Περιδιαβαίνοντας αυτές τις μέρες στα προφίλ κάποιων διαδικτυακών φίλων μου, ένιωσα σαν να βρίσκομαι μέσα σε μία χρονοκάψουλα, εκείνες τις φανταστικές μηχανές που σε μεταφέρουν μέσα στο χρόνο. Κοίταξα ξανά τις ημερομηνίες των αναρτήσεων και όμως, είναι του Σεπτέμβρη του 2013. Δεν αναφέρομαι φυσικά σε όσους απαριθμούσαν τα εγκλήματα της χρυσής αυγής που έχουν μείνει ατιμώρητα, αλλά σε όσους αντίθετα, έδιναν την εντύπωση ότι, με αφορμή τη ναζιστική δολοφονία του Παύλου Φύσσα, στόχο είχαν το ξεκαθάρισμα ιδεολογικών λογαριασμών. 

Ads

Ένας πολύ δημοφιλής και ευρέως διαδεδομένος στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης συμψηφισμός των δολοφονικών επιθέσεων οργανωμένων χρυσαυγιτών είναι οι θάνατοι στη Μαρφίν. Η χυδαία αυτή επίκληση του αίματος των θυμάτων εκεί προσπερνάει το γεγονός ότι δεν υπήρξε ποτέ ταυτοποίηση των φυσικών αυτουργών και ηθελημένα ξεχνάει την καταδίκη των στελεχών της τράπεζας για τις ευθύνες τους για το θάνατο των υπαλλήλων.

Ίσως οι διερχόμενοι διαδηλωτές έπρεπε τότε να είχαν πάρει το νόμο στα χέρια τους και να είχαν ακινητοποιήσει τους δράστες. Αλλά η όποια -πολιτική και όχι νομική- ευθύνη τους σταματάει εκεί. Το να εξομοιώνεις το δικαίωμα στη διαδήλωση με συναυτουργία σε πολιτικές δολοφονίες που έγιναν στη διάρκειά της από ακραία στοιχεία, είναι από μόνο του λαϊκίστικος ακροβατισμός, πολλώ δε μάλλον να το βάζεις και στην ίδια ζυγαριά με την εγκληματική οργάνωση των νεοναζί που, επικουρούμενοι από υπόγειες χρηματοδοτήσεις οργανώνονται για να σπείρουν τρόμο και θάνατο. Πολύ ανησυχητικό είναι ότι η χρήση αυτού του συμψηφισμού αποτελεί κοινό σημείο όλων των ενοίκων της δεξιάς πολυκατοικίας, από τα πιο σκοτεινά, φασιστικά υπόγεια μέχρι τα ευάερα, ευήλια, φιλελεύθερα ρετιρέ.

 

Ένα ακόμα χαρακτηριστικό παράδειγμα ξεκαθαρίσματος ιδεολογικών λογαριασμών είναι με το κίνημα των αγανακτισμένων, το οποίο, λίγο ως πολύ, εμφανίστηκε ως το θερμοκήπιο που οδήγησε τη χρυσή αυγή στην εκλογική άνοδο του 2012, τσουβαλιάζοντας τις διαφορετικές εκφάνσεις ενός πολύμορφου κοινωνικού φαινομένου, ενώνοντας, δηλαδή, την επάνω με την κάτω πλατεία, αποσιωπώντας το γεγονός ότι χάρη στο κίνημα των αγανακτισμένων τα τελευταία δυο χρόνια μπήκαν οι βάσεις, για να αναπτυχθούν διάφορα κοινωνικά κινήματα αυτο-οργάνωσης κι αλληλεγγύης και ξεχνώντας τις βασικές ρίζες που έχει το κακό στην ελληνική κοινωνία. 

Ads

 

Είναι προφανές ότι όλη αυτή η επικίνδυνη ακροβασία γύρω από την εύκολη ταμπέλα “βία” εντάσσεται στο κυρίαρχο αυτό τον καιρό ιδεολογικό εργαλείο κυβέρνησης και ακροδεξιάς, τη θεωρία των άκρων που, αντί να αφήσει να αναδειχθεί το δίπολο φασισμός-δημοκρατία, επαναφέρει την κοινωνία στο δίπολο δεξιά-αριστερά. Είναι σημαντικό ότι ως τώρα το μαζικό κίνημα δεν έπεσε στην παγίδα της πόλωσης: Οι ανεξέλεγκτες αντιδράσεις παρέμειναν περιορισμένες. Μια σύγκριση αυτών με αυτές του Δεκέμβρη του 2008 αρκεί, για να πείσει και τις πιο θλιμμένες κλαίουσες χήρες των βιτρινών. Αυτές τις ιστορικές στιγμές, όπου η ελληνική κοινωνία είναι σαν το βασιλιά την ώρα που συνειδητοποιεί πως είναι γυμνός, το αντιφασιστικό κίνημα είναι κρίσιμο περισσότερο από ποτέ να παραμείνει δυναμικό και ειρηνικό, δημιουργώντας με μη-βίαιες δράσεις τις συνθήκες πολιτικής πίεσης, για να σταθούν, επιτέλους, οι θεσμοί της δημοκρατίας στο ύψος των περιστάσεων. Αν όχι τώρα, πότε;

 

Υ.Γ. Μη-βία, φυσικά, δεν σημαίνει ότι απέναντι στον επόμενο στόχο των παρανοϊκών-με-τα-μαχαίρια, δεν θα έχουμε το δικαίωμα, αλλά και την υποχρέωση να αμυνθούμε. Οφείλει, όμως, το αντιφασιστικό κίνημα να βρει εκείνες τις ισορροπίες που θα ελαχιστοποιούν τα μέχρι τώρα σπάνια περιστατικά προπηλακισμού “γιατί έμοιαζε με χρυσαυγίτη”. Οφείλει να περιφρουρήσει τη λεπτή γραμμή μεταξύ δημοκρατικού αγώνα και πολιτικής βίας, η οποία παραμένει πάντοτε φασιστική.

* Η Ελλεάννα Ιωαννίδου είναι συντονίστρια της θεματικής ομάδας ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Οικολόγων Πράσινων