Σήμερα είδα ένα τρίχρονο στο μπαλκόνι να έχει πιαστεί από τα κάγκελα και να σφαδάζει για να μη το πάρει η γιαγιά του να το πάει στον παιδικό σταθμό. Χθες ένα άλλο τόσο μικρό -κι αυτό- παιδάκι έκλαιγε χτυπώντας τα πόδια του στο πεζοδρόμιο, γιατί δεν ήθελε να περπατήσει προς τον παιδικό σταθμό που το τράβαγε από το χέρι ο πατέρας του. Προχθές μια μάνα είχε αγκαλιά το νεογέννητο μωράκι της σε μάρσιπο, και έσερνε στην κυριολεξία με το άλλο τον γιο της, καθώς του φώναζε να προχωράει γρήγορα γιατί αργήσανε.

Ads

Κάθε μέρα περνάω από έναν δρόμο που είναι ένας παιδικός σταθμός, όπου στην εξωτερική πόρτα -και έχουμε Νοέμβριο, από τον Σεπτέμβριο που άνοιξαν- διαδραματίζονται μονίμως σκηνές …αρχαίας τραγωδίας από προσχολικής ηλικίας παιδάκια, τα οποία κλαίνε γοερά γιατί η μαμά τους, η νταντά, ο μπαμπάς, η γιαγιά, πρέπει να τα αφήσει.

Σε ποιόν μεσαίωνα ζούνε τα Υπουργεία Υγείας και Παιδείας; Σε ποιόν αιώνα ζουν οι κυβερνήσεις; Μας φταίει κατά τα άλλα η υπογεννητικότητα και το δημογραφικό, ενώ αφήνουμε γονείς, οικογένειες, παιδαγωγούς και παιδιά στην τριτοκοσμική μοίρα τους;

Σε όλες τις προηγμένες χώρες που σέβονται τη ζωή, πόσο μάλλον τη νέα ζωή, το μέλλον μιας χώρας που είναι τα παιδιά της, η μητέρα ή ο πατέρας των παιδιών παίρνουν γονική άδεια από την εργασία τους, για να είναι ΜΑΖΙ με το παιδί τους τον πρώτο καιρό στον παιδικό σταθμό, μέχρι:

Ads

Να εξοικειωθεί, να προσαρμοστεί, να συνηθίσει, ομαλά αυτή την μετάβαση από το σπίτι σε ένα περιβάλλον με ξένους, είτε είναι άλλα εξίσου τρομαγμένα παιδάκια, είτε είναι οι κάθε είδους παιδαγωγοί και φροντιστές. Και στη συνέχεια, όταν αυτό ευοδωθεί, οι γονείς κάθονται απ΄έξω από τον παιδικό σταθμό, επίσης για κάποιο διάστημα, μήπως χρειαστεί να βοηθήσουν. Και αν όλα πάνε καλά, τότε μπορούν να αφήνουν τα παιδιά τους ήσυχοι ότι έχουν αφομοιώσει επαρκώς την αλλαγή (που σημαίνει κρίση, όπως κάθε αλλαγή), στη νέα τους ζωή.

Εδώ, που είμαστε υποτίθεται Ευρώπη, στη χώρα της απαξίωσης και της επιστήμης της ψυχολογίας, κάνουμε ότι μας βολεύει, αφήνοντας τα παιδιά να τραυματίζονται κάθε μέρα με το αίσθημα της εγκατάλειψης, να βασανίζονται με πολύ δύσκολα συναισθήματα φόβου, άγχους και ματαίωσης, με τα συναισθήματά τους να πέφτουν στο κενό, με τα κλάματα, τα ουρλιαχτά, τον αγώνα τους να δείξουν με το σώμα τους τι νιώθουν, που κανείς από την Πολιτεία δεν ακούει, δεν μεταφράζει, δεν λαμβάνει υπόψιν του.
Παιδιά, που δεν δύνανται να πουν με λόγια αυτό που νιώθουν! Και πόσο βολεύει το κράτος, αυτό, ως φαίνεται.

Παιδιά που αύριο θα αναρωτιόμαστε γιατί εκφράζουν τόση βία και πλακώνονται και μαχαιρώνονται στα σχολικά προαύλια, στους δρόμους και στις πλατείες.

Ενώ οι γονείς αγωνίζονται να ζήσουν με μια και δυο δουλειές, ενώ οι γιαγιάδες και οι παππούδες τρέχουν να ψωνίσουν, να πλύνουν και να μαγειρέψουν, ενώ οι φροντιστές και οι παιδαγωγοί πρέπει να ανταπεξέλθουν -πολλές φορές με ελλιπή εκπαίδευση- σε ένα προσχολικό πρόγραμμα που με το «καλημέρα» σας, «εκπαιδεύει» τα παιδάκια, με δάκρυα στα μάτια, να καταπιούν το συναίσθημά τους.

Πώς γεννιέται η βία; Όταν κάποιον δεν τον καταλάβαμε, δεν τον νιώσαμε. Κι αυτό αρχίζει κιόλας από τους παιδικούς σταθμούς στην Ελλάδα.

Έτσι γεννιέται η βία. Έτσι σκοτώνεται η παιδική ηλικία και μαζί της το μέλλον και η ελπίδα.