Η μεταρρύθμιση στο Λύκειο που έχουμε νομοθετήσει έχει στόχο τη θεραπεία μιας εξαιρετικά σοβαρής παθογένειας του εκπαιδευτικού μας συστήματος: είμαστε μια χώρα που δεν έχει Γ΄ Λυκείου, πρόκειται για μια τάξη η οποία στην πράξη είναι απολύτως ακυρωμένη. Ανεξάρτητα από τις σοβαρές προσπάθειες των εκπαιδευτικών μας, η τελευταία χρονιά στο σχολείο έχει υπονομευτεί από μια νοοτροπία που καθιερώθηκε σιγά σιγά και την οποία υιοθέτησε σχεδόν το σύνολο της κοινωνίας. Η νοοτροπία αυτή «εξουσιοδότησε» έναν θεσμό εκτός του δημόσιου σχολείου για την προετοιμασία των μαθητών ώστε να εισαχθούν στα πανεπιστήμια.

Ads

Συχνά ακούγεται το επιχείρημα ότι αυτό έγινε επειδή το δημόσιο σχολείο «δεν είναι καλό». Είναι ένα λάθος επιχείρημα, κυρίως επειδή δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Γιατί παλαιότερα -και όχι πολύ παλαιότερα-, όταν το δημόσιο σχολείο ήταν πολύ χειρότερο, δεν υπήρχε αυτή η κατάσταση; Ενας από τους πολλούς και σύνθετους λόγους που οδήγησαν βαθμιαία την κοινωνία να απαξιώνει με τόσο προκλητικό τρόπο τη Γ΄ Λυκείου είναι και η αλλαγή νοοτροπίας ως προς την ίδια τη μόρφωση («δεν μας ενδιαφέρει η μόρφωση, φτάνει τα παιδιά να μπουν στο πανεπιστήμιο»), την αποδοχή, δηλαδή, μιας εργαλειακής άποψης για τον ρόλο του σχολείου.

Στόχος μας, λοιπόν, είναι να έρθει αντιμέτωπη η κοινωνία με το δίλημμα «θέλουμε να είμαστε μια χώρα χωρίς Γ’ Λυκείου ή μια χώρα όπου το σχολείο θα προετοιμάζει τα παιδιά για το πανεπιστήμιο;». Γι’ αυτό και νομοθετήσαμε στη Γ΄ Λυκείου να υπάρχουν τέσσερα μαθήματα που θα διδάσκονται για έξι ώρες κάθε εβδομάδα, με μια ελάχιστη αύξηση της ύλης συγκριτικά με το υπάρχον καθεστώς, ώστε να αναδείξουμε τον χαρακτήρα που έχει η Γ΄ Λυκείου σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, δηλαδή ενός προπαρασκευαστικού έτους για το πανεπιστήμιο.

Ως προς την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο, με τον νέο νόμο προωθείται για πρώτη φορά ένα σύστημα που, χωρίς να μειώνει το αδιάβλητο των Πανελλαδικών Εξετάσεων, προσφέρει μια παράλληλη δυνατότητα ελεύθερης πρόσβασης σε τμήματα χαμηλότερης ζήτησης. Μόνη προϋπόθεση είναι η κτήση αξιόπιστου απολυτήριου τίτλου. Το σύστημα αυτό είναι συνυφασμένο αφενός με τη νέα διαδικασία των απολυτήριων εξετάσεων, αφετέρου με τη σημαντική αναβάθμιση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης.

Ads

Είναι γεγονός ότι οι Πανελλαδικές Εξετάσεις έχουν γίνει αποδεκτές από την ελληνική κοινωνία, κυρίως επειδή θεωρούνται αδιάβλητες, γι’ αυτό και το νέο σύστημα δεν τις καταργεί για όσα τμήματα θα υπάρχει μεγάλη ζήτηση.

Με το νέο σύστημα εισαγωγής οι μαθητές καλούνται να υποβάλουν τον Οκτώβριο της Γ΄ Λυκείου μια πρώτη δήλωση με δέκα τμήματα της προτίμησής τους. Από τις προτιμήσεις αυτές θα προκύψουν τα τμήματα στα οποία η ζήτηση ήταν μικρότερη από τον αριθμό εισακτέων. Αυτά χαρακτηρίζονται τμήματα ελεύθερης πρόσβασης. Ετσι, λίγες μέρες αργότερα, κάθε υποψήφιος θα γνωρίζει αν στην πρώτη δήλωσή του περιλαμβάνονται ένα ή περισσότερα από τα τμήματα ελεύθερης πρόσβασης που ανακοινώθηκαν.

Προφανώς, μπορεί να μην εμφανιστεί και κανένα τμήμα ελεύθερης πρόσβασης.Οσοι έχουν στην πρώτη τους δήλωση τμήματα ελεύθερης πρόσβασης έχουν δυο δυνατότητες:

Μπορούν να κατοχυρώσουν μια θέση εισαγωγής σε ένα από αυτά και να μην δώσουν Πανελλαδικές Εξετάσεις.

Μπορούν να αρνηθούν τη δυνατότητα αυτή και να επιλέξουν να δώσουν κανονικά Πανελλαδικές Εξετάσεις.

Η επιλογή τους αυτή γίνεται τον Φεβρουάριο της Γ΄ Λυκείου, αφού έχουν ξεκινήσει τη νέα χρονιά και έχουν μετρήσει τις δυνάμεις τους στο πρώτο τετράμηνο. Αρα από τη συμπλήρωση του μηχανογραφικού θα προκύψουν οι εξής κατηγορίες:

Μια κατηγορία θα είναι οι μαθητές στο μηχανογραφικό των οποίων προκύπτει τουλάχιστον ένα τμήμα ελεύθερης πρόσβασης.

Η δεύτερη κατηγορία θα είναι οι μαθητές στα μηχανογραφικά των οποίων δεν προκύπτει κανένα τμήμα ελεύθερης πρόσβασης στην πρώτη δήλωση.

Ετσι, λοιπόν, για όσους τον Φεβρουάριο επιλέξουν να σπουδάσουν σε ένα τμήμα ελεύθερης πρόσβασης αποδραματοποιείται η διαδικασία εισαγωγής στα πανεπιστήμια. Η απόκτηση του απολυτηρίου είναι η μοναδική απαίτηση για την επίτευξη του στόχου αυτού. Οσοι τον Φεβρουάριο επιλέξουν να πάνε σε Πανελλαδικές Εξετάσεις, δίνουν τις εξετάσεις και μετά την ανακοίνωση της βαθμολογίας τους συμπληρώνουν το μηχανογραφικό τους ακριβώς όπως γίνεται και σήμερα.

Πρέπει να τονίσουμε τη μεγάλη σημασία της πρώτης δήλωσης, που γίνεται απ’ όλους, ανεξάρτητα από τον δρόμο εισαγωγής που θα προτιμήσουν. Στην πρώτη δήλωση είναι κρίσιμο οι μαθητές να δηλώσουν τα τμήματα που πραγματικά ανταποκρίνονται σε αυτό που θα ήθελαν να σπουδάσουν. Και θα μπορούν να το κάνουν με τη βεβαιότητα ότι όλα τα τμήματα -και εκείνα στα οποία η εισαγωγή απαιτεί εξετάσεις και εκείνα τα οποία θα έχουν ελεύθερη πρόσβαση- θα έχουν επαρκές διδακτικό προσωπικό (μόνο για φέτος δίνονται 1.000 νέες θέσεις διδακτικού προσωπικού) και θα είναι τμήματα στα οποία αξίζει να σπουδάσει κάποιος, αν τον οδηγούν στον τομέα που προτιμά.

Οι πρώτοι φοιτητές που θα εισαχθούν με αυτό το σύστημα θα είναι τον Σεπτέμβριο του 2020. Τότε ολοκληρώνεται και η μεταρρύθμιση της Ανώτατης Εκπαίδευσης με τη νέα αρχιτεκτονική των πανεπιστημίων, δηλαδή με τα νέα τμήματα, με τις συνέργειες ανάμεσα στα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ, με τα πανεπιστημιακά ερευνητικά κέντρα και με τα διετή προγράμματα σπουδών, στα οποία θα εισάγονται χωρίς εξετάσεις οι απόφοιτοι των ΕΠΑΛ για να λάβουν επαγγελματικά πιστοποιητικά ευρωπαϊκών προσόντων.

Με λιγότερο άγχος για τα παιδιά, με τη βαθμιαία απομάκρυνση από την παραπαιδεία και με την εκπαίδευση που θα παρέχουν το δημόσιο σχολείο και το δημόσιο πανεπιστήμιο.

* Υπουργός Παιδείας, Ερευνας και Θρησκευμάτων

* Δημοσιεύτηκε στα «Ιδεογράμματα» της Νέας Σελίδας την Κυριακή 2/06/2019