Στο φύλλο της Εφημερίδας των Συντακτών της 17-18 Μάρτη 2018 δημοσιεύθηκε μια εκτενής βιβλιοκριτική του Θανάση Γιαλκέτση για το βιβλίο μου, Υπόθεση Κατίν. Η Ιστορική Αλήθεια και ο Ριζοσπάστης. Σε αυτή την κριτική απάντησε ο κ. Μπογιόπουλος στο σάιτ imerodromos.gr με ένα έντονα απαξιωτικό κείμενο, «Ο γλίτσας της “Εφημερίδας των Συντακτών”» (20/3/2018) όπου αποκαλεί τον γράφοντα «γλίτσα νο1» και τον Θ. Γιαλκέτση «γλίτσα νο2», προβαίνοντας σε ένα σωρό αρνητικούς συνειρμούς για την Εφημερίδα των Συντακτών, που δίνει βήμα στους «γλίτσες».

Ads

Στο κείμενό του ο κ. Μπογιόπουλος βάζει ένα σωρό θέματα, που αφορούν από την προσωπική πορεία του γράφοντος ως την εκτίμηση των πεπραγμένων του Στάλιν και της πορείας της ΕΣΣΔ στη δεκαετία του 1930. Μετά χαράς θα επανέλθω σε αυτά και θα του απαντήσω αναλυτικά σε όσα ζητήματα θέτει. Εδώ όμως, σεβόμενος το χώρο της εφημερίδας, θα περιοριστώ στην κριτική που ασκώ στο βιβλίο μου στον κ. Μπογιόπουλο, συνοψίζοντας για χάρη του μια σειρά ατοπήματα στην αρθρογραφία του για το Κατίν που εντοπίζω εκεί. Προσωπικά θεωρώ, μέχρις αποδείξεως του εναντίου, τον κ. Μπογιόπουλο ένα φιλαλήθη δημοσιογράφο ευγενών προθέσεων. Είμαι βέβαιος, λοιπόν, ότι αν εντοπίσει κάτι ψεύτικο στην κριτική μου, δεν θα αποτύχει να το υποδείξει, δικαιολογώντας έτσι τους χαρακτηρισμούς τύπου «γλίτσας» που απευθύνει. Διαφορετικά, ας βρει το θάρρος να παραδεχτεί ότι έσφαλε.

Ο κ. Μπογιόπουλος, ενώ μιλά επί παντός επιστητού, δεν λέει δυστυχώς τίποτα για το επίμαχο ζήτημα της σφαγής του Κατίν, στο οποίο αφιερώνεται το βιβλίο μου. Σε σχέση με αυτό παραπέμπει στα παλιότερα άρθρα του στο Ριζοσπάστη, καθώς και σε εκείνα του κ. Γκίκα. Ωστόσο, ακριβώς τα συγκεκριμένα άρθρα τυχαίνει να καταρρίπτω στο βιβλίο μου. Δείχνω ότι πρόκειται για συρραφές από ψεύδη και ανακρίβειες, τα περισσότερα από τα οποία έχουν αντιγραφεί σχεδόν κατά γράμμα από ακροδεξιούς και αντισημίτες, θαυμαστές του Στάλιν Ρώσους ψευδο-ιστορικούς, όπως οι Μούχιν, Στρίγκιν, Ζούκοφ, κ.ά. Για χάρη του κ. Μπογιόπουλου θα επισημάνω εδώ μόνο μερικά σημεία της κριτικής μου, παραπέμποντάς τον στις αντίστοιχες σελίδες του βιβλίου.

1. Ο κ. Μπογιόπουλος υποστηρίζει η πρόταση του Μπέρια προς το ΠΓ για την εκτέλεση των Πολωνών είναι ένα πλαστό έγγραφο, φέρνοντας το επιχείρημα ότι έχει υπογραφές των Καγκάνοβιτς και Καλίνιν που ήταν απόντες στη συνεδρίαση του ΠΓ της 5 Μάρτη 1940 όπου συζητήθηκε το ζήτημα. Αυτό είναι ένα ψέμα που το αντιγράφει κατά λέξη από τον Μούχιν. Η απόφαση φέρει τις υπογραφές των Στάλιν, Βοροσίλοφ, Μολότοφ, Μικογιάν και στο περιθώριο σημείωση της συμφωνίας των απόντων Καγκάνοβιτς και Καλίνιν από γραμματέα (σελ. 36-40).

Ads

2. Ο κ. Μπογιόπουλος επικαλείται ως τεκμήριο για την πλαστότητα του υπομνήματος του Σελέπιν προς τον Χρουστσόφ (1959), στο οποίο αναφέρεται ο ακριβής αριθμός των εκτελεσμένων Πολωνών, το ότι ο Σελέπιν χρησιμοποίησε εκεί τον όρο «απόφαση του ΚΚΣΕ», ενώ ως το 1952 το ΚΚΣΕ ονομαζόταν ΠΚΚ (Μπ.). Είναι ένα ανόητο επιχείρημα, γιατί ο όρος ΚΚΣΕ ήταν σε πλατιά χρήση ήδη από τη δεκαετία του 1930, για παράδειγμα στις επίσημες ιστορίες του κόμματος, όπως η διαβόητη Ιστορία του ΚΚΣΕ (Μπ.), ώστε δεν υπάρχει τίποτα παράξενο στη χρήση του από τον Σελέπιν το 1959. Και αυτό ο Μπογιόπουλος το αντιγράφει από τον Μούχιν, παραθέτει μάλιστα λαθεμένα το όνομα του Σελέπιν ως «Σέπελιν», όπως παρατίθεται από τον Μούχιν (σελ. 41).

3. Ο κ. Μπογιόπουλος αναφέρει ότι στους τάφους των Πολωνών αξιωματικών στο Κατίν βρέθηκαν γερμανικές σφαίρες με την επωνυμία Genshovik ή Geko, από το όνομα της γερμανικής εταιρείας που τις παρήγαγε, και το επικαλείται αυτό ως απόδειξη ότι οι εκτελέσεις των Πολωνών έγιναν από τους ναζί.
Αυτή την επωνυμία Genshovik ή Geko τη δίνουν μόνο ο Μούχιν, ο Μπογιόπουλος και οι άλλοι αρθρογράφοι του Ριζοσπάστη. Τέτοια εταιρεία δεν υπήρχε. Το πραγματικό όνομα της εταιρείας ήταν Genschow&Co ή Geco (από τα αρχικά του Genschow & Company). Αυτή η εταιρεία εξήγαγε πλατιά τα πιστόλια και πυρομαχικά της στην ΕΣΣΔ και την υπόλοιπη Ανατολική Ευρώπη στις δεκαετίες του 1920 και του 1930. Οι σοβιετικές μυστικές υπηρεσίες τα προτιμούσαν για την ανώτερή ευστάθειά τους απέναντι στα αντίστοιχα σοβιετικά, ώστε δεν υπάρχει τίποτα παράξενο στη χρησιμοποίησή τους στις εκτελέσεις του Κατίν (σελ. 84-85, 50-51).

4. Ο κ. Μπογιόπουλος παραθέτει παραπέρα ένα απόσπασμα από το ημερολόγιο του Γκέμπελς όπου αναφέρεται ότι στους μαζικούς τάφους στο Κατίν βρέθηκαν γερμανικές σφαίρες, υπονοώντας ότι αυτό αποτελεί έμμεση ομολογία του Γκέμπελς ότι επρόκειτο για έγκλημα των ναζί. Κόβει όμως τη συνέχεια του ημερολογίου, όπως κάνει και ο Μούχιν, όπου ο Γκέμπελς αποδίδει ρητά αυτά το γεγονός στο ότι πρόκειται για όπλα που είχαν πουλήσει οι ναζί στην ΕΣΣΔ στην περίοδο του συμφώνου φιλίας (σελ. 31-33).

5. Ο κ. Μπογιόπουλος και ο κ. Γκίκας επικαλούνται την Έκθεση Μπούρντενκο, στην οποία παρουσιάζεται η σταλινική εκδοχή, ως ένα αξιόπιστο ντοκουμέντο που τεκμηριώνει την ενοχή των ναζί. Ωστόσο, πρόκειται για μια εντελώς ανυπόληπτη και γεμάτη αντιφάσεις έκθεση, η οποία ουσιαστικά καταρρίφθηκε στη Νυρεμβέργη. Ενδεικτικά:

Ι. Η Έκθεση δίνει 3-4 διαφορετικές εκδοχές για το χρόνο εκτέλεσης των Πολωνών (Αύγουστος-Σεπτέμβρης 1941, Σεπτέμβρης 1941, Φθινόπωρο 1941 και, στην αναφορά της Ιατροδικαστικής Επιτροπής Ειδικών, Σεπτέμβρης-Δεκέμβρης 1941. Οι αντιφάσεις συνδέονται με την προσπάθεια να κρυφτεί η αναντιστοιχία ανάμεσα στην ένδυση των Πολωνών και τη βασική σταλινική εκδοχή ότι οι Πολωνοί εκτελέστηκαν από τους ναζί μετά την κατάληψη της περιοχής του Σμολένσκ στα τέλη Ιούλη του 1941. Τα πτώματα στις εκταφές βρέθηκαν με βαριά, χειμερινή ένδυση, γεγονός που ταιριάζει με την εποχή του χρόνου (Απρίλης 1940) αν επρόκειτο για σταλινικό έγκλημα, ενώ αν είχαν εκτελεστεί από τους ναζί τον Αύγουστο-Σεπτέμβρη του 1941 θα αναμενόταν να έχουν ελαφριά ένδυση (σελ. 65-66).

ΙΙ. Η Έκθεση κατονομάζει ως υπεύθυνους για το έγκλημα το 537 Τάγμα Κατασκευών της Βέρμαχτ που, σύμφωνα με τους συντάκτες της, βρισκόταν το φθινόπωρο του 1941 στο Κατίν, και τον επικεφαλής του, αναφερόμενο ως αντισυνταγματάρχη Άρνες. Πρόκειται για εντελώς απίθανη εκδοχή, αφού αν οι ναζί είχαν κάνει το έγκλημα, θα αναμενόταν να το αναθέσουν στα Ες-Ες και όχι σε μονάδα κατασκευών. Επιπρόσθετα, οι ναζί παρουσίασαν στη Νυρεμβέργη τον επικεφαλής της μονάδας που βρισκόταν στο Κατίν, συνταγματάρχη Άρενς, ο οποίος δήλωσε ότι η μονάδα του δεν ήταν το 537 Τάγμα Κατασκευών αλλά το 537 Σύνταγμα Διαβιβάσεων και ο ίδιος είχε έρθει στο Κατίν το Νοέμβρη του 1941, μετά τον προσδιοριζόμενο στην Έκθεση Μπούρντενκο χρόνο τέλεσης του εγκλήματος. Οι Σοβιετικοί κατήγοροι δεν μπόρεσαν να αναιρέσουν τους ισχυρισμούς του και άλλαξαν την αρχική τους εκδοχή στο μέσο της διαδικασίας, αναφέροντας ότι μια μονάδα των Ες-Ες βρισκόταν στην περιοχή, χωρίς όμως να παραθέσουν οποιοδήποτε στοιχείο που να τη συνδέει με το έγκλημα (σελ. 66-68).

ΙΙΙ. Τα ελάχιστα πραγματικά στοιχεία που περιέχει η Έκθεση Μπούρντενκο συνηγορούν υπέρ της σταλινικής ενοχής. Για παράδειγμα, αναφέρει ότι: «Μαρτυρίες ότι ο ρουχισμός των θυμάτων, τα μεταλλικά μέρη, τα παπούτσια και τα ίδια τα σώματα ήταν καλοδιατηρημένα, προσφέρθηκαν από όλους τους μάρτυρες που είχαν συμμετάσχει σε “επισκέψεις” στους τάφους στο Κατίν και μετά τους εξέτασε η Ειδική Επιτροπή».
Αυτό το περιστατικό, που το βεβαιώνουν και οι Αμερικανοί στρατιωτικοί Στιούαρτ και Βαν Βλιέτ, που επισκέφθηκαν τους μαζικούς τάφους, δεν ταιριάζει με τη σταλινική εκδοχή, ότι οι Πολωνοί χρησιμοποιούνταν σε επισκευές δρόμων από τον Απρίλη του 1940 ως τον Ιούνη του 1941, γιατί τότε τα ρούχα τους θα είχαν μεγάλη φθορά. Αν αντίθετα εκτελέστηκαν από τους Ρώσους τον Απρίλη του 1940, λίγους μήνες μετά τη σύλληψή τους το Σεπτέμβρη του 1939, είναι πολύ λογικό οι στολές και οι μπότες τους να μην πρόλαβαν να φθαρούν (σελ. 76-79, 175-176).

6. Ο κ. Μπογιόπουλος παλιά είχε διαμαρτυρηθεί όταν, σε άρθρα του γράφοντος στην Αυγή το 2009, είχε γίνει αναφορά στην αναπαραγωγή του των ψεμάτων του Μούχιν. Στο τωρινό κείμενό του παραπέμπει στο άρθρο του Α. Γκίκα στον Ριζοσπάστη, «Κατίν: Οταν η Ιστορία πλαστογραφείται και κατασκευάζεται από την αρχή». Το συγκεκριμένο όμως άρθρο, μια συρραφή από ανοησίες για τη δήθεν χάλκευση των ντοκουμέντων για το Κατίν, κοσμείται στο Ριζοσπάστη με φωτογραφία, όπου πλάι στον Ιλιούχιν, ένα σταλινικό στέλεχος του ΚΚΡΟ, παρευρίσκονται οι Σεργκέι Στρίγκιν και Βλάντισλαβ Σβεντ, που αποκάλυψαν, όπως αναφέρει η λεζάντα, «τα ντοκουμέντα και τα ειδικά εργαλεία πλαστογραφίας». Λεπτομέρεια: και οι δυο αυτοί είναι ακροδεξιοί και αντισημίτες Ρώσοι, ο Στρίγκιν μάλιστα είναι ο υπαρχηγός του κόμματος του Μούχιν, με τον οποίο έχουν γράψει μαζί βιβλίο για το Κατίν. Πώς συμβαίνει να παραπέμπει ο κ. Μπογιόπουλος σε τέτοιες πηγές; Τις θεωρεί άραγε αξιόπιστες και αν ναι, πού βασίζει αυτή του τη γνώμη; (σελ. 112-115, 137-141)
Θα μπορούσε να παρατεθούν ακόμη ένα πλήθος στοιχεία για την υπόθεση του Κατίν και παραχαράξεις σε άρθρα του κ. Μπογιόπουλου και άλλων αρθρογράφων του Ριζοσπάστη. Αυτά όμως αρκούν.

Αν ο κ. Μπογιόπουλος έχει να πει κάτι για την ουσία της υπόθεσης –«για την ταμπακιέρα», που λέει ο λαός– ιδού στάδιο δόξης λαμπρό, ας το κάνει. Αν όμως δεν μπορεί να τα αντικρούσει, οι «γλίτσες» επιστρέφουν στον ίδιο. Και θα μας επιτρέψει τότε να του πούμε: Την επόμενη φορά, «Πιο σεμνά, κύριε Μπογιόπουλε», για να μην επιστρέψουν εκ νέου οι γλίτσες σε σας…

* Ο Χρήστος Κεφαλής είναι μέλος της ΣΕ της Μαρξιστικής Σκέψης. Το 2017 δημοσιεύθηκαν τα βιβλία του, Λένιν. Η Διάνοια της Επανάστασης (εκδόσεις Τόπος) και Υπόθεση Κατίν. Η Ιστορική Αλήθεια και ο Ριζοσπάστης (εκδόσεις Επίκεντρο).