Η μεξικάνικη σειρά του Ντιέγκο Λούνα  «Όλα θα είναι μια χαρά» που προβάλλεται στο Netflix αμφισβητεί ευθέως τον γάμο, την ετεροκανονικότητα, την μορφή και το σχήμα της πυρηνικής οικογένειας, κάνει λόγο για την συμπεριληπτική γλώσσα.  Δεν πρόκειται για αριστούργημα, είναι όμως μια καλοφτιαγμένη σειρά ενός δημιουργού που παρακολουθεί την αγωνία της εποχής και της κοινωνίας.

Ads

Οι ήρωες και οι ηρωίδες, στριμωγμένοι από τις προσδοκίες του «αιώνιου έρωτα» και της «ευτυχισμένης οικογένειας», ματαιώνονται, παλεύουν και δοκιμάζουν νέα σχήματα συνύπαρξης. Μπορεί η πρώτη σεζόν να κλείνει με ένα μανιφέστο ενάντια στον γάμο και τον ρομαντικό έρωτα, ωστόσο η σειρά καταφέρνει να θίξει παράλληλα πολλά ακόμα θέματα που βρίσκονται στον πυρήνα του φεμινιστικού κινήματος.

Χρησιμοποιώντας στοιχεία της ντράμεντι, ενός είδους που «μιλάει» πιο εύκολα σε ένα ευρύ κοινό, ο Λούνα κάνει τον πρωταγωνιστή του θύτη σεξουαλικής παρενόχλησης. Είναι ραδιοφωνικός παραγωγός, σε διάσταση με τη γυναίκα του και επιμένει να φλερτάρει μια νεαρή συνάδελφο του, ενώ η ίδια φαίνεται εξαρχής απρόθυμη να ανταποκριθεί. Στο τέλος καταλήγει να της την πέφτει άγρια,  παραβιάζοντας την σωματικά.

Σε μια εκπομπή, δηλώνει on air φεμινιστής και η συνάδελφος του τον αμφισβητεί αποκαλύπτοντας το περιστατικό παρενόχλησης. Ο παραγωγός απολύεται  και ο διασυρμός του  γίνεται πρώτο θέμα στα ΜΜΕ. Ο δημιουργός της σειράς, δεν τον σταυρώνει, τον στέλνει για μαθήματα.

Ads

Ο όρος που του βάζει η πρώην σύντροφός του και η δικαιοσύνη προκειμένου να διεκδικήσει την επιμέλεια του παιδιού του, είναι να συμμετάσχει σε ένα γκρουπ απεξάρτησης από την κουλτούρα του σεξισμού, της σεξουαλικής παρενόχλησης και  της έμφυλης βίας.

Το γκρουπ των ανδρών, περιφρονεί τον συντονιστή της ομάδας ο οποίος τους συστήθηκε ως σύντροφος και εθισμένος σεξιστής σε απεξάρτηση. Όταν τους προτρέπει να πουν την ιστορία τους, όλοι δηλώνουν πως πήγαν εκεί εξ’ανάγκης είτε για να μην απολυθούν είτε για να διεκδικήσουν επιμέλεια. Μιλούν για … παρεξήγηση από «γυναίκες που δεν ανέχονται πια μύγα στο σπαθί τους».

Ο συντονιστής επιμένει. Τους καλεί να θυμηθούν τις στιγμές που υπήρξαν οι ίδιοι θύματα βίας. Εκείνοι τα εξιστορούν με τη γλώσσα του σεξισμού. «Με έδερνε ο πατέρας μου αλλά δεν πονούσα γιατί βάραγε σαν γυναικούλα».

Ο συντονιστής δοκιμάζει τη δραματοθεραπεία. Διαλέγει ένα ζεύγος ανδρών. Ο ένας υποδύεται τη γυναίκα ο άλλος τον άνδρα. «Δως της να πιει ένα ποτό» λέει στον άνδρα. «Μα δεν θέλω» απαντά εκείνος που υποδύεται την γυναίκα. Το ίδιο ισχύει και με τη συναίνεση του λέει. Αναγκάζει τους άνδρες να μπουν στη θέση του θύματος ξανά και ξανά.

«Ρούι εσύ θα κάνεις τη Μαρία. Ξάπλωσε κάτω. Είσαι αναίσθητη στο κρεβάτι, κοιμάσαι βαθιά. Εσύ, βάλε ένα ποτήρι νερό και δώσε το στη Μαρία να πιει» λέει ο συντονιστής. «Μα κοιμάται» απαντά εκείνος. «Αυτό ακριβώς. Καμία γυναίκα αναίσθητη δεν μπορεί να συναινέσει. Κι εδώ έχουμε νερό. Δεν έχουμε καν σεξ».

Ο δημιουργός της ταινίας, βάζει τους άνδρες να μάθουν  ξανά την αλφάβητο. Δεν στέλνει τις γυναίκες να μάθουν πολεμικές τέχνες, προκειμένου να αντεπεξέλθουν σε συνθήκες βίας. Γιατί το κακό, αντιμετωπίζεται στη ρίζα του. Γιατί το πρόβλημα δεν είναι ότι κάποιες γυναίκες είναι αδύναμες αλλά το ότι κάποιοι άνδρες είναι βίαιοι.

Εκτιμώ τον κ. Πελετίδη και θεωρώ ότι έχει δώσει ένα ισχυρό δείγμα σε σχέση με το τι μπορεί να προσφέρει η αυτοδιοίκηση στους πολίτες. Εξάλλου η πρωτοβουλία δείχνει, ότι η πρόθεση του είναι καλή και ότι τον απασχόλησε το θέμα, σε αντίθεση με άλλους δημάρχους.

Ωστόσο, το μήνυμα των δωρεάν μαθημάτων αυτοάμυνας για τις γυναίκες, δεν είναι αυτό που χρειαζόμαστε.  Το πρόβλημα δεν είναι οι γυναίκες. Δεν αντέχουμε μετά από τόσες γυναικοκτονίες να μετακυλίεται η ευθύνη πάνω μας με κάθε τρόπο. Κι όσο γυμνασμένες κι ετοιμοπόλεμες κι αν είναι οι γυναίκες, είναι αμφίβολο το αν θα αποφύγουν την κακοποίηση από τον κακοποιητή τους, αφού κινδυνεύουν λιγότερο από τους περαστικούς και περισσότερο από τους οικείους, που τις κλειδαμπαρώνουν σε διαμερίσματα, τις απειλούν ότι θα τους πάρουν τα παιδιά, τις σημαδεύουν και συχνά -συχνότατα όπως δείχνει η τραγική επικαιρότητα- τις δολοφονούν.

Αρκεί να αναρωτηθεί κανείς, ποια μαθήματα αυτοάμυνας, θα έσωζαν τη ζωή της Ελ. Τοπαλούδη, της Καρολάιν και της 23χρονης Γαρυφαλλιάς που έφυγε διακοπές στη Φολέγανδρο με το αγόρι της και βρέθηκε δολοφονημένη γιατί «χάλασε η φάση».

Μαθήματα χρειάζονται οι άνδρες της πατριαρχίας, για να μην θρηνήσουμε άλλα θύματα επειδή… «χάλασε η φάση τους».