Πού πήγαν οι διανοούμενοι; Αναρωτήθηκαν αρθρογράφοι της εφημερίδας μας τις προηγούμενες ημέρες, εκφράζοντας μάλλον την ανησυχία τους για την απουσία ενός στοχαστικού λόγου κριτικής αλλά και για όσα συμβαίνουν στη χώρα μας τον τελευταίο καιρό. Η ερώτησή τους είναι βεβαίως ρητορική. Οι διανοούμενοι υπάρχουν, εκφράζονται, γράφουν άρθρα σε εφημερίδες, σε περιοδικά, κάνουν διαλέξεις, παρεμβάσεις σε ημερίδες και συνέδρια, γράφουν και εκδίδουν βιβλία.

Ads

Άρθρο του Νίκου Μπακουνάκη, για το Βήμα

Η ερώτηση που πρέπει να τεθεί λοιπόν είναι όχι πού πήγαν οι διανοούμενοι αλλά γιατί δεν ακούγονται. Δηλαδή το θέμα είναι γιατί οι διανοούμενοι έχουν πάψει πια να έχουν οργανική θέση και οργανικό ρόλο στην κοινωνία μας, να είναι δημόσιοι διανοούμενοι, αν μπορούμε να αποδώσουμε έτσι το αγγλοσαξωνικό «public intellectuals». Και λέγοντας οργανικό ρόλο δεν εννοώ να κινητοποιούν τις μάζες ή να προκαλούν κοινωνικές κινήσεις, αλλά να μπορούν να καθορίζουν, σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, τους όρους και τα θέματα του δημόσιου διαλόγου.

Αν δεν με απατά η μνήμη μου, πρέπει να πάμε πολλά χρόνια πίσω για να βρούμε παρεμβάσεις διανοουμένων με κοινωνικό αποτύπωμα και κοινωνικό αντίκτυπο. Δεν θα πάω βέβαια τόσο πίσω, στη δικτατορία των συνταγματαρχών, για παράδειγμα, και στην καταλυτική παρέμβαση του Γιώργου Σεφέρη, με εκείνη την τόσο ηχηρή φράση ότι ξαναγυρίζει στη σιωπή του. Θα πάω στη διαμαρτυρία διανοουμένων, με επικεφαλής έναν άλλον νομπελίστα ποιητή, τον Οδυσσέα Ελύτη, για τα φαινόμενα παρακμής και εκφυλισμού του δημόσιου βίου και της πολιτικής ζωής στην τελευταία περίοδο του Ανδρέα Παπανδρέου. Από τότε ο οργανικός ρόλος των διανοουμένων αρχίζει να φθίνει, μέχρι ολικής εκλείψεως όσον αφορά τη θέση τους στον δημόσιο διάλογο.

Ads

Αυτό συμβαίνει διότι στη χώρα μας ο μόνος μηχανισμός δημόσιου διαλόγου είναι τα Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης, ιδιαίτερα η ιδιωτική τηλεόραση. Δεν είναι τυχαίο ότι η φθίνουσα πορεία του δημόσιου ρόλου των διανοουμένων αρχίζει το 1989, με την εμφάνιση της ιδιωτικής τηλεόρασης. Το μέσο αυτό, που είναι τελικά το μόνο που έχει τη δύναμη να κάνει το λεγόμενο «agenda setting», έχει αποκλείσει τους διανοούμενους. Αλλά νομίζω ότι και οι διανοούμενοι είναι απρόθυμοι να πάρουν μέρος στις λεγόμενες εκπομπές λόγου.

Το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό. Η εικόνα του Ζαν Πολ Σαρτρ πάνω σ΄ ένα βαρέλι στα εργοστάσια της Ρενό ανήκει στο πολύ μακρινό παρελθόν. Και οι δημόσιοι διανοούμενοι, τύπου Μπερνάρ Ανρί Λεβί, δεν είναι παρά μιντιακές καρικατούρες που δημιουργούν το άλλοθι ενός δημοκρατικού διαλόγου όπου εκπροσωπείται και η σκέψη ή ο στοχασμός.