Το βράδυ της 9ης Μαρτίου του 2021 η χώρα βίωσε μια από τις πιο θλιβερές στιγμές επί πρωθυπουργίας Κ. Μητσοτάκη. Το ποτήρι που σταθερά γέμιζε η αστυνομική βία και οι κυβερνητικές αποφάσεις ξεχείλισε και οι συνέπειες χαρακτηρίζονται ως καταστροφικές.

Ads

Είναι πρωτίστως, εύλογο το να καταδικαστεί οποιαδήποτε μορφή βίας, είτε αφορά αστυνομικούς και όργανα δημοσίας τάξης, είτε πολίτες, καθώς καμία ανθρώπινη ζωή δεν πρέπει να μπαίνει σε αξιακή ζυγαριά. Οι σκηνές αστυνομικής βίας όμως που βλέπουμε από την αρχή της πανδημίας, και ειδικά κατά τους τελευταίους 4-5 μήνες, καταπατούν το παραπάνω αξίωμα. Μία αδικαιολόγητη και συνάμα χωρίς τέλος βία αστυνομικών έναντι συμπολιτών τους, που εφαρμόζεται από ότι φαίνεται με τις ευλογίες της κυβέρνησης (μέχρι αποδείξεως του εναντίου).

Γεγονός είναι πως στον καιρό της πανδημίας η ελληνική πραγματικότητα δημιουργεί ασφυξία στον “κλεισμένο” ελληνικό λαό, που επιζει με επιδόματα. Ένα αποτυχημένο λοκντάουν μηνών που οδήγησε σε ακόμη σκληρότερο λοκνταουν. Η βόμβα του εξαθλιωμένου λαού έσκασε στα χέρια της κυβέρνησης, μετά τα πογκρόμ της αστυνομίας, όπως ήταν αναμενόμενο. Ήταν δεδομένο πως η δράση, κάποια στιγμή, θα έφερνε την αντίδραση. Την κάκιστη διαχείριση της κατάστασης από την Κυριακή με το συμβάν στην πλατεία της Νέας Σμύρνης, ακολούθησε το εσκεμμένο φάουλ του κ. Κυρανάκη με την δημόσια στοχοποίηση και το φακέλωμα του ξυλοκοπημένου άνδρα με την δικαιολογία ότι δεν είναι απλά πολίτης αλλά ακτιβιστής μιας άλλης πολιτικής πλατφόρμας. Η αδυναμία της κ. Πελώνη στο να απαντήσει σε απλούστατα ερωτήματα, δημιούργησε ατμόσφαιρα φαρσοκωμωδίας.

Σε όλα αυτά “ήρθε και έδεσε” το τραγικό, ανούσιο και ελαφρώς τρομακτικό πρωθυπουργικό διάγγελμα. Ένας αόριστος, βιαστικά γραμμένος και με γενικότητες λόγος που μόνο επιφανειακά έξυσε το ζητούμενο Ωστόσο, προβλημάτισε και με την στάση του, καθώς θέλησε να απαντήσει με διχασμό. Ανέφερε ο Πρωθυπουργός πως είναι εδώ για να εγγυηθεί την ασφάλεια μας (;), πιθανώς με οποιοδήποτε μέσο από δω και στο εξής, επικαλούμενος έναν άγνωστο εσωτερικό εχθρό. Μάλιστα μέχρι και τον τραυματισμό του αστυνομικού υπήρξε απουσία οποιασδήποτε επίσημης κυβερνητικής αποδοκιμασίας ούτως ώστε να ηρεμήσουν τα πνεύματα, πράμα που βάζει όλους σε σκέψεις. Γιατί δεν πραγματοποίηθηκε νωρίτερα ένα διάγγελμα ή μία ανακοίνωση σε όλο αυτό το χρονικό πλαίσιο συνεχιζόμενης αστυνομικής βίας. Γιατί δεν προσπάθησε κανείς κυβερνητικός να φρενάρει την κατάσταση και γιατί ο Πρωθυπουργός δεν προσπάθησε να διατηρήσει και να προασπίσει την ασφάλεια, την οποία τόσο πολύ επιζητά να αντιπροσωπεύει. Μερικά τυχαία ερωτήματα που αμφιβάλλω αν θα  απαντηθούν ποτέ στο μέλλον. 

Ads

Η ύποπτη αυτή αδράνεια φάνηκε και χθες καθώς μετά τον τραυματισμό του αστυνομικού, τα κονβόι της ομάδας ΔΡΑΣΗ, κυκλοφορούσαν και χτυπούσαν όποιον έβρισκαν στον διάβα τους σαν κοινοί συμμορίτες, σκορπώντας τον τρόμο μια ακόμα φορά, χωρίς να καταδικαστεί το συμβάν έστω και τώρα ή να τιμωρηθεί κανείς, θέτοντας σε διαθεσιμότητα μόνο έναν από τους αστυνομικούς, ρίχνοντας δηλαδή στάχτη στα μάτια. Για τα εν λόγω πογκρόμ υπάρχουν αρκετές ακλόνητες αποδείξεις στο διαδίκτυο (ευτυχώς).

Αξίζει να ειπωθεί πως η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας για μια ακόμα φορά έδειξε αδυναμία στην ανάληψη ευθυνών, όπως έχει κάνει σε όλες τις περιπτώσεις. Για την Ικαρία και την Πάρνηθα έφταιγε, τάχα, η λατρεία του κόσμου (παρά τις αποδοκιμασίες που θάφτηκαν στα ΜΜΕ). Για την αντίδραση των πολλών χθες΄, φταίει η αντιπολίτευση, για τα αποτυχημένα λοκντάουν και την μη αντιμετώπιση του κορονοϊού φταίει ο ελληνικός λαός. Ενώ άλλες φορές, οι κακουχίες δεν είναι παρά θέλημα θεού.

Χθες η Ελλάδα έγινε ξανά λιγότερο δημοκρατική, με την κυβέρνηση να σπέρνει διχόνοια, ενώ αυτοί που έχουν τον ρόλο της προστασίας του πολίτη είναι αυτοί που ταυτόχρονα τον τρομοκρατούν και τον κακοποιούν ανοίγοντας έναν φαύλο κύκλο βίας.

Νίκος Μυτούλας φοιτητής 4ου έτους πολιτικών επιστημών πανεπιστημίου Κρήτης