργού Προστασίας του Πολίτη. Ο τελευταίος μάλιστα έχει τόσο πολύ εκλάβει εσφαλμένα – και επικίνδυνα – το ρόλο του, που ισχυρίζεται ότι αποστολή του είναι να προστατεύει τα ανθρώπινα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια όλων, εκτός εκείνων που στερούνται νόμιμης διαμονής στη χώρα!

Ads

Το πρόβλημά μας όμως δεν είναι ότι αυτή η άποψη είναι ναζιστικής έμπνευσης, ή ότι ούτε καν το καταλαβαίνει ο ίδιος, αλλά ότι η πλειοψηφία αναρρωτάται μήπως και είναι αυτά θεμιτά μέσα αντιμετώπισης ενός «προβλήματος», όπως προσδιορίζεται – για πρώτη φορά τις τελευταίες δεκαετίες μετά από αιώνες πολιτισμού – η ειρηνική ανθρώπινη μετακίνηση.

Το πραγματικό ζήτημα εδώ είναι η εκρηκτική κατάσταση που δημιουργείται σε συγκεκριμένες περιοχές, κυρίως της πρωτεύουσας και μεγάλων πόλεων, ακριβώς από την παραμέληση και την αποχή της πολιτείας από την προστασία των δικαιωμάτων τόσο των γηγενών όσο και των μεταναστών. Θα λέγαμε ότι η μοίρα των πρώτων είναι στενά συνδεδεμένη με εκείνη των δεύτερων και τυχόν βίαιες και ανιστόρητες λύσεις δεν μπορούν να λύσουν, παρά μόνο να επιβαρύνουν τη διαβίωση των πρώτων.

2. Οι πρώτες αντιδράσεις της Κομισιόν μετά τις δηλώσεις Παπουτσή μαρτυρούν διάσταση απόψεων. Πώς γίνεται, ωστόσο, από τη μία η Κομισιόν να διαφωνεί με την τακτική που επιλέγει ο έλληνας υπουργός, και από την άλλη η καταστολή και η δυσανεξία να αποτελούν κανόνα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης;

Η ευρωπαϊκή πολιτική για τη μετανάστευση υποφέρει από χρόνια σχιζοφρένεια, καθώς θέλει και την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο: ΚΑΙ συγκράτηση του αριθμού των εισερχόμενων μεταναστών, επειδή υποτίθεται ότι «είναι πολλοί και δεν χωράνε άλλοι» (κάτι που πρώτοι διαψεύδουν οι δημογράφοι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) ΚΑΙ σεβασμό των δικαιωμάτων σύμφωνα με τις συνταγματικές επιταγές, ΚΑΙ ωφέλεια από το μεταναστευτικό εργατικό δυναμικό!

Από την άλλη, τα κράτη βασίζονται πάντα στην καταστολή σύμφωνα με τους νόμους και τις αξιακές τους δεσμεύσεις. Έτσι, άλλο είναι η σύλληψη όσων παραβιάζουν το νόμο – κάτι θεμιτό και προβλεπόμενο από το σύνταγμα και τους νόμους – και άλλο είναι να τους κρατάμε σε απάνθρωπες συνθήκες, να τους αιχμαλωτίζουμε σαν χρυσόψαρα σε πλωτές φυλακές ή να τους σκοτώνουμε πάνω σε έναν ηλίθιο φράκτη στα σύνορα, όπως το 17χρονο Μεξικανό που έχασε τη ζωή του προχθές στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού.

Έτσι η ΕΕ λέει το αυτονόητο: ναι, επιλέξαμε να ελέγχουμε τα σύνορά μας, όχι όμως με μέσα που έχουν αποδειχθεί αναποτελεσματικά και επιπλέον υπεύθυνα για θανάτους και τραυματισμούς αθώων. Με απλά λόγια: ο μετανάστης χωρίς χαρτιά εισόδου μπορεί, σύμφωνα με όσα προβληματικά ισχύουν σήμερα, να είναι καταρχήν παράνομος, αλλά δεν αποτελεί και στρατιωτική απειλή ώστε να αναχαιτιστεί με ανάλογα μέσα..

3. Oι Γερμανοί αστυνομικοί της Frontex εκδήλωσαν πρόσφατα τη δυσαρέσκειά τους για τον υπερβάλλοντα αντιμεταναστευτικό ζήλο των Ελλήνων συναδέλφων τους. Το κυνήγι «λαθραίων» ανθρώπων, στο οποίο επιδίδονται ένστολοι, έχει προκαλέσει κατ’ επανάληψη θανάτους μεταναστών, ενώ οι εικόνες από εμπρησμούς προσφυγικών καταυλισμών έχουν κάνει το γύρο του κόσμου. Εκτιμάτε ότι μπορεί να ανασχεθεί αυτή η επικίνδυνη τάση;

Ναι, αυτή η τάση είναι αναστρέψιμη, και μάλιστα χωρίς θεαματικές μεταστροφές και επιφωτίσεις των πιο ακραίων στοιχείων που δυστυχώς περιέχει έστω και ως μειοψηφία – κατά τη γνώμη μου – η ελληνική αστυνομία.
Αυτό μας δείχνει η πολύ πρόσφατη εμπειρία του πρώτου εξαμήνου του 2010, όπου το τότε Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, αφενός διέταξε ΕΔΕ με ερώτημα απόταξης σε βάρος ενστόλων οι οποίοι εξέφρασαν ρατσιστικό λόγο (βατραχάνθρωποι στην παρέλαση της 25ης Μαρτίου) ή κατηγορήθηκαν για ρατσιστική βία, αφετέρου τους έθεσε σε διαθεσιμότητα, ενώ διέταξε τις κατά τόπους αστυνομικές διευθύνσεις να τηρούν ευβλαβικά όσα πρότεινε η ΕCRI (Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας).

Το μετρήσιμο αποτέλεσμα ήταν η ραγδαία μείωση – και ο απόλυτος μηδενισμός για περίπου 4-5 μήνες – του αριθμού των ρατσιστικών περιστατικών στα οποία συμμετείχαν ένστολοι (όπως τα κατέγραψε το Εθνικό Παρατηρητήριο του Ρατσισμού). Έως τότε, για τα τελευταία 6 χρόνια που γίνονται μετρήσεις, οι ένστολοι καταγγέλοντο ως δράστες στις μισές περιπτώσεις βίας με ρατσιστικά κίνητρα και αυτή η στατιστική μεταβολή δεν μπορεί να είναι τυχαία.

Η κατάσταση αυτή άλλαξε άρδην και ξανά προς το χειρότερο από τον Αύγουστο 2010 και τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης, που έφερε στην ηγεσία του αρμόδιου Υπουργείου τον, όπως αποδείχθηκε, επικίνδυνα μη ικανό κ.Παπουτσή.

4. Παρά την ακραία στροφή της μεταναστευτικής πολιτικής, η χορήγηση ασύλου περνά σταδιακά από τα χέρια της αστυνομίας σε επιτροπές εμπειρογνωμόνων. Θεωρείτε ότι μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να αλλάξει επί της ουσίας το καθεστώς (μη) χορήγησης ασύλου στην Ελλάδα;

Ναι, θα μπορούσε να αλλάξει εφόσον υπήρχαν οι πόροι τους οποίους ένα σύστημα σαν κι αυτό απαίτει για να υλοποιηθεί. Αντί να κλαιγόμαστε με έναν χοντροκομμέμο αντιευρωπαϊσμό για την ΕΕ, τις πολιτικές της και το Δουβλίνο ΙΙ (το οποίο πρέπει να αλλάξει, και εν τοις πράγμασι δεν εφαρμόζεται από πολλές χώρες για την Ελλάδα), ας κάνουμε τις απαραίτητες ενέργεις για να δεχθούμε τα εκατομμύρια ευρώ που διαθέτει η Ένωση για το άσυλο και την ένταξη των μεταναστών.

5. Ο νέος νόμος για την ιθαγένεια έδωσε το «δικαίωμα στα δικαιώματα» σε λίγους μετανάστες. Σηματοδότησε, εντούτοις, μιαν αλλαγή κάθε άλλο παρά αμελητέα. Θα μπορούσατε, με βάση τα μέχρι τώρα στοιχεία, να κάνετε έναν πρώτο απολογισμό της μέχρι τώρα εφαρμογής του;

Η μεταρρύθμιση της ιθαγένειας στην Ελλάδα:

– Ήταν ένα τεράστιο άλμα σε σχέση με τον προηγούμενο κώδικα και τις πολιτικές. Όμοιό του ίσως δεν υπάρχει στην πρόσφατη ευρωπαϊκή ιστορία, κάτι που μάλλον οφείλεται στη χρόνια υστέρηση και στο παρωχημένο της έως χθες νομοθεσίας και πρακτικής. Αφού δεν έκανε τα ανάλογα βήματα μέσα στις δεκαετίες, η Ελλάδα αναγκάστηκε να τα κάνει όλα μαζί σήμερα.

– Ανέδειξε για πρώτη φορά μια κοινωνική πλειοψηφία θετική στα δικαιώματα των μεταναστών και ιδιαίτερα στη νέα γενιά. Αξίζει κανείς να δει τους νέους αυτής της χώρας ως ένα ενιαίο, όσο και εσωτερικά «διαφορετικό» και δυναμικό μόρφωμα και κοινωνική δύναμη, πέρα από εθνοπολιτισμικές αναφορές και ταξινομήσεις.

Αυτή η νέα γενιά με τις πολλαπλές ταυτότητες υποφέρει σήμερα και το μέλλον της υποθηκεύεται, κι εγώ περιμένω με αγωνία να δω πώς θα εκφράσει τη βούλησή της, εκβάλλοντας σαν καταρράκτης στη σημερινή κοινωνικο-πολιτική ξεραϊλα.

Ωστόσο η μεταρρύθμιση της ιθαγένειας ανέδειξε και δύο κομβικά προβλήματα, επιβεβαιώνοντας ότι η μετανάστευση αναδεικνύει ως μεγεθυντικός φακός τα κοινωνικά ζητήματα:

– Η εφαρμογή της απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί επιτυχής και τόσο ο αριθμός αιτήσεων πολιτογράφησης, όσο και ο βαθμός συμμετοχής των μεταναστών στο τοπικό πολιτικό γίγνεσθαι αποδείχθηκαν εξαιρετικά χαμηλοί. Αυτό δεν οφείλεται αποκλειστικά στο ότι είμαστε ακόμα στην πρώτη περίοδο εφαρμογής, αλλά και στο ότι η διοίκηση φάνηκε εντελώς απροετοίμαστη και χωρίς μέσα για την υλοποίησή της. Για μια ακόμη φορά μάθαμε στην πράξη ότι το νομοθετείν δεν είναι παρά το πρώτο βήμα για την υλοποίηση των πολιτικών.

– Ο δημόσιος λόγος ασθμαίνει ακόμη πίσω από την πραγματικότητα. Αν κάτι αρνητικό κληρονομεί αυτή η μεταρρύθμιση στη δημόσια συζήτηση, είναι δυστυχώς ακριβώς εκείνο που επιτρέπει στον κ. Παπουτσή να μιλά για παρανόμους οι οποίοι δεν αξίζουν προστασία της αξιοπρέπειάς τους (sic): Η διάκριση ανάμεσα σε νόμιμα και παράνομα διαμένοντες μετανάστες.

– Μάλιστα είναι ακριβώς το στοιχείο που έχει υπονομεύσει την απόδοση της ιθαγένειας στα παιδιά των μεταναστών με βάση τη νομιμότητα διαμονής των γονέων τους όπως ορθά αναγνωρίζει σήμερα η υφυπουργός Εργασίας.

– Ωστόσο, το ποιος διαμένει νόμιμα το ορίζουν οι δαιδαλώδεις διατάξεις της μεταναστευτικής νομοθεσίας και αυτό αποτελεί ένα status που μπορεί να αλλάξει από τη μια μέρα στην άλλη. Για λόγους που αφορούν την προβληματική δημόσια διοίκηση, οι περισσότεροι πολίτες της ΕΕ που διαμένουν στην Ελλάδα είναι χωρίς δελτίο διαμονής και ούτε που νοιάζονται να βγάλουν!

– Αντιθέτως, η εύλογη απαίτηση του νομοθέτη που θα διασφάλιζε και το κοινό περί δικαίου αίσθημα, θα ήταν η σύννομη (δηλαδή χωρίς να έχουν διαπραχθεί σοβαρά αδικήματα, όπως αυτά που ορίζονται στο σημερινό κώδικα ιθαγένειας για την πολιτογράφηση) διαμονή στην Ελλάδα. Έτσι θα είχαμε εξοικονομήσει χρόνο και κυρίως χρήματα από την υλοποίηση μιας δίκαιης μεταρρύθμισης, αλλά και γλιτώσει από την καρατατζουμική υστερία περί παρανόμων μεταναστών που όχι πολλά χρόνια πριν έχουν βιώσει στο πετσί τους και οι έλληνες μετανάστες ανά τον κόσμο.

6. Στο δημόσιο λόγο εμφανίζεται περίπου ως νομοτέλεια ότι η κρίση εντείνει τον ρατσισμό. Όταν το φάσμα της φτώχειας απειλεί όλο και περισσότερους από τους γηγενείς, το «δεν χωράμε άλλους» μοιάζει αυτονόητο και ο προνοιακός σωβινισμός γιγαντώνεται –στην Ελλάδα μάλιστα μπορεί να γίνεται ως και κρατική πολιτική (βλ. δηλώσεις Λοβέρδου). Σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο, πώς μπορεί ο αντιρατσιστικός λόγος να ξεφύγει από τη διακήρυξη αρχών και αξιών και να γίνει πειστικός;

Οι πλειοψηφίες τόσο των κατώτερων στρωμάτων, όσο και η, απειλούμενη από βέβαιη φτώχεια, μεσαία τάξη είναι τραγικές φιγούρες αυτής της συγκυρίας κατάρρευσης του κοινωνικού κράτους. Εκτιμούν δε ότι είναι πιο πιθανό – και πιο εύκολο πολιτικά – να ρίξουν έξω από τη ναυαγοσωστική βάρκα τους «άλλους» παρά να διεκδικήσουν (με ποια μέσα άλλωστε: με τη διαπλοκή και την κολακεία των αρχόντων που ασκούσαν μέχρι σήμερα;) διάσωση για όλους και μέσα από τα δικαιώματα.

Έτσι, ο αντιρατσιστικός λόγος βρίσκεται πλέον αναντίρρητα ενώπιον ενός αμείλικτου ερωτήματος: αυτό που προτείνεται είναι προς το συμφέρον περισσότερων ή αποτελεί μια φιλανθρωπική, ειδική πολιτική που βασίζεται μόνο σε ιδεολογικές αξίες;

Με άλλα λόγια: χρόνια τώρα υπηρετώ την άποψη που λέει ότι ο λόγος των δικαιωμάτων παραμένει κουραστικός βερμπαλισμός και ξύλινος λόγος εάν δεν συνδέεται και δεν εκβάλλει σε λύσεις που αφορούν το κοινωνικό σύνολο και τις παραγωγικές πλειοψηφίες. Έτσι, μοιραία ο αντιρατσιστικός λόγος, χωρίς να στιγματίζει και να κρεμάει ετικέτες, καλά θα κάνει να προτείνει άμεσες και εφαρμόσιμες λύσεις στα προβλήματα που προκαλούνται από τις πολιτικές της κρίσης, της μετανάστευσης, της απαξίας της εργασίας και του κοινωνικού διαχωρισμού.

Σήμερα που η ανεργία καλπάζει λόγω των καταστροφικών επιλογών στη διαχείριση της χρηματοπιστωτικής κρίσης, ο αντιρατσιστικός λόγος δεν μπορεί να σταθεί μόνος του στέρεα χωρίς να αποτελεί μέρος μιας συνολικής κριτικής, αλλά κυρίως ρεαλιστικής και εφαρμόσιμης πρότασης και είναι χρέος όλων να την αναζητούμε και να τη διεκδικούμε. Προσωπικά υποστηρίζω θερμά τη λύση της μερικής συναινετικής αναδιάρθρωσης χρέους από περισσότερες χώρες, με ευρωοομόλογα και αναπτυξιακές-επενδευτικές παρεμβάσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

7. Στη συγκυρία που διανύουμε, η αλληλεγγύη στους μετανάστες δεν είναι υπόθεση μιας και μόνης πολιτικής παράταξης. Πρόκειται για παραδοχή που, εν πολλοίς, καθόρισε το αποτέλεσμα στο β’ γύρο των εκλογών στο Δήμο της Αθήνας. Πρόσφατα, ωστόσο, ακούσαμε το νυν δήμαρχο να ζητά «στρατό στα σύνορα» (όπως προεκλογικά ο αντίπαλός του) και να δηλώνει ότι «το μεταναστευτικό είναι ωρολογιακή βόμβα». Η συνταγή, λοιπόν, για να λυθούν τα προβλήματα του κέντρου θα είναι και πάλι η καταστολή;

Η κυριαρχία στο δημόσιο λόγο της φιλολογίας περί μεταναστών που «δεν χωράνε άλλο» έχει εκλάβει τέτοιες διαστάσεις που εκλαμβάνεται πλέον ως αναντίρρητη αλήθεια. Αλλά αν θέσεις τα λάθος ερωτήματα, θα λάβεις τις λάθος απαντήσεις: το ερώτημα δεν είναι αν «χωράνε» στην Ελλάδα, αλλά αν «χωράνε» στην Ένωση. Από την άλλη, η εντελώς παραμελημένη διαβίωση χιλιάδων σε άθλιες συνθήκες στο κέντρο της Αθήνας, πριν ρίξει κανείς το φταίξιμο στον παγκόσμιο καπιταλισμό, αποδίδεται άμεσα στην μαζική εισροή μεταναστών χωρίς καμία υποδοχή και φροντίδα.

Η ανομία – τόσο των οργανωμένων ακροδεξιών ομάδων, όσο και των εγκληματικών δικτύων που απασχολούν μετανάστες – και η υποβάθμιση αποτελούν προϊόντα της παραίτησης και της απουσίας του κράτους. Η ιστορία μάλιστα έχει δείξει ότι αν αυτή η απουσία αποδειχθεί πολυετής, τότε η εγκληματικότητα εγκαθίσταται ως υποκατάστατο του κράτους (τόσο στην καταστολή, όσο και στην απασχόληση-πρόνοια!) και θα είναι δύσκολο έως αδύνατο να ξερριζωθεί (βλ. Μαφία στην Ιταλία).

Η έρευνα – κάναμε μάλιστα μια πρόσφατα για το άσυλο – έχει δείξει ότι το μεγαλύτερο μέρος των αιτούντων άσυλο στο ιστορικό κέντρο εργάζεται και έχει κάποιο status έστω και προσωρινής νόμιμης διαμονής. Από την άλλη, ένας μεγάλος αριθμός επιθυμεί μόνο να προχωρήσει στην Ένωση, όχι τόσο αναζητώντας, αλλά έχοντας ακόμη και διασφαλίσει προοπτικές εργασίας, κάτι που αποδεικνύει την ευρωπαϊκή – και όχι τοπική – διάσταση του προβλήματος.

Από τον κ. Καμίνη δεν περιμένω να είναι ένας καλός Υπουργός Άμυνας ή διαχειριστής των μεταναστευτικών ροών – κατά πώς φαίνεται θα ατυχούσε κι αυτός κι εμείς σε έναν τέτοιο ρόλο -, αλλά καλός Δήμαρχος που θα δίνει λύσεις με γνώμονα τα δικαιώματα. Σε αυτό το πνεύμα, η στάση ενός καλού Δημάρχου δεν μπορεί να εξαντλείται στην «πολιτικά ορθή» δίχως άλλο αποδοχή της παρουσίας ενός απροδιόριστου αριθμού ανθρώπων χωρίς χαρτιά και σε απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης. Αντιθέτως, πρέπει, αναγνωρίζοντας τα προβλήματα, να παρέχει εφικτές λύσεις σε συνεργασία με τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες, πχ. μέσα από την αναγνώριση της εργασίας και της παροχής προστασίας της μέσα από νομιμοποίηση της διαμονής, μέσα από μια ευρωπαϊκή λύση αντιμετώπισης της επείγουσας κατάστασης.

8.Η ανέγερση τζαμιού στην Αθήνα αναμένεται να προκαλέσει έντονες αντιδράσεις από το μπλοκ των «εθνικώς ανήσυχων». Ο συγκεκριμένος χώρος, που δεν περιορίζεται στην ακροδεξιά, δείχνει να έχει καλύτερα αντανακλαστικά, να ακούγεται δυνατότερα. Με βάση την εμπειρία σας από την προηγούμενη «μάχη», αυτήν περί την ιθαγένεια, πιστεύετε ότι οι ισλαμοφοβικές αντιδράσεις μπορούν να καμφθούν;

Νομίζω και εδώ το επιχείρημα που μπορεί να αποδειχθεί αποτελεσματικό είναι εκείνο που θα προβάλλει το μέγιστο όφελος για το κοινωνικό σύνολο. Εν προκειμένω δεν είναι άλλο από την ανάγκη για τον αμοιβαίο σεβασμό της άσκησης του θρησκευτικού δικαιώματος, την ορατότητά του, ενώ έτσι παράλληλα μπορεί να διασφαλισθεί η μετριοπάθεια και η κοσμικότητα των τάσεων του ισλάμ στην Ελλάδα και άρα, η συμβατότητά τους με τις συνταγματικές μας αξίες.

Θυμίζω ότι πριν ακόμη αναθαρρήσουν οι ακροδεξιοί μπάχαλοι στην Ελλάδα περίπου το 2007, η τελευταία ήταν η μόνη ευρωπαϊκή χώρα χωρίς περιστατικά ισλαμοφοβίας, ενώ τα άτυπα τζαμιά ετύγχαναν της προστασίας και τη ένθερμης υποστήριξης τόσο από την αστυνομία, όσο και από τους τοπικούς κληρικούς του επικρατούντος Χριστιανορθόδοξου δόγματος. Αυτή η αμοιβαία εκτίμηση και ομαλή παραγωγική πολιτισμική συνύπαρξη δεν είναι άγνωστη για την Ελλάδα. Αντιθέτως, οι αντιδράσεις μιας εθνικιστικής φωνακλούς μειοψηφίας οφείλονται στο γεγονός ότι αποτελεί ένα φαινομενικά εύκολο θέμα – χάρη και στην άγνοια των περισσότερων γι΄ αυτό – που προσφέρεται για συσπείρωση πίσω από ανεκδιήγητες και ανιστόρητες απόψεις, σε κάποιες περιπτώσεις κατά βάναυση παραβίαση των διατάξεων του αντιρατσιτικού νόμου 927/79.

Υπάρχει νόμος και πρέπει να εφαρμοστεί άμεσα. Γιατί να περιμένουμε από την κοινωνία να αντιμετωπίσει το ρατσισμό και τη βία με άτυπο κοινωνικό έλεγχο; Της ζητάμε άραγε να κάνει το ίδιο απέναντι σε αδικήματα του λοιπού κοινού ποινικού δικαίου;