Μιλώντας στο ραδιοφωνικό σταθμό Στο κόκκινο, η Έφη Αχτσιόγλου δήλωσε πως «έχει καταθέσει ένα συνολικό πολιτικό σχέδιο, με τέσσερα κεντρικά ζητήματα: κράτος, εργασία, οικονομία και δικαιώματα».

Ads

Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε πως ένα πολιτικό σχέδιο κόμματος δεν έχει να κάνει γενικώς και αορίστως με τους τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής, αλλά πρωτίστως με την πολιτική μάχη εξουσίας που πρέπει να δοθεί. Δηλαδή ποιες  είναι οι κοινωνικές συμμαχίες που θα συναφθούν, ώστε να δημιουργηθεί πλειοψηφικό πολιτικό ρεύμα, ποια είναι η ιδεολογική και πολιτική πλατφόρμα με την οποία το κόμμα θα απευθυνθεί στο λαό και φυσικά ποια είναι η απάντηση που δίνει στην κύρια κάθε φορά αντίθεση ανάμεσα στα λαϊκά συμφέροντα και τα συμφέροντα της εγχώριας και διεθνούς επιχειρηματικής ελίτ.

Το να περιγράφεις δηλαδή τους κοινωνικούς τομείς –εργασιακές συνθήκες, κρατικός μηχανισμός, οικονομία και δικαιώματα- δεν συνιστά πολιτικό σχέδιο. Όλα τα κόμματα σ΄αυτούς τους τομείς αναφέρονται. Το ζήτημα είναι πού διαφοροποιείται το πολιτικό σχέδιο της Αχτσιόγλου από το σχέδιο του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ.

Δεν φαίνεται να διαφοροποιείται καθόλου. Η Αχτσιόγλου, ως υπουργός εργασίας, υλοποίησε ασυζητητί κάθε εντολή της τρόϊκα στον τομέα των εργασιακών δικαιωμάτων και όλοι γνωρίζουμε την σοβαρή και σταθερή επιδείνωση των εργασιακών συνθηκών. Το επιχείρημα πως αυτές ήταν οι απαιτήσεις της τρόϊκα δεν ευσταθεί. Ας μην τις δέχονταν. Ας υπέβαλε την παραίτησή της.

Ads

Αντιθέτως. Όχι μόνον δεν υπέβαλε παραίτηση, αλλά συνέχισε μέχρι τέλους την υλοποίηση των σχεδίων καταστροφής των εργασιακών σχέσεων. Στον τομέα του κρατικού μηχανισμού δεν γίνεται αντιληπτό σε τί ακριβώς διαφέρει το σχέδιο της Αχτσιόγλου από το σχέδιο του ΠΑΣΟΚ ή του Κυριάκου. Το να λέμε πως δεν θα κάνουμε επικοινωνία, αλλά θα λύσουμε τα πραγματικά προβλήματα δεν απέχει και πολύ από τη διατύπωση καλών προθέσεων. Όλοι οι πολιτικοί τα ίδια λένε.

Στο ζήτημα της υπεράσπισης των δικαιωμάτων η Αχτσιόγλου δεν έχει κάτι να προτείνει. Τα δικαιώματα των γυναικών, των ΛΟΑΤΚΙ κλπ, εάν αυτά εννοεί, τα υπερασπίζεται και η ΝΔ και κανένας νομίζω δεν αντιλαμβάνεται κάποια σοβαρή πολιτική διαφορά στο σημείο αυτό. Επομένως η Αχτσιόγλου προσέρχεται στις εκλογές της Κυριακής χωρίς εναλλακτικό πολιτικό σχέδιο ανατροπής της κυβέρνησης Μητσοτάκη.

Εφόσον  γίνεται αποδεκτή  η χωρίς όρους υλοποίηση των πολιτικών που αποφασίζονται στις Βρυξέλλες, στα οικονομικά, τα κοινωνικά και τα ζητήματα των διεθνών σχέσεων, δεν υπάρχει πεδίο διαφοροποίησης με την κεντροδεξιά και επομένως δεν μπορεί να δημιουργηθεί λαϊκό ρεύμα πολιτικής ανατροπής. Ο Τσίπρας συγκρούστηκε με αυτές τις επιλογές, και ακριβώς αυτός ο δήθεν «λαϊκισμός» του ήταν που του έδωσε τη νίκη το 2015.

Η Αχτσιόγλου δεν φαίνεται να διαφωνεί με το νεοφιλελεύθερο σχέδιο της ΕΚΤ. Με τα πολεμικά σχέδια του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία. Με τα σχέδια των ΗΠΑ στο Αιγαίο. Με τις απαιτήσεις της ΕΕ για την πράσινη ανάπτυξη που οδηγεί στην καταστροφή της ελληνικής κτηνοτροφίας, γεωργίας και αλιείας και ταυτόχρονα καταστρέφει και το φυσικό περιβάλλον. Με την υποβάθμιση του ρόλου του κοινοβουλίου που έχει μετατραπεί σε ιμάντα μεταβίβασης εντολών από την ΕΕ και έχει οδηγήσει στην κατάργηση του εσωτερικού δικαίου.

Εάν η Αχτσιόγλου δεν έχει κάτι διαφορετικό να προτείνει σε όλα αυτά, τότε ποιος είναι ο λόγος να εκλεγεί πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ; Για να φτιάξουμε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο; Με τον Παππά, τον Τσακαλώτο, τον Τζουμάκα και τον Κασσελάκη δεν μπορούμε να το φτιάξουμε;

Το ζήτημα του νέου προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ κρίνεται αυτή τη στιγμή από την αποτυχία της ηγετικής ομάδας να συνδεθεί με τα λαϊκά συμφέροντα και με την αδυναμία της να αντιληφθεί την αποστροφή που νοιώθει ο ψηφοφόρος του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στην έντονη εσωκομματική πάλη που είχε αναπτυχθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών.

Την ώρα που η προεκλογική μάχη ήταν στο αποκορύφωμά της, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ φρόντιζαν να υπενθυμίζουν για ποιο λόγο δεν πρέπει να ψηφίσουμε ΣΥΡΙΖΑ: ο Τζανακόπουλος πρότεινε να ρίξουμε τον φράχτη στον Εβρο, ο Τσακαλώτος να φτιάξουμε τοπικά νομίσματα, ο Κατρούγκαλος να φορολογήσουμε τους ελεύθερους επαγγελματίες, ο Δραγασάκης να φορολογήσουμε γενικώς, ο Φίλης να υπερασπίσουμε την Αριστερά και η Αχτσιόγλου να υπερασπίσουμε τα δικαιώματα των γυναικών.

Εάν όλα αυτά δεν συνιστούν πολιτική υπονόμευση σε περίοδο εκλογών, τότε τι ακριβώς συνιστούν; Η επικράτηση του Κασσελάκη στον πρώτο γύρο έχει να κάνει με αυτήν την γενικευμένη πεποίθηση περί υπονόμευσης του Τσίπρα, που δεν είναι χωρίς βάση και με την ανικανότητα των ηγετικών στελεχών- που είχαν επιδοθεί σε ομαδοποιήσεις και φραξιονιστική πρακτική – να αντιμετωπίσουν τη ΝΔ.

Με αυτά τα δεδομένα είναι απολύτως λογική η απόφαση της πλειοψηφίας των μελών του ΣΥΡΙΖΑ να επιλέξουν έναν νέο πρόεδρο εκτός κομματικής γραφειοκρατίας, ο οποίος μίλησε για τη δημιουργία μιας πατριωτικής, δημοκρατικής παράταξης, που θα γίνει πλειοψηφικό ρεύμα.

Η Εφη Αχτσόγλου ισχυρίζεται πως πρέπει να γίνει πρόεδρος διότι μπορεί καλύτερα να αντιμετωπίσει τον Κυριάκο. Εδώ δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τον Κασσελάκη, θα αντιμετωπίσει τον Κυριάκο;